Είναι μια νέα προσπάθεια συνάντησης των πνευμάτων κάτω από το φως του έναστρου βραδινού ουρανού, τις ώρες που βγαίνουν οι νεράιδες και τα παραμύθια φαίνονται αληθινά...
Το πρόβλημα έχει τεθεί εδώ και χιλιάδες χρόνια. Μαζί και η λύση του. Ο φακός της Ιστορίας, όμως, δεν νομίζω ότι έχει ρίξει το απαιτούμενο φως επί του θέματος, παρ' όλες τις αναλύσεις που έχουν γραφτεί (και τις λογοίς "παρόλες" που ακούγονται για αυτό το κείμενο και τον συγγραφέα του...). Ο λόγος περί της "Ομήρου Οδύσσειας" και της σκηνής με τις πασίγνωστες "Σειρήνες", στη ραψωδία μ του έπους. Το σύμβολο των Σειρηνών, ως εκμαύλιση και κατόπιν καταβαράθρωση της ύπαρξης, ως μάγευση και κατόπιν απομάγευση του νου, ως συναισθηματική μεγιστοποίηση και κατόπιν σωματική κατάρρευση του ζώντα ανθρώπου, είναι διαχρονικό. Ειδικά στις μέρες μας, είναι άκρως επίκαιρο: αυτό που φαντάζει "φαντεζί", αποδεικνύεται όχι απλώς κενό περιεχομένου, μα κυρίως, αποδεικνύεται καταστροφικό. Και αν αναλογιστεί κανείς, ότι το πρόβλημα τελικά είναι στον ίδιο τον εαυτό που επιλέγει να ακολουθήσει το σαγηνευτικό τραγούδι των Σειρήνων ("θα πάω και ας μου βγει και σε κακό" λέει ένας άλλος σύγχρονός μας ποιητής, ο Νίκος Παπάζογλου), τότε θα μπορούσε κανείς να πει ότι τελικά το φαινόμενο είναι αυτο-καταστροφικό! Η σπουδαιότητα όμως, της σκηνής, έγκειται στη λύση που προτείνει ο ποιητής στη νέα αυτή δοκιμασία για τον Οδυσσέα και το πλήρωμά του: είναι μια λύση με δυο σκέλη, με δυο συμπεριφορές. Και η συνειδητοποίηση και των δυο αυτών επιμέρους συμπεριφορών, είναι που έδωσε μια ακόμα προοπτική στην καθημερινότητά μου. Η πρώτη λύση, εκφράζεται μέσω του ίδιου του Οδυσσέα και της ισχυρής πρόσδεσής του στο κατάρτι. Η σκηνή συμβολίζει την πρόσδεση στις σταθερές και τις αξίες που οφείλουμε να έχουμε και να συνδεόμαστε σε αυτές. Το κατάρτι, είναι οι αξίες μας και η προσωπικότητά μας, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί από ηθικά συστήματα, από άλλες προσωπικότητες που μας έχουν διαμορφώσει και από βιωματικές εμπειρίες. Είναι όλα αυτά που μας "στηρίζουν" στις δύσκολες στιγμές που ο καθένας μας, περνά. Η πραγματική όμως, λύση, που δίνει ο ποιητής, ώστε να ξεφύγει ο Οδυσσέας και το καράβι του από αυτό το κενό (από το οποίο όπως λέει η παράδοση, κανείς άλλος πλην του αηδονολάλητου Ορφέα δεν είχε ποτέ ξεφύγει), ήταν... το βουλοκέρι! Ναι, καλά διαβασατε, το βουλοκέρι, με το οποίο ο Οδυσσέας άλοιψε τα αυτιά των συντρόφων του, ώστε να κωφεύουν και έτσι να μην μαγευτούν, αλλά να συνεχίζουν απερίσπαστοι το κουπί τους, μπας και ξεκολλήσουν κάποια στιγμή μακρυά από τον κίνδυνο και από το κενό. Τι συμβολίζει αυτή η σκηνή; Ότι κάποιες φορές, το να μην γράφουμε και να μην ακούμε τα πάντα, έχει και αυτό τη σημασία του. Το να μην δίνουμε σημασία στα λεγόμενα κάποιων που αποζητούν το κακό μας, έχει τη σημασία του. Το να μην μετρούμε τα πάντα με το ίδιο μέτρο, έχει τη σημασία του. Καθώς, ο σκοπός, ο στόχος, η Ιθάκη, είναι αυτά που μετρούν πάνω από όλα. Και αν κάποτε, το να κωφεύεις μου φαινόταν ισοδύναμο της αδιαφορίας, πλέον, το να αδιαφορείς με πείθει ότι λειτουργεί αυτο-προστατευτικά απέναντι σε όλους αυτούς που διατυμπανίζουν ομορφιές, λάμψεις, καλοπέραση και μαγεία. Όσο για τον ίδιο τον Οδυσσέα που επέλεξε να ακούσει το τραγούδι των Σειρήνων και να γευτεί την ψεύτικη ομορφιά τους, ο στίχος του Ομήρου, εμπεριέχει και την κριτική απέναντι στη στάση του:
"ὅς τις ἀιδρείῃ πελάσῃ..."
(όποιος από αγνωσιά περάσει...)
Παραθέτω το εν λόγω απόσπασμα από το έπος του Ομήρου, σε μετάφραση Μικρού Απόπλου:
"Και πρώτα ταξιδεύοντας θα φτάσης στις Σειρήνες, που όλους μαγεύουν τους θνητούς που λάχουνε κοντά τους· όποιος σιμώση απ' αγνωσιά κι ακούση τη φωνή τους, από γυναίκα και παιδιά χαρά να μην προσμένη μήτε πατρίδα πως θα δη, τι με γλυκά τραγούδια αυτές τόνε μαγεύουνε μες απ' τη λιβαδιά τους. Σωρός εκεί τ' ανθρωπινά τα κόκκαλα σαπίζουν γυμνά, που είναι το δέρμα τους χυμένο ολοτριγύρω. Προσπέρνα τις, και στούπωνε καλά τ' αυτιά των άλλων με μελοζύμωτο κερί να μην μπορούν ν' ακούσουν. Κι αν ποθυμήσης ίδιος σου ν' ακούσης, ας σε δέσουν ολόρθο χεροπόδαρα στου καταρτιού τη ρίζα, κι ας καλοσφίξουν τώ σκοινιών τις άκρες στο κατάρτι, και τότες χαίροντας θ' ακούς μακρόθε τις Σειρήνες. Μα ανίσως και παρακαλής τους άλλους να σε λύσουν, εκείνοι ακόμα πιο σφιχτά να δένουν τα σκοινιά σου. Και το καράβι σου απ' εκεί σα σώση να περάση..."
Μετά, σαν το καράβι σώσει και περάσει, ας βάλει ο καθένας τη δική του ιστορία για να συνεχίσει το προσωπικό του ομηρικό ταξίδι... Τέλος, δεν βρήκα πιο ταιριαστό τραγούδι, (στίχους, μουσική και εκτέλεση) που να με στέλνει απευθείας μέσα σε αυτή τη σκηνή του Οδυσσέα με τις Σειρήνες, από το υπέροχο τραγούδι και την ομηρική φωνή της Αλεξίου:
"Μια Φωνή"
Στίχοι: Γιώργος Κορδέλλας
Μουσική: Δημήτρης Παπαδημητρίου
Εκτέλεση: Χάρις Αλεξίου
Μια φωνή με ξυπνά
Σαν φουσκοθαλασσιά
Στης σελήνης το φως
Στων λογισμών τη θηλιά... Θα 'ρθω να σε βρω κόντρα στον καιρό, μη μου χαριστείς να με εμπιστευτείς...
