Ευχές!


Τρεις ευχές για το νέο έτος, που πήρε το αυτί μου από μια πανάρχαια φιλοσοφία πολεμικής τέχνης, η οποία γεννήθηκε στα βάθη της ανατολής, και η οποία τις θεωρεί ως τα τρία πιο δύσκολα πράγματα που έχει να αντιμετωπίσει ένας άνθρωπος:

1. Να κρατάς ένα μυστικό.
2. Να ξεχνάς μια προσβολή που σου έγινε.
3. Να αξιοποιείς αποτελεσματικά τον ελεύθερό σου χρόνο.


Υγεία και αντοχές σε όλους.



Τη στερνή κουβέντα σου τη θυμάμαι ακόμα Διγενή!



Είναι κάποιες φορές, συνήθως τυγχάνει να είναι Σάββατο ξημερώματα, που αναφωνείς «δεν μπορεί, κάτι πολύ περίεργο συμβαίνει εδώ…», και όσο από τη μια σε φοβίζει, τόσο από την άλλη σε ενθουσιάζει και σε ερεθίζει η υποψία για το τί μπορεί να αποτελεί το υποσυνείδητα υποκινούμενο. Υποκινούμενο τίνος και υποκινούμενο από ποιόν; Δύσκολες ερωτήσεις, οπότε ας τις αφήσουμε να βράζουν στα σκοτεινά τους καζάνια… Ας κρατήσουμε μόνο ότι εκεί που λες «χαράσσω ένα νέο δρόμο στη ζωή μου», συνειδητοποιείς πως βαδίζεις σε μονοπάτια που κάποια χρόνια πίσω, άλλοι -ίσως με το ίδιο όνομα, αλλά σε άλλο σώμα- να είχαν πρωτοχαράξει τις ξερολιθιές με το τακούνι της βαριάς τους αρβύλας, αφήνοντας πίσω εκεί τις αναμνήσεις από παλιές, όμορφες εικόνες αρχαγγέλων.  Σκληρή η πρώτη στην άγονη γης, φτυαριά, χάδι η πρώτη στη γόνιμη κόρη, καλεστική ματιά... Καλείσαι λοιπόν και εσύ χρόνια μετά, σε μια μυστική αποστολή, να βρεις τον χαμένο σύνδεσμο που ενώνει προαιώνια τις γενεές των ανθρώπων, που μεταδίδεται σα σαράκι της ψυχής, από τον παππού, στον πατέρα και τελικά στον εαυτό, που κρύβει σαν καταφύγιο σε αυτή τη βαροχειμωνιά, το υπέρτατο: τον έρωτα.

Εδώ και περίπου 2 χρόνια, στην Κέρκυρα, είχα χάσει το άστρο που με ακολουθούσε και έτσι όλα μου πήγαιναν ανάποδα. Το άστρο αυτό, είχε γκρεμοτσακιστεί από το στερέωμα και είχε βυθιστεί στα σκότη του πελάγους, πάντα όμως εξακολουθούσε να λάμπει. Κατόρθωσα λοιπόν, να το βρω ξανά, μόνο που τώρα είχε γυναικεία μορφή με δυο φανταχτερώς λαμπερά μάτια, και γοργονίσιο κορμί. Μαζί, τη μεταφέρω πλέον στα γλυκά νερά μιας λίμνης, μακριά από την αρμύρα του πελάγους που σου τρώγει τους ιστούς. Το αστέρι αυτό, συνεχίζει να εκπέμπει, γιατί πυροδοτείται από ένα και μοναδικό συμπαντικό στοιχείο: τον έρωτα

Κάποτε, οι παλιές εικόνεςο χορός του κόσμου και οι αρμοί που ραγίζουν, αντιπροσωπεύοντας ίσως τρεις γενιές που εναλλάσσονται (με αναπάντητο φυσικά το ερώτημα αν οδηγούνται σε κάτι διαφορετικό ή απλά παραλλάσσονται), μπορούν να συνυπάρξουν ως στίχοι στο ίδιο τραγούδι που εξυμνεί τί άλλο; τον έρωτα.




"Έρωτας Αρχάγγελος"
Στίχοι: Δημήτρης Λέντζος
Μουσική: Χρήστος Λεοντής
Ερμηνεία: Δημήτρης Μητροπάνος



Σάββατο χαράματα μπρος στην Αχερουσία 
χόρεψα ζεϊμπέκικο πάνω στην φωτιά 
βήματα γενέθλια για την αθανασία
κι όλες οι αγάπες μου μία ξενιτιά 

Πήρα από τα μάτια σου λίγο μαύρο χρώμα 
κι έβαψα τα ρούχα μου μάνα μη με δεις 
την στερνή κουβέντα σου την θυμάμαι ακόμα 
σαν χορεύεις μου ’λεγες, να `σαι ο Διγενής 

Βλέμματα χαράξανε στις μαύρες τις οθόνες 
κι οι τυφλοί προφήτες προδίδουν τους χρησμούς 
έρωτας αρχάγγελος σαν τις παλιές εικόνες 
κι ο χορός του κόσμου ραγίζει τους αρμούς 

Πήρα από τα μάτια σου λίγο μαύρο χρώμα 
κι έβαψα τα ρούχα μου μάνα μη με δεις 
την στερνή κουβέντα σου την θυμάμαι ακόμα 
σαν χορεύεις μου ’λεγες, να `σαι ο Διγενής 

Είναι τα τραγούδια μας ηφαίστεια που καίνε 
σώματα κι αγάλματα βγάζουνε φτερά 
τα αρχαία πάθη μας και τα φιλιά σου φταίνε 
κοίτα αναστήθηκα για δεύτερη φορά 

Πήρα από τα μάτια σου λίγο μαύρο χρώμα 
κι έβαψα τα ρούχα μου μάνα μη με δεις 
την στερνή κουβέντα σου την θυμάμαι ακόμα 
σαν χορεύεις μου ’λεγες, να `σαι ο Διγενής

Μια προ-Χριστου(γεννιάτικη) ευχή!



Ένεκα της ημέρας, θα αναδημοσιεύσω ένα εισαγωγικό σημείωμα της Η.Ε. Κορμπέτη, στην 7η Επιστολή του Πλάτωνος, από το περιοδικό ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεύχος 109, 1986.

"Όταν πρωτοήρθε ο Πλάτων στη Σικελία, το 388 πΧ, κυβερνήτης του κράτους των Συρακουσών ήταν ο Διονύσιος ο πρεσβύτερος. Ο Διονύσιος, που άρχισε τη σταδιοδρομία του ως απλός αξιωματικός του στρατού των Συρακουσών, κατόρθωσε, µε τη στρατιωτική ικανότητα που έδειξε στον Καρχηδονιακό πόλεµο του 410-405 πΧ και µε την πολιτική του επιτηδειότητα, να αναδειχθεί και να γίνει πρώτα ένας από τους δέκα στρατηγούς και λίγο αργότερα, όταν οι συστράτηγοί του, κατηγορούμενοι απ’ τον ίδιον ως υπεύθυνοι για κάποια αποτυχία των Συρακουσίων στον Καρχηδονιακό πόλεµο, καθαιρέθηκαν απ’ την εκκλησία του δήµου, να του ανατεθεί η διεξαγωγή του πολέµου και η διακυβέρνηση του κράτους. Έτσι ο Διονύσιος έγινε ουσιαστικά δικτάτωρ, αν και τυπικά απέφευγε ν’ αλλάξει τη µορφή του πολιτεύματος, αφού ούτε ο ίδιος πήρε τον τίτλο του τυράννου ή του βασιλέως, ούτε την εκκλησία του δήµου και τη βουλή κατήργησε. 

Ο Διονύσιος, ικανότατος στρατηγός και επιτήδειος πολιτικός (η λέξη φυσικά µε τη στενή έννοια που έχει και σήµερα και όχι εκείνη που θέλει να της δώσει ο Πλάτων), κατόρθωσε µε επανειλημμένους πολέµους εναντίον των Καρχηδονίων της Σικελίας και των πόλεων της Κάτω Ιταλίας, µε την ίδρυση αποικιών στα παράλια της Αδριατικής και µε τη σύναψη ευνοϊκών γι’ αυτόν συνθηκών, να επεκτείνει εδαφικώς και να ενισχύσει το κράτος του τόσο, ώστε να το καταστήσει µια απ’ τις µεγάλες δυνάµεις, ίσως μάλιστα τη µεγαλύτερη ελληνική δύναµη της εποχής του. Η σηµασία του έγκειται κυρίως στο ότι απέτρεψε από τον ελληνισµό της Δύσεως τον Καρχηδονιακό κίνδυνο, που τον απείλησε στην τελευταία δεκαετία του 5ου αιώνος. Με τον εξαιρετικά δυνατό και ικανό αυτόν πολιτικό, (που όµως τη δύναµη και την ικανότητα του χρησιµοποίησε για καθαρά εξωτερικά επιτεύγματα και που ήταν, για να χρησιμοποιήσω όρους και διακρίσεις πλατωνικές, µόνον πολιτικός, όχι και φιλόσοφος), δεν ήταν δυνατόν να έρθει σε ουσιαστική και γόνιµη επαφή ο Πλάτων. Γνώρισε όµως κατά τη διάρκεια της πρώτης του διαµονής στις Συρακούσες και συνδέθηκε στενά µε το Δίωνα, και η γνωριµία αυτή υπήρξε εξαιρετικά σηµαντική και για την ατοµική του ζωή, και για την κατοπινή παιδαγωγική και πολιτική του δράση. 

