Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσανακλίδου Τάνια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσανακλίδου Τάνια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Την άνοιξη όλοι προσμένουν, μα το πικρό το όνειρο φταίει...




Η ίδια προβληματική. Διαχρονικά. Από τα μικρά και καθημερινά, ως τα μεγάλα και πιο επίσημα. Το
ανικανοποίητο του Τσιτσάνη, ο κόσμος που δεν θα αλλάξει ποτέ του χατζηδακικού Κεμάλ, ο Κατάδικος του Θεοτόκη, η άνοιξη που όλοι προσμένουν και αυτή προσπερνάει του Γκάτσου, η Κραυγή του Καζαντζάκη… και άλλοι πολλοί τρόποι για να εκφραστεί η ίδια ανησυχία. Μένει όμως μόνη, έρημη κραυγή, χωρίς απάντηση, χωρίς καν αντήχηση του έστω ίδιου ψεύτικου εαυτού…

Μονόλογος. Ασφυκτικός. Μα κυρίως, μελαγχολικός.



"Γράμμα στον κύριο Νίκο Γκάτσο"
Στίχοι, Μουσική: Ανδρέου Γιώργος
Ερμηνεία: Τάνια Τσανακλίδου



Το σπασμένο βιολί του κόσμου ακόμα ουρλιάζει
Στα νωπά σπαρμένα χωράφια η μέρα χαράζει
Φαντάροι χορεύουν τις νύχτες σε άδειες ταβέρνες
Δελφίνια στο πέλαγο μόνα, νεράκι στις στέρνες
Νησιά ταξιδεύουν στον ήλιο, κανείς δε μιλάει
Την άνοιξη όλοι προσμένουν
Κι αυτή προσπερνάει

Όλα κύριε Νίκο είναι εδώ
Όπως τα άφησες εσύ κι όπως τα ξέρεις
Από της λύπης τον καιρό
Κι όταν γυρίσεις και σε δω
Μέσα στη στάμνα τη χρυσή νερό να φέρεις
Της λησμονιάς πικρό νερό

Το πιστό σκυλί της Ιθάκης στα πόδια σου κλαίει



Και η καλή, παλιά Περσεφόνη τραγούδια σου λέει
Η φωτιά πληγή που σε καίει, δε λέει να γιάνει
Το πικρό το όνειρο φταίει του αδελφού Μακρυγιάννη
Πόσο ακόμα ραγιάδες η Κρήτη κι η Μάνη
Σκοτεινές μαυροφόρες, μανάδες στου Οδυσσέα το χάνι.



Το φως του Σαββατόβραδου

Σήμερα το απόγευμα, εκεί που ο ήλιος είχε ήδη ξεκινήσει άλλο ένα μακρινό ταξίδι προς τη δύση του, καθισμένος στην κορυφή ενός λόφου συνειδητοποίησα ότι μάλλον ανακάλυψα το ωραιότερο μέρος της Λέσβου! Ναι, μου πήρε ένα εξάμηνο, αλλά το βρήκα μάλλον. Είναι το σημείο που βρίσκεται το εκκλησάκι της Παναγίας της Αψηλής, στη Σκάλα Λουτρών. Τι αγαλλίαση αυτή η θέα (ή μήπως θεά, Τειρεσία;) του καταπράσινου, αυτή η ηρεμία του κρυστάλλινου κόλπου της Γέρας, αυτό το αεράκι που χάιδευε και δρόσιζε της ψυχής την πύρα...; Ίσως εκεί που καθόμουν εγώ σήμερα να καθόταν και ο Οδυσσέας Ελύτης όταν εμπνεύστηκε το ποίημα "Το τριζόνι" που θα ακούσετε λίγο πιο κάτω.



Τι είναι η πατρίδα μας;

Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν οι κάμποι;
Μην είναι τα άσπαρτα ψηλά βουνά;
Μην είν ο ήλιος της που χρυσολάμπει;
Μην είναι τ άστρα της τα φωτεινά;

Μην είναι κάθε της ρηχό ακρογιάλι
και κάθε χώρα της με τα χωριά;
κάθε νησάκι της που αχνά προβάλλει;
κάθε της θάλασσα, κάθε στεριά;

Μην είναι τάχατε τα ερειπωμένα
αρχαία μνημεία της χρυσή στολή
που η τέχνη εφόρεσε και το καθένα
μια δόξα αθάνατη αντιλαλεί;

Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα,
και κάτι πού χουμε μες την καρδιά
και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα
και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!