Τέτοια τραγούδια, πώς να αντισταθείς και να μην τα ακολουθήσεις, ακόμα και αν ξέρουμε πως θα μας βγει και σε κακό...;
Δεν γίνεται μετά από αυτή τη διαδρομή της αλήθειας, να μην ηχήσει η εξής τραγουδάρα:
"Η αλήθεια του καθένα"
Στίχοι: Φωτεινή Λαμπρίδη
Μουσική: Σωκράτης Μάλαμας
Ερμηνεία: Χάρις Αλεξίου
η αλήθεια του καθένα μετερίζι και σταθμός γιατί αυτό έχει θελήσει ή γιατί δε θα τολμήσει δεν μπορεί να κάνει αλλιώς
η αλήθεια του καθένα είναι η μόνη διαδρομή και κυλάει σαν τα τρένα σε δυο ράγες μια γραμμή κι εγώ μόνη μες στο πλήθος τις αλήθειες μας κοιτώ πως παλεύουν να βρεθούνε αλλά δεν το ομολογούνε μοναχά για ένα χορό
η αλήθεια του καθένα είναι η ίδια του η ζωή η μεγάλη μοναξιά του η καλή βασίλισσα του κι ό,τι του προστάζει αυτή
η αλήθεια του καθένα είναι η μόνη διαδρομή και κυλάει σαν τα τρένα σε δυο ράγες μια γραμμή κι εγώ μόνη μες στο πλήθος τις αλήθειες μας κοιτώ πως παλεύουν να βρεθούνε αλλά δεν το ομολογούνε μοναχά για ένα χορό
Όταν αργώ να ανεβάσω ανάρτηση συμβαίνει ένα από τα παρακάτω:
ή δεν έχω τίποτα να πω, ή είναι τόσα πολλά αυτά που έχω να πω, που πραγματικά
δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω, πού να σταματήσω, τι να τονίσω και τι να αφήσω… Είναι
τέτοια η ταχύτητα των σκηνών, των ερεθισμάτων, των σκέψεων, που η δύναμη της στιγμής
χάνεται στο πέρασμα και το σκούντισμα της αμέσως επόμενης δυνατότερης στιγμής…
Ξεκίνησα παρατηρώντας τον φίλο μου Μαρξ, (γερμανικό όνομα,
αγγλική καταγωγή), να γίνεται αισίως 4 μηνών και να μου δείχνει τις δυο του φύσεις.
Την γλυκιά, την παιδική, χαρακτηριζόμενη από απίστευτη αφέλεια, αυτήν που δεν
μπορείς να του αντισταθείς με τίποτα
Και την άλλη, την άγρια, την κυνηγιάρικη, που διεκδικεί, που
αντιστέκεται, που δεν υπακούει σε τίποτα και σε κανέναν.
Μήπως αυτή η διπλή φύση, αφορά μόνο τους σκύλους; Ή μήπως μόνο
τους αγγλικούς σκύλους;
Ας δούμε τι γίνεται όμως στο Λονδίνο,στη γενέτειρα αυτών των σκύλων, με μια ματιά.
Το Λονδίνο είναι μια πόλη της αντίθεσης. Τόσο συγκρινόμενο με
τους απ’ έξω, όσο και στο εσωτερικό του. Κατ’ αρχήν εκεί οδηγούν ανάποδα με τους
υπόλοιπους λαούς, στους δρόμους.
Οι λονδρέζοι έχουν βασιλεία και γουστάρουν και το καμαρώνουν,
όταν οι υπόλοιποι ψάχνουν απεγνωσμένα για τη δημοκρατία. Ο καιρός εναλλάσσεται απότομα
από βροχερός σε καυτερός και τανάπαλιν. Η πόλη έχει πληθυσμό όσο η Ελλάδα και η
οικονομία της κατατάσσεται στην 17η θέση παγκοσμίως. Λένε ότι εμείς
πουλάμε ακριβά τα καλοκαίρια στους Άγγλους τουρίστες, μα εκεί τα πάντα στοιχίζουν
τουλάχιστον 50%-100% ακριβότερα σε σχέση με τις εδώ τιμές. Δεν έχουν πουθενά
σκουπιδοντενεκέδες, και όμως δεν βλέπεις κανένα σκουπίδι. Τα τρώνε ήθελα να ήξερα
τα σκουπίδια τους; Έχουν από τα αρχαιότερα μετρό, με πάμπολες γραμμές να ξεδιπλώνονται
σε πολλά επίπεδα κάτω από τη γη.
Συμπεριφέρονται στα ζώα τους σαν παιδιά τους, όταν εμείς
συμπεριφερόμαστε στα παιδιά μας σαν ζώα.
Έχουν πάρκα πανέμορφα και τεράστια, αλλά είναι τεχνητά και
περιτριγυριζόμενα από θεόρατα κτήρια. Εκεί μέσα προσπαθούν να κλείσουν τη φύση,
τα ζώα, τα ψάρια, τα φυτά. Άραγε κλείνεται και οριοθετείται η φύση;
Επίσης, φτιάχνουν
μουσεία όπου περικλείουν τους αστέρες τους και τα πρότυπα τους, για να τους έχουν
ανά πάσα στιγμή, σε μια ναρκισσιστική επίδειξη της εξουσιαστικής τους διάθεσης,
δίπλα τους, σιμά τους, να τους αγγίζουν, και μαζί να αγγίζουν λίγο από τη δόξα τους,
τη λάμψη τους, τη δύναμή τους και τη γκλαμουριά τους.
Τέλος, οργανώνουν πανευρωπαϊκά συνέδρια για την υπέρταση, όταν
όλοι στους δρόμους τρώνε αλάτια, πιπέρια, σάλτσες, χάμπουργκερ, αυγά με μπέικον
και πρωινά τηγανητά λουκάνικα με το που ξυπνούν, τηγανητές πατάτες και McDonaldίστικες πλαστικές
λιχουδιές. Φυσικά, η μπύρα δεν λείπει ποτέ.
Αγαπητοί μου, εκεί είναι η καρδιά του καπιταλισμού. Οι άνθρωποι,
νοιάζονται μόνο για το τελευταίο μοντέλο smartphone, για ένα γρήγορο και αστραφτερό αμάξι, για τη βόλτα τους,
για την πάρτη τους και για τα πάρτυ τους. Ο καρδιά του καπιταλισμού έχει
σαν βάση το ΕΓΩ του καταναλωτή. Αυτός που έχει και μπορεί, αυτός δύναται να
ζει. Οι υπόλοιποι, ας ψοφήσουν, όπως και γίνεται.
Γυρίζοντας στην Ελλάδα όμως, γνωρίζω μια άλλη καρδιά. Μια
καρδιά, που στενά ακόμα συνδεδεμένη με την ετυμολογική της φύση, θέλει να κραδαίνει
και να σείεται σύγκορμη σε κάθε της αληθινό χτύπο, χτυπά στην Τεχνόπολη του Δήμου
Αθηναίων, στο Γκάζι, με τους Εν Καρδία, να χαρίζουν συγκίνηση, κίνηση, βροντερό
και ηχηρό παρόν, ελπίδα, ανάταση, συγχορδίες και συνύπαρξη.
"Encardia - Tarantella Pizzica Di San Vito"
Οι Εν Καρδία, προβάλλοντας έναν υγιή τρόπο καρδιακής
λειτουργίας, που δεν είναι άλλος από αυτόν δίπλα στη φύση, προσπαθούν να
αντισταθούν σε έναν κόσμο γεμάτο παχύσαρκους και παχύδερμους, σε έναν κόσμο με
μεταβολικό σύνδρομο, με υπέρταση, με βλακεία, με χαζομάρα, με ανωριμότητα. Αυτός
ο κόσμος, προσπαθεί να φτιάξει εμβόλια για την Αρτηριακή Υπέρταση και να καταπολεμήσει
την παχυσαρκία με αντιβιοτικά (ναι, ναι, μην σας παραξενεύουν), όταν δεν
προσπαθεί το απλό και λογικό: να ξαναζήσει κοντά στη φύση, εναρμόνια μαζί της.