Ο Δίων ανήκε σε µια από τις µεγαλύτερες και ισχυρότερες οικογένειες των Συρακουσών ήταν γιος του πολιτικού συνεργάτη και φίλου του Διονυσίου του πρεσβυτέρου Ιππαρίνου και είχε συνδεθεί µε στενούς συγγενικούς δεσµούς προς το Διονύσιο. Ό Δίων υπήρξε ο πρώτος µαθητής του Πλάτωνος, αληθινά άξιος µαθητής και όχι απλώς θαυμαστής του. Η γνωριμία του µε τον Πλάτωνα και τη φιλοσοφία του τον έκανε να θέσει ως σκοπό της ζωής του την πραγµατοποίηση µέσα στο κράτος των Συρακουσών του πλατωνικού πολιτικού ιδεώδους, που πρώτη του αρχή είναι η ανάγκη της συνδέσεως πολιτικής εξουσίας και πνευµατικής και ηθικής αρετής (αυτή είναι η αρετή του φιλοσόφου) στο ίδιο πρόσωπο. Το ιδεώδες αυτό ζήτησε να πραγματοποιήσει ο Δίων µε τη βοήθεια του Πλάτωνος, πρώτα στο πρόσωπο του Διονυσίου του νεωτέρου (γιου και διαδόχου του πρεσβυτέρου Διονυσίου) προσπαθώντας να ξυπνήσει στον θέσει πολιτικό αρχηγό τη φιλοσοφική φύση που νόµιζε πως είχε (αυτό είναι το νόηµα και αυτή την αποστολή έχουν τα δύο τελευταία ταξίδια του Πλάτωνος στη Σικελία), κι έπειτα, όταν είδε την αδυναµία του Διονυσίου, ζητώντας να γίνει ο ίδιος, (που ήταν µε την πλατωνική σηµασία του όρου φιλόσοφος), πολιτικός αρχηγός (κι αυτό είναι το νόηµα της εκστρατείας και του κινήµατος του Δίωνος εναντίον του Διονυσίου). 

Το 367 πέθανε ο Διονύσιος ο πρεσβύτερος και ανέλαβε την εξουσία ο νεώτερος Διονύσιος, γιος του από τη δεύτερη γυναίκα του, τη Δωρίδα. Ο Διονύσιος ο νεώτερος είχε σε µεγαλύτερο βαθµό τα ελαττώµατα του πατέρα του, χωρίς να έχει και τα προτερήµατα εκείνου, και τις φυσικές του αδυναµίες είχε ενισχύσει σκόπιµα η ανατροφή του από το Διονύσιο τον πρεσβύτερο, που φοβούµενος µήπως στο πρόσωπο του γιου του γεννηθεί ένας επικίνδυνος πολιτικός αντίπαλος, και θέλοντας να προλάβει ένα παρόµοιο κίνδυνο, αποµόνωσε το Διονύσιο και τον κράτησε µακρυά από την πολιτική ζωή και από κάθε τι που θα µπορούσε να αναπτύξει το πνεύµα και το χαρακτήρα του. Τη µεγαλύτερη επιρροή στο Διονύσιο, που, εντελώς άπειρος καθώς ήταν στα πολιτικά πράγµατα, είχε απόλυτη ανάγκη ενός συµβούλου και οδηγού, είχε στην αρχή ο Δίων. Αµέσως µετά την ανάληψη της πολιτικής εξουσίας από το νέο τύραννο, ο Δίων, ελπίζοντας πως θα ήταν δυνατόν στο πρόσωπο του ανώριµου και γι’ αυτό ακριβώς εύπλαστου Διονυσίου να πραγµατοποιηθεί µε την κατάλληλη καθοδήγηση και διαπαιδαγώγηση το ιδεώδες του φιλοσόφου βασιλέως, και πιστεύοντας πως ο καταλληλότερος για το έργο της φιλοσοφικής διαπαιδαγωγήσεως του νεαρού ηγεµόνος ήταν ο Πλάτων, (την παιδαγωγική του δύναµη είχε δοκιµάσει ο ίδιος ο Δίων στον εαυτό του), έπεισε το Διονύσιο να τον καλέσει στιςς Συρακούσες. Και ο Πλάτων, που είδε, καθώς λέει στην 7η Επιστολή (328 b.c.), ότι δεν ήταν δυνατόν να παρουσιασθεί καταλληλότερη ευκαιρία για την πραγµατοποίηση του πολιτικού του ιδεώδους, και η 7η Επιστολή δείχνει αρκετά πόση σηµασία έδινε ο Πλάτων στην πραγµατοποίηση αυτή και πόσο φοβούνταν τον τίτλο του αποµακρυσµένου από την πραγµατικότητα και ανίκανου για δράση θεωρητικού

Ο Πλάτων λοιπόν, επεχείρησε έτσι το 367 πΧ, σε ηλικία 60 ετών, το δεύτερο του ταξίδι στη Σικελία. Ο Διονύσιος δέχθηκε και συναναστράφηκε στην αρχή τον Πλάτωνα µε υπερβολικές εκδηλώσεις θαυµασµού και πίστεως σ’ αυτόν και τις ιδέες τους. Αλλά οι πολιτικοί αντίπαλοι του Δίωνος, που ήταν αρκετά έξυπνοι, ώστε να δουν την πολιτικότητα των σκοπών του Δίωνος και του Πλάτωνος και εποµένως τον κίνδυνο που διέτρεχε η δική τους πολιτική υπόσταση, κατόρθωσαν να εµπνεύσουν στο Διονύσιο δυσπιστία και προς τους δύο. Κι. έτσι, λίγους µήνες µετά την άφιξη του Πλάτωνος στις Συρακούσες, ο Διονύσιος εξόρισε το Δίωνα, που έφυγε τότε για την Ελλάδα, και αιχμαλώτισε ουσιαστικά τον Πλάτωνα, εγκαθιστώντας τον µέσα στην ακρόπολη των Συρακουσών, οπού ζούσε και ο ίδιος, µόνος του, φρουρούµενος από τους σωµατοφυλακές του. Υπό τέτοιους ορούς δεν µπορούσε φυσικά να γίνεται πλέον λόγος για ουσιαστική πνευµατική επαφή και επίδραση του φιλοσόφου στο Διονύσιο. Λίγο αργότερα, ο Πλάτων κατόρθωσε να τον πείσει να τον αφήσει να φύγει. 

Μια τελευταία προσπάθεια επαφής προς το Διονύσιο, που αντιπροσωπεύει το τρίτο ταξίδι του Πλάτωνος στη Σικελία (361-360), ταξίδι πού επεχείρησε περισσότερο χάρις στην παρακίνηση του Δίωνος και των Πυθαγορείων της Κάτω Ιταλίας, παρά από προσωπική του πίστη στη δυνατότητα της πραγματοποιήσεως των πολιτικών σχεδίων, απέτυχε όπως η προηγούμενη. Η αδυναµία του Διονυσίου να ενσαρκώσει το ιδεώδες του φιλοσόφου βασιλέως έγινε πλέον και στον υπερβολικά αισιόδοξο Δίωνα φανερή. Με τη βοήθεια φίλων του από την Ακαδηµία και άλλων, ο Δίων οργανώνει και επιχειρεί το 357 πΧ εκστρατεία εναντίον του Διονυσίου µε το σκοπό να του αφαιρέσει την αρχή και ν’ αναλάβει ο ίδιος τη διαρρύθμιση της πολιτείας και την κυβέρνηση του κράτους των Συρακουσών. Η εκστρατεία πέτυχε και ο Δίων ανέλαβε την εξουσία, αλλά προτού προφθάσει να πραγµατοποιήσει ολοκληρωτικά το πολιτικό του ιδεώδες, δολοφονήθηκε: ένας από τους φίλους του που τον βοήθησαν στην επιστροφή του στη Σικελία και στον αγώνα του εναντίον του Διονυσίου, ο Κάλλιπος, οργάνωσε εναντίον του συνωμοσία και τον σκότωσε το 354 πΧ• ο ίδιος ανέλαβε την κυβέρνηση του κράτους. Οι οπαδοί του Δίωνος κατέφυγαν τότε στους Λεοντίνους και αρχηγός τους έγινε ο Ιππαρίνος, γιος του Διονυσίου του πρεσβυτέρου και της Αριστοµάχης. Ενώ ο Κάλιππος πολεµούσε στην Κατάνη, ο Ίππαρίνος κατέλαβε τις Συρακούσες (353 πΧ) και πήρε στα χέρια του την αρχή. Τότε οι οπαδοί του Δίωνος, που για πρώτη φορά µετά το θάνατο του ανέλαβαν την πολιτική εξουσία, απευθύνθηκαν στον Πλάτωνα, το φυσικό αρχηγό τους, ζητώντας να τους καθοδηγήσει στην πολιτική τους δράση• Σ’αυτή την παράκληση απαντώντας, γράφει ο Πλάτων την 7η Επιστολή. Αλλά ή πολιτική συµβουλή προς τους οπαδούς του Δίωνος δεν είναι ουσιαστικά ο µόνος, ούτε ίσως ο κύριος σκοπός της 7ης Επιστολής. 

Είναι γνωστό από υπαινιγµούς πού γίνονται στην ίδια την Επιστολή, ότι τα ταξίδια του Πλάτωνος στη Σικελία και οι οπαδοί που τα προκάλεσαν δεν κατανοήθηκαν καθόλου ή παρεξηγήθηκαν απ’ τους συγχρόνους του. Με την 7η Επιστολή, που το τυπικό θέµα της, η εξωτερική αφορµή της συγγραφής της, δίνει ευκαιρία στο συγγραφέα να µιλήσει για τα ζητήµατα αυτά, θέλησε ο Πλάτων, µέσα στο πλαίσιο πάντοτε της πολιτικής προς τους Συρακοσίους συµβουλής και χωρίς να διασπάται η ενότητα της επιστολής και η αλληλουχία των µερών της, να δώσει στους συγχρόνους του τη σωστή ερµηνεία της δράσεως του στη Σικελία. Και για το σκοπό αυτό διηγείται την ιστορία της πνευµατικής και πρακτικής του ζωής, µιλεί για τον λόγον και τον βίον του. Έτσι η 7η Επιστολή έχει τον τύπο πολιτικής συµβουλής προς τους οπαδούς του Δίωνος, είναι όµως ουσιαστικά µια ανοιχτή επιστολή που απευθύνεται στους συγχρόνους του Πλάτωνος και κυρίως στους Αθηναίους, για να ερμηνεύσει και να δικαιώσει την πολιτική του δράση στις Συρακούσες, και ο σκοπός αυτός επιτελείται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε η 7η Επιστολή θα µπορούσε να ονοµασθεί η πνευµατική και πολιτική αυτοβιογραφία του Πλάτωνος."