(Ιωάννης Πολέμης 1862-1924)





"Το τριζόνι"
Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Ερμηνεία: Τάνια Τσανακλίδου



(από http://www.youtube.com/watch?v=z6oP_LoMl-U&feature=PlayList&p=040B4150B34C4D2C&playnext=1&playnext_from=PL&index=49)


Κοιμήθηκα κοιμήθηκα

στου γιασεμιού την ευωδιά
στην ερημιά του φεγγαριού
στο κυματάκι του γιαλού
Οι άνθρωποι μ'αρνήθηκαν
κανείς δε με σιμώνει
Μόνο μου κάνει συντροφιά
της νύχτας το τριζόνι

Έννοια σου λέει, έννοια σου
Κι εγώ είμαι εδώ σιμά σου
Για συντροφιά στην έγνοια σου
Και για παρηγοριά σου.

Τρι και τρι και τρι και τρι
Τι γλυκιά που είν' η ζωή
Τι γλυκιά και τί πικρή
Τρι και τρι και τρι και τρι





"Το φως του Σαββατόβραδου"
Στίχοι, Μουσική: Νίκος Ζούδιαρης
Ερμηνεία: Απόστολος Ρίζος





Μικρή μου κάμαρι και φως του Σαββατόβραδου
της μοναξιάς λευκός χρυσός
στρίβουν τα γέλια στις γωνιές και στο παράθυρο
της γειτονιάς μου οι σκιές

Κι είναι για μένα, όλα για μένα

τα άδεια σπίτια της χαράς, τα λυπημένα
είναι για μένα, όλα για μένα
τα άδεια σπίτια της χαράς, τα λυπημένα

Όλου του κόσμου η σιωπή σ' ένα τετράγωνο
και ο σκύλος μου περιπολεί
Και όσο το βράδυ προχωρεί γίνεται διάφανο
και οι πέτρες παίρνουνε ζωή

Κι είναι για μένα, όλα για μένα

τα άδεια σπίτια της χαράς, τα λυπημένα
είναι για μένα, όλα για μένα
τα άδεια σπίτια της χαράς, τα λυπημένα





Όνειρα και νανουρίσματα





Θυμάστε τότε παλιά, πολύ παλιά όμως, που όταν πέφταμε να κοιμηθούμε μας νανούριζε η μάνα ή η γιαγιά; Τότε που ο ύπνος μας ήταν το εισιτήριο για έναν άλλον κόσμο, αυτόν των ονείρων; Τότε που η καθημερινή μας ζωή δεν τελείωνε, αλλά άρχιζε μόλις ξαπλώναμε; Αυτός ο κόσμος ήταν σκηνοθετημένος αποκλειστικά από εμάς. Κανείς και τίποτα δεν μπορούσε να εισχωρήσει και να επηρρεάσει την εξέλιξη των πραγμάτων σε αυτή τη σφαίρα, χωρίς την έγκρισή μας! Ήμασταν οι απόλυτοι σκηνοθέτες της απόλυτα ονειρεμένης ζωής μας. Ήμασταν εμείς και τα όνειρά μας! Τελεία και παύλα.

Ο διευθυντής Ψυχιατρικής στο εδώ νοσοκομείο, σε μια κουβέντα που είχαμε πρόσφατα, μου είπε πάνω κάτω τα εξής:

"...Στη ζωή ξεκινάς με όνειρα και ενθουσιασμό. Σταδιακά, άλλα όνειρα σβήνονται, άλλα χάνονται, άλλα ποδοπατούνται... από τις ρεαλιστικές δυνάμεις της καθημερινότητάς μας. Το πόσο πολύ θα αντέξεις να διατηρήσεις την ιδιότητα του ανθρώπου σε τούτη τη ζωή, έχει να κάνει με το πόσα από τα όνειρά σου, διατηρούνται ακόμα αλώβητα και ζώντα... Όσο πιο πολλά όνειρα έκανες μικρός, τόσο πιο πολύ αντέχεις στην κοσμοπλημμύρα. Όσο πιο μεγάλο το απόθεμα ονείρων, τόσο πιο μακρυά μπορείς να πορευτείς, διότι στο δρόμο και να χάσεις μερικά, έχεις πάντα υπόλοιπο..."

