Ουρανογραφία - Μάθημα 5o - Μεγάλη Άρκτος


Συνεχίζουμε με μια άλλη συστάδα από 7 αστέρια που βλέπουμε από όπου βρεθούμε και όπου σταθούμε. Είναι η Μεγάλη Άρκτος.




Μεγάλη Άρκτος

Είναι ο αστερισμός που τραβάει αμέσως την προσοχή των ματιών, είναι ο πιο πολυσυζητημένος και ο πιο πολυτραγουδισμένος αστερισμός. Και αυτά διότι είναι αειφανής από το βόρειο ημισφαίριο, έχει μεγάλη έκταση και οι αστέρες του έχουν μεγάλη λαμπρότητα. 

Σήμερα, εξαιτίας της μετάπτωσης των ισημεριών, ο αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου μετατοπίστηκε νοτιότερα και έτσι υπάρχουν περιοχές στην Ελλάδα που δε βλέπουν ολόκληρο τον αστερισμό καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Στον ορίζοντα της Αθήνας για παράδειγμα, από τα επτά πιο λαμπερά αστέρια, μόνο τα έξι είναι αειφανή, καθώς το τελευταίο άστρο της ουράς της, δύει κάτω από τον ορίζοντα για λίγο χρονικό διάστημα. Έτσι ολόκληρος ο αστερισμός είναι αειφανής σε περιοχές με γεωγραφικό πλάτος μεγαλύτερο των 41ο (η Αθήνα έχει γεωγραφικό πλάτος περίπου 38ο) 

Ο Πτολεμαίος περιελάμβανε 27 αστέρια με γυμνό οφθαλμό, ορατά στον αστερισμό και ο Ίππαρχος 35. Σήμερα, πιστεύουμε ότι αποτελείται από 227 άστρα (2ου – 6ου μεγέθους). Παραθέτουμε τα πιο γνωστά από αυτά, τα οποία αν και είχαν διαφορετικά ονόματα σε πολλούς λαούς, έμειναν με τα αραβικά τους ονόματα, σε πολλούς χάρτες. 



• Ο α Μεγάλης Άρκτου, διπλός αστέρας, είναι γνωστός με το ιδιαίτερο όνομα Ντουμπέ (Dubhe), που στα αραβικά σημαίνει «η Αρκούδα», από όπου πήρε και το όνομά του όλος ο αστερισμός. 
• Ο β Μεγάλης Άρκτου είναι γνωστός ως Μεράκ (Merak). 
• Ο γ είναι ο Φέκντα (Phecda) ή Φαντ. 
• Ο δ είναι ο Μεγκρέζ (Megrez), που σημαίνει «η ουρά της Αρκούδας». 
• Ο ε είναι ο Αλιόθ (Alioth). 
• O ζ καταχωρείται σήμερα ως Μιζάρ (Mizar), που σημαίνει «ζώνη» ή «κορσές» και ο g είναι ο Αλκόρ (Alcor) και είναι πολύ κοντά στον Μιζάρ. Ο Αλκόρ στην αρχαιότητα χρησιμοποιείτο για να ελέγχουν οι αξιωματικοί αν οι στρατιώτες τους, έβλεπαν καλά, για αυτό ονομαζόταν επίσης και «Δοκιμή» καθώς όποιος τον διέκρινε σήμαινε ότι είχε πολύ καλή όραση. Επίσης το αστέρι αυτό θεωρείται ο αναβάτης ενός αλόγου που αντιπροσωπεύεται από τον Μιζάρ, για αυτό και ο Αλκόρ ονομάζεται επίσης και Ιππέας ή Ταχυδρόμος. Με μικρό τηλεσκόπιο και ο Μιζάρ και ο Αλκόρ, φαίνονται ότι είναι, ο καθένας τους, διπλός αστέρας. Έτσι, όλο το σύστημα, φασματοσκοπικά είναι ένα σύστημα δυο διπλών αστέρων. 
• Ο η, στην άκρη της ουράς, έχει το όνομα Αλκάιντ (Alcaid). 
• Ο θ, διπλός, έχει φαινόμενο μέγεθος 3,17. 
• Ο ι έχει το ιδιαίτερο όνομα Ταλιθά (Talitha). 
• Ο κ έχει φαινόμενο μέγεθος 3,60. 
• Οι λ και μ είναι οι Βόρειος Τάνια (Tania Borealis) και η Νότιος Τάνια (Tania Australis), αντιστοίχως. 
• Οι ν, ξ είναι οι Βόρειος Αλούλα (Alula Borealis) και η Νότιος Αλούλα (Alula Australis), αντιστοίχως. Ο ξ ήταν ο πρώτος αστέρας που χρησιμοποιήθηκε για να αποδείξει την παγκοσμιότητα του νόμου της έλξεως των σωμάτων, του Νιούτον. 
• O ο (όμικρον) έχει και το όνομα Μουσκίντα (Muscida).

Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε το εξής: από φασματοσκοπικές μετρήσεις αποδείχτηκε ότι οι επτά πιο φωτεινοί αστέρες του σχηματισμού, δηλαδή οι α, β, γ, δ, ε, ζ και η, ανήκουν σε ένα φυσικώς υπάρχον σμήνος αστεριών. Δεν τυχαίνει δηλαδή απλώς, να είναι στην ίδια διεύθυνση στον ουρανό, αλλά ανήκουν σε φυσικό γκρουπάκι, το οποίο επιπροβαλλόμενο στο επίπεδο οπτικό μας πεδίο, δίνει την εικόνα που όλοι γνωρίζουμε.


Μάλιστα, μετρήσεις έδειξαν ότι οι αστέρες β, γ, δ, ε και ζ απομακρύνονται από τη Γη, ενώ οι άλλοι δυο, οι α και η, ότι πλησιάζουν τη Γη. 


Έτσι, η Μεγάλη Άρκτος, είχε στο παρελθόν ένα τελείως διαφορετικό σχήμα από αυτό που έχει σήμερα και θα έχει στο μέλλον ένα επίσης τελείως διαφορετικό σχήμα. 


Κατά τη μυθολογία, η Μεγάλη Άρκτος, είναι η νύφη Καλλιστώ, μονάκριβη κόρη του βασιλιά της Αρκαδίας, Λυκάοντα με τους πενήντα γιους. Ο Δίας την ερωτεύτηκε και έκανε μαζί της ένα γιο, τον Αρκάδα, γενάρχη των Αρκάδων. Η Ήρα όμως, ζήλεψε από αυτή την παράνομη σχέση και μεταμόρφωσε την πεντάμορφη Καλλιστώ σε αρκούδα. Η δύστυχη Καλλιστώ, ως αρκούδα, περιπλανιόταν χρόνια μέσα στα δάση της Αρκαδίας, ώσπου μια μέρα συνάντησε τον γιο της Αρκάδα, που παλικάρι πια, κυνηγούσε άγρια ζώα. Παρορμώμενη από τη μητρική της αγάπη έτρεξε κατά πάνω του για να τον αγκαλιάσει. Ο Αρκάς όμως, φοβήθηκε και πήγε να την σκοτώσει. Ο Δίας, βλέποντας ως πανταχού παρών τη σκηνή, συγκινήθηκε και για να γλιτώσει την Καλλιστώ από το θάνατο, την άρπαξε και μεταμόρφωσε τον Αρκάδα σε αρκούδα. Μόνο τότε το μικρό αρκουδάκι, αναγνώρισε τη μητέρα του και έτρεξε χαρούμενο να κυλιστεί στα πόδια της. Ο Δίας για να τους γλιτώσει από την οργή της Ήρας, έστειλε και τους δυο στον ουρανό και τους έκανε αστερισμούς, για να χαίρονται εκεί αιώνια τις νύχτες ο ένας μαζί με τον άλλον. Έτσι, η Καλλιστώ έγινε η Μεγάλη Άρκτος και ο Αρκάδας η Μικρή Άρκτος. Η ζήλια όμως της Ήρας, δεν σταμάτησε εδώ. Εξαιρετικά οργισμένη από αυτό που έκανε ο Δίας, έστειλε τη Θέτιδα να διατάξει τον Ωκεανό, που αντιπροσώπευε τότε τον Ουρανό, να μην επιτρέψει ποτέ στους αστερισμούς αυτούς να βρουν ξεκούραση στους κόλπους του. Απαγόρευσε λοιπόν, να ανατέλλουν και να δύουν, ώστε να μην λούζονται ποτέ στα υγρά βασίλεια του Ωκεανού και να μην ξεκουράζονται ποτέ. Με αυτόν τον τρόπο, έγιναν αειφανείς αστερισμοί. 

Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, αυτή του Αράτου, οι δυο Άρκτοι, είναι οι νύμφες Ελίκη (Μεγάλη Άρκτος) και Κυνόσουρα (Μικρή Άρκτος). Η πρώτη, η Ελίκη, ίσως προήλθε από το ότι ελισσόταν και ελίσσεται συνεχώς γύρω από το Βόρειο Πόλο, 


ενώ η δεύτερη, η Μικρή Άρκτος, ίσως εκτός από τον Αρκάδα, να παριστάνει τον κύνα της Καλλιστώς ή της Αρτέμιδος και από αυτό πιθανόν να προέρχεται και η αρχαϊκή ονομασία της ως «Κυνός-ουρά». Κατ’ άλλους βέβαια, οι Άρκτοι παριστάνουν την Αδράστεια και την Ίδη, που έθρεψαν τον νεογέννητο Δία με το γάλα της Αμάλθειας και τον φρόντισαν κατά την παραμονή του στο Δικταίο Άντρο της Κρήτης. 