Θα με ρωτήσετε βέβαια, και εύλογα, πού κολλάει αυτή η ανασκόπηση της Ιστορίας, σήμερα Χριστούγεννα; Η απάντηση, είναι απλή: αν έχω μια ευχή που πραγματικά την πιστεύω και για αυτό θέλω να την μοιράσω σε φίλους και γνωστούς (και όχι να επαναλάβω τα τετριμένα χρόνια πολλά, ό,τι καλύτερο, υγεία, και τα τοιαύτα...) είναι ακριβώς ότι θεωρώ πως σήμερα, είναι η καλύτερη συγκυρία, μέσα σε αυτόν τον γενικό χαμό και παράκρουση, να ανασκουμπωθούμε και να ανασυγκροτηθούμε. Τώρα που σχεδόν όλα έχουν κατεδαφιστεί (μιλάω για τα ηθικά και τις αξίες), μοιάζουμε όσο ποτέ σε εκείνη την κατάσταση που προσπάθησε ο γερο-Πλάτωνας να αξιοποιήσει για να διδάξει και να επαναφέρει τον κόσμο στην ηθική του πορεία, θεωρώντας αυτήν την ευκαιρία μοναδική ιστορικά. Απέναντι σε ένα παρθένο μέρος, έχεις όλη την ευχέρεια να το διαμορφώσεις όπως θέλεις. Έτσι, λοιπόν, και εμείς σήμερα, απέναντι σε ένα χιλιοβιασμένο μέρος, που έχει τερματίσει το κοντέρ, άρα μάλλον έχει πλησιάσει αρκετά σε εκείνη την κατάσταση της πρωταρχικής παρθενίας, είναι χρεία να εφαρμόσουμε το πολιτικό μας ιδεώδες, που είμαι σίγουρος, ότι οι περισσότεροι από εμάς έχουμε. Ήρθε και η ευκαιρία. 

Τί περιμένουμε λοιπόν για να βγούμε από τη φυλακή μας;








To know how του... how to know!



Ευτυχώς πρόλαβα! 

Πριν έλθει (και παρέλθει) η καταστροφή του κόσμου, αντίκρυσα επιτέλους ένα ειλικρινές άρθρο, που με ιδιαίτερη ζέση και αγάπη αντανακλά την πραγματική ανθρωπιά: διαβάστε το εδώ.

Ειλικρινά συγκινήθηκα από την ομολογία:

"Αλλά το πιο σημαντικό, ότι θα δώσουν στους νέους μια διέξοδο από τη θλίψη που τους φορτώσαμε."

Πρώτη φορά ακούω ή διαβάζω κάποιον ευθέως να μιλά στο α' πληθυντικό για τους υπαίτιους της κατάστασης που βιώνουμε. Μπράβο, λοιπόν στην συντάκτρια του άρθρου.

Και τώρα, μπορώ πλέον να περιμένω την καταστροφή του κόσμου... η οποία ξέρω ότι με τέτοιες αληθινές ομολογίες, θα αργήσει πολύ ακόμα να φανεί μπροστά μας!

Εξάλλου, είναι η μουσική, που όλα τα χωρά και τα συγκεράζει, όλα τα συγ-χωρά αλλά και ταυτόχρονα όλα τα κράζει...


Καλή μας αυτο-καταστροφή αδέλφια!



Η νίκη του Χρόνου, δεν θα'ρθει του χρόνου. Είναι ήδη εδώ...



Κάποιοι που με ξέρουν καλά, θα έχουν καταλάβει ίσως ότι έχω ένα θέμα με τον κύριο... Χρόνο! Προσπαθώ όσο τίποτε άλλο να κατανοήσω, να προσεγγίσω, να αγγίξω (;) αυτή την οντότητα... Όσο και αν έχω προσπαθήσει, δεν του έχω καταφέρει του μάγκα ούτε μία τόσο δα γραντζουνιά!

Προχτές όμως, σε ένα αφιέρωμα, από έναν μονάκριβο μαθητή του, τον Δημήτρη Ζερβουδάκη που τον απόλαυσα ξανά επί σκηνής, αντιλήφθηκα (και αναλήφθηκα ως εκείνοι που ανασταίνονται...) ότι υπήρξε ένας που έχει κατορθώσει όχι απλώς να καταφέρει γραντζουνιά, αλλά ολόκληρη ρωγμή στο κρανίο του Χρόνου: είναι ο Νίκος Παπάζογλου.

Δεν έχω ξανανοιώσει τέτοια έκρηξη μέσα μου και συνάμα τέτοια ανακούφιση για το γεγονός της φθοράς του χρόνου, το οποίο έρχεται ως αντίποινο στις ασταμάτητες φθορές που ο ίδιος ο χρόνος προκαλεί... Είναι η ρωγμή του χρόνου που προκαλεί αυτό το τραγούδι, που τελικά έρχεται να αποτυπωθεί στον τίτλο και όχι το ανάποδο. Το τραγούδι ρηγνύει, διαλύει, ξεσκίζει κυριολεκτικά σε ένα ξέσπασμα αγανάκτησης, το χρόνο, και το φαινόμενο φτάνει τελικά εκεί ψηλά στην κορυφή, στον τίτλο του τραγουδιού και ξαπλώνει για ανάπαψη...

Είναι αυτή η ρωγμή και η ρήξη με τα πάντα, ακόμα και με εκείνα που μοιάζουν να μην ξεχωρίζονται με τίποτα, όπως ο ίδιος ο εαυτός... Έτσι, η σκιά μας μερικές φορές, μπορεί να φοβηθεί και να λακίσει, αφήνοντας περίτρανο να διαχυθεί εκείνο το πρώτο-πρώτο εμβρυικό φως, το φως της χαραυγής.

Είναι η ρωγμή και η ρήξη με τη διαφορά, αλλά και τη διαφθορά. Με τη γαλήνη αλλά και τη γαϊδουριά. Με το θάνατο, μα και τον έρωτα. Είναι η ρήξη με το παρελθόν και η ακόμα μεγαλύτερη ρήξη με το μέλλον. Για το παρόν, ούτε λόγος, καθότι ανύπαρκτο.



"Στη ρωγμή του Χρόνου"
Στίχοι: Μανώλης Ρασούλης
Μουσική: Νίκος Ξυδάκης
Ερμηνεία: Νίκος Παπάζογλου




Εδώ στη ρωγμή του χρόνου 
Κρύβομαι για να γλιτώσω, 
 απ΄ του Ηρώδη το μαχαίρι 
Μισολειωμένος στη Χιροσίμα σου 
Κάτι προγόνων ξύδι και χολή 
σ΄ αυτήν την άδεια πόλη 

Εδώ στη ρωγμή του χρόνου 
Θάβομαι για να μεστώσω 
μες του Διογένη το πιθάρι 
Στον όγδοο μήνα της, είναι η ελπίδα μου 
Σχεδόν το βρέφος γύρω περπατά 
καθώς εσύ κουρνιάζεις

Εδώ στη γιορτή του πόνου 
Ντύνομαι να μην κρυώνω 
του Ουλιάνωφ το μειδίαμα 
Σαντάλια του Χριστού, φορώ στα πόδια μου 
Πραίτορες, βράχοι πάνω μου σωρό 
μα `γω θα αναστηθώ.




Η πορδή του... κ(αθ)όλου!


Σήμερα λέω να κάνουμε μια οικονομική αναδρομή και όχι μια οικονομική πρόβλεψη... Το τελευταίο διάστημα (με αποκορύφωμα σήμερα που ο Πρωθυπουργός δήλωσε ότι όλα θα πάνε καλά από αύριο), ακούμε συνέχεια για το μέλλον μας από οικονομικής πάντα σκοπιάς... Για να δούμε όμως τα πράγματα από την ανάποδη και όχι μόνο από την καλή, όπως μας την παρουσιάζει ο κύριος Σαμαράς.

Θα κάνουμε τρεις σταθμούς, ξεκινώντας από το πιο πρόσφατο, με κατεύθυνση το απώτερο (άρα και το πιότερο;) παρελθόν. 


Πρώτος σταθμός το 1971:


«Το σημαντικότερο ίσως από όλα τα πρωταρχικά αγαθά είναι ο αυτοσεβασμός». 

John Rawls (1971). "Μια Θεωρία για τη Δικαιοσύνη". 





Δεύτερος σταθμός το 1944:


«Το οικονομικό πρόβλημα της κοινωνίας δεν είναι απλά ένα πρόβλημα κατανομής "δεδομένων" πόρων, ως εάν η λέξη "δεδομένα" να εννοεί ότι αυτά είναι διαθέσιμα σε ένα μοναδικό νου οποίος και επιλύει το πρόβλημα χρησιμοποιώντας τα. Το πρόβλημα είναι μάλλον πώς θα εξασφαλιστεί η καλύτερη χρήση πόρων που είναι γνωστοί σε κάθε μέλος της κοινωνίας για σκοπούς των οποίων τη σχετική σπουδαιότητα μόνο τα ίδια τα άτομα γνωρίζουν. Ή, για να το θέσω σύντομα, είναι το πρόβλημα της χρήσης της γνώσης που δεν είναι συνολικά διαθέσιμη στην ολότητά της σε κανένα.»

F.A. Hayek (1944). "Η Χρήση της Γνώσης στην Κοινωνία". 





