Σαν τιμωρία θα πάλλεται...




Παγκόσμια ημέρα της καρδιάς σήμερα! Τι να πρωτοειπούμε για αυτό το μικρό οργανάκι;

Πόσα χωράει μια καρδιά; Και πόσα ξεχνάει;
Πόσα αντέχει; Και πόσα δεν έχει;

Πόσους στεγάζει; Και πόσους πληγιάζει;

Πόσο υμνήθηκε; Και πόσο μισήθηκε;
Πόσο αξίζει; Και πόσο στοιχίζει;

Η καρδιά είναι το μόνο όργανο που δεν κοιμάται ποτέ. Το μόνο όργανο που δεν ησυχάζει ποτέ. Το μόνο όργανο που συνεχώς δουλεύει από την πρώτη στιγμή που θα δημιουργηθεί (κάπου στην 5η εβδομάδα ζωής) μέχρι την τελευταία σχεδόν αναπνοή του ζώντος...

Η καρδιά είναι ένα όργανο που μαγεύει. Μαγεύει με την πολύπλοκη απλότητα της κατασκευής και λειτουργίας της. Όσο και αν μοιάζει με ένα μηχανάκι-μοτεράκι, συνεχώς ανακαλύπτονται νέα δεδομένα για την συμπεριφορά της και τον τρόπο που σκέφτεται!

Τα θέματα της καρδιάς, τα προβλήματά της, τα ερωτήματά της, οι ανησυχίες της, τα καρδιοχτύπια της και οι αρρυθμίες της, από πολύ παλιά με συγκινούσαν. Όσο μεγαλώνω, τόσο μεγαλώνει ο θαυμασμός μου για εκείνη. Και αν μένει το ερώτημα, πού κατοικεί η ψυχή του ανθρώπου, στο νου ή την καρδιά, και αν πάντα τίθεται το δίπολο λογική και συναίσθημα, με το δεύτερο να εδράζεται στην καρδιά, η καρδιά θα αποτελεί σημείο συνάντησης: των πνευμάτων, των οραμάτων, των προσδοκιών, τον σημείων του ορίζοντα, των ανθρώπινων αναζητήσεων...

Από Ανατολή ως Δύση και από Βορρά ως Νότο...

"Στην πληγωμένη μου καρδιά"
Παραδοσιακό Αγιάσου Λέσβου






"Την καρδιά μ' την πληγωμένη"
Παραδοσιακό Ανατολικής Ρωμυλίας





η καρδιά, θα κατέχει κεντρική θέση στο σώμα του ανθρώπου. Εκεί, στο επίκεντρο, κατάστηθα, θα μένει και θα περιμένει τον τρόπο να την ξεκλειδώσουμε, ώστε να μοιραστούμε τα μυστικά της, τα πιο βαθειά σοφίσματα της ανθρώπινης (α)πορείας, τις πιο χαραγμένες πληγές της μοίρας μας...

Με ανοιχτή καρδιά, με ακούραστη καρδιά, με καρδιά που στα φυλλοκάρδια της είναι πολλάκις γραμμένο (σαν τιμωρία σε τετράδιο), η λέξη ΑΓΑΠΗ, οφείλουμε να προχωρήσουμε σε τούτους τους χαλεπούς καιρούς...

Η έννοια της αγάπης λοιπόν, σαν τιμωρία μας, θα πάλλεται στις μικρές μας τις καρδούλες!


Ω, αλαφροΐσκιωτε, σηκώσου!



Ο σημερινός λόγος περί αυτών των ολιγάριθμων, των διαφορετικών, των στιγματισμένων, που δύσκολα συναντάς και ακόμα πιο δύσκολα τους κατανοείς...