Αγαπητοί μου, αυτή η αστικοποίηση που μας προβάλλουν ως
εναλλακτική λύση στο πρόβλημά μας σήμερα, είναι μια μεγάλη απάτη. Μας διώχνουν
από την πατρίδα μας, για να πάμε πού; Στην καρδιά του καπιταλισμού, εκεί που
κανείς δεν ενδιαφέρεται για τον γείτονά του, εκεί που κανείς δεν γνωρίζει μα ούτε
και θέλει να γνωρίσει τον πλησίον του. Δεν είχε άδικο ο καλός Σαμαράκης, όταν έλεγε
ότι όσο πιο κοντά έρχονται τα σπίτια των ανθρώπων, τόσο απομακρύνονται οι καρδιές
τους…
Η φύση που μας προβάλλουν καλοί μου άνθρωποι, είναι ψεύτικη.
Και η λύση που μας πλασάρουν για να βρούμε την σωστή μας φύση, είναι προσβλητική.
Μας φάγαν όλα μας τα χρήματα. Μας κορόιδεψαν. Μας ξεφτίλισαν. Αυτό εξάλλου κάνουν
αιώνες τώρα.
"Συναυλία"
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Μουσική: Νίκος Αντύπας
Ερμηνεία: Χαρούλα Αλεξίου
Δεν μας λείπουν οι πρώτες ύλες, για να χτίσουμε μια υγιή
κοινωνία. Μάλιστα έχουμε πιο πολλά από πολλές από τις προηγμένες και ανεπτυγμένες
χώρες. Αυτό που μας λείπει, όπως εξάλλου άπειρες φορές στην Ιστορία έχει
καταγραφεί, είναι να το πιστέψουμε ότι μπορούμε και να το προσπαθήσουμε. Αρχίζοντας,
από τις μικρές και καθημερινές αλλαγές του εαυτού μας. Όσο και αν μεγαλώνουμε, όσο
και αν φτάνουμε αισίως τα 30, δεν σημαίνει ότι ωριμάζουμε. Η ωρίμανση, σημαίνει και αλλαγή. Και η αλλαγή σημαίνει θάρρος και προσπάθεια. Το θάρρος και η προσπάθεια,
δεν γίνεται να μην οδηγήσουν στα αστέρια. Και να θυμάστε, τα αστέρια και το πολύτιμο
φως τους, είναι μέσα μας, στα κύτταρά μας, στα αστροκύτταρά μας. Όλα είναι μέσα μας. Ας τα βγάλουμε επιτέλους έξω και ας
τους δώσουμε μορφή. Ευ-μορφή. Υγιή-μορφή. Άξια-μορφή.
Υπάρχει ένα δίπολο, τεχνητό ή φυσικό ακόμα δεν έχω καταλάβει, που μπερδεύει πολύ τα πράγματα στη ζωή του ανθρώπου. Είναι σε τέτοια θέση βαλμένο, που η πολύ ενασχόληση μαζί του, μπορεί να κάνει το μυαλό ολίγον τι βλαμμένο...
Ο λόγος περί δημόσιου-ιδιωτικού χώρου ή περί κοινωνικού-ατομικού χώρου και τα όριά τους (αν υπάρχουν). Πίστευα, και εν πολλοίς εξακολουθώ να πιστεύω, ότι υπάρχει ένα κομμάτι μέσα μας, το άβατον που το λέω, το οποίο δεν μπορεί κανείς άλλος να φτάσει, πόσο μάλλον να αντιληφθεί. Αυτό το άβατον, είναι ίσως ο κεντρικότερος πυρήνας της ύπαρξης του καθενός, που τον διαμορφώνει, που θέτει τα όρια της προσωπικότητάς του και άρα της διαφορετικότητάς του(;), που καθορίζει (περιέχοντας εντός της η λέξη την έννοια όριο...) τις αποστάσεις ανάμεσα στα ανθρώπινα. Και αν η επικοινωνία, είναι μια προσπάθεια γεφύρωσης των αποστάσεων ανάμεσα στους ανθρώπους, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το δίπολο πιθανότατα διαδραμάτιζε, από πολύ παλιά, τις ανθρώπινες σχέσεις...
Καθώς σκέφτομαι όλα αυτά τις τελευταίες μέρες, χωρίς να βγάζω άκρη στο κουβάρι του μυαλού (μάλλον έχω φτάσει πολύ κοντά στη φάση του βλαμμένου, που λέγαμε νωρίτερα...) λαμβάνω τυχαία κάποια mail:
1ο:
"Η ΠΟΡΕΙΑ
Η πορεία ξεκίνησε σαν χείμαρρος, κινούμενη από παλμό , ωθούμενη από τα νέα μέτρα της κυβέρνησης. Στην πρώτη γραμμή διέκρινα τον Μάκη, δεν ξέρω τι δουλειά κάνει, τόσα χρόνια συνδικαλιστή τον ξέρω. Δίπλα του η ξαδέρφη μου η Μάρθα από τα 37 της συνταξιούχος, γιατί είχε κλείσει 15ετία στον Ευαγγελισμό με ανήλικο τέκνο. Μαζί της η φίλη της η Στέλλα, που 30 χρόνια τώρα έπαιρνε σύνταξη σαν άγαμη θυγατέρα στρατηγού. Παραδίπλα ο Στάθης, η εθελουσία από τον ΟΤΕ του είχε αποφέρει 120.000 ευρώ και τώρα αγωνιζόταν στο ψάρεμα. Παραδίπλα ο Σωτήρης, ο Γρήγορης (40αρηδες) με το νόμο 3717/08 εθελουσία από την ΟΑ με 2,400 ευρώ το μήνα - το ποσό του εφ' άπαξ δεν μας το αποκάλυψε - μόλις είχαν γυρίσει από ουζερί στη Καισαριανή. Μαζί και ο Κώστας 46 χρονών, αεροπόρος από τη ΣΤΥΑ, που έχει καταθέσει εδώ και ένα μήνα τα χαρτιά του για σύνταξη (είχε προλάβει να κατοχυρώσει σύνταξη γιατί τα χρόνια υπηρεσίας του ήταν "πολεμικά" και μετράνε διπλά λέει -έγινε κανένας πόλεμος και δεν το μάθαμε;-) και περιμένει εφάπαξ 120,000 ευρώ (μόνο) . Δίπλα τους ο θειος μου o Βαγγέλης , δεξιός από σοι, που κατεβαίνει σε πορείες μόνο όταν ήταν το ΠΑΣΟΚ κυβέρνηση. Και από κοντά τα δυο αδέλφια: ο Στέλιος, που του είχε βάλει το ΠΑΣΟΚ τα 2 παιδιά στο Δημόσιο, και ο Γρήγορης, που έπαιρνε τα έργα του Δήμου υπερτιμολογημένα λόγω Δημάρχου γνωστού - του έδινε τις βιταμίνες του μας έλεγε γελώντας-. Πίσω, στην δεύτερη σειρά, ακλουθούσε ο Γιάννης, πατέρας: εδώ και κάτι μήνες έκανε χρήση του νέου νόμου περί αδείας και του πατέρα στο Δημόσιο, μαζί με την γυναίκα του την Μάρω, που με τρεις γέννες είχε να πατήσει στην δουλειά της 3 χρόνια. Και από κοντά ο Μιχάλης. Εργολάβος με συνεργείο 27 ανασφαλίστους αλλοδαπούς και 3 έλληνες και ο Αγησίλαος που παίρνει εδώ και 20 χρόνια αναπηρική σύνταξη τυφλού αλλά οδηγεί ταξί και είναι έξαλλος με την απελευθέρωση του επαγγέλματος από τον Ραγκούση . Στα δεξιά τους ο Λάκης: φοιτητής ετών 32, παρέα με τον Γιώργο, γιατρό, τον επονομαζόμενο και "ταχυδρόμο" από τα φακελάκια. Μαζί τους και ο Θόδωρος, γιατρός του ΙΚΑ, που στο ιδιωτικό του ιατρείο δεν έκοβε ποτέ του αποδείξεις, με τον Κυριάκο Εφοριακό απόφοιτο Δημοτικού που παίρνει 3,200 ευρώ το μήνα και φοβάται ότι θα του κόψουν το. ΔΙΒΕΤ και κάθε 2 χρόνια αγόραζε και ένα διαμέρισμα. Και φυσικά δεν θα έλειπε και ο Βασίλης, λιμενικός, πρώτος ταβλαδόρος στο τελωνείο. Να και ο Μηνάς έμπορος που είχε ξεχάσει ποτέ έκοψε το τελευταίο του τιμολόγιο, μαζί με τον Ορέστη επιδοτούμενο χρόνια αγρότη, που δεν ήξερε πού ήταν τα κτήματα του. Όλοι μαζί με άλλους τόσους σήκωσαν τα χέρια ψηλά και με σφιγμένες τις γροθιές βροντοφώναξαν,
"Κάτω τα χέρια από τα ΛΕΦΤΑ ΜΑΣ !"