Τρίτος σταθμός, περίπου 100 χρόνια πριν:


«Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουμε είναι η απότομη καθίζηση του επίπεδου ζωής ευρωπαϊκών πληθυσμών σε σημείο που να συνεπάγεται πραγματική πείνα για κάποιους (...) Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι σίγουρο ότι θα πεθάνουν σιωπηλά. Γιατί η πείνα, ενώ φέρνει σε κάποιους λήθαργο και κατάθλιψη, ωθεί άλλους στην υστερία και την απελπισμένη μανία. […] Κάποια στιγμή, φτάνουμε επιτέλους στο όριο της ανθρώπινης αντοχής και οι σύμβουλοι της απελπισίας και της τρέλας ξυπνούν τους πάσχοντες από τον λήθαργο. Τότε ο άνθρωπος αναταράσσεται και τα δεσμά της συνήθειας χαλαρώνουν. Η δύναμη των ιδεών γίνεται κυρίαρχη και ο άνθρωπος είναι έτοιμος να ακούσει κάθε επαγγελία ελπίδας, αυταπάτης ή εκδίκησης κυκλοφορεί στον αέρα. […]Ωστόσο, ο χειμώνας έρχεται. Οι άνθρωποι δεν θα έχουν τίποτα να περιμένουν ή να ελπίζουν. Ελάχιστα θα απομένουν για να μετριάσουν τις δυσκολίες ή για να ανακουφίσουν τους λιμοκτονούντες αστικούς πληθυσμούς. 

Αλλά ποιος μπορεί να προβλέψει πόσος πόνος μπορεί να απορροφηθεί ή ποια κατεύθυνση θα αναζητήσουν επιτέλους, οι άνθρωποι για να δραπετεύσουν από τα βάσανά τους»; 

John Maynard Keynes (1919). "Οι οικονομικές επιπτώσεις της ειρήνης".




Και αναρωτιέμαι αγαπητέ κύριε Σαμαρά μου (υπονοώντας λοιπόν, ότι εγώ είμαι το γαϊδούρι πάνω στο οποίο έχω εσένανε σαμάρι μου, καμάρι μου - που λεν και στο χωριό μου αλλά και στο δικό σου...), τι έχει πετύχει ετούτη η κοινωνία στο θέμα του "αυτοσεβασμού" της, όταν η προσωπική άποψη καθημερινά, ποδοπατείται και εξευτελίζεται; Τι έχουμε κάνει για να εξαλείψουμε τα φαινόμενα αναλφαβητισμού (ηλεκτρονικού και μη), τα φαινόμενα παραπληροφόρησης, τα φαινόμενα προπαγάνδισης, τα φαινόμενα εξυγίανσης των πανεπιστημίων ως πηγών αλλά και φορέων υγιούς γνώσης; 

Και τελικά, τι διαφορετικό νομίζετε ότι έχει ετούτος ο χειμώνας που ήρθε, σε σχέση με τον χειμώνα του 1919;

Άρα, πώς μας μιλάτε έτσι βεβαιωτικά για το αύριο, όταν το χτες και το προχτές και το αντίπροχτες δείχνουν ότι κάνουμε βόλτες κυκλικές (ή και κυκλωτικές που λέει και ο Σαββόπουλος...) γύρω από τη μύτη μας; Πώς να μας πείσετε αγαπητέ κύριε Πρωθυπουργέ, όταν χρόνια εμπειρίας δείχνουν διαφορετικά αποτελέσματα; Από πού θα πηγάζει αυτή η αλλαγή; Μήπως γιατί ξυπνήσατε έτσι ξαφνικά ένα πρωί και είπατε ότι τώρα θα γίνουν αλλαγές;! Ή μήπως με το Άγιο Πνεύμα; 



Έτσι γίνονται οι αλλαγές; Από τη μια στιγμή στην άλλη; Έτσι, έχω μάθει ότι γίνονται οι ταχυδακτυλουργίες (από αυτούς που ξέρουν να χειρίζονται τεχνιέντως δηλαδή τα δάχτυλά τους), 



οι πανουργίες,



ή τελικά μόνο οι... δύσοσμες πορδές!


(διότι όπως και να το κάνουμε, some are ass...)



Η διάβαση 6


Μια τελευταία τελετουργία διάβασης που θέλω να φιλοξενήσω σε αυτή τη γωνιά των περιπλανόμενων πληροφοριών, είναι μια αρκετά βασανιστική διάβαση. Αναφέρομαι σε όλες εκείνες τις διαβάσεις, που όσο και αν έχεις περί αυτών διαβάσει (κυρίως σε μυθιστορήματα ή ιστορικά ντοκουμέντα), παραμένουν σκληροτράχηλες, αφήνοντας στο κορμί σου τα στίγματα της τελετουργίας...

Είναι εκείνη η κατάσταση κατά την οποία περνάς μέσα από άλλες καταστάσεις που ποτέ δεν ήθελες, που πάντα φοβόσουν, που απευχόσουν (κάτι σα "απελθέτω απ' εμού το ποτήριον τούτο", ας πούμε). Και είναι εκείνες οι καταστάσεις που όταν ολοκληρωθούν, αφήνουν ανεξίτηλα τα σημάδια τους στο κορμί σου και στο μυαλό σου.

Είναι η κατάσταση, που δεν σε σκοτώνει, ακριβώς για να σε αφήσει να μεταφέρεις το μήνυμά της, (μέσα από τη βιωματική πλέον δική σου εμπειρία ώστε να γίνεις υπέρτατα πιστευτός), στους υπόλοιπους. Λέγεται αναγκαστική διάβαση μέσα από το... Χώρο (με όλες τις παραλλαγές του όρου, όπως από το Χορό, το Χωριό κ.ά. ή και όλες τις ερμηνείες του όρου χώρος, καθώς έκαστος αντιλαμβάνεται κατά το δοκούν τον χώρο της κίνησής του, της εργασίας του, του βασανιστηρίου του, του εξαγνισμού του...).

Ένας τέτοιος χώρος ήταν και αυτός που πέρασε ο Οδυσσέας στο νησί των Φαιάκων. Ένας τέτοιος χώρος είναι και αυτός που αφήνω πίσω μου εγώ... Ο κύριος Οδυσσέας τον αποχεραίτησε με πλούσια δώρα, με τιμές και δάφνες, με ωραίες αναμνήσεις. Εγώ, τον αποχεραιτώ με πόνο. Όχι, επειδή τον χάνω, αλλά επειδή αυτό μου προκάλεσε και έτσι αυτό μου έμεινε... Τα δώρα του τόπου, πολλά, αλλά ο τρόπος απόκτησής τους, σκληρός. Τα παραδείγματα πολλά, αλλά ήταν... προς αποφυγείν. Μου έμαθε πράγματα, αλλά για να προφυλάσσομαι, όχι για να εμπιστεύομαι. Τρακάρισα σε τοίχους, σε αλύγιστες απόψεις, σε νοοτροπίες παμπάλαιες. Φώναξα, ξαναφώναξα, βράχνιασα, μέχρι που σώπασα... Συγχωρέστε με, αγαπητά μου γέρικα μάτια και ροζιασμένα χέρια, που δεν σας προστάτευσα άλλο... Ήρθα αντιμέτωπος με τις πιο μύχιές μου φοβίες και ανησυχίες και τις κοίταξα βαθειά στα μάτια, σε μια ύστατη προσπάθεια, κοιτώντας βαθειά το βάθος του εαυτού μου, μήπως δω τον εαυτό μου... Οι αναμνήσεις, βέβαια πάντα θα παραμένουν αναμνήσεις... Αυτό, δεν ξεγίνεται, και καλώς το έχει φτιάξει έτσι ο Δημιουργός, διότι οι αναμνήσεις συνθέτουν τη στιγμιαία φωτεινή πορεία μας στο σκοτεινιασμένο σύμπαν.

Παρά τις όποιες διαφορές με τον Οδυσσέα όμως, έχουμε σίγουρα ένα κοινό σημείο:

"Η πιο σημαντική, επομένως, λειτουργία της παρουσίας του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων είναι να τον προετοιμάσει για το ταξίδι του στον πραγματικό κόσμο, αφού πρώτα ο ήρωας αποκαταστήσει τις σχέσεις του με την κοινωνία και επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά την επιλογή της θνητότητας αντί της αθανασίας." (πηγή από εδώ)


Φεύγω από αυτό το νησί (ακόμα μου βγαίνει δεν σας κρύβω, να το ονοματίσω κωλονήσι), όχι ημερωμένος, μα κουρασμένος και στραπατσαρισμένος. Πιο βελτιωμένος δεν ξέρω. Πιο συνειδητοποιημένος δεν ξέρω. Μα σίγουρα πιο προσγειωμένος. Εξάλλου, κοντεύουμε τα 30... καιρός ήταν!

Φεύγω, και δεν βρίσκω καλύτερο τραγούδι να αποτυπώνει τα συναισθήματά μου, από το κάτωθι αριστούργημα:



"Νυχτερινό"
Στίχοι: Δημήτρης Παπαχαραλάμπους
Μουσική, Ερμηνεία: Σωκράτης Μάλαμας

 


Την πέτρα ρώτησα να πει τι ξέρει και αντέχει 
κι εκείνη μου 'πε: τη σιωπή για μυστικό της έχει 
τ' αστέρι ρώτησα μετά, τι έχει μάθει ως τώρα... 
Τα χίλια χρόνια, μ' απαντά, περνάνε σε μιαν ώρα 

 Και πάνω ο ήλιος μια πηγή, μια κόκκινη κηλίδα, 
λάβα το φως αιμορραγεί να κάψει ό,τι είδα. 

 Το χώμα ρώτησα ξανά, παλιά αν ήταν σώμα 
και μου 'πε: τα ψηλά βουνά κι αυτά θα γίνουν χώμα. 
Κι ύστερα εσένανε ρωτώ το νόημα του κόσμου 
και λες: το χέρι σου κρατώ κι εσύ είσαι δικός μου 

 Και πάνω ο ήλιος μια πηγή, μια χρυσαφένια βρύση, 
νερό το φως του να πνιγεί όποιος θέλει να ζήσει.


Η διάβαση 5


Μια άλλη τελετουργία διάβασης, απίστευτη, καθολικότατη στη Φύση, για να μην πω καθοριστικότατη Αυτής, είναι η διάβαση του... κόλπου!

Η γέννεση ενός παιδιού, ως αποτέλεσμα δημιουργίας, είναι κάτι ασύλληπτο (όσο και αν μιλούν για σύλληψη...). Αυτά τα μικρά πλασματάκια, που ξεπετάγονται, είναι οι συνεχιστές μας. Σε αυτά παραδίδουμε τη σκυτάλη, αυτά θα μας κρίνουν, αυτά θα μας επιβεβαιώσουν ή θα μας απορρίψουν.

