Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γκάτσος Νίκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γκάτσος Νίκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Το δίχτυ

 

Είναι φορές που σε τυλίγει αυτό το δίχτυ.

Σαν το ένδυμα του Ηρακλή ποτισμένο από το δηλητήριο της Δηιάνειρας. 

Και δεν μπορείς να ξεφύγεις από αυτό που σε πνίγει.

Και βυθίζεσαι όλο και πιο βαθιά. Και παραμορφώνεσαι.

Δεν αναγνωρίζεις το πρόσωπό σου.

Δεν έχει μορφή το πρόσωπό σου.

Δεν έχεις έκφραση.

Μονάχος βρες την άκρη της κλωστής...

Αξίζει να διαλυθείς, να αποσυνθεθείς

και αν είσαι τυχερός, να σηκωθείς πάλι

και να ξεκινήσεις από νέα αρχή.


Σπουδαίο να πέφτεις και να σηκώνεσαι.


"Το δίχτυ"
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Ερμηνεία: Τάκης Μπίνης

Ήρθε ο καιρός;

 

Στο σημερινό αλλαλούμ,

με αυτούς που δεν μπορούν άλλο να ακούν,

εκείνους που δεν ξέρουν να ακούν,

και όλους τους άλλους που δεν μάθαν ποτέ πώς να τα πουν,

αυτά που τους απασχολούν,


Τους αφιερώνω την κάτωθι τραγουδάρα του απύθμενου Γκάτσου...


"Ήρθε ο καιρός"

Στίχοι: Νίκος Γκάτσος

Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος

Ερμηνεία: Νίκος Δημητράτος



Ήρθε πράγματι ο καιρός;


Ηθο(υς) ποιία



Ένας αποκαλυπτικός ορισμός της κοινωνίας είναι αυτός:

"Μια κοινωνική εγκατάσταση είναι οποιοσδήποτε χώρος περιβάλλεται από σταθερούς φραγμούς στην αντίληψη, στον οποίο σημειώνεται τακτικά ένα συγκεκριμένο είδος δραστηριότητας."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το «Παρουσίαση του Εαυτού στην καθημερινή ζωή» του Erving Goffman, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, σελ. 295)


Διαφαίνονται οι σταθεροί φραγμοί στην αντίληψη, διότι εξάλλου τι άλλο είναι η αντίληψη αν όχι μια φραγμένη αυλή; Αυλή των θαυμάτων θα μου πείτε βέβαια…, αλλά παρά ταύτα περιφραγμένη αυλή! Και μέσα σε αυτή την αυλή παίζουμε και χοροπηδάμε όλοι εμείς οι σαλτιμπάγκοι του δρόμου, επιτελώντας αυτοσχέδιους τσαρλατανισμούς…

"Η J. Butler εισάγει τον όρο επιτελεστικότητα (performativity) για να εξηγήσει πώς η ανάπτυξη του σώματος μέσω κινήσεων, ενεργημάτων και χειρονομιών, ιδίως σε σχέση με τη σεξουαλικότητα, συντελείται μέσα από μια διαδικασία επανάληψης, μια παραγωγή ταυτότητας μέσα στο λόγο, η οποία είναι ταυτόχρονα περιορισμένη από πολιτισμικές και κοινωνικές κανονικότητες και ανοιχτή σε νέες εναλλακτικές επανασημασιοδοτήσεις. Κάθε επιτέλεση διακρίνεται τόσο από στοιχεία μίμησης και επανάληψης όσο και από στοιχεία πρωτοτυπίας και έχει τη δυναμική να είναι υπονομευτική και ανατρεπτική."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το «Παρουσίαση του Εαυτού στην καθημερινή ζωή» του Erving Goffman, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, σελ. 40)


Και όσο προσπαθούμε να επαναλάβουμε ή να μιμηθούμε, να αναλάβουμε δράση ή να θυμηθούμε δράσεις άλλων και να εμπνευστούμε από αυτές, επιτελούμε ένα ολόκληρο έργο. Εξάλλου, τόση ενέργεια, με βάση τον παππού Αϊνστάιν, γίνεται σε κάποιο ποσοστό και λίγο έργο. Έργο, που το διαδραματίζουμε όλοι μαζί, εν συνόλω, εν χορώ, εν καρδία και εν αποστασία ενίοτε… Έργο με άλλα λόγια, κοινό. Περίεργο βέβαια αυτό, καθώς σπάνια βλέπουμε το κοινό να αποτελεί τους συντελεστές ενός έργου… συνήθως το έργο απευθύνεται στο κοινό και όχι το κοινό στο έργο! Αυτό από μόνο του αποτελεί ένα μυστήριο, ή μήπως όχι;

Γιατί το ρωτάω αυτό; Διότι, υπάρχει ένας ρόλος σε αυτό το κλουβί με τις τρελές, πολύ δύσκολος. Είναι αυτός του διαχειριστή (ή και του θηριοδαμαστή, το ίδιο κάνει). 

"Σύμφωνα με το δραματουργικό μοντέλο το άτομο ανάγεται σε διαχειριστή. Διαχειρίζεται την αξιολόγηση του εαυτού του, όπως τον κρίνουν οι άλλοι, δίνοντας, ηθελημένα ή όχι, πληροφορίες που τον αφορούν. Αν η κοινωνική ζωή είναι μια διαδικασία παραγωγής πληροφοριών προκειμένου να επηρεαστούν οι άλλοι, ο έλεγχος της πληροφορίας προϋποθέτει τον έλεγχο του εαυτού έτσι ώστε τα άτομα να εμπλέκονται όσο περισσότερο γίνεται στην ερμηνεία ενός ρόλου και να μην είναι αποκομμένα από τις εντυπώσεις που επιθυμούν να δημιουργήσουν στους υπόλοιπους παριστάμενους."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το «Παρουσίαση του Εαυτού στην καθημερινή ζωή» του Erving Goffman, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, σελ. 21)


Ο διαχειριστής πρέπει δηλαδή να καταπιαστεί με την πληροφορία και να τη βάλει σε μια τάξη. Για να γίνει όμως αυτό, σε μια προσπάθεια πάντα διαχείρισης της συμπαντικής εντροπίας (που δεν είναι άλλη από τη ροπή προς την αταξία), προϋποτίθεται ότι πρέπει να δοθεί ένα νόημα στην πληροφορία, ώστε να αναζητηθεί κατόπιν η «φυσική» της τάξη και σειρά, με τέτοιο τρόπο και με τέτοιο πάθος μάλιστα, ως να προϋπήρχε αυτή η φυσική τάξη και μετά να γεννήθηκε ο αναζητητής της και όχι το αντίστροφο…