Ο Στέφανος, αδελφικός μου φίλος, άνεργος οικοδόμος με κοίταξε με γουρλωμένα μάτια: "-Ρε, Κώστα, εμείς εδώ τι κάνουμε;"
2ο:
"ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΧΩΡΟ (ΚΑΙ ΤΗ ΧΩΡΑ)
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ στο ΒΗΜΑ: 16/09/2011,
Τι συνδέει έναν οδηγό που σαβουρντίζει το νάιλον ποτήρι νεσκαφέ απ’ το παράθυρο του αυτοκινήτου του κι έναν εμπρηστή που βάζει φωτιές στη Γαβρολίμνη; Τον χουλιγκάνο που ξεθεμελιώνει μάρμαρα στο Σύνταγμα και τον πολιτικό που (επιμένει ακόμα να) βολεύει ψηφοφόρους στο Δημόσιο; Ποια σχέση έχει ο καπνιστής που θάβει τις σβησμένες γόπες του στην παραλία του καλοκαιριού με το μαθητή που κουρελιάζει τα βιβλία του στο τέλος της χρονιάς;
Ο κοινός παρονομαστής των φαινομενικά ασύνδετων αυτών ενεργειών βρίσκεται στη διάρρηξη των σχέσεων με τον δημόσιο χώρο• στην παντελή απουσία επαφής με τον κοινόχρηστο τόπο μέσα στον οποίο συμβιώνουμε οι πάντες. Ενώ τον ιδιωτικό, πολύ καλά τον προστατεύουμε όλοι.
Η αδιαφορία ωστόσο του Πολίτη για τη δημόσια περιουσία (δρόμους, πλατείες, κτίρια) κι η απαξίωση του αστικού του περιβάλλοντος είναι απόρροια διαβρωμένων ήδη σχέσεων με φυσικά πρόσωπα της εξουσίας, με εκπροσώπους και συγκεκριμένα όργανα του Κράτους:τον αργυρώνητο υπάλληλο της Πολεοδομίας, τον άρπαγα πολιτικό, τον αδιάφορο γιατρό του ΙΚΑ, τον προσβλητικό και είρωνα καθηγητή του Δημοσίου - όλοι έχουμε υπάρξει θύματα, κατά καιρούς, κι έχουμε γίνει θύτες, δεν λέω πράγματα άγνωστα.
Αν θέλουμε λοιπόν να επενδύσουμε σε κάποιο μέλλον, είναι απαραίτητο, θαρρώ ν’ ανακαλύψουμε μιαν άλλη σχέση με τον χώρο, να ορίσουμε συντεταγμένες διαφορετικές και ν’ αρχίσουμε (όσο παράδοξο κι αν ακουστεί αυτό) να τον μετράμε με μεγέθη άλλα: με έργα και με βλέμματα καλοπροαίρετα ανθρώπων, με τους πέντε-δέκα δημόσιους λειτουργούς που κάποτε σκιστήκανε για να μας εξυπηρετήσουν• κι ακόμα, με τις ακτές και τους μυχούς που έχει ο καθένας φυλαγμένα στο μυαλό του, με το καύμα του καλοκαιριού και τ’ αεράκι του Ιονίου, με τις μυρωδιές του πεύκου και της λεμονιάς στην Αργολίδα, με τον γλαυκό ορίζοντα της άνοιξης.
Η νέα πατρίδα πρέπει να χωρέσει οσμές και γεύσεις φαγητών, μνήμες παιδικές και ηπειρώτικα τραγούδια, τα κείμενα του Παπαδιαμάντη, τη συσσωρευμένη σοφία των παλιότερων, την έμπνευση νεώτερων και το δυναμισμό τους. Δεν μπορεί να ανανήψει μια πτωχευμένη χώρα, αν δεν ανανεωθούν οι ‘μύθοι’ της• αν δεν ορίσει απ’ την αρχή τη γλώσσα της. Δεν είναι μόνο τα πάμπολλα πολιτικά πρόσωπα που πρέπει να μπουν στο περιθώριο, αλλά να ανανεωθούν κι οι λέξεις της – αυτές προπάντων.
Να ορίσουμε απ’ την αρχή τι πα να πει «ντροπή», τι σημαίνει «ευγνωμοσύνη», τι θα πει«υποχρέωση» ή «ευθύνη». Ποιο το «συμφέρον (δημόσιο κι ατομικό)», πού συναντιούνται αυτά τα δυο και πού χωρίζουν; Προκειμένου να κερδίσουμε τη σχέση πρώτα-πρώτα με τη γλώσσα και μέσω αυτής με τον εαυτό μας και τους άλλους. Και λίγο- λίγο, πόντο-πόντο ν’ αποκατασταθεί η επαφή με τον κοινό μας χώρο (και τη χώρα). Δεν θα ’ταν άστοχο να ξεκινήσουνε οι δάσκαλοι που ξέρουν και μπορούν. Πέρα από σχολικά προγράμματα και καθορισμένες ύλες του Υπουργείου. Γιατί, αλίμονο, για όλα τα διοικητικά έχει προνοήσει το Νομοσχέδιο τού «Δια βίου..» αλλά ούτε για την ποιότητα της γνώσης άκουσα τίποτα, μήτε και πώς θα φτάσουνε οι λέξεις και οι έννοιες στα ζαβλακωμένα νεαρά φυντάνια• ώστε να ενεργοποιήσουν κριτικά τη σκέψη τους και να τεθεί σε λειτουργία ο στοχασμός τους.
"Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας / Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας, σε συνεργασία με τον ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ, τη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και τα Τμήματα Αρχιτεκτόνων των Πολυτεχνικών Σχολών των Πανεπιστημίων: Αριστοτέλειου, Πατρών, Θεσσαλίας, Δημοκρίτειου και Πολυτεχνείου Κρήτης διοργανώνουν το 1ο Συνέδριο με τίτλο: «Δημόσιος χώρος…αναζητείται» τον Οκτώβριο του 2011 στη Θεσσαλονίκη και καλούν τους ενδιαφερόμενους επιστήμονες να υποβάλουν ανακοινώσεις και να παρακολουθήσουν τις εργασίες του Συνεδρίου.
Το Συνέδριο επιδιώκει να φέρει στο προσκήνιο και να αναζητήσει όλες τις πλευρές των νέων δεδομένων γύρω από το δημόσιο αστικό χώρο, τη μεταβλητότητα και τα σημερινά ρευστά του όρια, τις νέες νοηματοδοτήσεις του αλλά και τα υπαρκτά και δεδομένα προβλήματα της διαχείρισης και λειτουργίας του στις ελληνικές πόλεις.
Ο δημόσιος χώρος μιας πόλης αποτελεί το σημαντικότερο συστατικό της στοιχείο, την κατεξοχήν εικόνα της στα μάτια πολιτών και επισκεπτών, είναι ο τόπος που προσλαμβάνεται και ερμηνεύεται από τον καθένα διαφορετικά, ανάλογα με τα προσωπικά του βιώματα και την αντίληψη που διαθέτει για την πόλη και τη ζωή του μέσα σε αυτή. Η περιήγηση ενός επισκέπτη στο δημόσιο χώρο, στα πάρκα και τις πλατείες μιας πόλης αρκεί για να τον κατευθύνει στην αντίληψη της βασικής της δομής αλλά κυρίως στην πρόσληψη και κατανόηση της ατμόσφαιράς της. Παρά τις όποιες αλλαγές έχει υποστεί, ο δημόσιος χώρος μιας πόλης εξακολουθεί να αποτυπώνει και να διατηρεί τη συλλογική συνείδηση και μνήμη.