Παρ’ ότι δεν μοιάζει καθόλου με αρκούδα ο αστερισμός, είναι εντυπωσιακό το γεγονός πώς όλοι οι λαοί της Βορείου Αμερικής και της Ευρασίας, την ονομάζουν έτσι, πιθανότατα έχοντας μεγάλη σχέση με τη μετακίνηση των λαών από την Ασία στην Ευρώπη και μέσω του Βερίγγειου Πορθμού και της Αλάσκας, στη Βόρεια Αμερική. Πολλοί λαοί την ονόμαζαν επίσης Άμαξα, γιατί τα τέσσερα άστρα της αποτελούν το αμάξι και τους τροχούς του, ενώ τα άλλα τρία, το τιμόνι ή τα άλογα. 

Ο Όμηρος χωρίς να διασαφηνίζει ποια από τις δυο Άρκτους εννοεί, ή αν εννοεί και τις δυο, έγραφε στην Ιλιάδα του, χρησιμοποιώντας και τα δυο της ονόματα: 

«η Άρκτος που τήνε λένε και Άμαξα, μόνο αυτή δε χαίρεται λουτρό στον Ωκεανό ποτέ της» (Σ’ 487). 

Στους Βαβυλώνιους συναντάμε συχνά την ομάδα των επτά αστέρων με το όνομα «ΜΑΡ.ΖΙΝΤ.ΝΤΑ» δηλαδή, «Το φορτωμένο αμάξι», ενώ οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν «Άροτρο» και τα 7 άστρα που την αποτελούν «Επτά Βόες». Από εκεί προέρχεται και το όνομα του γειτονικού αστερισμού του Βοώτη, δηλαδή του βοσκού των βοδιών. 

Εκτός αυτών έχει και πολλές άλλες λαϊκές ονομασίες. Έτσι στον Μεσαίωνα, ονομαζόταν Άμαξα του Δαβίδ για τους Ιρλανδούς και Κιβωτός του Νώε, ενώ ο Σίλλερ την ονομάζει Πλοιάριο του Αγίου Πέτρου. Επίσης ο λαός μας την αποκαλεί Αναποδοκάραβο, Κάραβο, Αλέτρι, Αλετροπόδι, Συμπεθεριό, Κλέφτη, Επτά Αδέλφια και Χορό των Επτά Παρθένων. Οι γερμανικοί λαοί από την άλλη μεριά, την έκαναν Άμαξα του Καρόλου, συνδεδεμένη με τον Καρλομάγνο. 

Η Άμαξα όμως έχει σχέση με το Αλέτρι και το όργωμα, όπως και με το αλεύρι και το ψωμί. Αναφέρεται πως στην Ελβετία, η Μεγάλη Άρκτος συνδεόταν με το ψωμί και την τιμή του ψωμιού. Συγκεκριμένα όταν η Μεγάλη Άρκτος ήταν χαμηλά στον ορίζοντα, το ψωμί είναι φτηνό, ενώ όταν ήταν ψηλά, ήταν ακριβό. Αυτό, όμως, αληθεύει αν αναλογιστούμε ότι το φθινόπωρο η Μεγάλη Άρκτος είναι χαμηλά στον ορίζοντα, εποχή που το σιτάρι είναι γινωμένο και το αλεύρι άφθονο και άρα το ψωμί φτηνό, ενώ όταν είναι ψηλά στον ορίζοντα, στο ζενίθ, τότε είναι καλοκαίρι και το σιτάρι ακόμα δεν έχει δέσει. 

Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, οι Άραβες, έβλεπαν στον αστερισμό, ένα φέρετρο πεθαμένης κοπέλας (τα 4 άστρα) και νεκρική συνοδεία από πίσω της (τα 3 άστρα). Κάτι ανάλογο εννοεί και ο Ιώβ, που ονομάζει τον αστερισμό «Μπανί νας» ή «Μπανάτας», δηλαδή κοπέλα, κορίτσι ή κοπέλες του φερέτρου. 

Αν θελήσουμε όμως να ακολουθήσουμε τη φαντασία ακόμα πιο τολμηρών ουρανογράφων, θα δούμε ότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι έβλεπαν τις δυο αρκούδες ως τα δυο χέρια της θεάς Ρέας που γύριζαν τον ουράνιο θόλο ή ότι οι 7 αστέρες της Μεγάλης Άρκτου ήταν σαν τους 7 κύκνους που πετούσαν και έπαιρναν μαζί τους τον ουράνιο θόλο ή ότι οι 7 αστέρες ήταν οι 7 άγριοι κάπροι (για τους Συρίους) ή οι 7 αντιλόπες ή οι 7 ταύροι ή τα 7 βόδια για τους Ινδούς. Βλέπουμε λοιπόν, τον πλούτο των θρύλων που υφαίνεται γύρω από τον αστερισμό αυτό. Όσοι εξ αυτών σχετίζονται με την Αρκούδα, φαίνεται να ξεκίνησαν από τους Έλληνες, ενώ όσοι σχετίζονται με το Άροτρο και την Άμαξα, μάλλον προήλθαν από τους Βαβυλωνίους. Πολλοί πάντως -πεινασμένοι- σήμερα στη χώρα μας, βλέπουν στους κόλπους του αστερισμού, εντελώς πεζά και ψυχρά, μια κουτάλα να σχηματίζεται...

Τελειώνοντας, επειδή ο Ουρανός είναι η πραγματική φωλιά της Ποίησης, θα αναφερθούμε λίγο πιο εύθυμα στην εξήγηση που δίνει ο Άγγλος ποιητής Thomas Hood στο μαθητή του όταν εκείνος τον ρωτά γιατί η Αρκούδα να έχει τόσο μακριά ουρά, ζητώντας να εξηγηθεί αυτή η φαινομενικά ανατομική ανωμαλία: 

«Ο Δίας, καθώς φοβόταν να πλησιάσει κοντά στα δόντια της Αρκούδας, την έπιασε από την ουρά της και την τράβηξε ψηλά στον Ουρανό. Επειδή όμως αυτή ήταν πολύ βαριά και η απόσταση από τη Γη μέχρι τον Ουρανό πολύ μεγάλη, είναι πολύ πιθανόν η ουρά της να τραβήχτηκε. Άλλη εξήγηση δεν γνωρίζω».





Αυτή ήταν λοιπόν, αγαπητοί μου, η κυρά-Αρκούδα, που ταλανίζεται να γυρνά τα βράδια τους ουρανούς, επιφορτιζόμενη να εποπτεύει τα καμώματα των γήινων, και να καταγράφει ράμματα για τη γούνα τους...




Ουρανογραφίας συνέχεια!


Λοιπόν, είχαμε μείνει και λέγαμε για τον αστερισμό του Ταύρου, όπου και βρίσκεται η (Κοτο-)Πούλια με τα επτά παιδάκια της.

Αξίζει σε αυτό το σημείο να σημειώσουμε ότι η κυρα-Πούλια για πρώτη φορά -μέχρι σήμερα- φαίνεται να αποτυπώθηκε σε απτό ανθρώπινο υλικό (συγκεκριμένα σε έναν δίσκο), κάπου στα 1600 πΧ, κατά την εποχή του Χαλκού, στη Νέμπρα της Ανατολικής Γερμανίας. Νομίζω ότι αξίζει να θαυμάσουμε το σχέδιο και την οπτική εκείνων των πρώτων δημιουργών και με το νούμερο 7 κατά νου, ως ένα διαχρονικά μαγικό νούμερο ανά τους πολιτισμούς, να συνεχίσουμε τα διαστρικά μας μαθήματα...





Διάλειμμα!


Επειδή σε κάθε μάθημα, ο δάσκαλος οφείλει να κρίνει πότε είναι η καταλληλότερη στιγμή για διάλειμμα, προκειμένου να μην καεί ο εγκέφαλος από τις πολλές πληροφορίες με τις οποίες βομβαρδίζεται ο μαθητής, νομίζω είναι η καλύτερη στιγμή για το πρώτο μας διάλειμμα, ώστε να χαλαρώσει λίγο το μυαλό από την τρέλα του διαστήματος...

Το διάλειμμά μας, θα αναλωθεί σε 3 στιγμές και σκέψεις χαλάρωσης:

1. Διάβασα πρόσφατα κάτι ωραίο: "... αν οι πρωιμότερες μορφές κοινωνίας είναι φυσικές, φυσική είναι και η οργανωμένη κοινωνία, καθώς η φύση ενός πράγματος έγκειται στο σκοπό του..."

2. Διαπιστώνω με μεγάλο θαυμασμό -για ακόμα μια φορά- ότι η ελληνική γλώσσα είναι τόσο περίτεχνα σκαλισμένη, που μπορεί μέσα σε μια μόνο λέξη, να εσωκλείει ολόκληρο φιλοσοφικό ρεύμα. Αναφέρομαι στην πιο μοδάτη λέξη της τελευταίας 3ετίας, αυτήν της "κρίσης" = α) της νοητικής εκείνης ενέργειας που οδηγεί σε μια απόφαση ή επιλογή, αλλά και β) της όξυνσης ενός προβλήματος, καθώς και γ) της ταραχής. Αν διαβάσουμε και τις τρεις ερμηνείες μαζί και τις βάλουμε σε μια πρόταση, θα μπορούσαμε να πούμε συνοπτικά και συμπυκνωμένα, ότι αν κάποιος δεν χρησιμοποιεί τη νοητική του ενέργεια για να λαμβάνει τις αποφάσεις του, τότε οδηγείται αναπόφευκτα σε όξυνση προβλημάτων και τελικά σε καθημερινή ταραχή της υγείας του, της προσωπικότητάς του, της ύπαρξής του ολόκληρης. Αυτό, θα μπορούσε να είναι μια απλή διατύπωση του ρεύματος του Διαφωτισμού, του σημαντικότερου κατά την άποψή μου φιλοσοφικού ρεύματος που ήρθε στο φως της ανθρώπινης διανόησης. Άρα, εξαρτάται από εμάς τι είδους κρίση θέλουμε να έχουμε. Και αν κάποιος φαίνεται σαν να μας κοιτά από τη γωνία και να γελά μαζί μας, με τα παθήματά μας, είναι γιατί δεν βλέπουμε όλο το φάσμα της εννοιολόγησης της "κρίσης". Διαλέξτε λοιπόν, αγαπητοί μου τι κρίση θέλετε να έχετε, και με ποιον τρόπο θέλετε να βλέπετε τον κόσμο...