Αν η Φύση είναι κβαντισμένη, στοιβάζοντας ύλη και ενέργεια σε πακετάκια, χωρίς να χάνει καθόλου από τις ιδιότητές της, τότε αυτά τα πλάσματα αποτελούν τα μικρότερης έκτασης φωτεινά σημεία του σύμπαντος...

Σήμερα, Παγκόσμια Ημέρα του Παιδιού:






Η διάβαση 4



Μια άλλη διάβαση, με σπουδαία τελετουργία και με ακόμα πιο σπουδαία σημασία, είναι η διάβαση του κυρίου... Χρόνου

Ένεκα και της προσεχούς αλλαγής του... χρόνου (αν τελικά αποσοβήσουμε την καταστροφή του κόσμου!), θέλω να σταθούμε λίγο σε αυτήν την αλλαγή. Ο χρόνος αμείλικτα περνά. Κάποιοι λένε ότι πίσω δεν γυρνά. Νομίζω όμως ότι όσο και αν μιλάμε για το βέλος του χρόνου που δείχνει πάντα εμπρός, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι όλα αυτά που είμαστε ανήκουν στο παρελθόν. Και το παρόν, μένει να λαμβάνει εκείνη την ελάχιστη θέση στο φάσμα του χρόνου, στριμωγμένο κάπου ανάμεσα στην αναπόληση του παρελθόντος και στην ενατένιση του μέλλοντος. Τι συνδέει όμως αυτές τις τρεις διαστάσεις (της τέταρτης διάστασης όπως μας λέει η Φυσική); 

Μην είναι μια απλή -εν συνεχεία- διάταξη όπως ορίστηκε από τη Φύση;

Μην είναι μια συμπεφωνημένη (κάτι σαν το... ξεφωνημένη!) σύμβαση (όχι άλλες συμβάσεις, σας παρακαλώ, δεν μπορώ...), όπως ορίστηκε απο τους Ανθρώπους;

Μην είναι μια Θεϊκή πορεία προς τη Δευτέρα Παρουσία;


Εγώ, πιστεύω ότι είναι όλα αυτά μαζί... Ενωμένα σε ένα: στην Ελπίδα. Αυτό που ξεκολλά τα πράγματα από το παρελθόν, τα περνά κάτω ακριβώς από τη μύτη μας στο παρόν, και τα σκορπά στο μέλλον, είναι η Ελπίδα για πρόοδο και βελτίωση. Βέβαια, θα μου πείτε ποια πρόοδο και ποιανού βελτίωση; Όμως, ακόμα και αν οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα παραμένουν προβληματικές και γεννούν τις αναρίθμητες αντιπαραθέσεις στον τρόπο που βλέπουμε και συναισθανόμαστε τον κόσμο, δεν μειώνουν επ' ουδενί τη δυναμικότητα του όρου της Ελπίδας. Και δεν μιλώ για αυτή που μας επιβάλλεται, την απροσδιόριστη, διότι τότε θα πέφταμε στην ελπίδα του Καζαντζάκη ("Δεν ελπίζω τίποτα"), αλλά μιλάω για την συνειδητοποιημένη Ελπίδα, την Ελπίδα από άποψη, την επιλεγμένη Ελπίδα, που τη χρησιμοποιούμε για να καταθέσουμε τη δική μας ύλη σε αυτό το πολύπλευρο Σύμπαν. 



Κάπου εδώ όμως, ίσως πρέπει να αρχίσει η τελετουργία της διάβασης του κυρίου χρόνου:

Σκηνή 1η: ένα παραμύθι ξεκινά, είναι μια Χριστουγεννιάτικη Ιστορία του Καρόλου Ντίκενς, που υφαίνει όμορφα Παρελθόν, Παρόν, Μέλλον και Ελπίδα...

Σκηνή 2η: ύστερα, ένα φωτεινό αστέρι ανάβει περιδιαβάζοντας (σε μια δική του αυτοτελή διάβαση) στους ουρανούς και σκορπίζοντας το φέγγος του ολούθε, κατευθύνει τις σκέψεις μας, εκεί που προσδοκούμε να γεννηθεί κάτι νέο...

Σκηνή 3η: μετά, μια φωνή εξηγεί, πώς ο χρόνος διαπλέκεται με την Ελπίδα και αυτή γεννά τη χαρά...

Σκηνή 4η: τέλος, όλη η παρέα, (η χριστουγεννιάτικη ιστορία, το φωτεινό αστέρι και η φωνούλα), μαζί με την Ελπίδα, βγαίνουν στη σκηνή, όπως το Παρελθόν ακουμπά πάνω στο Παρόν και του δείχνει το Μέλλον. Όλα εμπνέονταν και συνεχίζουν να εμπνέονται από την Ελπίδα η οποία τα συνέχει άρρηκτα, προκαλώντας έτσι την συνέχειά τους...:



(πηγή της φωτό από εδώ)



Η διάβαση 3



Κατά τη σημερινή πρωινή μας περιδιάβαση στο χώρο του Αγρού Κοντοκαλίου με τον Μαρξ:

-Θηλυκό; με ρωτάει.
-Σσσσσσερνικό, της απαντώ!
-Τότε καλύτερα να κρατήσουμε αποστάσεις... μου δηλώνει με ένα μειδίαμα, και τραβά απότομα την σκυλίτσα της (ένα μικρό Κανίς) που εκείνη την ώρα είχε χώσει τη μουσούδα της κάπου ανάμεσα στα σκέλια του κυρίου Μαρξ! Και από το απότομο του τραβήγματος, φαίνεται ότι φοβήθηκε η μικρή κυρία Κανίς και άρχισε να γαβγίζει έντονα προς... τον κύριο Μαρξ, σαν να είχε διαισθανθεί(;) τα αρνητικά συναισθήματα του αφεντικού της!

Κάπως έτσι, είναι και τα πράγματα σε μια άλλη τελετουργία διάβασης, αυτήν κατά την οποία οι άνθρωποι στο άκουσμα κάποιας πληροφορίας ή στη θέαση κάποιας εικόνας, αποτραβιόμαστε δια μιας, ξεκόβουμε κάθε επαφή, παίρνουμε τις απαραίτητες αποστάσεις και κλεινόμαστε στο κάστρο μας... Και σας ρωτάω, αγαπητοί μου: ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε, εμείς οι αλάνθαστοι, που βγάζουμε τόσο εύκολα συμπεράσματα και κατακρίνουμε θνητούς και θεούς χωρίς να εξετάζουμε τίποτα εις βάθος; Πού στηρίζεται το κριτήριο της απόφανσης για τα πράγματα που μας περιβάλλουν έτσι επιπόλαια; Ποιος είμαι εγώ που θα αποφασίσει για το σωστό και το λάθος έτσι αστραπιαία, βασιζόμενος στον φαινότυπο, -ή να το πω πιο απλά- στα φαινόμενα; 

Η απάντηση είναι προφανής: Κανείς!

Αυτή η διάβαση λοιπόν, κατά την οποία περνάμε σε έναν κόσμο κατάδικό (=ολόδικό) μας, στον οποίο διαβιούμε μόνο εμείς, δεν είναι τίποτε άλλο από έναν κόσμο κατάδικό (=φυλακισμένο) μας, από όπου δεν μπορούν να ξεφύγουν οι σκέψεις της αλληλοσύνδεσης, της αλληλοβοήθειας, της γειτνίασης, του συνέρχεσθαι, του συναθροίζεσθαι, του βλέπειν τον κόσμο μέσα από τα μάτια του άλλου... Αυτή τη διάβαση, οδηγεί στην αποξένωση, στην απομάκρυνση, στο διαχωρισμό και στη χαλάρωση των κοινωνικών δεσμών. 

Νομίζω, ότι τούτες τις δύσκολες εποχές που διανύουμε, κανείς δεν θα έπρεπε πλέον να έχει τέτοιες λογικές.




Υ.Γ.: Αγαπητέ κύριε Μαρξ, τι να σου κάνω; Έφαγες χυλόπιτα... Πρέπει να περιμένεις ακόμα φαίνεται, μέχρι οι άνθρωποι, να πάψουν να είναι ζώα και γίνουν αυτό που το όνομά τους προστάζει: Άνθρωπος!

"Το όνομα άνθρωπος σημαίνει ότι, ενώ κάθε άλλο ζώο δεν ερευνά ούτε στοχάζεται για ό,τι βλέπει, ούτε 'αναθρεί' (κοιτάζει προς τα πάνω), ο άνθρωπος και βλέπει -αυτό θα πει 'όπωπε'- και 'αναθρεί' και στοχάζεται για ό,τι 'όπωπε' (έχει δει). Γι' αυτό απ' όλα τα ζώα μόνο ο άνρθωπος ονομάστηκε σωστά 'άνθρωπος' ως 'αναθρών α όπωπε' (γιατί εξετάζει όσα έχει δει)."

(απόσπασμα από τον Κρατύλο του Πλάτωνα, κατά τον οποίο μιλά ο Σωκράτης)



Η διάβαση 2



Μια άλλη διάβαση, καθημερινότατη και αδιάλειπτη, σε κοινωνικές συνομαδώσεις όπως αυτές των Αθηνών, της Θεσσαλονίκης και λοιπών μεγάλων κέντρων, είναι η διάβαση του βλέμματός μας, πάνω σε εκατοντάδες άλλους συνανθρώπους με τους οποίους διασταυρωνόμαστε καθημερινώς.