Ο λόγος περί των αλαφροΐσκιωτων! Είναι αυτοί που βλέπουν άλλα πράγματα κοιτώντας την ίδια εικόνα με τους υπόλοιπους. Είναι αυτοί που επικοινωνούν με έναν άλλον κόσμο, μη ορατό, μη συνηθισμένο, μη αναγνωρίσιμο στους πολλούς. Είναι αυτοί που κινούνται σε άλλη διάσταση και παρακινούνται από άλλες δυνάμεις, ανεξερεύνητες ακόμα.

Αλαφροΐσκιωτος, είναι αυτός που βλέπει νεράιδες, ξωτικά, φαντάσματα, αγγέλους και πνεύματα. Είναι αυτός που συνομιλεί μαζί τους. Που ζει μαζί τους. Είναι αυτός που λίγο κοιμάται και πολύ ονειρεύεται. Ονειρεύεται στον ξύπνιο του. Διότι εξάλλου η δεύτερη σημασία της λέξης, αφορά κάποιον που έχει ελαφρύ ύπνο και ξυπνά εύκολα. Αλαφρός+ίσκιος=αυτός που έχει ελαφρύ ίσκιο. Αυτός, που ο ίσκιος του δεν πατά τόσο στη γη, που ξεφεύγει από την μέγγενη της βαρύτητας και ξεκινά για ταξίδι διαστρικό. Αυτός που ο ίσκιος του δεν έχει βάρος, που εξαϋλώνεται και γίνεται πνεύμα, πνοή, νεύμα, ρεύμα και ροή... Είναι κάποιος που παραδίδει εαυτόν και πνεύμα στο κονταροχτύπημα και τη δίνη των κοσμικών δυνάμεων... Είναι κάποιος που δίνει, που δίνεται και τελικά γίνεται καπνός και άυλος μικρός...

Κάποιος που δίνει, που δίνεται... Που βάζει εαυτόν, ως πιο ελαφρύ και ανάλαφρον, πάνω από τον άλλον όχι για να τον ξεπεράσει, αλλά σαν αιγίδα να τον προασπίσει από του συμπαντικού καιρού την μανιασμένη καταιγίδα...

Το ζήτημα των ημερών μας: πώς θα φτάσουμε να ξεπεράσουμε τον εαυτόν μας και να αγγίξουμε τον διπλανό μας; Πώς θα συντονιστούμε και θα συνυπάρξουμε;

«Επόμενον ήτο. Δεν είναι μικρόν πράγμα αυτό, να πάρης την τύχην της ορφανής, για να παντρευθής του λόγου σου. Αλλά πώς να κάμουμε πάλι; Πώς να ζήση κανείς; Ζωή είναι αυτό, πόλεμος είναι. Το να φθάση τις εις την τελειότητα, να προτιμά άλλον από τον εαυτό του… είναι ως να αποφασίση να μη ζήση εις τον κόσμον αυτόν. Είναι ως να πάη να πνιγή μοναχός του. Ψηλώνει ο νους του ανθρώπου να το συλλογίζεται. Του έρχεται να πάρη τα όρη – τα βουνά.»

(απόσπασμα από το διήγημα του αξεπέραστου Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, "Οι Ελαφροήσκιωτοι")


Του έρχεται να γίνει αλαφροΐσκιωτος λέω εγώ και αρχίζει να σφυρά κλέφτικα και ακαταλαβίστικα...


«Τους έλεγαν ολίγον ‘ελαφροΐσκιωτους’, αλλ’ αυτοί δεν εφοβούντο τα στοιχειά. Είναι αληθές, ότι οι ίδιοι διηγούντο πολλάκις, ότι έβλεπαν εξωτικά πράγματα, αλλ’ ωμίλουν με φιλόφρονα γλώσσαν περί φαντασμάτων. Δεν τους κατέτρεχαν, δεν τους έκαμναν κακόν. Είχαν φιλικάς σχέσεις μεταξύ των. Ο Άγαλλος διηγείτο πολλάκις, ότι είχεν ιδεί νεράιδας με τα μάτια του, ότι του είχαν ομιλήσει, αλλ’ αυτός εφυλάχθη καλώς να τους δώση απάντησιν, γνωρίζων ότι είχαν την δύναμιν ‘να του πάρουν την μιλιά του’. Μίαν φοράν πάλιν, παρουσιασθείσα προς αυτόν, όταν ήτο παιδί, εις τον μύλον του πατρός του, η Μοίρα του, του είχε δώσει με τη χείρα της εν φλωρίον. Το εβεβαίου, και είχε ακόμη το φλωρί και το εδείκνυε. Μη νομίση τις, ότι ήτο απατεών, ότι δεν επίστευεν ο ίδιος ό,τι έλεγε. Τουναντίον. Το επίστευε με τα σωστά του.»