3. Χάζεψα πρόσφατα τον τρόπο που κάποιοι συνάνθρωποί μου, βλέπουν τον κόσμο. Και έπαθα πλάκα... Και αναφώνησα: ο άνθρωπος είναι ασταμάτητος. Το θέμα είναι όμως, προς τα πού θέλει να βαδίσει και παρέα με ποιόν...


Τέρμα το διάλειμμα όμως, τα κεφάλια μέσα ή μάλλον, ψηλά! Πίσω στον ουρανό μας!


Ουρανογραφία - Μάθημα 4ο - Ταύρος, Υάδες και Πλειάδες



Το ζώ(δι)ο μου, λένε οι ειδικοί, είναι Ταύρος. Το έχω αποδεχτεί ότι με χαρακτηρίζει, όχι φυσικά γιατί συμφωνώ με την Αστρολογία, αλλά για έναν και μόνο λόγο: όταν τα πάρω κρανίο πραγματικά, δεν μένει τίποτε όρθιο, ωσάν ταύρος σε υαλοπωλείο. Αυτό βέβαια, δεν είναι για καύχημα, καθώς μόνο προβλήματα μου δημιουργεί...





Ταύρος


Ο αστερισμός μεσουρανεί το χειμώνα -Νοέμβριο και Δεκέμβριο- και βρίσκεται εύκολα, αν προεκτείνουμε τη ζώνη του Ωρίωνα δυτικά περίπου 20 μοίρες, (δηλαδή προς την αντίθετη πλευρά από αυτή που προεκτείναμε για να βρούμε τον Σείριο). 



Εκεί θα συναντήσουμε έναν πολύ λαμπρό αστέρα, έναν κόκκινο γίγαντα, τον α του Ταύρου (1ου μεγέθους) ή αλλιώς Aldebaran (δηλαδή «Λαμπαδίας»).



Με αυτόν τον αστέρα ως οδηγό σημείο, σκιαγραφούμε ολόκληρο τον αστερισμό, που σε πολλές χαρτογραφήσεις, φέρεται να παλεύει μαζί του ο θρυλικός κυνηγός των ουρανών, ο Ωρίων. 



Ο αστερισμός είναι πολύ σημαντικός, αφού φιλοξενεί το ανοιχτό σμήνος των Υάδων και το -ακόμα πιο γνωστό- ανοιχτό σμήνος των Πλειάδων ή Πούλια, καθώς και το μεγάλο νεφέλωμα του Καρκίνου (Crab Nebula ή Μ1).  



Ο Πτολεμαίος κατέτασσε 33 αστέρια στον Ταύρο, ο Αργκελάντερ τα ανέβασε σε 121 αστέρες ορατούς με γυμνό μάτι, ενώ ο Heis σε 188. Οι κυριότεροι αστέρες του αστερισμού έχουν και δικά τους ιδιαίτερα ονόματα και είναι οι εξής: 




• Ο αστέρας α Ταύρου είναι και ο φωτεινότερος του αστερισμού. Είναι γνωστός με το ιδιαίτερο όνομα Αλντεμπαράν (Aldebaran) ή Λαμπαδίας. Βρίσκεται στο αριστερό άκρο του γράμματος V, που σχηματίζεται από τους πιο λαμπρούς αστέρες του σμήνους των Υάδων, χωρίς όμως να ανήκει σε αυτό. Λίγο βορειότερα του Λαμπαδία, βρίσκεται το σημείο της ουράνιας σφαίρας απ’ όπου φαίνεται να έρχεται η βροχή των διαττόντων αστέρων της 20ής Νοεμβρίου, γνωστών ως «Ταυρίδες». 
• Ο β Ταύρου, διπλός αστέρας σχεδόν πάνω στο σύνορο με τον Ηνίοχο, είναι γνωστός ως Αλνάθ (Alnath) ή Ελ Ναθ. 
• Ο γ, στις Υάδες (είναι γνωστός με το όνομα Πρώτος των Υάδων, Prima Hyadum ή Hyadum I), έχει φαινόμενο μέγεθος 3,65.
• Ο δ1 είναι ο Δεύτερος των Υάδων (Hyadum II), έχει φαινόμενο μέγεθος 3,76.
• Ο ε, επίσης μέλος των Υάδων, είναι γνωστός ως Ain ή «Βόρειος Οφθαλμός», από τη θέση που κατέχει στη μορφή του αστερισμού, και το φαινόμενο μέγεθός του είναι 3,53. 
• Ο ζ είναι ακόμα φωτεινότερος, με φαινόμενο μέγεθος 3. 
• Ο η είναι γνωστός με το ελληνικό όνομα Αλκυόνη, ως ο φωτεινότερος των Πλειάδων. 
• Ο θ1, στις Υάδες, έχει φαινόμενο μέγεθος 3,84. Ευρισκόμενος πολύ κοντά στην τροχιά της Σελήνης, υφίσταται τακτικά εκλείψεις από αυτή, ονομαζόμενες επιπροσθήσεις. Με τη βοήθεια μιας επιπροσθήσεως, στις 17 Φεβρουαρίου 1978, ανακαλύφθηκε από τον R. Hayes συνοδός αστέρας με φαινόμενο μέγεθος 7,8 και διαχωρισμό 0,08 του δευτερολέπτου του τόξου από τον κύριο αστέρα. Το όλο σύστημα απέχει από τη Γη περί τα 150 έτη φωτός. 
• Ο λ, μεταβλητός δι' εκλείψεων αστέρας, έχει φαινόμενο μέγεθος 3,4 ως 3,9. Η περίοδος μεταβολής είναι 3 ημέρες, 22 ώρες 52 λεπτά. 
• Ο μ έχει φαινόμενο μέγεθος 4,29. 
• Ο ν έχει φαινόμενο μέγεθος 3,91. 
• Ο ξ έχει φαινόμενο μέγεθος 3,74. 



Ο αστερισμός του Ταύρου είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες αστερισμούς, από τους πιο μελετημένους από το ανθρώπινο μάτι, από τους πιο πλούσιους σε αντικείμενα ιστορίας και φολκλόρ και ίσως από τους πρώτους αν όχι ο πρώτος αστερισμός που δημιούργησε ο άνθρωπος, καθώς περιέχει τις θρυλικές ομάδες της Πούλιας και των Υάδων, αλλά και σχετίζεται με τον Ταύρο, τη Σελήνη και την Εαρινή Ισημερία, τρεις βασικούς παράγοντες που μας ταξιδεύουν τουλάχιστον στο 3000-4000 πΧ. 

Ο Ταύρος λατρευόταν από τον άνθρωπο και ζωγραφιζόταν στα βάθη των σπηλαίων, από τα Πυρηναία μέχρι την Αφρική. Το πρώτο αρχιτεκτονικό δημιούργημα του ανθρώπου είναι ο ταύρος, που βρέθηκε σε βάθος 700 μέτρων στη σπηλιά Tuc d’ Audoubert στα γαλλικά Πυρηναία και χρονολογείται γύρω στα 30.000 χρόνια (ύστερη παλαιολιθική εποχή). Ο χώρος όπου στεκόταν ο ταύρος αυτός, ήταν πολύ πιθανόν χώρος ιερός και σχετιζόταν με προσφορά θυσιών, γύρω από τις οποίες μαζεύονταν οι άνθρωποι εν χορώ. Αντίστοιχα επεισόδια λατρείας του ταύρου, συνοδευόμενης από χορούς, έχουμε και στη Βίβλο (χορός γύρω από το χρυσό ταύρο, ο εξωτερικός διάκοσμος της πισίνας στο ναό του Σολομώντος είχε ταύρους κ.α.).

Τα κέρατα του ταύρου όμως, στα μάτια κάποιων, έμοιαζαν και με το μηνίσκο της Σελήνης στις αρχές και στο τέλος του κύκλου των φάσεών της, και ιδιαίτερα με τη Νέα Σελήνη. Έτσι, κερασφόρα ζώα διαφόρων λαών σχετίζονται και με τη λατρεία της Σελήνης, πιθανόν διότι το σήμα του Ταύρου



συμβολίζει τη Νέα Σελήνη και την Πανσέληνο. Η λατρεία της Σελήνης ίσως ξεκίνησε από την περιοχή της Βόρειας Αφρικής και της Ευρώπης προς την πλευρά του Ατλαντικού και διαδόθηκε μετά στις χώρες της Μεσογείου και της Μεσοποταμίας. Η λατρεία αυτή, σε σχέση με το ότι ο αστερισμός του Ταύρου ήταν ο πρώτος των ζωδιακών αστερισμών πριν 3000 χρόνια, έδωσε πιθανόν τις θεϊκές διαστάσεις στο ζώο αυτό.



Εξαιτίας της μετάπτωσης των ισημεριών, το εαρινό ισημερινό σημείο έπεφτε στον αστερισμό του Ταύρου από το 4000 πΧ ως το 1750 πΧ περίπου. 