Η οικειοποίηση του δημόσιου χώρου της πόλης από τους πολίτες της αποτελεί το πρωταρχικό ζητούμενο για την εξασφάλιση ενός συνεκτικού τρόπου κατοίκησης μέσα στο σημερινό, διαρκώς μεταβαλλόμενο, και ρευστό τοπίο της νέας αστικότητας.
Η λειτουργική και αισθητική απαξίωση ιδιαίτερα του ελληνικού αστικού περιβάλλοντος έρχεται, όχι αδικαιολόγητα, μέσα από τα υπάρχοντα προβλήματά του. Η ετερογένεια της ελληνικής πόλης, η πολλαπλότητά της, η πολυεπίπεδη και θραυσματική σχέση της με τον ιστορικό χρόνο, μας διαφεύγει κάτω από την αισθητική ισοπέδωση του δημόσιου χώρου που βιώνουμε καθημερινά."
(περισσότερα επ' αυτού όταν πάω -ελπίζω- στο συνέδριο)
Πραγματικά αναρωτιέμαι, τι είναι αυτό που διαχωρίζει αυτούς τους δυο χώρους; Μην είναι το φράγμα εκείνο που λέγεται διαφορετικότητα; Τι είναι εκείνο που γεννά αυτό το δίπολο; Είναι στοιχείο της φύσης μας ή του πολιτισμού μας; Άραγε,υπάρχει ιδιωτικό και ατομικό σε όλους τους ανθρώπους ή είναι παράγωγο ενός δυτικού πολιτισμού; Ποιοι πραγματικά είμαστε και ποια εικόνα μας δείχνουν μέσα από λογής λογής καθρέφτες;
Πώς συνυπάρχουν αυτοί οι δυο πόλοι; Ίσως, το μυστικό της συνύπαρξης των ανθρώπων σε ομάδες και όχι σε βασανιστικό μοναχικό βίο, να κρύβεται στην απάντηση αυτού του ερωτήματος...
Ίσως, η συνύπαρξη δυο φαινομενικά αντίθετων εννοιών, όπως της ζωής και του θανάτου, να είναι κάτι τόσο φτιαχτό και άρα άκρως αποπροσανατολιστικό...
Ίσως, η συνύπαρξη απλά δύο, να είναι τελικά απλό...
"Όσο κρατήσει η ζωή"
Στίχοι: Νίκος Καρούζος
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Ερμηνεία: Χάρις Αλεξίου
Όσο κρατήσει η ζωή κρατεί κι ο θάνατος Ώρα να σκεφτώ τα μελλούμενα σωριασμένα αιφνίδια στο χθες (Φοβερή ασυνέχεια) ο πλούτος μου είναι το στήθος μου Γι αυτό ποτέ δεν παζάρεψα το ηλιοβασίλεμα και ταξιδεύω σίγουρος (όσο η μίνθη ταξιδεύει και το ασπροθύμαρο)
Κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό, συνειδητοποιώ ότι ένα ταξίδι, όσο μικρό ή μεγάλο και αν είναι, όσο σύντομο ή χρονοβόρο και αν είναι, δεν μπορεί ποτέ να είναι μονοδιάστατο. Και αυτό διότι δεν ταξιδεύεις μόνος, ταξιδεύει μαζί και ο τρόπος που βλέπεις τον κόσμο. Έτσι, όλα αλλάζουν, όλα μετακινούνται, όλα χορεύουν, πιασμένα χέρι-χέρι.
Σταχυολογώ μερικά από τα ερεθίσματα με τα οποία ήρθα αντιμέτωπος, τούτες τις τελευταίες μέρες:
Ιπποκράτης: «ηγεμονικότερον απάντων φύσις» Schopenhauer: «ελεύθερος είναι ο άνθρωπος μόνο όταν είναι μόνος του» Μένανδρος: «τα δάνεια δούλους τους ελεύθερους ποιεί» Πλούταρχος: «το δανείζεσθαι της εσχάτης αφροσύνης και μαλακίας εστίν» Τσε Γκεβάρα: «εκεί, στις τελευταίες στιγμές των ανθρώπων, που ο ευρύτερος ορίζοντας τους ποτέ δεν ξεπερνά το αύριο, βλέπει κανείς την τραγωδία που ζεί το προλεταριάτο σε ολόκληρο τον κόσμο. Σε εκείνα τα σβησμένα μάτια υπάρχει μια ταπεινή συγνώμη, συχνά και ένα απελπισμένο κάλεσμα για παρηγοριά που χάνεται στο κενό, ακριβώς όπως το σώμα τους θα χαθεί σύντομα κάτω από το βάρος της μιζέριας, που μας περιτριγυρίζει. Το πόσο καιρό ακόμα θα συνεχίζει να υπάρχει αυτό το παράλογο καθεστώς της κάστας δεν μπορώ να το ξέρω, μα είναι ώρα εκείνοι που κυβερνάνε να αφιερώσουν λιγότερο χρόνο στην προπαγάνδα της ευσπλαχνίας τους και να δώσουν χρήματα, πολύ περισσότερα χρήματα, για έργα κοινωνικής ωφέλειας»
Carl Sagan: «Είχε αναλύσει την καριέρα της προσπαθώντας να έρθει σε επαφή με τους πιο απόμακρους και απόκοσμους ξένους, ενώ στη δική της ζωή δεν είχε έρθει ποτέ σ’ επαφή σχεδόν με κανέναν. Ήταν ανελέητη στο να καταρρίπτει τους μύθους ύπαρξης των άλλων και τυφλή στο ψέμα που υπήρχε στον πυρήνα της δικής της. Όλη της τη ζωή μελετούσε το Σύμπαν, αλλά είχε παραβλέψει το πιο ξεκάθαρο μήνυμά του. Για τα μικρά πλάσματα σαν εμάς, η απεραντοσύνη του γινόταν υποφερτή μονάχα μέσω της αγάπης»
Το τελευταίο απόσπασμα του μαγευτικού Carl Sagan, μου θύμισε εποχές Συναύγειας, Γρεβενιώτικης Συναύγειας, τότε που βαδίζαμε σε υπέροχους πνευματικούς δρόμους. Ψάχνοντας ομως, στην ιντερνετική γωνιά omadaneon.gr βρήκα μόνο ερείπια, και αδυναμία πρόσβασης. Γιατί άραγε αυτή η ασφαλής γωνιά έκλεισε; Πίστευα ότι η τότε προσπάθειά μας, είχε νικήσει δια παντός την φθορά του χρόνου και της ύλης...
Αναδημοσιεύω ένα άρθρο μου, στην τότε φυλλάδα "Συναύγεια":
Μέλλον, η ενηλικίωση του παρελθόντος (σονάτα για δυο φωνές, η μία εκ των οποίων κραυγή)
Έτος 2070. Πριν 63 χρόνια ο τελευταίος άνθρωπος πάνω στη ΓΗ επιβιβάστηκε σε ένα διαστημόπλοιο με το όνομα ‘Κιβωτός’ και ξεκίνησε το διαπλανητικό του ταξίδι προς απεγνωσμένη αναζήτηση νέου τόπου διαβίωσης και διαιώνισης του είδους. Τα τρόφιμα είχαν λιγοστέψει, η υγεία του ήταν εύθραυστη - ήταν πλέον 87 χρονών - και τα καύσιμα του πλοίου του είχαν σχεδόν τελειώσει. Αποφάσισε να κάνει αναγκαστική προσγείωση σε έναν πλανήτη που τύχαινε να πλησιάζει εκείνη τη στιγμή. Φαινόταν ξερός, άγονος, απροσπέλαστος τόπος. Δεν είχε άλλη επιλογή. Η αναγκαστική προσγείωση έγινε με ανώμαλο τρόπο και από την πρόσκρουση έχασε τις αισθήσεις του.