Αυτή η διάβαση, είτε άθελά μας είτε ηθελημένα, δεν μπορεί παρά να προσκρούσει σε ένα επιφανειακό παραπέτασμα που χτίζουμε όλοι εμείς οι άνθρωποι. Δεν μπορούμε να δούμε πίσω από αυτό, η εξερεύνησή μας σταματά και διακόπτεται από μια θολερότητα της εικόνας... Θολό τοπίο, γκρίζο σκηνικό, μυστήριο και αίνιγμα σωστό... Μάλλον όλα αυτά ορίζουν αγρίμια που έχουν περιχαρακωθεί στο φρούριό τους. Τι μπορεί να τα διαπεράσει; Τι μπορεί να δώσει χρώμα; Τι περνά μέσα από τις χαραμάδες και τους τοίχους των σπιτιών; Τι διασχίζει και έτσι σχίζει τις ψυχές των ανθρώπων;

Η απάντηση, για μένα έχει δοθεί κατηγορηματικά από καιρό: μόνο η μουσική...

Αυτή η ανακάλυψη (και όχι εφεύρεση) με τη δυναμική της, γεφυρώνει τα συντρίμμια των ανθρώπινων ζωών και τα στερεώνει με υλικό διαστημικό.

Στο φεστιβάλ της Δράμας το 2011 ανέδειξε μια πανέμορφη μικρού μήκους ταινία που διαπραγματεύεται ακριβώς αυτήν τη μυστήρια διάβαση που λαθροβιεί στα μπαλκονάκια της μεγαλουπόλης... Είναι το "Gran Partita", του Αλέξανδρου Σκούρα. Έτυχε και την είδα χτες, και μου ζωντάνεψε εικόνες, σκέψεις, ανησυχίες από τη ζωή στην περιοχή της Κυψέλης, φοιτητής ων, και αναζητητής του νοήματος της θολής υάλου που πνίγει τις ζωές μας, και μόλις μετά βίας σου επιτρέπει να αυτοβαυκαλίζεσαι "επιζών". Πώς γίνεται βέβαια τότε, πάντα στα αυτιά μου να αντηχούσε η λέξη "επί-ζώων", αυτό ανήκει σε άλλη νευρολογικής φύσεως ακοολογική διαταραχή, κατά την οποία ο καθείς ακούει ό,τι θέλει...

Το trailer της ταινίας είναι εδώ, αλλά δεν κατόρθωσα να την βρω στο διαδίκτυο. Αντ' αυτής βρήκα, το ίδιο σενάριο, την ίδια υπόθεση, την ίδια ταινία με λίγα λόγια (δεν ξέρω ποιος και γιατί την αναπαρήγαγε), αλλά με άλλους πρωταγωνιστές και άλλα σκηνικά. Σημασία έχει ότι αποδίδεται σχεδόν παρόμοια (η πρωτότυπη έχει πολύ πιο βάθος και συναίσθημα, πολύ πιο προσεγμένα σκηνικά και κινησιολογία) το βασικό νόημα: οι άνθρωποι πίσω από τη γυάλα...

Και ο ρόλος της μουσικής; Μα φυσικά, είναι αυτή που ακολουθεί το σκανάρισμα του βλέμματος κατά την αναζήτησή του στο πρόσωπο του άλλου, του συνανθρώπου. Είναι μια "μεγάλη παρτιτουρίτσα" (όπως είναι η ακριβής μετάφραση του τίτλου του έργου του Μοτσαρτ), που αποτυπώνει ακριβώς την κατάσταση στις μεγαλουπόλεις αλλά και στη ζωή εν γένει: είναι μια "μεγάλη ζωίτσα", μεγάλη αφενός, διότι η ζωή του καθενός είναι μεγάλη ως αυταξία, και ζωίτσα διότι αν την συγκρίνεις με τις ζωές των υπολοίπων δεν υπερέχει σε τίποτα... Κάτι μεγάλο λοιπόν, αν το εξετάσεις μόνο του και το απομονώσεις από το πλαίσιό του, κάτι μικρό και ασήμαντο, αν το καλοεξετάσεις στο καθημερινό του περιβάλλον. Αυτό είναι η ζωή, αγαπητοί μου.

Αυτό καλούμαστε όλοι να βιώσουμε και να υπηρετήσουμε. Ευτυχισμένοι όσοι πιστοί ακολουθήσουμε...



 



Mozart Gran Partita K361 Movements 3 and 4





Η διάβαση 1



Η τελετουργίες της διάβασης, ή πιο γνωστές ως διαβατήριες τελετουργίες, είναι μια ολόκληρη υπόθεση στους κόλπους της ανθρωπολογίας και μια ολόκληρη πρακτική στους κόλπους της καθημερινότητας των ανθρώπων, όλων των εποχών, όλων των περιοχών. 

Μια τέτοια τελετουργία διάβασης με έχει απασχολήσει σημαντικά από όταν πρωτοπήγα στην Αθήνα, και δεν είναι άλλη από την τελετουργία της μη διάβασης… 

Αναφέρομαι φυσικά σε εκείνη την αίσθηση που λαμβάνω από θέση κινούμενου οχήματος (είτε ως οδηγός είτε ως επιβάτης στο λεωφορείον ο Πόθος), 



όταν αντικρίζω πεζούς να στέκονται στην μια άκρη οδικής διάβασης και ενώ έχουν προτεραιότητα, να μην περνούν απέναντι έως ότου κάποιο όχημα φιλοτιμηθεί να σταματήσει ή έως ότου η κίνηση κόψει από μόνη της… Όσο και αν σας φαίνεται ασήμαντη και καθημερινή αυτή η σκηνή, για μένα έχει βαθειά πολιτική σημασία, και για αυτό την συγκαταλέγω στις διαβατήριες τελετουργίες των ανθρώπων-πολιτών. 

Εξηγούμαι. Κάποιος που έχει δικαίωμα να περάσει μια διάβαση και δεν περνά, φταίει κάτι από τα δυο: ή δεν ξέρει το δικαίωμά του, ή είναι αποβλακωμένος. Νομίζω, στην περίπτωση των Ελλήνων ισχύουν και τα δυο ταυτόχρονα. Κάποιος που δεν μπορεί να περάσει απέναντι, δεν μπορεί να πάρει στα χέρια του (ή και στα πόδια του) την δική του κίνηση, κοινώς την δική του αυτοκίνηση. Συνεπώς, υπο-κινείται από άλλους και πιθανότατα και για άλλους. Κάποιος που δεν περνά απέναντι, δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλία για τη δική του τη ζωή, για τα δικά του τα δικαιώματα, για τη δική του την ύπαρξη. Κάποιος που δεν περνά απέναντι, στέκεται παράμερα και περιμένει τους άλλους να τον πάρουν από το χεράκι και να του δώσουν προτεραιότητα. Κάποιος που νομικά, συνταγματικά και στην τελική, δικαιωματικά, κατέχει προτεραιότητα και δεν τη χρησιμοποιεί, υποσκάπτει την εύρυθμη λειτουργία πρώτα του εαυτού του και εν συνεχεία του συνανθρώπου του. Διότι, αν ούτε ο πρώτος δεν περνά τη διάβαση, και ο δεύτερος δεν το τολμά, αλλά ούτε και ο τρίτος προσπαθεί, τότε και ο τέταρτος σταματά, ο πέμπτος κοντοστέκεται και ο έκτος πια ούτε που το σκέφτεται… Και έτσι γίνεται μια ωραία συνήθεια να αφήνεις τους άλλους να τρέχουν σε έναν δρόμο που σου ανήκει. Και το χειρότερο; Τρέχουν προς μια κατεύθυνση εντελώς διαφορετική από τη δική σου και σε συμπαρασέρνουν. Πιο απλά, στη δική σου την πορεία, περνάει σα σίφουνας ο άλλος και σου την παρασέρνει και σου κλέβει τα πάντα, και δεν φτάνει μόνο αυτό, καθώς δεν σου μένει ούτε καν η απορία γιατί να συμβαίνει αυτό. 

Κάπως έτσι, νομίζω ότι είναι ολόκληρη η ζωή μας στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια. Κανείς δεν μιλά για το στραβό, κανείς δεν διεκδικεί το δικαίωμα, κανείς δεν δείχνει το αυταπόδεικτο, κανείς δεν προσπαθεί για το προφανές. Όλοι συνεπώς, μέσα στην πόλη, παραμένουμε χαμένοι στο αχανές… και με βλέμμα απλανές… 

Και όταν αναφέρω λοιπόν, την τελετουργία της μη διάβασης, η οποία ξαναλέω, αποτελεί ξεχωριστή κατηγορία των τελετουργιών διάβασης, το τονίζω: κάποιοι έχουν οργανώσει αυτό το σκηνικό και κάποιοι άλλοι (οι καθημερινοί πρωταγωνιστές-μαριονέττες) συμμετέχουν-συμμετέχουμε εν αγνοία σε αυτό. Είναι ολόκληρη σχολή που δημιουργεί αυτήν την καθημερινότητα, είναι ολόκληρη επιστήμη που κατασκευάζει τα καθημερινά δράματα τόσων αμέριμνων συνανθρώπων μας. 