"[…] τα ζητήματα που δεν θίγει το κοινό λόγω του δέους που νιώθει για τον ερμηνευτή είναι πιθανότατα εκείνα για τα οποία ο ίδιος θα αισθανόταν ντροπή αν λάβαινε χώρα κάποια αποκάλυψη. […] Έχουμε λοιπόν ένα βασικό κοινωνικό νόμισμα, με το δέος στη μια του πλευρά και την ντροπή στην άλλη. Το κοινό νιώθει την ύπαρξη των απόκρυφων δυνάμεων και μυστηρίων πίσω από το δρώμενο και ο ερμηνευτής νιώθει πως τα κύρια μυστικά του είναι τιποτένια. Όπως δείχνουν αναρίθμητα λαϊκά παραμύθια και τελετές μύησης, συχνά το αληθινό μυστικό που κρύβεται πίσω από το μυστήριο είναι ότι, στην πραγματικότητα, μυστήριο δεν υπάρχει. Το πραγματικό πρόβλημα είναι πώς θα γίνει να μην το μάθει το κοινό."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το «Παρουσίαση του Εαυτού στην καθημερινή ζωή» του Erving Goffman, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, σελ. 124)


Συνεπώς, η αντιμετώπιση της εντροπίας, προϋποθέτει μάλλον την αντιμετώπιση της ντροπής, που ενυπάρχει και ελλοχεύει στην εντροπία… Με ποιον τρόπο ο διαχειριστής μάχεται εναντίον της ντροπής;

Διαχρονικά, η απάντηση είναι μια: με την Ηθική!

"Ερχόμαστε τώρα στη βασική διαλεκτική. Ερμηνεύοντας ρόλους, οι άνθρωποι φροντίζουν να διατηρήσουν την εντύπωση ότι ανταποκρίνονται στα πολλαπλά πρότυπα σύμφωνα με τα οποία κρίνονται οι ίδιοι και τα προϊόντα τους. Επειδή τα πρότυπα αυτά είναι τόσο πολυάριθμα και τόσο διεισδυτικά, τα άτομα που ερμηνεύουν ρόλους κατοικούν περισσότερο απ’ ό,τι νομίζουμε σ’ ένα ηθικό σύμπαν. Όμως, υπό την ιδιότητα του ερμηνευτή, τα άτομα δεν ασχολούνται με το ηθικό ζήτημα της πραγμάτωσης αυτών των προτύπων, αλλά με το ηθικά αδιάφορο ζήτημα της μεθόδευσης μιας πειστικής εντύπωσης ότι τα πρότυπα αυτά όντως πραγματώνονται. Η δραστηριότητά μας λοιπόν, αφορά συνήθως ηθικά ζητήματα, αλλά ως ερμηνευτές τούτα δεν μας αφορούν από ηθική άποψη. Ως ερμηνευτές είμαστε έμποροι ηθικής. Περνάμε τη μέρα μας σε ιδιαίτερη επαφή με τα αγαθά που εκθέτουμε και ο νους μας κατακλύζεται από τους ιδιαίτερους τρόπους με τους οποίους τα καταλαβαίνουμε. Μπορεί όμως κάλλιστα, όσο περισσότερη προσοχή δίνουμε σε τούτα τα αγαθά, τόσο πιο απομακρυσμένοι να νιώθουμε απ’ αυτά και απ’ όσους είναι αρκετά εύπιστοι ώστε να τα αγοράζουν. Για να χρησιμοποιήσω μια άλλη μεταφορά, η ίδια η, επωφελής άλλωστε, υποχρέωση να εμφανίζεται κανείς πάντα υπό το σταθερό φως της ηθικής, να συνιστά δηλαδή έναν κοινωνικοποιημένο χαρακτήρα, τον αναγκάζει να είναι το είδους του ανθρώπου που έχει ασκηθεί στους τρόπους της θεατρικής σκηνής."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το «Παρουσίαση του Εαυτού στην καθημερινή ζωή» του Erving Goffman, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, σελ. 309)


"Η ηθική δεν αποτελεί εγγενές γνώρισμα των δρώντων ούτε υπάρχει ανεξάρτητα απ’ αυτούς. Αντίθετα, οικοδομείται μέσω των παραστάσεων και των τελετουργιών της αλληλεπίδρασης, οι οποίες είναι σχεδιασμένες να επιβεβαιώνουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Από την άλλη πλευρά, η χειραγώγηση των άλλων και ο χειρισμός των εντυπώσεων ως προς την παρουσίαση του εαυτού δημοσίως, αποτελούν την πιο ουσιαστική μορφή δέσμευσης στην ηθική τάξη της κοινωνίας. […] Με αυτούς τους όρους, η ηθική, ο χειρισμός εντυπώσεων και η χειραγώγηση δεν αποτελούν αλληλοαναιρούμενες έννοιες."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το «Παρουσίαση του Εαυτού στην καθημερινή ζωή» του Erving Goffman, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, σελ.26)


Και εδώ φτάνουμε στο πιο δύσκολο σημείο: η κοινώς εννοούμενη Ηθική, πόσο κοινώς εννοούμενη είναι και πόσο Ηθική είναι;

Η Ηθική ενός εκάστου από τους συμμετέχοντες ηθο-ποιούς, είναι η Οπτική μέσα από την οποία προσεγγίζεται η ποίηση του ήθους. Άρα, η Ηθική δεν μπορεί παρά να είναι μια ατομική υπόθεση που το μόνο συλλογικό στοιχείο που τη χαρακτηρίζει είναι ότι όλοι μιλούν για αυτήν, αλλά ο καθένας με το δικό του τρόπο. Άρα, μπορεί να υπάρχει κοινή Ηθική σε μια κοινωνία που αναζητά κοινές σταθερές για να συνεχίσει την ύπαρξή της; Η απάντηση νομίζω έχει ήδη διαφανεί: όχι! Τι υπάρχει τότε για να συγκρατήσει τους ηθοποιούς σε ένα κοινό έργο (ή αν θέλετε σε μια κοινή επιτέλεση ενός έργου), ώστε η κοινωνία να παραμείνει αυτό που ετυμολογείται, δηλαδή κοιν-ωνία (ενέργεια ή κατάσταση που δημιουργεί κάτι κοινό);