Η Κρήτη, η πρώτη κοιτίδα του ελλαδικού πολιτισμού, είχε παράδοση με τους Ταύρους, καθώς εκεί υπήρχε ο Μινώταυρος, εκεί υπήρχε ο Ταύρος της Κρήτης που συνέλαβε ο Ηρακλής, εκεί υπήρχαν τα Ταυροταθάψια και οι Ταυρομαχίες. Ο ταύρος ήταν ιερός στην αρχή και μετά έγινε σύντροφος στο παιχνίδι. Ο Δίας έγινε ταύρος για να αρπάξει την Ευρώπη από τους Φοίνικες. Ο Δίας βγαίνει σαν λευκός ταύρος μέσα από τη θάλασσα και αρπάζει την πριγκίπισσα Ευρώπη των Φοινίκων και εξαφανίζεται. Η λατρεία του ταύρου είναι και εδώ εμφανής στο ύψιστο σημείο (ο Δίας-ταύρος). 



Και κάπως έτσι ίσως να έγινε και το πέρασμα από την Αίγυπτο στους Φοίνικες και μετά στους Έλληνες. 

Είδωλα ταύρων βρίσκονται σε πολλές αιγυπτιακές πυραμίδες και κείμενα πεθαμένων Φαραώ γράφουν: 

«έρχομαι σε εσένα μεγάλε, ισχυρέ ταύρε, ανάμεσα στ’ αστέρια τ’ ουρανού, Θωτ, Σελήνη, που βρίσκεσαι στον ουρανό». 

Όμως, τη λατρεία του Ταύρου και της Σελήνης την πήραν και οι Μεσοποτάμιοι, καθώς και οι Εβραίοι και οι Φοίνικες. Στη Βίβλο, όπως προείπαμε, αναγράφεται ότι στο θυσιαστήριο του ναού του Σολομώντος, κατασκευάστηκε μια κυκλική αποθήκη θαλασσινού νερού η οποία στηριζόταν σε 12 ταύρους ή βόδια, που ήταν προσανατολισμένα προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Είχαμε δηλαδή τη λατρεία του ταύρου σε θρησκευτικούς χώρους. 

Δεν προκαλεί λοιπόν εντύπωση το γεγονός ότι ο Ταύρος παρέμενε σπουδαίο τμήμα της θρησκευτικής πρακτικής, για όλη την θρησκευτική ιστορία, αφού τόσο κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ο αστερισμός εικονίζει τον ταύρο της φάτνης, όσο και κατά τον 17ο αιώνα, όταν στους ζωδιακούς αστερισμούς δόθηκαν τα ονόματα των 12 Αποστόλων, ο Ταύρος έλαβε αυτό του «Αγίου Ανδρέα». 


Σε αυτό το σημείο όμως, αξίζει να αναφερθούμε ιδιαιτέρως στον Αλντεμπαράν, που για τους Βαβυλωνίους ήταν ο «φορέας του φωτός» και ο «ηγέτης των αστέρων». Για τον Πτολεμαίο ήταν ο «Λαμπαδίας» και για άλλους το «Όμμα Βοός», που έγινε για μερικούς -ίσως απρόσεκτα- η «καρδιά του Ταύρου». Οι Άραβες όμως τον συνέδεαν με τις Υάδες και συχνά με τις καμήλες τους. Ήταν η «χοντρή καμήλα», ή η «μάνα καμήλα», ενώ οι Υάδες ήταν οι «μικρές καμήλες». 

Το όνομά του, προέρχεται από το «Αλ Δαβαράν», δηλαδή «Ο Ακόλουθος» που το μοιραζόταν με τις Υάδες, γιατί ακολουθούσαν τις Πλειάδες στην ανατολή τους, αν και στην αρχή φαίνεται να είχε το όνομα «Ναιρ Αλ Δαβαράν», δηλαδή «Ο λαμπρός από τους Ακόλουθους» που ήταν οι Υάδες.






Υάδες

Οι Υάδες, ήταν γνωστές σε όλους τους λαούς της Γης, ως φορείς της βροχής. Αυτό αποτυπώνει και το όνομά τους ακόμη, αφού προέρχεται από το ρήμα «Ύειν» που σημαίνει «Βρέχειν». Έτσι, όταν ήταν η ώρα της πρωινής και απογευματινής δύσης τους, το Μάη και το Νοέμβρη κυρίως, γνώριζε ο κόσμος ότι έρχεται η εποχή της βροχής. Παραδόξως, και οι Κινέζοι που δεν έχουν τη βροχή συγχρόνως με τους Έλληνες και τους Λατίνους, τις ονόμαζαν το 1100 πΧ «Γιου Σι», δηλαδή «Ο Αφέντης της Βροχής». 

Οι Υάδες ήταν κόρες του Άτλαντα και της Πλειόνης (κατά το «Fabulae» του Υγίνου), ή της Αίθρας (κατά το «Ημερολόγιο» του Οβίδιου και το «Περί Αστρονομίας» του Υγίνου), ενώ ο Υγίνος στο «Περί Αστρονομίας» («Poeticon Astronomicon») δίνει και την πιθανότητα να ήταν κόρες του Ύαντα και της Βοιωτίας. Στην επικρατέστερη εκδοχή πάντως, ο Ύας ήταν αδελφός τους. oι Υάδες μαζί με τις 7 Πλειάδες αποτελούν τις 14 Ατλαντίδες, αλλιώς γνωστές ως Δωδωνίδες καθώς ήταν νύφες της Δωδώνης στις οποίες δόθηκε ο θεός Διόνυσος ως βρέφος για να τον μεγαλώσουν, από τον Δία. Μετά τον θάνατο του Ύαντα σε κυνηγετικό δυστύχημα (από ένα λιοντάρι κατά μια εκδοχή ή από έναν άγριο κόπρο κατά μια άλλη), οι Υάδες άρχισαν να κλαίνε από τη λύπη τους ασταμάτητα (μια μυθολογική αιτιολόγηση για το «κλάμα» της βροχής), στενοχωρήθηκαν πάρα πολύ, αρρώστησαν βαριά και τέλος πέθαναν. Για αυτή τη μεγάλη λύπη τους ο Οράτιος τις ονομάζει «tristes Hyades». Τότε οι θεοί τις λυπήθηκαν και τις μεταμόρφωσαν σε αστέρια. Άλλη εκδοχή είναι ότι έγιναν αστέρια από τον Δία σε ανταμοιβή για το έργο τους να αναθρέψουν έναν Θεό. Και πραγματικά, η εμφάνιση του σμήνους αυτού πριν την αυγή (η εώα επιτολή τους) προμήνυε κάθε χρόνο το τέλος του ξερού καλοκαιριού και τις πρώτες βροχές για τις μεσογειακές χώρες. 

Τα ονόματα των Υάδων ποικίλλουν στους διάφορους μυθογράφους. Η επικρατέστερη ίσως εκδοχή θέλει τα ονόματά τους να είναι τα εξής: 

• Φάολα ή Αίσουλα
• Αμβροσία (η τροφός του Διονύσου που μεταμορφώθηκε σε κλήμα αμπέλου)
• Διώνη (σύζυγος του Τάνταλου και μητέρα του Πέλοπα και της Νιόβης)
• Ευδώρα
• Κορωνίς (ακόλουθος του Διονύσου πουγέννησε με τον Δία τον ήρωα Βούτη)
• Θυώνη
• Πολυξώ. 

Σε αυτές προστίθενται συνήθως και η Προδίκη, κόρες του Ύαντα από την Αίθρα. Οι Υάδες ενίοτε, συγχέονται κάποτε με τις Νυσιάδες, Νύμφες που ήταν οι τροφοί του θεού Διονύσου, σε κάποιες παραδόσεις. 

Ο πρώτος που σκέφθηκε να εντάξει αυτό το σμήνος σε κάποιο κατάλογο φαίνεται ότι υπήρξε ο Giovanni Batista Hodierna το έτος 1654. Ο Λιούις Μπος (Lewis Boss) απέδειξε πρώτος, το 1908, ότι αυτή η διάταξη των αστέρων ήταν αστρικό σμήνος. Ο Σαρλ Μεσιέ χρησιμοποιούσε αστρικούς χάρτες που περιείχαν και ονομάτιζαν τις Υάδες, αλλά δεν τις συμπεριέλαβε στον περίφημο κατάλογό του. 






Πλειάδες ή Πούλια

Οι Πλειάδες ή Πούλια του λαού μας, είναι ίσως η πιο πολυτραγουδισμένη ομάδα αστέρων του ουρανού. Αναφέρεται στην ιστορία, την ποίηση, τη λαογραφία όλων των λαών της γης και είναι σκεπασμένη με μύθους, παραδόσεις και ονόματα που κανένα άλλο άστρο ή αστερισμός δεν μπορεί να την πλησιάσει ή να συγκριθεί μαζί της. Με γυμνό μάτι φαίνονται 6 ή 7, ενώ με το τηλεσκόπιο αποκαλύπτεται ότι ολόκληρο το σμήνος αποτελείται από 2.500 περίπου αστέρες, που έχουν κοινή φυσική καταγωγή και περιβάλλονται από διάχυτη νεφελώδη ύλη που καλείται συνολικά «νεφέλωμα των Πλειάδων». 



Απέχουν από τη Γη περίπου 440-480 έτη φωτός και είναι καταγεγραμμένη στους ουράνιος καταλόγους με τον κωδικό αριθμό Μ45.