Λέγεται πολιτική, και μάλιστα κακή πολιτική, που παίζει θέατρο με τις ζωές μας. Δεν είναι όμως μόνο αυτή που ευθύνεται, καθώς το μεγάλο μου ερώτημα είναι γιατί ο πρωταγωνιστής δεν μπορεί να ξεφύγει από το προδιαγεγραμμένο πλαίσιο σκηνικής παρουσίας; Γιατί κάποιος δεν μπορεί να ξεφύγει από τα πλαίσια που του επιβάλλουν; 

Θυμάμαι κάποτε στην οδό Πανεπιστημίου, (που πήρε το όνομά της για να μας θυμίζει την αξία του να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά και να γνωρίζεις όχι μία, αλλά πολλές αν όχι όλες τις επιστήμες, υπονοώντας ότι δεν είναι η εξειδίκευση που σώζει το πνεύμα, αλλά η γενίκευση και το άνοιγμα σε πολλούς ορίζοντες και σε πολλά πεδία δράσης), 



εκεί μεταξύ Εθνικής Βιβλιοθήκης και Στοάς Πεσμαζόγλου, περίμενα το φανάρι. Άναψε πράσινο για τους πεζούς και ξεκινώ να διασχίσω τον απέραντο δρόμο. Κάπου στη μέση είχε σταματήσει πάνω ακριβώς στη διάβαση, ένας ταρίφας, (πιθανόν ονόματι Μανώλης τραμπαρίφας…). Τα παίρνω κρανίο, και συνεχίζω σαν μαινόμενος ταύρος την αρχική μου πορεία που σε λίγα μέτρα διέκοπτε ο τύπος με τα κίτρινα (που δεν έμαθα ποτέ τελικά ποιον αγαπά καλύτερα). Και μόλις φτάνω εμπρός του, πατάω μια στην μπροστινή του ρόδα, δυο πάνω στο καπό και τρεις συνεχίζω αμέριμνος την πορεία μου, έχοντας περάσει πάνω από το ταξί, απλά ακολουθώντας την αρχική μου προδιαγεγραμμένη πορεία μου… Ο τυπάς, περιττό να σας πω ότι βγήκε έξω στολίζοντάς με, με ποικίλα κοσμητικά επίθετα εφαρμόζοντας τη δέουσα συμπεριφορά της επίθεσης στους ελληνικούς δρόμους που τόσο πολύ έχει αλωνίσει, αλλά εγώ αδιαφόρησα και προχώρησα ρίχνοντάς του μόνο μια παγερή ματιά… 

Το να περάσεις λοιπόν, απέναντι, στην άλλη όχθη και στην άλλη λογική, θέλει κότσια. Θέλει αφύπνιση, από τα μικρά και καθημερινά. Και σιγά σιγά, μετά τα μικρά θα ακολουθήσουν και τα μεγάλα…



Υ.Γ.: Οι φωτό είναι από μια πρόσφατή μου ταχύτατη διάβαση από την πρωτεύουσα...




Αυτήν ξέρετε, αλλά ποια εμπιστεύεστε;


Παλαιότερα, με είχε απασχολήσει αρκετά η διττή ερμηνεία της φράσης "αυτήν ξέρετε, αυτήν εμπιστεύεστε", παρμένη από μια διαφήμιση που αφορούσε την καθαρ(ι)ότητα.

Κατάλαβα με τον καιρό όμως, ότι αυτό το μότο, κολλάει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, που έχουν ως βάση τους και κοινό παρανομαστή τους, την έννοια της καθαρότητας εν γένει... Καθαρότητα σκέψεων, καθαρότητα οπτικής, καθαρότητα γνώσης, καθαρότητα αλήθειας, καθαρότητα καθαρότητας... και πάει λέγοντας, και λίγο πιο μετά πάει κλαίγοντας, διότι η καθαρότητα κρύβει πίσω της την αντικειμενικότητα και αυτή αντιδιαστέλλεται με την υποκειμενικότητα. Και αυτό το δίπολο το βρίσκεις πλέον εδώ και περίπου 2500 χρόνια, μετά την γέννεση της θεωρίας του ρελατιβισμού, παντού! Και όταν λέμε παντού λέμε παντού, με αποτέλεσμα να κλαίμε παντού... διότι πάντα πέφτουμε και χτυπάμε και τρώμε τα μούτρα μας ό,τι και αν πάμε να εξηγήσουμε. Τελικά καταλήγεις να καθαρίζεις το πάτωμα και τα τζάμια, από τα δάκρυα που σου φύγανε και πλημμύρισαν το χώρο, το χρόνο, το χωροχρόνο...


Δίνω ένα απλό παράδειγμα που αφορά την ερμηνεία του φαινομένου της Γαλλικής Επανάστασης, (που θεωρείται από πολλούς στοχαστές και μελετητές ένα από τα μεγαλύτερα -αν όχι το μεγαλύτερο- κοινωνικό γεγονός της νεώτερης Ιστορίας του ανθρώπου και της κοινωνίας του), από σύγχρονους της εποχής που έγινε η Επανάσταση, φιλοσόφους:


Από τη μια είναι ο κύριος Edmund Burke, ο οποίος θεωρείται ο πατέρας του σύγχρονου συντηρητισμού:

"Η βίαιη απόσπαση από το παρελθόν και ό,τι αυτό έχει κληροδοτήσει μέσω της παράδοσης, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει «σε ένα ακοινώνητο, απολιτικό, ασύνδετο χάος από στοιχειώδη άτομα.
Η πλάνη των Επαναστατών έγκειται λοιπόν στο ότι, ακολουθώντας τις διαφωτιστικές αρχές, είχαν ως αφετηρία τους τον Λόγο και όχι την εμπειρία ή τη φρόνηση, ότι θέλησαν να κόψουν βίαια τους δεσμούς με το αριστοκρατικό και θρησκευτικό παρελθόν της Ευρώπης. Για τον Μπερκ η Γαλλική Επανάσταση αποτελεί απόδειξη του γεγονότος ότι είναι καταδικασμένη να αποτύχει κάθε προσπάθεια να εγκαθιδρυθεί ένα πολίτευμα εκ του μηδενός."

(αναδημοσίευση χωρίς άδεια, από το "Στοχασμοί για την επανάσταση στη Γαλλία", Edmund Burke, μετάφραση-επιμέλεια Χρήστος Γρηγορίου, εκδ. Σαββάλας, 2010)





Από την άλλη, είναι ο κύριος Immanuel Kant, ο οποίος είναι γνωστός σε πολλούς: 

"Διότι ένα τέτοιο φαινόμενο στην ανθρώπινη ιστορία δεν ξεχνιέται πλέον, καθώς αποκάλυψε μια καταβολή και μια ικανότητα προς το καλύτερο στην ανθρώπινη φύση, τα οποία δεν είχε καταφέρει να ξεσκεπάσει με σοφιστεία κανένας πολιτικός από τη μέχρι τώρα πορεία των πραγμάτων, και το οποίο είναι το μοναδικό που συνδυάζει φύση και ελευθερία στο ανθρώπινο γένος σύμφωνα με εσωτερικές αρχές δικαίου, αλλά, όσον αφορά το χρόνο [πραγματοποίησής του], μπορούσε μόνον να θεωρείται ακαθόριστο και προερχόμενο από τη συγκυρία. Αλλά ακόμη και εάν ο σκοπός που προωθείται με αυτό το συμβάν δεν επιτευχθεί ούτε και τώρα, εάν η επανάσταση ή η μεταρρύθμιση του συντάγματος ενός λαού αποτύγχανε στο τέλος, ή, αφού είχε διατηρηθεί για κάποιο διάστημα, κατέληγε και πάλι στην παλαιά τροχιά (όπως προφητεύουν τώρα οι πολιτικοί), τότε εκείνη η φιλοσοφική πρόβλεψη δεν χάνει τίποτε από τη δύναμή της. Διότι εκείνο το συμβάν είναι πολύ μεγάλο και έντονα εμπλεκόμενο με το συμφέρον της ανθρωπότητας, η επιρροή του είναι εξαπλωμένη σε όλα τα μέρη του κόσμου, ώστε δεν αποκλείεται ότι, με κάποια αφορμή ευνοϊκών συνθηκών, θα έρθει στη μνήμη των λαών και θα αφυπνίσει νέες απόπειρες αυτού του είδους. Διότι, σε μια τόσο σημαντική υπόθεση για το ανθρώπινο γένος, θα πρέπει επιτέλους κάποτε το προτιθέμενο σύνταγμα να αποκτήσει εκείνη τη σταθερότητα που θα είχε επιτύχει να γεννήσει στις διαθέσεις όλων των ανθρώπων η διδασκαλία μέσω συχνής εμπειρίας."   

(αναδημοσίευση χωρίς άδεια από το "Η Διένεξη των Σχολών", Immanuel Kant, μετάφραση-επιμέλεια Θανάσης Γκιούρας, εκδ. Σαββάλας, 2004)






Έχουμε λοιπόν, και λέμε: από τη μια ο Burke, εστιάζει στην παραδοσιακή και παραδεδομένη (άρα και διαδεδομένη) εμπειρία και προχωρά με μοναδικό μπούσουλα αυτήν (οπότε σαν να λέει: αυτήν ξέρω από την εμπειρία μου και αυτήν εμπιστεύομαι ως δοκιμασμένη), και από την άλλη ο Kant, εστιάζει στην καινοτομία της Γαλλικής Επανάστασης που προσπάθησε από το μηδέν και αποκομμένη από τη σαθρότητα του παρελθόντος να δημιουργήσει κάτι νέο σε υγιείς βάσεις, με την ελπίδα αυτή η δεύτερη ευκαιρία που δίδεται στην κοινωνία, να κατορθώσει ο άνθρωπος να επανέλθει σε τροχιά προόδου και όχι να παραμένει εκτροχιασμένος και παραλογισμένος (οπότε σαν να λέει: ανοίξτε τα μάτια σας και μην μένετε μόνο σε αυτά που σας έχουν δώσει ως έτοιμη τροφή, αντισταθείτε στο ετοιματζίδικο, σκεφτείτε, προβληματιστείτε και από την αρχή ξαναρχίστε με δικά σας αρχι(δι)στικά εργαλεία, συνεπώς κείτεται ειρωνικά στη ρήση "αυτήν ξέρω, αυτήν εμπιστεύομαι, γιατί δεν έχω κάτι άλλο δοκιμασμένο...").


Τα συμπεράσματα δικά σας. Χαίρεστε και αγγαλλιάστε!



Ψάξε ψάξε, άντε να δούμε τι νέο θα βρεις...



Μια σπουδαία ευκαιρία για ανθρωπολογική μελέτη (και είμαι ευτυχής που αυτές τις μέρες βιώνω την 4η ευκαιρία μέσα σε 4 χρόνια), είναι η αναζήτηση στέγης. Η προσπάθεια για ενοικίαση κατοικίας, περνά μέσα από ένα μεγάλο φάσμα διαφορετικότητας των ανθρώπων που σου ανοίγουν το σπίτι τους.  