Μόλις με δυσκολία άνοιξε τα μάτια του, είδε μπροστά του ένα περίεργο πλάσμα να τον περιεργάζεται. Ήταν ένας εξωγήινος!
- Ποιος είσαι; είπε τρομαγμένος ο γήινος και προσπάθησε να κουνηθεί, αλλά το 87 ετών σώμα του δεν ακολουθούσε… - Γεια σου γήινε, με λένε Σεβασμό, καλώς ήρθες στον πλανήτη ‘ΟΛΟΙ ΙΣΟΙ’. Πώς σε λένε; - Με λένε…ε…με λέγανε…δεν…δεν θυμάμαι, ωχ πονάει το κεφάλι μου…Τι θα μου κάνεις; - Μη φοβάσαι, ηρέμησε φίλε μου. Θέλω απλά να μου πεις από ποιον μακρινό τόπο μας έρχεσαι και το λόγο που έφυγες από αυτόν. - Κατάγομαι από τον πλανήτη ΓΗ, περίπου 8 λεπτά φωτός μακριά από ένα μεσαίου μεγέθους άστρο που εμείς αποκαλούσαμε Ήλιο, στην περιφέρεια του Γαλαξία μας. Τα έχεις ακουστά όλα αυτά; - Ναι, στο μάθημα της Κοσμογραφίας στο σχολείο μας έχουν μιλήσει για αυτές τις μακρινές χώρες. Μας τις περιγράφουν σαν χώρες εξωτικές, με απαράμιλλη ομορφιά, με χρώματα, αρώματα, τεράστια ποικιλία έμβιων όντων, με απέραντο γαλάζιο, πολύ νερό, έναν τόπο ονειρεμένο με λίγα λόγια. Αλήθεια έτσι είναι; ρώτησε ενθουσιασμένος ο εξωγήινος. - Έτσι ήταν…και έσκυψε το κεφάλι του ο γήινος και δυο δάκρυα του χάιδεψαν τα μάγουλα. - Μα, μα τι έχεις γήινε; Κλαις; Γιατί κλαίς; - Γιατί το σπίτι μου δεν υπάρχει πια. Καταστράφηκε και εγώ είμαι ο μόνος που επιβίωσα. Ή μάλλον για να είμαι για πρώτη φορά ειλικρινής με τον εαυτό μου, τον καταστρέψαμε εμείς οι άνθρωποι, δεν καταστράφηκε από μόνος του. Και συνέχισε να έχει κατεβασμένο το βλέμμα του ο γήινος. - Γιατί, γιατί το κάνατε αυτό γήινε; αναφώνησε σχεδόν εξοργισμένος ο εξωγήινος. -Δεν ξέρω…δεν ξέρω, ψέλλισε ο γήινος και όλο τρέχαν δάκρυα από τα μάτια του, μόνο που τώρα δεν τον χάιδευαν, μα τον έκαιγαν, τον μαστίγωναν, του σμίλευαν το πρόσωπο σαν τιμωρία… Σταμάτησε για λίγο να πάρει μια βαθιά ανάσα, τα λόγια έβγαιναν με δυσκολία. Η καρδιά του ήταν πολύ αδύναμη.
- Ή μάλλον ξέρω, είπε χαμηλόφωνα αλλά σταθερά και σήκωσε το θολό από τα δάκρυα βλέμμα του και κοίταξε τον εξωγήινο. Γιατί ήμασταν άπληστοι, αχόρταγοι, ανικανοποίητοι, και το χειρότερο, γιατί ήμασταν κοντόφθαλμοι. Μας λέγανε ότι η ΓΗ θα καταστραφεί, αλλά δεν τους ακούγαμε, δεν τους υπολογίζαμε, δεν μας ένοιαζε, νομίζαμε ότι δεν αφορούσε εμάς ή τα παιδιά μας αλλά το πολύ μακρινό και απρόσωπο μέλλον… Επικρατούσε η άποψη «φάγωμεν, πίωμεν αύριο γαρ αποθνήσκωμεν». Είχαμε τυφλωθεί από την εξουσία μας πάνω στον γαλάζιο πλανήτη. Κακό πράγμα η εξουσία, θα πρέπει να είναι όλοι ίσοι…σαν τον πλανήτη σου! - Μα εξήγησέ μου πώς την καταστρέψατε; Συγνώμη γήινε αλλά δεν καταλαβαίνω και πολλά. Πώς αφανίσατε έναν ολόκληρο πλανήτη; Το θεωρώ αδιανόητο!! και είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό ο εξωγήινος. - Με το να μην την αγαπάμε, έτσι την αφανίσαμε τη ΓΗ μας. Την απαρνηθήκαμε από μάνα μας, τη βρίσαμε, τη βιάσαμε, της ξεσκίσαμε τα ενδύματα και σε κάθε ανάσα που προσπαθούσε απεγνωσμένα να πάρει για να επιβιώσει, εμείς της δίναμε να αναπνεύσει δηλητήριο…και το χειρότερο τη βλέπαμε και γελούσαμε σαν να είχαμε κατατροπώσει κανένα τέρας, ενώ το δικό μας τέρας μέσα μας χαιρόταν, οργίαζε, διψούσε για επιπλέον καταστροφές. Ήμασταν χαιρέκακοι, αλλά η δυστυχία του άλλου δεν μπορούσαμε να δούμε ότι είναι και δική μας δυστυχία. Πρώτα εξαφανίσαμε τα ζώα, τα κάναμε παπούτσια, τσάντες, γούνες, χαλιά, τα σκοτώναμε όχι για να τα φάμε, μα για να δείξουμε σε όλους πόσο καλοί κυνηγοί είμαστε… Τα σκοτώναμε για να τα φάει το τέρας μέσα μας που σου είπα πριν. Μετά βάλαμε φωτιά σε ό,τι είχε ή θύμιζε να έχει πράσινο χρώμα, τα φυτά, τα λουλούδια και τα δάση, τους πνεύμονες του πλανήτη μας. Καταστρέψαμε τις μηχανές παραγωγής οξυγόνου. Καταστρέψαμε τα τριαντάφυλλα, τα χρυσάνθεμα, τις παπαρούνες, αχ αυτές οι κόκκινες παπαρούνες… Έτσι αναπόφευκτα φονεύσαμε και τον έρωτα… Αυτό ήταν το σημείο χωρίς επιστροφή, όταν φονεύσαμε τον έρωτα… τον έρωτα προς κάθε τι… τον έρωτα σαν συναίσθημα… Μετά μία σύντομη διακοπή, σαν να ταξίδεψε στιγμιαία η σκέψη του εκεί πίσω...
- Καταστρέφοντας τα φυτά δηλητηριάσαμε την ατμόσφαιρα με διοξείδιο του άνθρακα, περιορίσαμε την παραγωγή οξυγόνου, αλλάξαμε άρδην το κλίμα του πλανήτη, αλλάζοντας έτσι και τη διαμόρφωση της γεωγραφίας. Τέλος, μετά από δυο πολύνεκρους παγκόσμιους πολέμους και χωρίς να έχουμε βάλει μυαλό, επιδοθήκαμε και στον τρίτο και πιο καταστροφικό παγκόσμιο πόλεμο. Αυτή τη φορά αφορμή ήταν η διεκδίκηση του νερού, αποτελούσε βλέπεις πρώτη ύλη για παραγωγή οξυγόνου μιας και τα φυτά όπως σου είπα τα εξαφανίσαμε. - Μα καλά δεν υπήρχαν φωνές διαμαρτυρίας; Αδυνατώ να πιστέψω στα εξωγήινα αυτιά μου!! Πώς το επιτρέψατε αυτό; - Άκου φίλε, και άρχισε να κοντανασαίνει και εμφανώς να κουράζεται σε κάθε λέξη, όταν είσαι τυφλός παραμένεις τυφλός. Το ζήτημα είναι…να μην γίνεις τυφλός, να το προλάβεις με άλλα λόγια. Και για να σου λύσω την απορία, υπήρχαν πολλές οργανώσεις που πάλευαν για να αλλάξουμε μυαλά, αλλά υπήρχαν ακόμα πιο πολλοί που δεν ήθελαν να αλλάξουν. Και επειδή, όπως θα ξέρεις μάλλον, τα πάντα στο σύμπαν λειτουργούν με βάση το νόμο της βαρύτητας, που λέει ότι η μεγαλύτερη μάζα ασκεί μεγαλύτερη δύναμη, τότε καταλαβαίνεις γιατί οι οργανώσεις αυτές ήταν αδύναμες. Γιατί για να αλλάξεις κάτι στο σύμπαν θέλει ενέργεια, θέλει αντίσταση απέναντι στην εντροπία που κατατρώει τα πάντα και αποδιοργανώνει τα πάντα. Αυτό το στοίχημα έβαλαν οι άνθρωποι όταν δημιουργήθηκαν, να εκμηδενίσουν την εντροπία, την αταξία, αλλά έχασαν…έχασαν κατακράτος!