(απόσπασμα από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, "Οι Ελαφροήσκιωτοι")


Τυχερός ο αλαφροΐσκιωτος; Πολύ, θα έλεγα... Όλη μέρα τον τριγυρίζουν κατάξανθες νεράιδες και τον μαυλίζουνε χρυσόφρυδες γοργόνες, τον λούζουν πνεύματα μαγικά και του σιγοψιθυρίζουνε στοιχειά υπερφυσικά...


Καὶ πῆρα στῆς χρυσόφρυδης
τὰ γόνατα τὸ ἀλάφρωμα
τοῦ ὀνείρου· κ᾿ ἦταν ξάστερο
τὸ κρύο γλαυκὸ ἀπὸ πάνω μου,
ἤτανε γύρα μου ὁ γιαλὸς
κι ὁ οὐρανὸς καὶ τὰ βουνά,
καὶ μέσα μου· κι ἀρχίνησε
βαθιὰ ἡ καρδιὰ ν᾿ ἀλλάξει,
ποὺ ἄκουσα ξάφνου τὴ βροντὴ
τὴ γνώριμη ποὺ ἐκύλησε,
κ᾿ εἶπεν: «Ὦ ἀλαφροΐσκιωτε,
σηκώσου· ἐσὺ τὸ σάρκωσες
τὸ τάμα - καὶ καρδιὰ καὶ νοῦς -
κ᾿ ἐσὺ τό ῾χεις ἀδράξει.
Ποιὸς ἀντρειωμένος θὰ στηθεῖ
καὶ θὰ τὸ δέσει ὁλόφωτο
σὲ Λόγο καὶ σὲ Πράξη;»
Καὶ ξύπνησα. Μοῦ φάνηκεν
ὅλος σὰν πνέμα ὁ οὐρανός,
κι ἀπάντησα: «Τὴ γέννα μου,
στὰ κρύα βουνὰ τὴν κήρυξες
καὶ στὴ μεγάλη πλάση.
Ἂν εἶμ᾿ ὁ ἀλαφροΐσκιωτος,
καὶ μέσα μου ἡ ἀστροφεγγιὰ
τῆς γῆς ἔχει γελάσει,
κράξε· ἀλαφριά, ὦ πανάρχαιον
αἰώνιον πνέμα, μέσα μου
ἀκόμα εἶν᾿ ἡ ὁρμή μου·
μὲ τὴ ζωὴ ἂν μὲ μάγεψες
καὶ μὲ καλεῖς ψηλότερα,
ἐδῶ εἶναι τὸ κορμί μου!