Άρα αγαπητοί μου: ονειρευτείτε γιατί χανόμαστε! Και ονειρευτείτε όσο είστε ακόμα μικροί. Και ονειρευτείτε μέσα στην προστατευτική αγκαλιά των νανουρισμάτων και της μουσικής!

Και εσείς μεγάλοι κύριοι με τις γραβάτες και το βαμμένο μαλλί: πετάξτε τους χαρτοφύλακες, τραγουδίστε λίγο στα παιδιά σας, πάρτε τα στην αγκαλιά σας και νανουρίστε τα. Αυτή ίσως είναι η δυνατότερη ψήφος. Όλα τα άλλα είναι ψόφος.



"Νανούρισμα"
Παραδοσιακό Θράκης - Χρ. Αηδονίδης






"Νανούρισμα"
Στίχοι: Άλκης Αλκαίος
Μουσική, ερμηνεία: Μίλτος Πασχαλίδης







"Νανούρισμα"
Στίχοι: Federico Garcia Lorca
Ελληνικοί στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος
Μουσική: Χρήστος Λεοντής
Ερμηνεία: Τάνια Τσανακλίδου





- Τότε να φοβάσαι γιόκα μου τον ήλιο, ακριβό μου αγόρι, ηλιοχιόνιστο...
- Τα μαλλιά μου ο ήλιος τα 'καψε για πάντα και είμαι ασπρομάλλης δυο χρονώ μωρό...






Η φωτιά και το χιόνι



Αύριο, είπαν, θα χιονίσει!

Τα σύννεφα γκρίζα, θυμωμένα,

μας εγκλωβίζουν στη γη μας.

Οι πρώτες βαριές σταγόνες

μαστιγώνουν άγρια

το γυμνό μας πρόσωπο

και μας παραμορφώνουν.


Αύριο είπαν θα χιονίσει…


Μέχρι και το χαμόγελο του ξιφομάχου

αρχίζει να σβήνει

από τα φλογισμένα χείλη του,

αδύναμο να φωτίσει τον ουρανό.

Τα φτερά του βαριά

από τη βροχή, δεν ανοίγουν

να πετάξει…

Ω! Πόσο ήθελε να φύγει

από το θόρυβο που κάνουν οι μύγες!

Το έβλεπα στα μάτια του

ότι ήθελε να φύγει μακριά…


Αύριο είπαν θα χιονίσει…


Ποιοι είναι αυτοί που είπαν

ότι αύριο θα χιονίσει;

Πώς το ξέρουν αυτοί;

Γιατί δεν μιλούν για το σήμερα;

Γιατί απλά δεν ξέρουν το σήμερα.

Γιατί απλά δεν ζουν το σήμερα.

Γιατί απλά δεν ζουν…


Ω! Πρίγκιπα πάρε το ξίφος σου

σπάσε τα δεσμά σου

σκίσε τα μαύρα σύννεφα

που σε πνίγουν και χαμογέλα!


Μάθε μας να βαδίζουμε

εμείς οι ελεεινοί ανάπηροι

της ξεπεσμένης καθημερινότητας

και δείξε μας το δρόμο της φωτιάς

που ποτέ δεν σκεπάζεται από χιόνι!


Όταν σε αντικρίζω πρίγκιπα,

ξέρω ότι αύριο ΔΕΝ θα χιονίσει.



Στον ξιφομάχο με την γλυκιά θωριά

μετά τις εξετάσεις Παθολογίας Κατσιλάμπρου, 4ο έτος,

κάπου εκεί δίπλα στον παππού Ιπποκράτη

που κοιτούσε απορημένος τα εγγόνια του

2/2/2005


by astromonos