Νέο Μουσείο Ακρόπολης


Πρόσφατα επισκέφτηκα το νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Εντυπωσιακό, καθηλωτικό, φωτεινό, καθαρό. Σε μεταφέρει πραγματικά σε άλλες εποχές. Είναι ένα μοντέρνο μουσείο άξιο λόγου. Συγχαρητήρια στον αρχιτέκτονά του (Μπερνάρ Τσουμί, γαλλοελβετός).

Αυτό όμως που κάνει το Μουσείο ξεχωριστό, είναι η γυάλινη σύσταση του, οπότε επιτρέπεται σε άπλετο φως να μπει και να αλωνίσει. Το φως όμως δεν έρχεται μόνο! Κουβαλά και πληροφορία μαζί του. Έτσι όχι μόνο βλέπεις τα εκθέματα εντός του Μουσείου, αλλά και εκτός. Βλέπεις τον ουρανό όπως τον είδαν τα μάτια ενός γλύπτη του αρχαίου κόσμου που καθόταν κάτω από την Ακρόπολη και εμπνεόταν. Βλέπεις τους ανθρώπους όπως τους είδαν τα μάτια ενός ζωγράφου του αρχαίου κόσμου πριν τους αποθανατίσει στα πύλινα αγγεία και τους αμφορείς του. Βλέπεις τη γη όπως την έβλεπε ένας σιδηρουργός του αρχαίου κόσμου πριν σμιλέψει το πυρωμένο σίδερο. Με λίγα λόγια η αρχιτεκτονική του Μουσείου σου δίνει οπτική γωνία. Και μάλιστα την οπτική γωνία που είχαν οι δημιουργοί των οποίων τα δημιουργήματα εκτείθονται εντός του Μουσείου. Με αυτόν τον τρόπο μπροστά σου απλώνεται όλο το θαυμαστό φαινόμενο της δημιουργίας: από το ερέθισμα, το περιβάλλον, ως το αποτέλεσμα και το ολοκλήρωμα μιας ιδέας. Βλέπεις όλη την πορεία μιας σκέψης που παράγεται, εκφράζεται και γίνεται απτό αντικείμενο, ικανό να μοιραστεί και να επεξεργαστεί από τους αισθητήρες άλλων ανθρώπων.

Πραγματικά, χάρηκα την σύντομή μου επίσκεψη σε αυτόν τον χώρο. Ήταν ένα ταξίδι πολλά χρόνια πισω, ένα ταξίδι στο παρελθόν. Ήταν μια σύντομη επίσκεψη στον παρελθόντα χρόνο.













ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
(Ελγίνου μάρμαρα)


Στην ψυχρή του Μουσείου αίθουσα
την κλεμμένη, ωραία, κοιτώ
μοναχή Καρυάτιδα.
Το σκοτεινό γλυκύ της βλέμμα
επίμονα εστραμμένο έχει
στο σφριγηλό του Διονύσου σώμα
(σε στάση ηδυπαθείας σμιλευμένο)
που δυό βήματα μόνον απέχει.
Το βλέμμα το δικό του έχει πέσει
στη δυνατή της κόρης μέση.
Πολυετές ειδύλλιον υποπτεύομαι
τους δυο αυτούς να 'χει ενώσει.
Κι έτσι, όταν το βράδυ η αίθουσα αδειάζει
απ' τους πολλούς, τους θορυβώδεις επισκέπτες,
τον Διόνυσο φαντάζομαι
προσεκτικά απ' τη θέση του να εγείρεται
των διπλανών γλυπτών και αγαλμάτων
την υποψία μην κινήσει,
κι όλος παλμό να σύρεται
τη συστολή της Καρυάτιδας
με οίνον και με χάδια να λυγίσει.

Δεν αποκλείτεται όμως έξω να 'χω πέσει.
Μιαν άλλη σχέση ίσως να τους δένει
πιο δυνατή, πιο πονεμένη:
Τις χειμωνιάτικες βραδιές
και τις εξαίσιες του Αυγούστου νύχτες
τους βλέπω,
απ' τα ψηλά να κατεβαίνουν βάθρα τους,
της μέρας αποβάλλοντας το τυπικό τους ύφος,
με νοσταλγία στεναγμούς και δάκρυα
τους Παρθενώνες και τα Ερεχθεία που στερήθηκαν
στη μνήμη τους με πάθος ν' ανεγείρουν.



(Κική Δημουλά, από τη συλλογή "Έρεβος")