Κάτι πολύ απλό: μια Ηθική που θα αναζητά οι συμμετέχοντες να φτάσουν σε έναν κοινό ορισμό, σε μια ομοφωνία, σε ένα κονσένσους, που λένε και στα μεγάλα διεθνή συνέδρια… Και αυτό είναι το ηθικό κομμάτι, καθώς προϋποθέτει κάτι ακόμα: ο ένας να ακούει τον άλλον, να δώσει το λόγο ο ένας στον άλλον, ο ένας να συνδιαλεχτεί με τον διπλανό του. Καταστάσεις και ενέργειες που δεν υπάρχουν εύκολα στις ανθρώπινες κοινωνίες… Για να παίξουμε το ίδιο έργο ή στο ίδιο έργο (ό,τι προτιμάται από τα δυο, το ίδιο είναι, καθώς το μπρος-πίσω στο επίπεδο αναφοράς δεν επηρεάζει τον κοινό παρατηρητή, αλλά ούτε και τον κοινό παρανομαστή, καθώς το κλάσμα και το μερίδιο που θα αναλάβει ο καθείς από τους συμμετέχοντες είναι σταθερό και προκαθορισμένο…), απαιτείται ως σκηνοθετική λεπτομέρεια να κάτσουμε και να τα βρούμε. Να συμφωνήσουμε στο τι θα διαδραματίσουμε. Και όταν λέμε «να συμφωνήσουμε» δεν εννοούμε να επιβάλλουμε την άποψή μας, αλλά να αποβάλλουμε από την άποψή μας κάθε κυριαρχικό και αυταρχικό-εξουσιαστικό στοιχείο, ώστε να δώσουμε χώρο (και γιατί όχι και συγ-χώρ-εση) στους συνανθρώπους μας…

"Η συζήτηση σχετικά με την έννοια του κοινού ορισμού της κατάστασης και την έννοια της παράστασης ανακινεί, όπως και στην περίπτωση της αμηχανίας ζητήματα σχετικά με τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Η ανάγκη ενός κοινού ορισμού της κατάστασης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνέχιση της κοινωνικής συνεύρεσης και η υποστήριξη αυτού του ορισμού αποτελεί ουσιαστικό ηθικό μέλημα των μετεχόντων."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το «Παρουσίαση του Εαυτού στην καθημερινή ζωή» του Erving Goffman, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, σελ.37)



Όπως το διατύπωσαν τελικά, κάποιοι μεγάλοι...




Αυτό που μετράει είναι το ταξίδι...


"Το ταξίδι"
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις



Μα είναι φίδι το ταξίδι 
είναι χολή μαζί και ξύδι, 
σε ένα μεγάλο αγκάθινο σταυρό 
όμως εγώ δεν κάνω πίσω 
ούτε τον δρόμο μου θ' αφήσω, 
ώσπου λιμάνι σίγουρο να βρω





Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα



Λίγο πριν δώσω το μάθημα "Ανθρωπολογία της Συγγένειας", συγκλονίζομαι και συγκινούμαι με όλα αυτά που το βορειοανατολικό Αιγαίο, μου έχει δώσει απλόχερα.

Λίγο πριν γράψω και εξηγήσω ότι οι συγγενικές σχέσεις είναι ένα απλό κατασκεύασμα της κοινωνίας και ότι η έννοια της οικογένειας εννοιοδοτείται διαφορετικά κατά κοινωνία, κατά τόπους και κατά εποχές, ταρακουνιέμαι σύγκορμος με τη διαπίστωση ότι σε τούτον τον τόπο του βορειοανατολικού Αιγαίου, έχω πλέον τη δική μου μεγάλη και ζεστή Οικογένεια που με υποδέχεται με τρυφερή αγκάλη.

Λίγο πριν προσπαθήσω να προσεγγίσω την πολιτισμική διαφοροποίηση της έννοιας της μητρότητας, μέσω της βαρυσήμαντης έννοιας της Μάνας, συνταράσσεται κάθε κύτταρο της σάρκας μου, όταν συνειδητοποιώ το μεγαλείο της Ελληνίδας Μάνας αλλά και της μεγαλύτερης όλων, της Ελλάδας Μάνας, αυτής που ξεμπροστιάζεται στο παζάρι των εμπόρων, αυτής που χαρακώνει το κορμί της για να μεγαλώσει το παιδί της, αυτής που ξεπουλιέται σωματικά για να μην πουληθεί πνευματικά, μα χωρίς να κατανοεί ότι σώμα και πνεύμα δεν διαχωρίζονται, αυτής που βλέπεις να παλεύει με τα κύματα του Αιγαίου, σε μια πνιγμονή δίχως σωτηρία, σε ένα ταξίδι δίχως γυρισμό...


Η σχέση μου με το Αιγαίο, φωλιάζει στο βυθό μιας ρήσης από έναν ποιητή του άλλου πελάγους, του Ιονίου:


"Τα σπλάγχνα μου και η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν..."


"Μάνα μου Ελλάς"
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Εκτέλεση: Νίκος Δημητράτος




Δεν έχω σπίτι πίσω για να `ρθώ 
ούτε κρεβάτι για να κοιμηθώ 
δεν έχω δρόμο ούτε γειτονιά 
να περπατήσω μια Πρωτομαγιά. 

Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα 
μου τα ‘πες με το πρώτο σου το γάλα. 

Μα τώρα που ξυπνήσανε τα φίδια 
εσύ φοράς τα αρχαία σου στολίδια 
και δε δακρύζεις ποτέ σου μάνα μου Ελλάς 
που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς. 

Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα 
μου τα ‘πες με το πρώτο σου το γάλα. 

Μα τότε που στη μοίρα μου μιλούσα 
είχες ντυθεί τα αρχαία σου τα λούσα 
και στο παζάρι με πήρες γύφτισσα μαϊμού 
Ελλάδα Ελλάδα μάνα του καημού. 

Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα 
μου τα ‘πες με το πρώτο σου το γάλα. 

Μα τώρα που η φωτιά φουντώνει πάλι 
εσύ κοιτάς τα αρχαία σου τα κάλλη 
και στις αρένες του κόσμου μάνα μου Ελλάς 
το ίδιο ψέμα πάντα κουβαλάς.


Η φθαρμένη μας φύσις... (2)



Πολλοί αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν να δεχόμαστε όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, χωρίς να αντιδρούμε! Καλά τόσο ψόφιοι είμαστε τελικά; Μας διαλύουν, μας ξεφτιλίζουν, και εμείς εκεί, κοιμισμένοι. Τι μας συμβαίνει τελικά;

Με απασχολεί πολύ αυτή η ερώτηση. Ψάχνω απεγνωσμένα (και αγανακτισμένα) την απάντηση. Στο νου μου, έχω τρεις σκέψεις που νομίζω ότι έχουν σχέση με την απάντηση στο ερώτημα αυτό.