Οι 7 Πλειάδες ήταν κόρες του Άτλαντα (ο αστέρας 27 του Ταύρου) και της Πλειόνης (ο αστέρας 28 του Ταύρου) και αυτές, όπως και οι Υάδες. Κάπου στην Αναγέννηση, άγνωστο από ποιον, απέκτησαν και τα ατομικά τους ονόματα μέσα στο σμήνος. Αυτές είναι: 

• Η Μαία, η πρωτότοκη και ομορφότερη, μητέρα του Ερμή από τον Δία. Προς τιμήν της, ο πέμπτος μήνας του έτους ονομάστηκε από τους Ρωμαίους Μάιος. Λατρευόταν ως θεά σε πολλά μέρη της Ελλάδος και ιδιαίτερα στην Πυλία. 
• Η Ταϋγέτη, η μικρότερη από όλες τις Πλειάδες, μητέρα του πρώτου βασιλιά της Σπάρτης Λακεδαίμονα από τον Δία. Τάμα δικό της στη θεά Αρτέμιδα ήταν η Κερυνίτις Έλαφος, που αποτελεί τον 4ο άθλο του Ηρακλέως, βεβαίως-βεβαίως. 
• Η Ηλέκτρα, μητέρα του Δαρδάνου, γενάρχη των Τρώων και του Ιασίονος, από τον Δία. Κατά τη μυθολογία η Ηλέκτρα χάθηκε. Έτσι ερμήνευσαν οι αρχαίοι το γεγονός ότι το άστρο αυτό μερικές φορές, λόγω των διαταραχών της ατμόσφαιρας, δεν φαίνεται καθαρά. Κατά μια άλλη εκδοχή, δεν φαίνεται διότι η Ηλέκτρα καλύπτει το πρόσωπό της για να μη βλέπει την καταστροφή της Τροίας, που την είχε χτίσει ο γιος της Δάρδανος. 
• Η Στερόπη, σύζυγος (ή μητέρα) του ήρωα Οινόμαου, μυθικού βασιλιά της Πίσσης από τον Άρη. 
• Η Κελαινώ, μητέρα του Θηβαίου ήρωα Λύκου και του Ευρύπυλου, βασιλιά της Κυρήνης, από τον Ποσειδώνα. 
• Η Αλκυόνη, μητέρα του Υριέα, του Υπερίωνα και της Αιθούσης από τον Ποσειδώνα. 
• Η Μερόπη, σύζυγος του Σίσυφου (βασιλιά της Εφύρας, δηλαδή της Κορίνθου) και μητέρα του Γλαύκου. Στην αρχαιότητα ίσως ήταν η λιγότερο ορατή και για τον λόγο αυτό θεωρείτο θνητή. Κατά τη μυθολογία καλυπτόταν με ομίχλη επειδή πήρε θνητό σύζυγο, και αυτός ήταν ο λόγος που πολλοί πίστευαν ότι ίσως αυτή να ήταν η χαμένη Πλειάδα. Πάντως σήμερα είναι ένα από τα λαμπρότερα αστέρια των Πλειάδων. 



Το όνομά τους (το οποίο επιβιώνει σε μερικές περιοχές ο αστερισμός με κάποιες παραφθορές, όπως Πλειά στη Ρόδο, Πιλειά στη Χίο, Ομπλειά στην Κύπρο, Απλειά στη Σύμη) το πήραν πιθανόν από τη μητέρα τους, αλλά ίσως να προέρχεται και από το επίθετο «πλείος» ή «πλέως», δηλαδή πολλά αστέρια μαζεμένα μαζί, τα οποία πληρούσαν όλο το χώρο που βρίσκονταν. Κάποιοι βέβαια λένε ότι μπορεί να προέρχεται από το «Πελειάδες» δηλαδή «Περιστερές» που έφερναν από τον Ωκεανό αμβροσία και τάιζαν τον μικρό Δία όσο ήταν στην Κρήτη. Ή μπορεί να προήλθε το όνομά τους και από το «πλειν», δηλαδή το «πλέω», γιατί με την ηλιακή τους ανατολή το Μάιο άνοιγε και η περίοδος της ναυτιλίας στη χώρα μας και έκλεινε με τη δύση τους το Νοέμβριο. Ο Ησίοδος εξάλλου το καθορίζει ρητά στα «Έργα και Ημέραι» του, συμβουλεύοντας τον αδερφό του: 

«Έχε το νου σου πως, όταν οι Πλειάδες τρέχοντας να ξεφύγουν από τη δύναμη του φοβερού Ωρίωνα πέφτουν στο μαύρο πέλαγος, τότε κάθε λογής αγέρηδων λυσσομανάει το φύσημα. Και τότε μην αφήνεις πια καράβι μέσα στην κρασάτη θάλασσα». 

Στο απόσπασμα αυτό του Ησιόδου βλέπουμε και το βοιωτικό μύθο που αναφέρει ο Πίνδαρος, σύμφωνα με τον οποίο ο γίγαντας Ωρίωνας τις ερωτεύτηκε -ιδιαίτερα τη Μερόπη- και τις καταδίωξε θέλοντας να τις απαγάγει. Η καταδίωξη συνεχίστηκε για πέντε χρόνια, οπότε οι Πλειάδες κατέφυγαν στο Δία, που τις έκανε αστερισμό για να τις γλιτώσει. Ο Ωρίωνας όμως τις ακολούθησε στον ουρανό σαν αστερισμός κι αυτός, κι έτσι οι Πλειάδες, που προπορεύονται μπροστά του στον ουρανό, πέφτουν στη θάλασσα για να του ξεφύγουν. Μια άλλη Βοιωτική παραλλαγή του μύθου λέει πως ο Ωρίωνας, ερωτευμένος με τη μητέρα τους Πλειόνη, την κυνηγούσε, αλλά αυτή έφευγε μαζί με τις κόρες της γιατί δεν τον ήθελε. Τότε ο Δίας τις μετέτρεψε σε περιστέρια που τα τοποθέτησε στον ουρανό και ο Ωρίωνας τις κυνηγά συνέχεια χωρίς να τις φτάνει. 

Άλλη εκδοχή, λέει ότι οι Πλειάδες έγιναν άστρα όταν αυτοκτόνησαν λόγω της μεγάλης τους λύπης για την τιμωρία του πατέρα τους Άτλαντα, αρχηγού των Τιτάνων, από το θεό Δία. Μετά τη συντριβή των Τιτάνων από τους Ολύμπιους θεούς, ο Δίας έκλεισε όλους τους Τιτάνες στα Τάρταρα, όπου τους φρουρούσαν οι τρομεροί Εκατόγχειρες, ο Βρυάρεως, ο Κόττος και ο Γύης. Τον Άτλαντα όμως τον περίμενε φοβερότερη τιμωρία: ο Δίας τον καταδίκασε να κουβαλάει αιώνια το βάρος του ουρανού στις πλάτες του και να μη βρίσκει ποτέ ξεκούραση.

Σύμφωνα με μια ακόμα εκδοχή, οι Πλειάδες αυτοκτόνησαν, επειδή ήταν απαρηγόρητες για το θάνατο των αδελφών τους, των Υάδων, που είχαν ήδη μετατραπεί σε αστέρια από τον Δία. Έτσι, μετά το θάνατό τους, οι Πλειάδες τοποθετήθηκαν και αυτές στον ουρανό από τους θεούς, με τους οποίους οι περισσότερες είχαν συνάψει ερωτικές σχέσεις. 

Για πολλούς λαούς, οι Πλειάδες ήταν ιπτάμενα όντα ή πτηνά, όπως εξάλλου θέλει και η μια από τις ετυμολογικές ερμηνείες του ονόματός τους που προαναφέραμε. Από την Κίνα και την Αραβία, μέχρι τους Εβραίους και τους Άγγλους, ήταν «η Κότα με τα κλωσοπούλια της» ή «οι κότες στο κοτέτσι τους» ή «οι απογευματινές κότες». Κατά τη νεοελληνική παράδοση είναι η «κλώσσα με τα επτά κλωσσόπουλα» εξ ου και το όνομα «Κλωσσαριά». 

Η Πούλια φαίνεται ότι είναι ο πρώτος αστερισμός που καταγράφεται στα αστρονομικά χρονικά. Είναι καταγεγραμμένος στο «Σινικά Χρονικά» το 2357 πΧ, και για τους Ινδούς ήταν τότε ο «Κριτίκα» ή ο «Καρτίες», δηλαδή «Ο Στρατηγός της Ουράνιας Στρατιάς». Οι Ινδοί αργότερα τις ονόμαζαν «Η Φλόγα» του θεού Άγνι, δηλαδή του θεού της Φωτιάς. Το μήνα «Καρτίκ» (Οκτώβριος-Νοέμβριος) είχαν τη μεγάλη τους γιορτή των άστρων «Ντιμπαλί» γιορτή των Λαμπτήρων, κατάλοιπο της οποίας είναι η «Γιορτή των Φαναριών» στη σημερινή Ιαπωνία. Στην Αυστραλία όμως, τις έβλεπαν σαν «Νέες Κοπέλες», που έπαιζαν μουσική και χόρευνα για τους «Νέους Άντρες», δηλαδή τη ζώνη του Ωρίωνα. Στα νησιά του Σολομώντα ήταν επίσης ομάδα νεαρών γυναικών (Togo ni samu), ενώ στους Ινδιάνους της Αμερικής, απλώς «Οι χορευτές». Στην Κίνα, πολύ αργότερα έγιναν «Οι 7 βιομηχανικές αδερφές» που γιορτάζονταν από νέους και νέες. 

Οι Πλειάδες για τους λαούς του Νοτίου ημισφαιρίου ήταν ότι και ο Προμηθέας για εμάς, που τους έδειξαν τη χρήση της φωτιάς και την καλλιέργεια του ρυζιού. Η τελευταία τους ηλιακή ανατολή, άρχιζε την εποχή των γεωργικών δραστηριοτήτων τους, όπως και σε εμάς που ο Απρίλιος ήταν ο μήνας των γεωργικών δραστηριοτήτων και συνδεόταν με την ανατολή τους. Ο Ησίοδος γλαφυρά, συμβουλεύει τον αδερφό του: 

«Όταν ανατέλλουνε οι Πλειάδες, οι κόρες του Άτλαντα, δώστε να αρχίσει ο θέρος και όταν βασιλεύουνε, δώστε να αρχίσει το όργωμα».