Ο εξωγήινος παρακολουθούσε αποσβολωμένος και συγκινημένος. Τόλμησε μόνο να πει:
- Τα λεξικά μας σας ονομάζουν ανθρώπους, δηλαδή όντα που κοιτάτε ψηλά, πέρα, μακριά, που αναζητάτε το άγνωστο και ελπίζεται για το καλύτερο… Δεν… δεν καταλαβαίνω… - Ούτε εγώ καταλάβαινα τότε, μα τώρα καταλαβαίνω. Τα βιβλία της συμπαντικής Ιστορίας θα γράψουν, και άρχισε να βγαίνει αίμα από το στόμα του γήινου, ότι η λέξη άνθρωπος είναι ό,τι πιο ατυχές και ψευδές έχει ειπωθεί για το δικό μου είδος. Οι άνθρωποι που γνώρισα εγώ –και ήταν οι τελευταίοι άνθρωποι της γης- ούτε ψηλά κοιτούσαν, ούτε πέρα από τον εαυτό τους και την αυλή τους κοιτούσαν, ούτε μακριά από τα μικροπράγματα που θολώνουν το μυαλό κοιτούσαν. Ακόμα και με το αεροπλάνο όταν πετούσαμε, κοιτούσαμε κάτω…
Ήταν χλωμός, οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν, μα δεν επέτρεπε στον εαυτό του να σταματήσει, είχε τόσα πολλά να πει, τι να πρωτοπεί…;
- Και εσύ; ρώτησε ασυναίσθητα ο εξωγήινος. - Εγώ;…εγώ ήμουν ένας από αυτούς, ίσως ο χειρότερος από αυτούς…και έκλεισε για λίγο τα μάτια του. - Φίλε είσαι καλά; Απάντησέ μου είσαι καλά; Και αμέσως τον πλησίασε, του έπιασε το χέρι και το ακούμπησε στο εξωγήινο στήθος του. Ο γήινος φάνηκε να ηρέμησε για λίγο. - Πες μου τι θυμάσαι από τον πλανήτη σου; - Χμ… τι θυμάμαι; Θυμάμαι ότι σαν παιδί περίμενα πώς και πώς τη στιγμή που θα συναντούσαμε εξωγήινους για να τους πούμε τα επιτεύγματά μας, την ιστορία μας, να τους περιγράψουμε τα συναισθήματά μας σαν αντικρίζουμε κάποιο ηλιοβασίλεμα, κάποια χρυσή αυγή, να περιγράψουμε τα καρδιοχτύπια μας σαν μας μαγεύει μια παραμυθένια ύπαρξη… και άλλα πολλά… πάρα πολλά… Μα τώρα, πού να το φανταστώ ότι ο κλήρος θα έπεφτε σε μένα για να μιλήσω για την πατρίδα μου… Και το χειρότερο, πού να το φανταστώ ότι το μόνο που έχω να σου πω για την πατρίδα μου είναι ότι δεν υπάρχει, την καταστρέψαμε, τη δολοφονήσαμε, ότι εμείς οι γήινοι δεν είμαστε τίποτε άλλο παρά δολοφόνοι. Πώς λοιπόν να σου μιλήσω για τα ηλιοβασιλέματα και για τους έρωτές μου, δεν θα με πιστέψεις… Τα λόγια μου δεν θα πείσουν… Αυτή τη φορά, κατέβασε ο εξωγήινος το βλέμμα του, ήταν συντετριμμένος, απέναντί του είχε το μοναδικό μάρτυρα ενός κόσμου που σε λίγο θα χανόταν για πάντα.
- Φι…φίλε! Θα έδινα τα πάντα να ξαναγύριζα πίσω, πριν 63 χρόνια και να πέθαινα προσπαθώντας να μεταπείσω τους συμπολίτες μου, παρά να ξε… ξεψυχώ εδώ στα ξένα… Ίσως να μην… ίσως να μην άλλαζα τίποτα, μάλλον δεν θα άλλαζα τίποτα, αλλά θα προσπαθούσα, μόνο αυτό… να προσπαθούσα λίγο παραπάνω… μόνο αυτό! Και η ανάσα του σταμάτησε για λίγο, τα μάτια του κλείσαν… Όμως μαζεύοντας τις τελευταίες του γήινες δυνάμεις είπε:
- Ω ξειν, αγγέλειν εξωγήινοις ότι εμείς οι άνθρωποι δεν τηρήσαμε τους όρκους μας, ότι δεν σεβαστήκαμε το σπίτι μας, ότι δεν σταθήκαμε τόσο ψηλά όσο το όνομά μας απαιτούσε, ότι τυφλωθήκαμε από την απληστία, ότι καταπατήσαμε κάθε πνευματική προσπάθεια που τόλμησε να αντισταθεί στην χαοτική αταξία της ύλης που διακατέχει το σύμπαν, που διακατέχει το μυαλό μας, ότι ξοδέψαμε τη θεία χάρη σε πράγματα και όχι σε σκέψεις ή συναισθήματα… Αν τύχει να περνάς κάποια στιγμή από εκείνες τις συντεταγμένες που κάποτε χόρευε η ΓΗ άναψε ένα κεράκι… - Γήινε! Γήινε! Κρατήσου…θα σε κάνουμε καλά! - Εξωγήινε…, είπε με φωνή πνιγμένη στο ρόγχο του θανάτου, θυμήθηκα… θυμήθηκα… το όνομά μου δεν είναι γήινος, το όνομά μου είναι… ήταν… Αστρομόνος, δηλαδή μόνος ανάμεσα στα άστρα… Χα… χάρηκα που σε γνώρισα, λυ… λυπάμαι που με γνώρισα… Και τότε έγειρε το κεφάλι του και το βλέμμα του ακινητοποιήθηκε προς το μέρος που κάποτε έπλεε ένας γαλάζιος, ονειρεμένος πλανήτης. Ένας πλανήτης που πέθανε από τα παιδιά που ο ίδιος γέννησε… Η ψυχή του γήινου άφησε το ταλαιπωρημένο σώμα του και ξεκίνησε το δικό της διαστρικό ταξίδι, προς αναζήτηση φωλιάς για να πλαγιάσει και να ονειρευτεί.
Σήμερα θα γίνω -συγχώρα με Τειρεσία- κακός. Θα το έλεγα πιο σωστά, πραγματικός. Ορμώμενος από την ερώτηση ενός δικού μου ανθρώπου αν πιστεύω ότι υπάρχει Θεός, σε μια δύσκολη και κρίσιμη ώρα για εκείνην, η απάντησή μου ήταν ρητά ΟΧΙ. Προς στιγμήν, αναρωτήθηκα μήπως γίνομαι πολύ σκληρός απέναντί του και αντί να τον βοηθήσω ψυχολογικά, αντί να διατηρήσω και τις τελευταίες του ελπίδες ζωντανές, τον ωθώ στην τρέλα. Αμέσως όμως κατάλαβα ότι του είχα απαντήσει όπως ακριβώς ένοιωθα. Γιατί κύριοι να τρέφουμε ελπίδες; Για να μας έρθει πιο ανάλαφρα ο πόνος; Γιατί να μην συνειδητοποιήσουμε επιτέλους ότι υπάρχουμε και μαζί υπάρχει και ο πόνος; Γιατί θέλουμε να περάσουμε τη ζωή μας στο απυρόβλητο, στο αμόλυντο, στο υγιέστατο και στο τέλειο; Αφού τέτοιες έννοιες είναι φρούδες.