1η σκέψη: είναι το πείραμα του George Stratton, ενός αμερικανού ψυχολόγου, ο οποίος έκανε το εξής (δια στόματος Μάνου Δανέζη,δείτε από 4.40'' - 7.19''): έκλεισε το ένα του μάτι με ένα μαύρο ύφασμα και στο άλλο του μάτι προσάρμοσε ένα φακό ο οποίος είχε την ιδιότητα να αντιστρέφει τις εικόνες. Για μέρες ολόκληρες ο Stratton έβλεπε όλα τα αντικείμενα γύρω του ανεστραμμένα. Περνώντας όμως οι μέρες, ο εγκέφαλος προσαρμόστηκε στα καινούργια αυτά δεδομένα, και ενώ μέσω του φακού στην αρχή έβλεπε ανεστραμμένα τα αντικείμενα, μετά την πάροδο κάποιων ημερών τα έβλεπε κανονικά σαν να μη φόραγε το φακό. Μετά από λίγες μέρες, κι αφού πλέον έβλεπε τα πράγματα κανονικά, έβγαλε τον φακό από το μάτι του. Τι θα περιμέναμε όλοι; Εφ’ όσον έβγαλε τον φακό, να συνεχίσει να βλέπει τα πράγματα κανονικά. Όμως αυτό δε συνέβη! Βγάζοντας το φακό ο Stratton, άρχισε να βλέπει τα πάντα γύρω του ανεστραμμένα. Κι αυτό συνεχίστηκε για πάρα πολλές μέρες, μέχρι που ο εγκέφαλος προσαρμόστηκε εκ νέου στα νέα δεδομένα παρατήρησης κι άρχισε να βλέπει τα πράγματα πάλι κανονικά. Αυτό αποδεικνύει ότι τα μάτια μας, δεν βλέπουν ακριβώς αυτό το οποίο συμβαίνει, αλλά βλέπει αυτό που ο εγκέφαλος το “διατάζει” να δει!


2η σκέψη: Το πασίγνωστο σκυλί του Παυλόφ. Ο Παυλόφ θέλησε να μάθει τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουμε. Ξεκίνησε κάνοντας πειράματα κυρίως σε ζώα. Είναι γνωστό ένα πείραμα, σύμφωνα με το οποίο ο Παυλόφ θέλησε να μελετήσει την ποσότητα της έκκρισης σάλιου στο στόμα του σκύλου, όταν του πρόσφερε ένα κομμάτι κρέας.

Για να υλοποιήσει το πείραμα ο Παυλόφ προσάρμοσε στο στόμα του σκύλου ένα σωλήνα που κατέληγε σε ένα δοχείο. Κάθε φορά που πλησίαζε το κρέας στον σκύλο, εκείνος έβγαζε σάλιο το οποίο το μάζευε στο δοχείο και μετρούσε την ποσότητά του. Ο Παυλόφ πίστευε ότι η έκκριση του σάλιου ήταν αντανακλαστική: ο εγκέφαλος του σκύλου βλέπει την τροφή και δίνει εντολές στους σιελογόνους αδένες να βγάζουν σάλιο για να καταπιεί την τροφή πιο εύκολα.

Σιγά σιγά, όμως ο Παυλόφ παρατήρησε ότι ο σκύλος δεν έβγαζε σάλιο μόνο όταν έτρωγε την τροφή αλλά και όταν την έβλεπε. Επίσης σιγά σιγά ο σκύλος άρχισε να βγάζει σάλια ακόμη και όταν άκουγε τα βήματα του φύλακα στο διάδρομο να του φέρνει το φαγητό: η έκκριση δηλαδή του σάλιου γινόταν και χωρίς την θέα της τροφής. Ο σκύλος αντιδρούσε σαν να καταλάβαινε ότι έρχεται η τροφή.

Στη συνέχεια ο Παυλόφ σκέφτηκε να κάνει και το εξής: κάθε φορά που θα ερχόταν η τροφή θα χτυπούσε και ένα καμπανάκι. Για πολύ καιρό συνδύαζε την τροφή του σκύλου με το καμπανάκι, ώσπου στο τέλος παρατήρησε ότι κάθε φορά που χτυπούσε το καμπανάκι, οι σιελογόνοι αδένες του σκύλου έκκριναν σάλιο και χωρίς τη θέα της τροφής. Ο σκύλος είχε «μάθει» ότι αν χτυπούσε το καμπανάκι, τότε θα ερχόταν και η ώρα να φάει και τότε ο οργανισμός του έκκρινε σάλιο συνδέοντας έτσι την τροφή με τον ήχο του κουδουνιού. Έτσι λοιπόν, ο Παυλόφ κατάλαβε ότι το «ερέθισμα - κουδούνι» παράγει ένα «ερέθισμα – έκκριση σάλιου». Αυτή η παρατήρηση του Παυλόφ είναι γνωστή ως θεωρία των εξαρτημένων αντανακλαστικών, η οποία με τη σειρά της οδήγησε στην διατύπωση της θεωρίας της κλασικής εξαρτημένης μάθησης.

Εξαρτημένο αντανακλαστικό είναι μία αντίδραση (έκκριση σάλιου) που παρουσιάζεται όταν συνδεθεί με ένα ερέθισμα (το κουδούνι). Αυτό σημαίνει ότι ο σκύλος είχε μια σταθερή αντίδραση (την έκκριση σάλιου) αλλά τα ερεθίσματα ήταν διαφορετικά: στην αρχή ήταν η θέα της τροφής και στο τέλος το κουδούνι. Μέσα από την επανάληψη των ερεθισμάτων ο σκύλος «μάθαινε» να εκκρίνει σάλιο όταν έβλεπε το κρέας ή όταν άκουγε το κουδούνι.
Η τελική θεωρία της κλασικής εξαρτημένης μάθησης (classical conditioning) διατυπώθηκε ως εξής: ένα ελεγχόμενο ερέθισμα (conditioned stimulus – C.S.: στο συγκεκριμένο πείραμα, το κουδούνι) το οποίο, στην αρχή τουλάχιστον, είναι άσχετο με μία μη ελεγχόμενη αντίδραση (unconditioned response – UC.R.: στο συγκεκριμένο πείραμα, η έκκριση σάλιου) μπορούν να συνδυαστούν με ένα μη ελεγχόμενο ερέθισμα (unconditioned stimulus – UC.S.: στο συγκεκριμένο πείραμα, η παροχή φαγητού στον σκύλο). Όσο τα C.S. – UC.S. & UC.R. συνδυάζονται, τόσο περισσότερο μπορούν να δημιουργήσουν μία εξαρτημένη αντίδραση (conditioned response – C.R.: στο συγκεκριμένο πείραμα, η έκκριση σάλιου), η οποία ήταν πριν UC.R, δηλαδή ανεξέλεγκτη. Αυτό πολύ απλά σημαίνει ότι αν πριν η έκκριση σάλιου ήταν μη ελεγχόμενη (UC.R) μπορεί τώρα να γίνει ελεγχόμενη (C.R.), δηλαδή εξαρτημένη από το ερέθισμα – κουδούνι.