Παρόμοιες συμβουλές έδινε αιώνες αργότερα τόσο ο Βιργίλιος στα «Γεωργικά» του όσο και ο Πλίνιος. Αυτή η συνάφεια με τις εποχές εξάλλου, επιζεί μέχρι και σήμερα στη λαϊκή μας παράδοση με την παροιμία: 

«Όντας η Πούλια βασιλεύει, ο καλός ο ζευγολάτης αποσπέρνει, κι ούτε τσοπάνος στα βουνά κι ούτε ζευγάς στους κάμπους». 

Όλες αυτές και άλλες τόσες αντιλήψεις, για την Πούλια, μπορούν να χωρέσουν κάτω από τον ίδιο στίχο του δημοτικού μας τραγουδιού που λέει:


 «από όλα τ’ άστρα τ’ ουρανού, η Πούλια είν’ το κεφάλι» 

δείχνοντας τη σημασία που είχε στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της υπαίθρου αυτός ο αστερισμός για τον προσδιορισμό της ώρας και των εποχών. 

Με την ανατολή τους το Νοέμβριο, συνδέονταν και οι γιορτές των λαών του βορείου ημισφαιρίου για τους πεθαμένους τους. Ήταν δηλαδή, η στιγμή της μνημόνευσης τους και της ανάμνησής τους, «τα μνημόσυνα για τις ψυχές τους» που άφησαν μέχρι σήμερα σε εμάς. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η «Γιορτή των Αγίων Πάντων» και η «Γιορτή των Αποθαμένων» στις αρχές Νοεμβρίου. Οι Αμερικανοί εξάλλου, έχουν τις τρεις μεγάλες τους γιορτές το Νοέμβριο: «All Hallow Eve», «Alla Saints’ Day», και «All Souls’ Day». 

Για τους λαούς της Πολυνησίας που ζούσαν στα νησιά Hervey, το σμήνος ονομαζόταν «Matarii», δηλαδή «Τα μικρά μάτια», αλλά στην αρχή πίστευαν ότι οι Πλειάδες ήταν ένας μόνο λαμπρός αστέρας, που η λάμψη του έκανε το θεό Τανέ και τον αστέρα Μερέ (δηλαδή το Σείριο για μας), να τον φθονήσουν και να τον κυνηγήσουν, σπάζοντάς τον τελικά σε έξι κομμάτια. Έξι αμυδρά αστέρια έβλεπε και ο Άρατος, ο οποίος γράφει στα «Φαινόμενά» του ότι «οι άνθρωποι λένε ότι οι Πλειάδες είναι εφτά αλλά φαίνονται μόνο έξι». Το ίδιο πίστευαν αρκετοί λαοί, όπως οι Νοτιοαμερικανοί, για τους οποίους «οι επτά αδερφές» ήταν έξι. Παρότι ο Ίππαρχος έβλεπε επτά, ο βοιωτικός μύθος λέει ότι οι έξι αδερφές σκότωσαν τη μια που ερωτεύτηκε τον Ωρίωνα, ενώ και ο λαϊκός στίχος από τα «Εκατολόγια της Αγάπης» λέει ότι: «Έξι αστέρια σέρνει η Πούλια». Για κάποιους λοιπόν, ήταν «Επτάποροι» και για κάποιους άλλους ήταν «Έξαστρον». 

Η Πούλια δεν γινόταν να μην απαντά και στα παραμύθια φυσικά. Εκεί, προσωποποιείται και άλλοτε μαζί με τον αγαπημένο αδερφό της, τον Αυγερινό, μεταμορφώνονται σε άστρα για να απαλλαγούν από την κακία των ανθρώπων, και άλλοτε προσφέρεται ως χάρισμα από τη Φύση σε μια κόρη ορφανή: 


«Δροσούλα έδωσ’ η αυγή 
κι ο κάμπος το φουστάνι, 
τα διαμαντένια τ’ άστρια όλα μαζί 
την Πούλια για στεφάνι…» 





Νεφέλωμα του Καρκίνου

Πλησίον του αστέρα ζ του Ταύρου και ελαφρώς βορειοδυτικά αυτού, βρίσκεται το περίφημο νεφέλωμα του Καρκίνου (Crab Nebula) που απέχει 6.500 περίπου έτη φωτός από εμάς και φέρει τον αριθμό Μ1 στον κατάλογο του Messier, ο οποίος συνετάχθη το 1778. Η ονομασία του ελήφθη από το σχήμα του.



Το νεφέλωμα αυτό αποτελείται από τα υπολείμματα της έκρηξης ενός υπερκαινοφανούς αστέρα (supernova), και καταγράφηκε για πρώτη φορά το 1054 όταν εξερράγη, από τον Κινέζο αστρονόμο Γιανγκ Γουέι-Τε, ο οποίος τον έβλεπε ακόμα και την ημέρα για τρεις συνεχείς περίπου εβοδμάδες. Το 1967, στην καρδιά αυτού του νεφελώματος, ανιχνεύθηκε ένας ταχύτατα περιστρεφόμενος αστέρας νετρονίων (πάλσαρ) και ονομάσθηκε «Πάλσαρ του Καρκίνου». Έχει μάζα όση περίπου ο Ήλιος και περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του 30 φορές το δευτερόλεπτο, εκπέμποντας περιοδικούς παλμούς οι οποίοι ανιχνεύονται εύκολα σε ραδιοφωνικά κύματα.





Αυτός ήταν λοιπόν, αγαπητοί μου, ο Ταύρος. Ένα θηρίο ανήμερο, που κυβερνά τον μέσα μου και τον έξω μου, Ουρανό...





  

Υ.Γ.: Πληροφορίες αντλήθηκαν 1) από το βιβλίο του καθηγητή αστροφυσικής Χαρίτωνα Τομπουλίδη "Ουρανογραφία - Η Ιστορία των Αστερισμών" εκδ. Λιβάνη 1993, 2) από το διαδίκτυο, και 3) από ένα αφιέρωμα που είχε κάνει κάποτε η εφημερίδα "Καθημερινή".


Ουρανογραφία - Μάθημα 3ο - Λαγός


Ένας ακόμα αστερισμός που σχετίζεται με τον κυνηγό Ωρίωνα, είναι ο «Λαγός». 



Είναι ορατός από την Ελλάδα, ιδιαίτερα στις αρχές του Φεβρουαρίου και πάνω από το νότιο ορίζοντα. Βρίσκεται ακριβώς κάτω από τον Ωρίωνα και δίπλα από το Σείριο, ενώ αναγνωρίζεται εύκολα από το λαμπρό τραπέζιο που σχηματίζουν τέσσερις από τους λαμπρότερους αστέρες του, (α,β,ε,μ) καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των 48 (ή 103 σύμφωνα με άλλους καταλόγους) αστέρων που τον αποτελούν είναι πολύ αμυδροί.





Ο α Lep ή Arneb είναι ένας διπλός αστέρας σε απόσταση 170 ετών φωτός από τη Γη. 

Ο β Lep ή Nihal είναι ένας τριπλός αστέρας σε απόσταση περίπου 390 ετών φωτός από εμάς. 

Ο γ Lep είναι ένας όμορφος διπλός κιτρινοπορτοκαλής αστέρας, μόλις 26 έτη φωτός από εμάς.

Ο μ Lep είναι γνωστός και ως Neshmet και ο ε Lep ως Sasin.






Ξεχωρίζει ο μεταβλητός αστέρας R Lep (γνωστός και ως «Πορφυρός Αστέρας» του Hind από τον Άγγλο Hind που τον πρωτοπαρατήρησε το 1845) στην κεφαλή του αστερισμού, που είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακός για το βαθυκόκκινο χρώμα του. 





Εδώ υπάρχει το υπέροχο χαρακτηριστικό σφαιρωτό σμήνος NGC 1904 (M79) που χαρακτηρίστηκε για πρώτη φορά από τον Mechain το 1780, καθώς και το όμορφο πλανητικό νεφέλωμα IC418, ένα μπλε νεφέλωμα με τον επίσης μπλε, κεντρικό του αστέρα, 11ου μεγέθους. 


Τον Λαγό οι πρόγονοί μας, τον ανέφεραν ως «Λαγώ» ή «Λαγωό», ενώ ο Άρατος τον έλεγε και «γλαυκό». Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, τοποθετήθηκε κοντά στον κυνηγό Ωρίωνα, σε ανάμνηση του τρόπου με τον οποίο η Σικελία, η οποία είχε υποστεί μεγάλη καταστροφή εξαιτίας του μεγάλου αριθμού λαγών στο έδαφός της, απαλλάχτηκε από το πρόβλημα αυτό, ή ήταν απλά η ερήμωση των λαγών από το υπερβολικό κυνήγι των Ελλήνων, που έκανε τα μάτια του απλού παρατηρητή της αρχαιότητας να τοποθετήσει το Λαγό κάτω από τον Ωρίωνα, ώστε να μην τον βλέπει και να τον φτάνει. 

Οι Άραβες, από την άλλη βέβαια, στο τετράπλευρο των αστεριών α, β, γ, δ, έβλεπαν την «Καρέκλα του Γίγαντα» ή τον «Θρόνο του Γαουζά» του δικού μας Ωρίωνα, δηλαδή, ενώ οι Κινέζοι με τη σειρά τους, έβλεπαν τον «Tsih» δηλαδή μια «Καλύβα». 