Διαφορετικοί άνθρωποι, με διαφορετική αντίληψη για το ωραίο, για το λειτουργικό, για το ευάερο, για το ευήλιο, για το ακριβό ή φθηνό, για το ζεστό ή το μονωμένο, ακόμα και για το απομονωμένο… Διαφορετική αίσθηση της θέας, διαφορετική αίσθηση της οπτικής στα πράγματα… 


(χαλί από φύλλα... Τι υπέροχα χρώματα;)


Είναι πραγματικά πλούτος εμπειριών, αυτό το 10λεπτο που σου ανοίγει ο άλλος το σπίτι του, και σου δείχνει την «πραμάτεια» του. Η προσπάθεια να αντλήσεις όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες από τη χροιά της φωνής, από τη γριά της μονής (κατοικίας δίπλα), από τη βλεμματική επαφή του οικοδεσπότη και τη σωματική του κίνηση, από τα εξωγλωσσικά και παραγλωσσικά στοιχεία, από το σκηνικό ολάκερο που στήνεται εμπρός σου, και στο οποίο είσαι όχι μόνο θεατής, μα και συν-πρωταγωνιστής… Αυτά τα ολιγόλεπτα σκετσάκια λοιπόν, που οι περισσότεροι παίζουν ρόλους, με σκοπό την βέλτιστη performance, είναι τόσο διασκεδαστικά… μα και τόσο κουραστικά, όταν τα αθροίσεις και συνειδητοποιήσεις ότι «γύρισε κάτου η μέρα», ότι τρέχεις πάνω από 10ωρο, και ακόμα η συγκίνηση δεν έχει έρθει. Αν και αυτό το αθροίσεις σε ημερήσια βάση, συνήθως διαπιστώνεις ότι τρέχεις 3-4 μέρες και η εσοδεία σου είναι αρκετά φτωχή ως προς τα γούστα σου και τις απαιτήσεις σου πάντα! 

Παρ’ όλα αυτά, έχεις συναντήσει παππούδες, γιαγιάδες, κληρονόμους, υπονόμους (!), ακόμα και πιθανόν κάποιους παρανόμους… Έχεις συζητήσει με νέους, με Έλληνες που μένουν στη Γερμανία και που επιμένουν ότι για όλα αυτά που μας συμβαίνουν περί κρίσεως, είναι αυστηρώς δικής μας υπαιτιότητος, με ξένους που ήρθαν εδώ για να βρουν μια καλύτερη πατρίδα, με συνοριοφύλακες πολιτισμού, με πρατηριούχους τουρισμού… Βέβαια, καμιά φορά, σου χαλάει και το αμάξι, και άντε να ψάξεις σπίτι με τα πόδια…, αλλά ζητάς οδική βοήθεια και συνεχίζεις το ταξίδι σου μέσα στα γέλια και στην απόλαυση του συναρπαστικού και απρόσμενου αυτού ταξιδιού! Εδώ, φαίνεται ότι η προσφερόμενη βοήθεια, είναι κάτι πολύ απλό, σχεδόν αυτονόητο...


(από την βόλτα με άμαξα στην Κέρκυρα, πάμε βόλτα με αμαξάρα στην Καστοριά... Τι σημασία έχουν οι λέξεις ή τα πόσα άλογα σε τραβούν, όσο ο άνθρωπος που είναι δίπλα σου...)


Συμπέρασμα: πώς γίνεται να μιλάμε για «αντικειμενική αξία ακινήτων» όταν παρόμοιο ακίνητο μπορείς να το βρεις 200ευρώ στην Καστοριά, 300ευρώ στη Μυτιλήνη και 400ευρώ στην Κέρκυρα, με ακριβώς αντίστροφη σχέση τιμής-θέας (και θέσης) ακινήτου; Πώς μπορούμε να μιλάμε για «αντικειμενική αξία ακινήτων» όταν διαπιστώνει κανείς ότι ούτε αντικειμενική είναι, αλλά ούτε ακίνητη (συνεπώς ούτε ακλόνητη) μια αξία, που τελικά κρύβει βαθιές κοινωνικές σχέσης ντόπιου και ξένου; Πώς, συνεπώς, να μιλήσουμε εν γένει για τη θέαση της έννοιας της αξίας, όταν αυτή περιτοιχίζεται από υποκειμενικότητα και διαρκή κίνηση; Πώς να προασπίσεις όλες εκείνες τις αξίες που διέπουν μια κοινωνία όταν η ίδια η κοινωνική συνομάδωση είναι κάτι ρευστό και συνεχώς διαφοροποιούμενο, ως απότοκο μιας συνάθροισης αέναων διαφοροποιών στοιχείων; 

Συνέχεια στη νέα μου έρευνα αγαπητοί μου και προσπάθεια απάντησης στα ανωτέρω ερωτήματα, τα προσεχή έτη, οπότε θα αντλώ πληροφορίες από το ένδοξο πεδίο δράσης των Μακεδονομάχων… οι οποίοι τελικά κατόρθωσαν πριν από 100 χρόνια ακριβώς να απελευθερώσουν τούτα τα μέρη

  



Φως εκ Φωτός, Γνώση εκ Γνώσεως...


Και με αφορμή για τα «Φώτα απέναντι», ας παρακολουθήσουμε τη φωτεινή πορεία μιας από τις σημαντικότερες φωτεινές πλευρές του ανθρώπου: 

Πρώτα από όλα η Γένεση της (και εγένετο φως…): 

“Ένιωσαν λοιπόν την ανάγκη της γραφής και την επινόησαν. Φαίνεται πως στην αρχή η γραφή ήταν μια πραγματική ζωγραφική, την οποία διαδέχτηκε μια συμβατική ζωγραφική, που διατήρησε μόνο τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των αντικειμένων. Κατόπιν, με ένα είδος μεταφοράς ανάλογης με εκείνη που είχε ήδη εισαχθεί στη γλώσσα, η εικόνα του φυσικού αντικειμένου εξέφρασε ηθικές ιδέες. Η προέλευση αυτών των σημείων, όπως και των λέξεων, ξεχάστηκε με τον καιρό. Και η γραφή έγινε η τέχνη της σύνδεσης ενός συμβατικού σημείου με κάθε ιδέα, κάθε λέξη, και μετέπειτα με κάθε τροποποίηση των ιδεών και των λέξεων. Έτσι, είχαν μια γραπτή και μια προφορική γλώσσα, τις οποίες έπρεπε εξίσου να μάθει κανείς, ανάμεσα στις οποίες όφειλε να καθιερώσει μια αμοιβαία αντιστοιχία.” 

(Κοντορσέ, Σχεδίασμα για έναν ιστορικό πίνακα των προόδων του ανθρώπινου πνεύματος, μτφρ. Ν. Χαρδαλιά, επιμέλεια Χρ. Αυλάμη, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006, σελ.43) 



(κείμενο υποδοχής σε μια αίθουσα τέχνης που αντίκρυσα σήμερα στο νέο μου σεργιάνι... κοίτα να δεις σύμπτωση!)


Ύστερα, η εκρηκτική λάμψη της ενηλικίωσής της: 

“H εκπαίδευση που μπορεί κάθε άνθρωπος να αποκτήσει μέσω των βιβλίων μέσα στη σιωπή και τη μοναξιά είναι αδύνατο να εκφαυλιστεί καθολικά• αρκεί να υπάρχει μια ελεύθερη γωνιά της γης όπου το πιεστήριο να μπορεί να τυπώνει σελίδες.” 

(Κοντορσέ, Σχεδίασμα για έναν ιστορικό πίνακα των προόδων του ανθρώπινου πνεύματος, μτφρ. Ν. Χαρδαλιά, επιμέλεια Χρ. Αυλάμη, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006, σελ.124-126) 



Τέλος, η παρακαταθήκη αυτής της φωτεινής πλευράς: η ελπίδα… 

“Υπάρχουν σημεία όπου μένουμε κατάπληκτοι μπροστά σε ένα λαμπρό φως. Βαθύ σκοτάδι όμως εξακολουθεί να καλύπτει έναν απέραντο ορίζοντα. […] Και ο φίλος της ανθρωπότητας δεν μπορεί να δοκιμάσει αμέριστη χαρά παρά μόνο όταν αφεθεί στη γλυκιά ελπίδα για το μέλλον.” 

(Κοντορσέ, Σχεδίασμα για έναν ιστορικό πίνακα των προόδων του ανθρώπινου πνεύματος, μτφρ. Ν. Χαρδαλιά, επιμέλεια Χρ. Αυλάμη, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006, σελ.181-182) 


Βλέπουμε δηλαδή, ότι η Γνώση (και η μετα-λαμπά-δευση αυτής), η Ελπίδα, η Γένεση, η Έκρηξη, αποτυπώνονται με φωτεινά χαρακτηριστικά στη γλώσσα μας, στοιχείο ομοιότητας καθόλου τυχαίο, καθώς ο δημιουργός αυτών των λέξεων και κατ’ επέκταση αυτών των εννοιών, θέλησε να σφραγίσει με το κοπίδι του ανάμεσα στα γράμματα που συγκροτούν αυτές τις έννοιες, τη σπουδαιότητα του φωτός και τη δυναμική του… Υπάρχει όμως και ένα ακόμα στοιχείο ομοιότητας αυτών των λέξεων, πάλι καθόλου τυχαίο: είναι η εξωστρεφής διάθεση και τάση διασποράς από ένα μικρό μέρος (φωτεινό), προς ένα μεγαλύτερο μέρος (που μπορεί να ταυτίζεται με το όλον και που συνήθως αντιδιαστέλλεται ως σκοτεινόν…). 

Είναι αυτή η τάση φυγής που έχουν αυτές οι λέξεις, με σκοπό όχι να κρυφτούν από κάτι που τις κυνηγά, μα με σκοπό να σκορπίσουν προς τους τέσσερις ορίζοντες, όπως το αληθινό φως σκορπά τα σκότη τις νυχτιές… 

Έτσι και ‘γω, μικρός ελπιδοφόρος, ξεκινώ να ακολουθήσω ένα παραλίμνιο παραπαίδι του φωτός… Τραβώ λοιπόν, για (άλλο) ένα Φως απέναντι, και όπου μας βγάλει… στη συνέχιση του ταξιδιού του φωτός, του κυνηγιού της γνώσης, της αναζήτησης του αυτοπροσδιορισμού...




(άποψη της Καστοριάς, της νέας μου σπιτονοικοκυράς...)