Ο Παυλόφ και η ερευνητική του ομάδα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι και ο άνθρωπος μαθαίνει με ανάλογο τρόπο: μπορεί να φτάσει σε μία επιθυμητή συμπεριφορά ανάλογα με τα ερεθίσματα που δέχεται. Κάθε ερέθισμα δίνει μια πληροφορία και μπορεί ακόμα να προκαλεί και μια απάντηση. Με την επανάληψη των ερεθισμάτων μπορεί ο άνθρωπος να μάθει μία συγκεκριμένη συμπεριφορά.

(Reber, 1985:124, Bernstein et al., 1994:250-252).





3η σκέψη: προσπαθώ να μάθω στον κολλητό μου φίλο, Μαρξ, να κάνει την ανάγκη του σε συγκεκριμένο σημείο, πάνω σε μια πάνα, έξω ακριβώς από το σπίτι μου. Έχω έρθει αντιμέτωπος με την άγριά του φύση, προσπαθώντας όχι μόνο να τον εξημερώσω, μα να του μάθω να κάνει κάτι που θέλω εγώ. Ώρες ώρες αναρωτιέμαι αν είναι τραγικά εγωιστικό, αυτό που θέλουμε και απαιτούμε από τα καημένα τα ζωάκια να κάνουν, δηλαδή να αλλάξουν τη φύση τους, και νομίζω ότι έτσι είναι. Όμως, αν δεν το κάνω, θα με πνίξουν τα ούρα και τα κόπρανα του φίλτατου Μαρξ μέσα στο σπίτι… Ο καθένας δηλαδή έχει τους λόγους του… Το αποτέλεσμα πάντως είναι ένα: η φύση μας μπορεί να αλλάξει, ανάλογα με το ερέθισμα, την επιβράβευση ή την τιμωρία, τον φόβο ή το χάδι… Τεχνικές, που χρησιμοποιούμε όλοι μας, όχι μόνο στην εκπαίδευση σκύλων, αλλά και τέκνων, φίλων…





Συμπερασματικά, ξαναγυρίζοντας στο αρχικό ερώτημα γιατί δεν αντιδρούμε που να πάρει ο διάολος, απάντηση μάλλον φαντάζει αρκετά απλή: δεν αντιδρούμε, διότι τα αντανακλαστικά μας, είναι ακόμα κοιμισμένα, σκουριασμένα, και αχρησιμοποίητα επί σειρά ετών, άρα έτσι αδούλευτα, σχεδόν άχρηστα, ανίκανα να επιτελέσουν την αρχική τους πρωτόγονη λειτουργία. Αναλογικά, τα κοινωνικά μας αντανακλαστικά, της δημοκρατίας, της ισότητας, του σεβασμού και της ελευθερίας, έχουν ατονήσει, μιας και έχουν καιρό να χρησιμοποιηθούν. Ποιος δεν μας αφήνει; Αυτοί που πάντα επιθυμούσαν την άμβλυνση των αντανακλαστικών μας, για να μην πω ακόμα και τη λοβοτομή μας. Κοινώς, οι λίγοι αχόρταγοι που θέλουν να εξουσιάζουν όλον τον κόσμο. Καναλάρχιδες, Facebookakides, Κυβερνήτες, Googlides κλπ μάγκες που μας ξεγελούν με την πρώτη ευκαιρία…




Τι απαντάμε σε όλα αυτά; Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία… και θέλει πίσω από την αρετή, να κρύβεται η υπομονή, και πίσω από την τόλμη η προσπάθεια να καθαρίσουμε τη σκόνη…

Άιντε αδέρφια. Ας προσπαθήσουμε να ξεμάθουμε, όλα αυτά που μας έκαναν να μάθουμε για σωστά… Είναι δύσκολο κάποιες φορές να αντιληφθούμε ποιο είναι το μαύρο και ποιο το άσπρο, και έτσι ποιον δρόμο πρέπει να ακολουθήσουμε. Ας διαλέξουμε όμως, έστω και στην τύχη... Ας προσπαθήσουμε, και όπου βγει.


(φωτό έξω ακριβώς από το σπίτι μου)



"Μπαρμπα-Γιάννη"
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Ερμηνεία: Νίκος Ξυλούρης







Την άνοιξη όλοι προσμένουν, μα το πικρό το όνειρο φταίει...




Η ίδια προβληματική. Διαχρονικά. Από τα μικρά και καθημερινά, ως τα μεγάλα και πιο επίσημα. Το
ανικανοποίητο του Τσιτσάνη, ο κόσμος που δεν θα αλλάξει ποτέ του χατζηδακικού Κεμάλ, ο Κατάδικος του Θεοτόκη, η άνοιξη που όλοι προσμένουν και αυτή προσπερνάει του Γκάτσου, η Κραυγή του Καζαντζάκη… και άλλοι πολλοί τρόποι για να εκφραστεί η ίδια ανησυχία. Μένει όμως μόνη, έρημη κραυγή, χωρίς απάντηση, χωρίς καν αντήχηση του έστω ίδιου ψεύτικου εαυτού…

Μονόλογος. Ασφυκτικός. Μα κυρίως, μελαγχολικός.



"Γράμμα στον κύριο Νίκο Γκάτσο"
Στίχοι, Μουσική: Ανδρέου Γιώργος
Ερμηνεία: Τάνια Τσανακλίδου



Το σπασμένο βιολί του κόσμου ακόμα ουρλιάζει
Στα νωπά σπαρμένα χωράφια η μέρα χαράζει
Φαντάροι χορεύουν τις νύχτες σε άδειες ταβέρνες
Δελφίνια στο πέλαγο μόνα, νεράκι στις στέρνες
Νησιά ταξιδεύουν στον ήλιο, κανείς δε μιλάει
Την άνοιξη όλοι προσμένουν
Κι αυτή προσπερνάει

Όλα κύριε Νίκο είναι εδώ
Όπως τα άφησες εσύ κι όπως τα ξέρεις
Από της λύπης τον καιρό
Κι όταν γυρίσεις και σε δω
Μέσα στη στάμνα τη χρυσή νερό να φέρεις
Της λησμονιάς πικρό νερό

Το πιστό σκυλί της Ιθάκης στα πόδια σου κλαίει



Και η καλή, παλιά Περσεφόνη τραγούδια σου λέει
Η φωτιά πληγή που σε καίει, δε λέει να γιάνει
Το πικρό το όνειρο φταίει του αδελφού Μακρυγιάννη
Πόσο ακόμα ραγιάδες η Κρήτη κι η Μάνη
Σκοτεινές μαυροφόρες, μανάδες στου Οδυσσέα το χάνι.