Θα αφήσω άλλους να μιλήσουν για μένα, όχι γιατί δεν μπορώ να τα πω από μόνος μου, αλλά γιατί κάποια καθαρά μυαλά τα έχουν διατυπώσει πιο δομημένα από την αρχοντομουτσουνάρα μου.
1. "...Η αφήγηση του Φρόυντ ξεκινά με την αρχή της ηδονής ή ευχαρίστηση, όπως αποκαλεί τη φυσική ηδονικιστική τάση του ανθρώπου να αναζητά την ψυχοσεξουαλική ευχαρίστηση και να αποφεύγει τον ψυχοσεξουαλικό πόνο. Ο πολιτισμός αντιτίθεται στην αρχή της ηδονής-ευχαρίστησης, διότι αν όλοι αναζητούσαν την ηδονή αυτό θα οδηγούσε στο χάος. Οι περισσότεροι άνθρωποι τελικά αποδέχονται ότι δεν μπορούν να αναζητούν την ηδονή ευθέως, παρότι η επιθυμία τους παραμένει, γεννώντας εντάσεις. Έτσι, διοχετεύουν, μετουσιώνουν τις επιθυμίες τους σε φαντασιώσεις και θεσμούς (όπως θρησκεία), οι οποίοι, σύμφωνα με τον Φρόυντ αποτελούν ένα είδος φυγής από την ηδονιστική πραγματικότητα. Οι άνθρωποι αυτοί λειτουργούν βάσει της αρχής της πραγματικότητας, επειδή είναι ώριμοι ψυχολογικά και συνειδητοποιούν ότι αν ενεργήσουν βάσει της αρχής της ηδονής-ευχαρίστησης θα αντιμετωπίσουν προβλήματα. Οι ψυχολογικά ανώριμοι άνθρπωοι τείνουν να ενεργούν με βάσει τις ηδονιστικές παρορμήσεις τους, να βιώνουν τη σύγκρουση, να υφίστανται την απώθηση και να γίνονται νευρωτικοί ή ψυχωτικοί..."
2. "...Σύμφωνα με τον Levi-Strauss, ο νους λειτουργεί βάσει μιας καθολικής λογικής δυισμών, που καλούνται δυαδικές αντιθέσεις... Ο Edmund Leach, ο οποίος μετέφρασε τα έργα του Levi-Strauss στα αγγλικά, θεωρεί ότι η θρησκεία αποτελεί μια προσπάθεια να γεφυρωθεί η δομική αντίθεση μεταξύ ζωής και θανάτου, μέσω της δημιουργίας της έννοιας του άλλου κόσμου..."
3. "...Αν ζει κανείς σύμφωνα με τις επιθυμίες ενός αγαθού και πανίσχυρου θεού, τηρώντας όλες τις καθιερωμένες τελετουργίες και την υπαγορευμένη συμπεριφορά, γιατί ο κόσμος εξακολουθεί να είναι τόσο προβληματικός; Το δίλημμα αυτό, υποστηρίζει ο Μαξ Βέμπερ, ζητά επιτακτικά λύση. Υπάρχει ανάγκη για σωτηρία από τον κόσμο. Φτάνοντας στην καρδιά της διατύπωσής του για την κοινωνική αλλαγή, ο Βέμπερ πιστεύει ότι η σωτηρία αυτή επιτυγχάνεται μέσα από τη ριζική αναδόμηση των πεποιθήσεων για τον κόσμο, η οποία με τη σεριά της υπαγορεύει ηθικές συμπεριφορές που θα εναρμονίσουν τον άνθρωπο με αυτό το νέο όραμα. Στη διαδικασία αυτή διακρίνεται κυρίως μια διάθεση για ενδοκοσμικό ασκητισμό, επειδή συνεπάγεται ότι κάποιος απομακρύνεται από τις ανήθικες κοσμικές απολαύσεις, ενώ παραμένει μέσα στον κόσμο της ανθρώπινης δραστηριότητας.... Απέχοντας από συγκεκριμένες φθοροποιές απολαύσεις που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του κόσμου, ο ενδοκοσμικός ασκητής παραμένει ενάρετος (σύμφωνα με τα ιουδαιοχριστιανικά πρότυπα) ακόμη και όταν συμμετέχει σε άλλες μη φθοροποιές όψεις της εγκόσμιας ζωής..."
4. "Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ", είπε ο Καζαντζάκης.
(τα αποσπάσματα 1. 2. και 3. είναι αναδημοσίευση -χωρίς άδεια- από το βιβλίο "Ιστορία της Ανθρωπολογικής Σκέψης" των Paul Erickson και Liam Murphy, εκδόσεις ΚΡΙΤΙΚΗ)
Όπως σε κάθε απεργία ακούγονται επαναστατικά τραγούδια, άσματα αντίστασης και ριζοσπαστικής θεώρησης των πραγμάτων, έτσι και σε αυτήν την απεργία. Να ένα από τα πιο επαναστατικά τραγούδια που έχω ακούσει ποτέ:
Συζητώντας χτες στην εφημερία με μια νοσηλεύτρια περί θεμάτων οικοκυρικής, μου θέτει το εξής ερώτημα:
- Πρώτα σκουπίζεις το σπίτι και μετά ξεσκονίζεις τη σκόνη που θα σηκωθεί ή πρώτα ξεσκονίζεις για να πέσει η σκόνη στο πάτωμα και μετά σκουπίζεις;!!
Και μένω βλάκας! Βραχυκύκλωσα, πώς το λένε ρε παιδιά; Δεν πίστευα ότι μπορεί να απασχολούν τέτοια ζητήματα μια νοικοκυρά... Εδώ οι γνώσεις μου αδυνατούν να με βοηθήσουν και απαντώ:
- Δεν ξέρω! Ποιά είναι η απάντηση; - Εξαρτάται με τι σκουπίζεις! Αν σκουπίζεις με την κλασσική σκούπα, τότε πρώτα σκουπίζεις και μετά ξεσκονίζεις την σκόνη που θα έχει ανασηκωθεί, ενώ αν σκουπίζεις με ηλεκτρική σκούπα που ρουφάει τη σκόνη, τότε πρώτα ξεσκονίζεις για να πέσει ό,τι είναι να πέσει στο πάτωμα και μετά σκουπίζεις...
Τι κατάλαβα από όλα αυτά; Η έννοια της επιστήμης (από το επίσταμαι = γνωρίζω καλά, εμπεριστατωμένα) δεν έχει όρια, ταμπέλες, τίτλους, πτυχία ή βραβεία. Η επιστήμη είναι παντού και έχει να κάνει με ένα μόνο πράγμα: το ενδιαφέρον του ανθρώπου να απαντήσει σε ερωτήσεις, όσο μικρές ή μεγάλες, ασήμαντες ή σημαντικές, προσωπικές ή κοινωνικές και αν είναι. Διότι το ενδιαφέρον δεικνύει τη ροή ενέργειας: από τον άνθρωπο προς το παράγωγό του, στο έργο του και όχι από τον άνθρωπο προς την τουαλέτα όπως συνηθίζουν μερικές κουραδομηχανές...
Υ.Γ.: Η κουβέντα με την εν λόγω νοσηλεύτρια ξεκίνησε από το γεγονός ότι μαγείρεψα γεμιστά προχτές... Ναι, το έκανα και αυτό στη ζωή μου! Γέμισα άλλο ένα κενό στην μικρή μου ζωή.