------

Θέλω ν᾿ ἀφήσω τὴ βαθιὰ
κι ἀνάλαφρη λαχτάρα
κλήρα σ᾿ ἀσύγκριτον ὑγιό,
ἢ νὰ τοῦ ρίξω ὡς κεραυνὸ
στὴ σάρκα μία κατάρα,
καὶ νὰ τοῦ πῶ: «Σφίξε καλὰ
τὴ ζώνη, ἀλαφροπάτητος
νὰ γένεις, καὶ τριγύρα σου ὅλ᾿ ἡ φύση,
στὴ βούλησή σου ὁλόφωτη,
θὲ νά ῾ρτει, ἄκρατη λεβεντιὰ
τὴ σάρκα νὰ σοῦ ντύσει·
καὶ τὸ κορμὶ στὸ λογισμὸ
θ᾿ ἀδρώσει, γιὰ νὰ ζήσει
σὰ θὰ ριχτεῖ στὸ πάλεμα,
στὸ ἀντρίκειο χαροπάλεμα,
τὶς τραχιὲς γνῶμες μ᾿ ἀλαφρὴ
καρδιὰ γιὰ νὰ ζυγίσει.
Κι ὡς στήσεις παντοδύναμα
στὴ γῆ ἱερὴ τὰ χέρια,
στὴ νίκη καὶ στὸ λύτρωμα,
θὰ σοῦ χαλκέψω ἐγὼ φτερὰ
κι ἀπὸ τὸν ἥλιο ἀσύντριφτα,
γιὰ ν᾿ ἀνεβεῖς, κι ἀγνάντια του
νὰ ὑψώσεις τὴν ἀδάμαστη
καρδιά μου μὲς στ᾿ ἀστέρια !»

(απόσπασμα από το πανέμορφο και χρυσοστόλιστο ποίημα «Η Χρυσόφρυδη» της συλλογής «Ο Αλαφροΐσκιωτος» του Άγγελου Σικελιανού, 1907)


Τι σόι πράμα είναι αυτά τα πλάσματα; Δεν μπορείς να τα δεις, αν δεν συγγενεύεις μαζί τους... Δίνουν γεύση από έναν άλλον κόσμο, από ένα παράλληλο σύμπαν. Και αν αναλογιστούμε τους φυσικούς που λένε ότι πιθανόν να υπάρχουν μέχρι 11 ή και περισσότερες διαστάσεις στο σύμπαν, δεν αποκλείεται κάπου ανάμεσα σε όλες εκείνες τις διαστάσεις που αδυνατούμε εμείς οι κοινοί θνητοί να δούμε, να ζουν αυτά τα πλάσματα που μας περιγράφουν οι αλαφροΐσκιωτοι.

Τι γίνεται όμως αν ποτέ, κατά λάθος, συναντήσουμε και εμείς τέτοια πλάσματα; Πώς άραγε θα τους συμπεριφερθούμε;


"Καθρέφτης"
Στίχοι, Μουσική, Ερμηνεία:
Αλκίνοος Ιωαννίδης





Στου αιώνα την παράγκα




Σου στήνω μια καλύβα

Σοῦ στήνω μία καλύβα, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων,
ἕνα κῆπο νὰ περπατᾷς, ἕνα ρυάκι νὰ καθρεφτίζεσαι,
μιὰ πλούσια πράσινη φραγὴ νὰ μὴν σὲ βρίσκει ὁ ἄνεμος
ποὺ βασανίζει τοὺς γυμνοὺς - στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων!
Σοῦ στήνω τ᾿ ὅραμά σου πάνω σ᾿ ὅλους τοὺς λόφους,
νὰ σοῦ φυσάει τὸ φόρεμα ἡ δύση μὲ δυὸ τριαντάφυλλα,
νὰ γέρνει ὁ ἥλιος ἀντίκρυ σου καὶ νὰ μὴ βασιλεύει,
νὰ κατεβαίνουν τὰ πουλιὰ νὰ πίνουνε στὶς φοῦχτες σου
τῶν παιδικῶν ματιῶν μου τὸ νερὸ - στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων!

(Νικηφόρος Βρεττάκος)



Πού να 'ξερες όμως αγαηπητέ, ότι δεν βλέπουν όλοι το ίδιο χρώμα στις εικόνες που σκορπίζεις μπροστά στα μικροσκοπικά μας μάτια...


Αλλά, αυτό διαφοροποιεί τους ποιητές από τους εκ-ποιητές: το χρώμα στη ζωή τους!