Ο Ωρίων λέγεται ότι ήταν ηλιακός αστερισμός, ενώ ο Λαγός, σεληνιακός. Υπάρχουν αναφορές από την Ιαπωνία, Ινδία, Αφρική και Γροιλανδία, αλλά και από τους Εσκιμώους, που έβλεπαν το Λαγό να συνδέεται με το φεγγάρι. Μια από αυτές τις παραλλαγές που συνδέει το Λαγό με τη Σελήνη, και τη δανειζόμαστε από τους Ινδούς, είναι η εξής: 

ο Βούδας σε ένα από τα πρώτα στάδια της ύπαρξής του, ήταν λαγός. Μια φορά που βάδιζε μαζί με μια μαϊμού και μια αλεπού, παρουσιάστηκε μπροστά του ο θεός Ίντρα και τους ζήτησε κατοικία και τροφή. Τα ζώα έφυγαν για να βρουν τροφή, ο λαγός όμως δεν μπόρεσε να βρει τίποτα. Τότε, για να μη φανεί αφιλόξενος, θυσιάστηκε ο ίδιος πηδώντας σε μια φωτιά και προσφέροντας τον εαυτό του στον ξένο. Ο θεός συγκινήθηκε για την πράξη του αυτή και του αφιέρωσε ένα μέρος του φεγγαριού, όπου ακόμη και σήμερα βλέπουμε το Λαγό.

Ένας Άγγλος ορνιθολόγος, ο Thompson δίνει και μια πιο διασκεδαστική εξήγηση της θέσης του αστερισμού στον ουράνιο θόλο στηριζόμενος στα όσα αναφέρει ο Αιλιανός το 2ο αι. μ.Χ. στο βιβλίο του «Περί ζώων ιδιότητες», όπου αναγράφεται ότι ο λαγός απεχθάνεται το κράξιμο του κόρακα. Έτσι, ο Thompson λέει ότι όταν ανατέλλει ο αστερισμός του Κόρακα, δύει ο αστερισμός του Λαγού, όπως και όταν ανατέλλει ο αστερισμός του Αετού, δύει πάλι ο αστερισμός του Λαγού.


Αυτός ήταν ο κύριος γοργοπόδαρος Λαγός, που όμοιός του σε ταχύτητα δεν υπάρχει σε ολόκληρο τον Ουρανό!







Υ.Γ.: Πληροφορίες αντλήθηκαν 1) από το βιβλίο του καθηγητή αστροφυσικής Χαρίτωνα Τομπουλίδη "Ουρανογραφία - Η Ιστορία των Αστερισμών" εκδ. Λιβάνη 1993, 2) από το διαδίκτυο, και 3) από ένα αφιέρωμα που είχε κάνει κάποτε η εφημερίδα "Καθημερινή".


Ουρανογραφία - Μάθημα 2o - Μεγάλος & Μικρός Κύων


(Το μάθημα αυτό δεν γίνεται να μην αφιερωθεί στο αγαπημένο σκυλί του πατέρα μου, με το οποίο είμαι σίγουρος πέρασαν τόσα πολλά μαζί- είναι ο κύριος "Λύγκος", τα κόκκαλα του οποίου κείτονται στο χώμα του σπιτιού μας στο χωριό, μα η ψυχή του στολίζει το πάνθεον των αθάνατων αστερισμών, κάπου εκεί δίπλα στον Ωρίωνα)


Πάντα ένας καλός κυνηγός έχει και καλά κυνηγόσκυλα, ως αναντικατάστατους αρωγούς στο δύσκολο και επικίνδυνο κυνήγι της ζωής. Έτσι και ο φίλος μας, ο Ωρίωνας, έχει πλάι του τον Μεγάλο Σκύλο (Μέγας Κύων) και τον Μικρό Σκύλο (Μικρός Κύων), να τον ακολουθούν πιστά και να τον συντροφεύουν τις κρύες νυχτιές του χειμώνα. Για να δούμε όμως αυτά τα ζωντανά καλύτερα:




Μεγάλος Κύων (Canis Major - CMa)


Σημειώθηκε πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που έχει θεσπίσει η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Κατά βάση είναι εμφανής από το Νότιο Ημισφαίριο, ενώ στην Ελλάδα είναι αμφιφανής, με καλύτερη περίοδο παρατήρησής του τον Φεβρουάριο. 

Για να τον βρείτε θα πρέπει με βάση τη ζώνη του Ωρίωνα, να κατευθυνθείτε γραμμικά προς τα αριστερά του, και δεν γίνεται να μην πέσετε πάνω στο πιο λαμπρό αστέρι του βραδινού μας ουρανού, στον α του Μεγάλου Κυνός, ή αλλιώς στον Σείριο.





Το σχήμα του, ποικίλλει στις χαρτογραφήσεις, αλλά τα κυριότερα αστέρια του σχηματισμού, πλην του Σείριου είναι τα κάτωθι:






• ε CMa: «Αντχάρα» ή «Αδάρα», που προέρχεται από το αραβικό «Αλ Αδάρα», δηλαδή «οι παρθένες» 

• δ CMa: «Αλ Ουάζαν» ή «Ουέζεν», δηλαδή «το βάρος» στα αραβικά, που είναι ένας διπλός αστέρας και η προέλευση του ονόματος είναι ακόμα άγνωστη 

• β CMa: «Μίρζα» από το αραβικό «Αλ Μουρζίμ», δηλαδή «ο κήρυκας» που δινόταν σε αστέρια που προήγγελλαν την ανατολή ενός λαμπρού αστέρα, στην περίπτωσή μας του Σείριου 

• η CMa: «Αλάντρα» 

• ζ CMa: «Φουρούντ», δηλαδή ο «λαμπρός μοναδικός» 

• γ CMa: «Μουλιφέν» 




Όλη η ρώμη όμως, και η λάμψη του Μεγάλου Κυνός, είναι φυσικά ο α CMa, δηλαδή ο «Σείριος». 


Ο Όμηρος αναφέρει μερικές φορές το όνομα του Κυνός, αλλά αναφέρεται προφανώς στο Σείριο. Ο Πτολεμαίος, δεν αναφέρει το όνομα Σείριος, αλλά το όνομα «Αστροκύων». Και ο Ησίοδος, αναφέρεται στα έργα του για τον Σείριο, όπως και ο Άρατος, ο οποίος μάλιστα χρησιμοποιεί τη λέξη «μέγας». 

Το όνομα Σκύλος, με αναφορά σε ολόκληρο τον αστερισμό και όχι μόνο στον Σείριο, πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στους χρόνους των Λατίνων, όπου εμφανίζεται το όνομα Canis ή η δοτική του, Canicula. Οι Λατίνοι πήραν το όνομα από τους προγόνους μας, μόνο που ίσως τον συνέδεσαν με άλλο μύθο. Γιατί ο Μέγας Κύων για τους πρώτους Έλληνες, ήταν ο σκύλος του Ακταίονα «Λαίλαψ» ή ο σκύλος της Νύμφης Πρόκριδος που εντυπωσίασε το Δία με την ταχύτητά του και τον μετέτρεψε σε αστερισμό. Για τους μεταγενέστερους όμως, κι αυτό που έμεινε σε εμάς, είναι ότι ο Μέγας Κύων είναι ο σκύλος του Ωρίωνα, που κυνηγούσε μαζί του.




Για κάποιους, ο αστερισμός συνδεόταν με τον Κέρβερο, και για τους Άραβες, πριν πάρουν το ελληνικό όνομα, συνδεόταν με τον «Αλ Σιρά αλ Αμπούρ αλ Ιαμάνια», δηλαδή «το Λαμπρό αστέρι του περάσματος της Υεμένης». Στους πίνακες του Χρυσοκόκκη, ο Σείριος αναφέρεται σαν «Σιαήρ Ιαμανή», δηλαδή «ο αστέρας της Υεμένης».




Για τους Ινδούς από την άλλη, ο αστερισμός ήταν ο «Μριγαβιάδα» ο φονέας των ελαφιών. Οι Βαβυλώνιοι ήξεραν τον Σείριο ως «ΚΑΚ.ΣΙ.ΝΤΙ» ή «ΚΑΚ.ΜΠΑΝ.» δηλαδή «το βέλος» ή ο «αστέρας του τόξου», πιθανόν διότι το σχήμα ολόκληρου του αστερισμού θυμίζει βέλος ή τόξο και βέλος μαζί. Με βέλη και τόξα, υπάρχουν μύθοι και στους Ινδιάνους της Βόρειας Αμερικής, αλλά και στους λαούς της Ινδίας και της Ινδονησίας, που μάλιστα συνδέονται με κατακλυσμούς. Ο Σείριος συνδεόταν με πλημμύρες και καταιγίδες τόσο στην Αίγυπτο, όσο και από τους Λατίνους. Και αξίζει να σημειωθεί ότι δίπλα στον Ωρίωνα τρέχει ο (αστερισμός) Ηριδανός, ένα ποτάμι που συνδεόταν με το Νείλο, δίνοντας έτσι ερμηνεία στη σύνδεση του Σείριου με τις πλημμύρες, καθώς ένας μύθος θέλει τους κατακλυσμούς να γίνονται επειδή κάποιος έριξε ένα βέλος με το τόξο του κάπου μέσα στη θάλασσα.





Ο Σείριος είναι ένας διπλός αστέρας (Σείριος Α και Σείριος Β), κάτι που ανακαλύφθηκε περίπου πριν από 150 χρόνια (το 1862). Ο Σείριος Α είναι ο πιο λαμπρός αστέρας του ουρανού και ο 5ος κοντινότερος αστέρας από εμάς, σε απόσταση περίπου 8,7 έτη φωτός. Είναι ένας μπλε αστέρας, έχει δυο φορές τη μάζα του Ήλιου μας και περίπου δυο φορές το μέγεθος του Ήλιου μας. Ο Σείριος Β, που ανακαλύφθηκε όπως είπαμε το 1862, είναι 10.000 φορές πιο ασθενής του Σείριου Α, με μάζα ίση περίπου με τη μάζα του Ηλίου μας και με ακτίνα το 1/100 της ακτίνας του Ήλιου μας. Πώς είναι όμως δυνατόν ένα αστέρι (ο Σείριος Β) που είναι του ίδιου τύπου με ένα άλλο (ο Σείριος Α) και έχει σχεδόν τη μισή μάζα από αυτό, να είναι 10.000 φορές πιο αδύναμο στη λάμψη; Η απάντηση κρύβεται στο ότι ο Σείριος Β έχει πολύ μεγαλύτερη πυκνότητα από αυτή του Σείριου Α, και μάλιστα 1.000.000 φορές μεγαλύτερη από αυτή του Ηλίου, κάνοντας έτσι πολύ δύσκολο το φευγιό των φωτονίων από το βαρυτικό πεδίο μιας τόσο πυκνής σε μάζα περιοχής, άρα εκπέμποντας λιγότερα φωτόνια. Με άλλα λόγια, η ανακάλυψη του πρώτου λευκού νάνου που καταγράφηκε ποτέ, από τον Al Clark, ήταν πραγματικότητα! Να αναφέρουμε τέλος, ότι η περίοδος περιφοράς του ενός αστέρα γύρω από τον άλλον, είναι περίπου 50 χρόνια. 