Ένα κλωναράκι δυόσμου...



Όταν κάποιοι τα έχουν πει όλα, είναι αστείο εμείς οι μικροί να βασανιζόμαστε να αρθρώσουμε λόγο...


"Αθανασία"
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Ερμηνεία: Δήμητρα Γαλάνη





Υ.Γ.1: Με αυτούς τους στ-ήχους στο μυαλό ξεκινώ για άλλη μια μέρα συναναστροφής με ανθρώπους που απεγνωσμένα αναζητούν την αθανασία τους...

Υ.Γ.2: Και το μαντολινάκι να κελαηδά ανέμελο, στολίζοντας τα συναισθήματα που ξεπηδούν απεγνωσμένα...






Για της ζωής το πανηγύρι...




Απόψε ήταν μια πραγματική Αστροβραδιά... Παρέα με την Αστρονομική Εταιρεία Κέρκυρας, ταξίδεψα πέρα μακρυά, εκεί ψηλά στα άστρα... Και επειδή ως γνωστόν τα άστρα είναι το ίδιο το παρελθόν, ταξίδεψα στο ίδιο μου το παρελθόν, τότε που ένα παιδί ακόμα μετρούσε τα άστρα...

Μιλήσαμε για τον Λουντέμη, για τους μύθους που στολίζουν κάθε φωτεινό αντικείμενο του ουράνιου θόλου, για το πιο σταθερό σημείο του ουρανού, τον πολικό αστέρα, ο οποίος εμπνέει τους ανθρώπους να αναζητήσουν τα δικά τους σταθερά σημεία στο χάρτη...

Είδαμε φάτσα με φάτσα, σε πραγματική εικόνα, νέφη γαλαξιών σε ζευγαρωτό χορό, είδαμε διπλά και τρίδιπλα αστέρια όπως του Μιζάρ και Άλκορ στον αστερισμό της οδοδείκτριας Μεγάλης Άρκτου, είδαμε νεφελώματα αστέρων όπως αυτό στον αστερισμό του Ηρακλή που δίνουν γέννεση σε νέα φιλόδοξα αστεράκια, και εντελώς αιφνίδια για μένα, είδαμε το πιο όμορφο φωτεινό σώμα που έχει καρφιτσωθεί ποτέ στο ουράνιο πέπλο, κατά την άποψή μου: τον Κρόνο!

Απόψε κατάλαβα γιατί ο Κρόνος με συγκινεί τόσο πολύ... Γιατί έχουμε κάτι κοινό: Ψάχνει και αυτός, όπως και εγώ, απεγνωσμένα να βρει σε όλο το σύμπαν εκείνο το θηλυκό στο οποίο θα προσφέρει απλόχερα το δαχτυλίδι της ψυχής του για να το κάνει εκείνη στόλισμα στα ακροδάχτυλά της, σύμβολο αιώνιας αφοσίωσης και παντοτινής αγάπης...














Είπαμε, απόψε, είδα το παρελθόν μου, την εποχή που ο Ερωτόκριτος αλώνιζε με το μαύρο άλογό του στις αλάνες της ζωής μου...


Να 'ναι καλά τα παιδιά της Αστρονομικής Εταιρείας, μου δείξανε ότι μπορεί και να περάσω καλά τελικά σε τούτα εδώ τα -σε όλους τους τομείς- πράσινα μέρη...



"Τ' αστέρι του Βοριά"
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Ερμηνεία: Ζωή Φυτούση



Η καρδιά μου με πονεί


Ταξίδι σε Γερμανία, σε Χίο και στον κόσμο των ιδεών και των ανθρώπων... Ταξίδι στο εξωτερικό μα και στο εσωτερικό. Κάποιες φορές μένουμε αποκλισμένοι σε έναν τόπο ανεμοδαρμένο και θαλασσοταραγμένο, που ακούει στο όνομα "ψυχή μας", χωρίς να μπορούμε να ξεφύγουμε από εκεί, μέχρι να κοπάσουν οι φουρτούνες... Και τότε αναγκαστικά ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον εαυτό μας. Ευτυχώς όμως υπάρχουν άξιοι συμπαραστάτες σε τούτα τα δύσκολα χειμωνιάτικα ταξίδια. Να οι πρωτεργάτες αυτής της αντίστασης:



"Ο Ιππότης και ο Θάνατος"

Καθώς σε βλέπω ακίνητο
Με του Ακρίτα τ' άλογο και το κοντάρι τ' Αη-Γιωργιού να ταξιδεύεις στα χρόνια
Μπορώ να βάλω κοντά σου
Σ' αυτές τις σκοτεινές μορφές που θα παραστέκουν αιώνια
Ώσπου μια μέρα να σβηστείς κι εσύ παντοτινά μαζί τους
Ώσπου να γίνεις πάλι μια φωτιά μες στη μεγάλη Τύχη που σε γέννησε
Μπορώ να βάλω κοντά σου
μια νερατζιά στου φεγγαριού τους χιονισμένους κάμπους
Και το μαγνάδι μιας βραδιάς να ξεδιπλώσω μπροστά σου
Με τον Αντάρη κόκκινο να τραγουδάει τα νιάτα
Με το Ποτάμι τ' Ουρανού να χύνεται στον Αύγουστο
Και με τ' Αστέρι του Βοριά να κλαίει και να παγώνει -
Μπορώ να βάλω λιβάδια
Νερά που κάποτε πότισαν τα κρίνα της Γερμανίας
Κι αυτά τα σίδερα που φορείς μπορώ να σου τα στολίσω
Μ' ένα κλωνί βασιλικό κι ένα ματσάκι δυόσμο
Με του Πλαπούτα τ' άρματα και του Νικηταρά τις πάλες.
Μα εγώ που είδα τους απογόνους σου σαν πουλιά
Να σκίζουν μιαν ανοιξιάτικη αυγή τον ουρανό της πατρίδας μου
Κι είδα τα κυπαρίσσια του Μοριά να σωπαίνουν
Εκεί στον κάμπο του Αναπλιού
Μπροστά στην πρόθυμη αγκαλιά του πληγωμένου πελάγου
Όπου οι αιώνες πάλευαν με τους σταυρούς της παλληκαριάς
θα βάλω τώρα κοντά σου
Τα πικραμένα μάτια ενός παιδιού
Και τα κλεισμένα βλέφαρα
Μέσα στη λάσπη και το αίμα της Ολλανδίας.