Αυτό που έχει μεγάλη αξία να αναφερθεί, είναι η άποψη ότι κάποιοι άνθρωποι πιθανόν να γνώριζαν τη διπλή φύση του Σείριου, πριν χιλιάδες χρόνια! Μελέτες κάποιων Γάλλων ανθρωπολόγων (ρε μανία με τους ανθρωπολόγους σε αυτό το blog… δεν μπορώ να τους ξεφύγω εύκολα…), και συγκεκριμένα των Germaine Dieterlen και Marcel Griaule, που έγιναν στη φυλή των Ντόγκον του Μάλι και της Σαχάρας, έδειξε ότι η φυλή γνώριζε ότι ο Σείριος είναι διπλός και ζωγράφιζαν την τροχιά του Σείριου Β με περίοδο 50 χρόνων (όσων είναι πραγματικά!) και τον Σείριο Α στη μια εστία μιας ελλειπτικής τροχιάς (να υπενθυμίσουμε ότι η ελλειπτική τροχιά των ουράνιων σωμάτων ανακαλύφθηκε το Μεσαίωνα). 

Για τους Αιγύπτιους, η μεγάλη θεά Ίσιδα ή Σώθις, (που ήταν ο Σείριος) ακολουθούνταν από τον Όσιρη, ο οποίος ζωγραφιζόταν σαν ένα μάτι, ενώ για τους Μπόζο στο Μάλι, ο Σείριος Β ήταν το «άστρο-μάτι». Επίσης, για τους Αιγύπτιους, η αδερφή της Ίσιδος, η Νέφθις, την ακολουθεί και είναι στα «όρια του σκότους», ενώ η Ίσις είναι στα «όρια του φωτός». Μήπως τελικά γνώριζαν και οι Αιγύπτιοι για τον Σείριο Β; Οι Αιγύπτιοι δεν ασχολήθηκαν επιστημονικά ούτε συστηματικά με την αστρονομία. Το Σείριο όμως, τον λάτρευαν και για αυτό και το ημερολόγιό τους βασιζόταν σε αυτόν. Ήταν το λεγόμενο Σωθικό Ημερολόγιο, το οποίο χρονικά πρέπει να άρχισε γύρω στο 3285 πΧ. 

Ο Σείριος όμως σχετιζόταν πολλές φορές και με την ξηρασία και την κάψα. Και αυτό, γιατί ο ήλιος βρισκόταν στον Λέοντα, όταν ανέτελλε ο Σείριος. Ο ποιητής Ησίοδος, ο πρώτος ίσως που αναφέρεται στον «Οπωρινό» αστέρα του Ομήρου, τον «Κύνα αστέρα» με το όνομα του Σείριου στα «Έργα και Ημέραι» του, είναι λίγο πιο ρεαλιστής και λίγο πιο ρέμπελος σαν Έλληνας, τις ημέρες αυτές του Κυνός και συμβουλεύει τον αδερφό του: 

"Και όταν το γαϊδουράγκαθο βγάνει το λουλούδι του και το λαλό τζιτζίκι καθισμένο στο δέντρο χύνει κάτου από τα φτερά του αδιάκοπα το λυγερό τραγούδι του, είναι τότε του κοπιαστικού καλοκαιριού η ώρα. Τότε οι γίδες είναι όσο παίρνει παχιές, το κρασί θαυμάσιο, πιο φλογερές από άλλοτες είναι οι γυναίκες τότε, κι από την άλλη πιο νευροκομμένοι οι άντρες, γιατί τους καίει τότε ο Σείριος το κεφάλι και τα γόνατα και η κάψα το κορμί τους μαραζώνει. Τότε αυτό που θα ‘θελα να ‘χω, είναι τον ίσκιο το χοντρό ενός βράχου, κρασί απ’ αμπέλι βύβλινο, ψωμί μουσκεμένο, γάλα από γίδα που ‘κοψε το βύζασμα και κρέας από δαμάλα πώχει στο λιβάδι τρώγοντας χορτάσει και που δεν είναι ακόμη γεννημένη ή από ερίφια πρωτογέννητα. Και από πάνω να πίνω το κρασάκι φλογερό, καθισμένος στον ίσκιο να χορτάσει η ψυχή μου το φαΐ, γυρίζοντας το πρόσωπο κατά το δροσερό το φύσημα του Ζέφυρου. Κι από πηγή τρεχούμενου κι αδιάκοπου νερού που δε θολώνει, να παίρνω και να χύνω τρία νερού και ένα κρασιού το τέταρτο". 

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός, υπάρχει το πιο γνωστό ανοιχτό σμήνος, ορατό με γυμνό μάτι, το M41 (NGC 2287), ένα πανέμορφο σμήνος με πολλούς διπλούς και πολλαπλούς αστέρες, 









ενώ πολύ κοντά του, εντοπίζονται και τα σμήνη NGC 2362 πάνω από τον δ αστέρα 







και το NGC 2360 δίπλα στον γ αστέρα. 






Σημαντικότατη δε πληροφορία, είναι ότι σε αυτόν τον αστερισμό, εντοπίζεται και ο ισχυρός, σπειροειδής γαλαξίας NGC 2217, μεταξύ των αστέρων ζ και ξ του αστερισμού, 






όπου εντοπίζεται και ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια του σύμπαντος, ο υπεργίγας VY CMa. 






Ο Μικρός Κύων (Canis Minor - CMi) 




Διαθέτει τον πολύ λαμπρό αστέρα «Προκύωνα» (α CMi) και την «Αλ Γουμαϊζά» (Gomeisa, β CMi). Μεσουρανεί τον Φεβρουάριο. Ο Προκύων, είναι και αυτός διπλός αστέρας, όπως και ο Σείριος, και ο συνοδός αστέρας είναι και αυτός ένας λευκός νάνος, όπως ο Σείριος Β. Η περίοδος του συστήματος είναι περίπου 40 χρόνια και απέχει από εμάς μόλις 11 έτη φωτός. Ο Προκύων είναι του ίδιου περίπου τύπου με τον ήλιο μας και ο σύντροφός του, ένας λευκός νάνος, ανακαλύφθηκε το 1896. Οι αρχαίοι αναφέρουν ότι ο Προ-κύων ονομάστηκε έτσι γιατί εμφανιζόταν πιο μπροστά από το αστέρι του Μεγάλου Κυνός, τον Σείριο δηλαδή. Στους Άραβες ο αστέρας Προκύων είχε και το όνομα του φυτού «Συκάμινος», δηλαδή «Αλ Γουμαϊζά», που εσφαλμένα πέρασε στον β CMi, ενώ στην πραγματικότητα από την αρχή ήταν το όνομα του α CMi. Στα αραβικά «Αλ Γουμαϊζά» σημαίνει «Η μικρή κλαίουσα» ή ακριβέστερα «Με σταγόνες υγρού στη γωνιά του ματιού της».



Επειδή είναι άγνωστη η προέλευση του ονόματος, δημιουργήθηκε ο μύθος των δυο αδερφών: της Αλ Γουμαϊζά (α CMi) και της Αλ Σιρά (Σείριου). Συγκεκριμένα, ο αδελφός των κοριτσιών αυτών, ο Αλ Σουαίλ (Κάνωβος) που ήταν μνηστήρας της Αλ Γουζά (του Ωρίωνα), μια φορά που έκανε έρωτα με τη μνηστή του, της έσπασε τη σπονδυλική στήλη και τη φόνευσε. Για να γλιτώσει πέρασε το ποτάμι (δηλαδή το γαλαξιακό επίπεδο) και πήγε στο Νότο, παίρνοντας μαζί του και τη μια εκ των δυο αδερφή, την Αλ Σιρά. Έτσι, έμεινε πίσω η άλλη αδερφή, η Αλ Γουμαϊζά (ο Προκύωνας) που με την πάροδο του χρόνου βούρκωσαν τα μάτια της και άρχισαν να στάζουν δάκρυα. 







Αυτά ήταν αγαπητοί μου, οι ιχνηλάτες των μεγάλων μυστικών του σύμπαντος, τα σκυλιά του μεγάλου κυνηγού του Ουρανού μας!

Αξίζει να αναφέρουμε ότι η κυνηγετική αυτή ομάδα συμπλέκεται άρρηκτα, καθώς ο Σείριος μαζί με τον Προκύωνα και τον Μπετελγκέζ, σχηματίζουν έναν σχηματισμό που είναι γνωστός ως «Χειμερινό Τρίγωνο».






Υ.Γ.: Πληροφορίες αντλήθηκαν 1) από το βιβλίο του καθηγητή αστροφυσικής Χαρίτωνα Τομπουλίδη "Ουρανογραφία - Η Ιστορία των Αστερισμών" εκδ. Λιβάνη 1993, 2) από το διαδίκτυο, και 3) από ένα αφιέρωμα που είχε κάνει κάποτε η εφημερίδα "Καθημερινή".