Αυτός ο μαύρος τόπος
Θα πρασινίσει κάποτε.
Το σιδερένιο χέρι του Γκετς θ' αναποδογυρίσει τ' αμάξια
Θα τα φορτώσει θημωνιές από κριθάρι και σίκαλη
Και μές στους σκοτεινούς δρυμούς με τις νεκρές αγάπες
Εκεί που πέτρωσε ο καιρός ένα παρθένο φύλλο
Στα στήθια που σιγότρεμε μια δακρυσμένη τριανταφυλλιά
Θα λάμπει ένα άστρο σιωπηλό σαν ανοιξιάτικη μαργαρίτα.

Μα εσύ θα μένεις ακίνητος
Με του Ακρίτα τ' άλογο και το κοντάρι τ' Αη-Γιωργιού να ταξιδεύεις στα χρόνια
Ένας ανήσυχος κυνηγός απ' τη γενιά των ηρώων
Μ' αυτές τις σκοτεινές μορφές που θα σε παραστέκουν αιώνια
Ώσπου μια μέρα να σβηστείς κι εσύ παντοτινά μαζί τους
Ώσπου να γίνεις πάλι μια φωτιά μες στη μεγάλη Τύχη που σε γέννησε
Ώσπου και πάλι στις σπηλιές των ποταμών θ' αντηχήσουν
Βαριά σφυριά της υπομονής
Όχι για δαχτυλίδια και σπαθιά
Αλλά για κλαδευτήρια κι αλέτρια.

(Νίκος Γκάτσος, από την ποιητική συλλογή "Αμοργός")



"Ο ανθός της λίμνης"
Στίχοι: παραδοσιακό
Μουσική: Χρήστος Τσιαμούλης
Ερμηνεία: Λιζέτα Καλημέρη








Το κοινωνικό δίχτυ!


Αναδημοσίευση από το φύλλο της 9ης Δεκεμβρίου της "Καθημερινής" στη στήλη "Γράμματα Αναγνωστών":


"Εχουμε ανάγκη από στρατιώτες


Κύριε διευθυντά,

Στους σημερινούς ζοφερούς καιρούς που ο κόσμος αναζητεί απεγνωσμένα κομμάτι τόπου σταθερού για να «γαντζώσει» την ελπίδα του, δεν είναι λίγες οι φωνές που ακούγονται από παντού για την ευθύνη που βαραίνει την «πνευματική ηγεσία» του τόπου, να δώσει χέρι βοήθειας για την έξοδο από το αδιέξοδο.

Το κακό είναι ότι η κοινωνία περιμένει αυτή τη βοήθεια να έλθει υπό τη μορφή κάποιου οργανωμένου σχήματος, που θα ενσαρκώσει ένα νέο «αφήγημα» (μια λέξη που ταιριάζει σ' έναν λαό που είναι εθισμένος στο «παραμύθιασμα»), όπως είναι σήμερα του συρμού να ονοματίζεται το «όραμα» μιας κοινωνίας. Αυτού του τύπου η προσδοκία έχει σύμφυτο μέσα της το σπέρμα της ουτοπίας. Ποιος γνωστικός άνθρωπος σ' αυτόν τον τόπο, με αυτή την ιστορία και αυτό το παρελθόν αγνωμοσύνης και αχαριστίας από μέρους των πολλών και αρχομανίας και αλαζονείας από μέρους των ολίγων, θα θελήσει να μπει σε τέτοιου είδους περιπέτειες;

Με αυτό το σκεπτικό η «πνευματική ηγεσία» καλώς ποιεί και ουδέν πράττει.

Αυτό μπορεί να απαλλάσσει από τις ευθύνες τη συλλογικότητα αλλά όχι και την ατομικότητα. Και όσο και αν ακούγεται αντιφατικό, η κοινωνία μας έχει ανάγκη σήμερα από άτομα (προσωπικότητες) και όχι από φορείς (συνδικαλιστικού τύπου). Εις την απλήν ελληνικήν έχει ανάγκη από στρατιώτες - οπλίτες και όχι από στρατηγούς - επιτελείς. Πολλοί (και πολλές) είπαν ότι θα υπηρετήσουν τον τόπο ως στρατιώτες (αν εκεί τους τοποθετήσουν τα δημοκρατικά θέσμια), αλλά με τη στάση τους απλώς απέδειξαν την αλήθεια της σοφίας του λαού που λέει ότι «είναι βαριά η καλογερική».

Είναι κοινή η αντίληψη ότι η «Διανόηση» είναι κάτι το ιδεατό και αφηρημένο που θεωρεί τον κόσμο από τη δική της θεωρητική σκοπιά. Ανάμεσα στην «αυθόρμητη διακύμανση του τίποτα» της φυσιοκρατίας και στο «αδιανόητο τίποτα» του ησυχασμού πού να βρεθεί χώρος για την αναζήτηση του προσώπου του «πλησίον»;

Ενας βαθύς στοχαστής, αλλά και αυστηρός τιμητής των πάντων, προσδοκά κάποια αναθεώρηση του Συντάγματος που θα φέρει ως διά μαγείας την άνοιξη στη χειμαζόμενη Ελλάδα. Και όμως, υπάρχουν Ελληνες που παίρνουν το ζήτημα προσωπικά και πρακτικά.

Σίγουρα θα ήταν μεγάλη χαρά όταν μαθαίναμε ότι κάποιος από αυτούς είναι απλό αλλά ενεργό μέλος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, της Unicef, της Διεθνούς Αμνηστίας, της Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες ή όποιας άλλης οργάνωσης που υπηρετεί τον πόνο και τη δυστυχία των συνανθρώπων μας (όπως έκανε για παράδειγμα ο αείμνηστος Αντώνης Σαμαράκης).

Ποιος θα μπορούσε να μην αναγνωρίσει αφενός τη δυναμική συμβολή της συμμετοχής αυτής στο κύρος του φορέα που θα υπηρετούσε και αφετέρου την τεράστια δύναμη του παραδείγματος που θα έσπευδαν να μιμηθούν πλειάδα όση προσώπων, που έχουν τη διάθεση να συστρατευθούν για το καλό της χώρας; Τι πιο τρανταχτή απάντηση στους ντόπιους και ξένους καλοθελητές που με μοχθηρία ψιθυρίζουν ότι «στην Ελλάδα όλοι τα παίρνουν»; Μήπως η άνθηση και η πρόοδος αυτών των επιμέρους οργανισμών θα είχε αντίκτυπο και στη λειτουργία του μεγάλου Οργανισμού, της Ελληνικής Κοινωνίας;

Πολύ πιθανόν ναι. Αλλά αυτό προϋποθέτει, όχι αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά της «καθεστηκυίας» λογικής μας: «Τι παραπάνω μπορεί να κάνει ένας πνευματικός άνθρωπος, παρά να μιλάει και να γράφει», διερωτήθηκε ένας σύγχρονος στοχαστής. Απλούστατα, να παράγει «ποιήματα». Αλλά αυτά να είναι αποτελέσματα όχι μόνον του «λέγειν» αλλά και του «ποιείν»."

Ανδρεας Κ. Ντεληθεος - Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών



Και ρωτάω εγώ, για να συνεχίσουμε την συζήτηση:

- Πώς θα επέλθει το πολυπόθητο ποιείν; Πώς ο άπραγος θα κάνει κίνηση; Ωραίο και εύκολο θεωρητικά, αλλά πώς πραγματώνεται κοινωνικά; Πώς θα κλείσουμε αυτήν την έρημη τηλεόραση (είναι ένα μόνο κουμπί ξέρετε, αλλά κανείς δεν το πατά το γαμημένο...) για να βγούμε μια βόλτα στη βροχή και στο κρύο; Μην ξεχνάμε, ο άνθρωπος, φυγόπονο όν...

Τις προάλλες, σκεφτόμουν, μετά από μια πολύ σύντομη ιστορική ανασκόπηση της πορείας του ανθρώπου, ότι σχεδόν πάντα ίσχυε το ίδιο μοτίβο: γύρω στο 95% του πληθυσμού αποτελούσε τη μάζα, τον όχλο, που στην ουσία ανήκε σε αυτούς που δεν ποιούσαν τίποτα, παρά μόνο κουράδες και εμπόδια, και το υπόλοιπο 5% αποτελούσε τους γραφικούς εκείνους τύπους που ήταν οι δακτυολοδεικτούμενοι, τα μαύρα πρόβατα, αυτοί που ποιούσαν πραγματικά ποιήματα και αυτοί που ενέπνεαν άλλους να συνθέσουν ποιήματα ("...οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά..."). Το ερώτημα πάντως παραμένει: πώς θα αυξήσει τα ποσοστά του αυτό το 5%;

Αν θέλετε την απάντησή μου: είναι καθαρά θέμα συγκυριών και τύχης, και τίποτε άλλο!
Το αν οι μικρές φωτίτσες που διάσπαρτα σιγοκαίνε στην κοινωνία εδώ και εκεί, γίνουν μεγάλη φωτιά-πυρκαγιά που θα καθαρίσει όλα τα ξερόχορτα, εξαρτάται καθαρά από συγκυρίες. Να απαριθμήσω μερικές;

- η προσωπική φιλοσοφική θεώρηση του καθενός, που σχετίζεται με την παιδεία του καθενός, που με τη σειρά της σχετίζεται με την εκπαίδευση του ατόμου, που με τη σειρά της σχετίζεται με τους καθηγητές που έτυχε να έχει αυτό το άτομο, με τα βιβλία που έτυχε να διαβάσει, με τις εμπειρίες που έτυχε να βιώσει, με το οικογενεικό περιβάλλον που έτυχε να τον περιφρουρήσει, με τα γονίδια που έτυχε να φέρει...
- η προσωπική φιλοσοφική θεώρηση του γείτονα του καθενός, που σχετίζεται... κλπ κλπ
- η προσωπική φιλοσοφική θεώρηση του προϊστάμενου του καθενός, που σχετίζεται... κλπ κλπ
- η προσωπική θεώρηση τελικά του καθενός από εμάς που ζούμε τώρα στον πλανήτη, που ζήσαν μέχρι τώρα στον πλανήτη και που θα θελήσουν να ζήσουν αύριο στον πλανήτη. Κοινώς... χάος, αυτά τα κοινωνικά δίκτυα, αγαπητοί μου! Και κανείς δεν ξέρει τη δυναμική τους.

Και αν κρίνω από την αναλογία 95%-5% των κοινωνικών συμπεριφορών, δεν δυσκολεύομαι να πώ ότι μάλλον περίπου η ίδια αναλογία θα ισχύει και στη γονιδιακή μας δεξαμενή... Δεν ξέρω πόσα χρόνια χρειάζονται να περάσουν εξελικτικά για να αλλάξουμε κοινωνική συμπεριφορά και αν αυτό τελικά επιτευχθεί, αλλά μέχρι τότε, ο άνθρωπος, αυτό το κοινωνικό ζώο, θα κρύβεται πίσω από τη μάζα και τον όχλο και αυτός που θα παραστρατεί, δεν θα βαφτίζεται ως καλός στρατιώτης (ευ-στράτιος), κύριε Ντεληθέο, αλλά ως το μαύρο πρόβατο που είναι εκτός ομάδος. Και ξέρετε, είναι πολύ σκληρό να είσαι εκτός ομάδος, είναι μια εξορία... Ο Αριστοτέλης το έχει περιγράψει καταπληκτικά αυτό στο κάτωθι ρητό του:



"...και εκείνος που δεν μπορεί να είναι μέλος μιας κοινωνίας ή λόγω της αυτάρκειάς του δεν τη χρειάζεται την κοινωνία, αυτός δεν είναι μέρος της πόλης και είναι κατά συνέπεια είτε θηρίο είτε θεός..."

(Αριστοτέλης, "Πολιτικά" Α)


Ως ότου λοιπόν αναθεωρήσουμε (βασικά η τύχη, όχι εμείς...) τι ορί-ζουμε ως κοινωνία και ως πόλιν και πάνω σε τι βάσεις θέλουμε να ζούμε, θα ταλανιζόμαστε μεταξύ ευχολογίων και αντιρρήσεων, συγκρούσεων και παρανομιών, νομοθετημάτων και εγκλημάτων, εξοριών και καταδικάσεων των μαύρων προβάτων της λευκής μας χαριτωμένης ζωούλας...

Μέχρι την ανατροπή μέσα μας λοιπόν, ας αρκεστούμε στην ποιητική καταγραφή και κατανόηση αυτού του χαώδους ταλανίσματος μέσα στα κοινωνικά δίχτυα...


"Το δίχτυ"
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Ερμηνεία: Σωτηρία Λεονάρδου