"Για μια Ντολόρες"
Στίχοι: Άλκης Αλκαίος
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Ερμηνεία: Δημήτρης Μητροπάνος







Στις ανθισμένες κορυφές
ζήτησες τη ζωή σου
στ' άστρα της γης και τ' ουρανού
το φως του παραδείσου
χαράζει η μέρα σαν γυαλί
στην κόψη κόβεις βόλτες
παρέα με λαθρόβιους
πότες και μηχανόβιους
παράταιρους ιππότες

Στου αιώνα την παράγκα
στρώσε τ' όνειρό σου μάγκα
με βρισιές και προσευχές
και της μάνας τις ευχές
Στου αιώνα την παράγκα
στρώσε τ' όνειρό σου μάγκα
στα κρυφά και ταπεινά
ψάξε τα παντοτινά

Για μια Ντολόρες χάραξες
το δέρμα σου μια νύχτα
και το κορμί σου κάρφωσες
στου φεγγαριού την πίστα
Μ' άφιλτρο τώρα κι αλκοόλ
τσακίζεις τη φωνή σου
ληστής, Πιλάτος και Χριστός
εκεί που στάζει ο Θεός
θ' απλώσεις τη ζωή σου


Νόστος



Νόστος. Το σημαντικότερο κίνητρο για να συνεχίσεις μπροστά. Ζωογόνο, για τις πιο δύσκολες στιγμές σου. Στήριγμα, για τα σκαμπανεβάσματα της μικρής σου σκούνας. Φάρος, για τις ατελείωτες νυχτιές. Ζωή, εκεί που σου μιλά μόνο ο θάνατος. Και όμως αντιφατικό. Για να συνεχίσεις μπροστά πρέπει να πας πίσω;

Είμαστε το παρελθόν μας. Και ο νόστος, είναι αυτό που μας κρατά συνδεδεμένους με το παρελθόν μας. Μας δίνει την αίσθηση ότι μπορούμε να φτάσουμε ξανά εκεί πίσω. Είναι όμως μια μεγάλη ψευδαίσθηση, διότι δεν γίνεται το μέλλον ποτέ να φτάσει το παρελθόν, καθώς οι δυο αυτές έννοιες αποτελούν αντιδιαμετρικά σημεία, σημεία που εχθρεύονται και όχι σημεία που μονιάζουν...

Και κάποια στιγμή φτάνεις! Ο νόστος παύει τότε να υπάρχει. Αντικαθίσταται από την επιστροφή. Επί+στροφή. Τα πράγματα έχουν αλλάξει, έχουν πάρει τη δική τους στροφή στον κοσμικό χορό. Μαζί έχουν αλλάξει και οι στιγμές. Όπως και οι ματιές. Όπως και οι ψυχές.

Επιστροφή. Σαν αυτή του Οδυσσέα, του οποίου ο αμέσως προηγούμενος σταθμός ήταν το νησί των Φαιάκων (=η σημερινή Κέρκυρα). Η επιστροφή του όμως δεν ήταν αυτή που φανταζόταν. Τον παρέλαβε η ηλιόλουστη Αθηνά που με τα πανούργα σχέδιά της, τον μεταμόρφωσε σε τρισάθλιο γεροντάκο που κανείς πλέον δεν αναγνώριζε, κανείς δεν κοιτούσε. Προσπερνούσε τους πάντες, ήθελε να τους μιλήσει, αλλά ποιος άραγε είχε την όρεξη να ακούσει έναν άθλιο ξεκούτη;



Τότε κι η λιοπερίχυτη θεά Αθηνά του λέει:
«Κοντά σου θα ΄μαι πρόθυμα, στιγμή δε θα με χάσεις,
δε θα χαθώ απ’ τα μάτια σου κι όταν θ’ αρχίση η μάχη
και το στρωμένο πάτωμα θαρρώ πως θα λερώσουν
μ’ αίματα και μυαλά πολλοί γαμπροί που τρων το βιός σου.
Μόν’ έλα τώρα αγνώριστο στους άλλους να σε κάμω.
Θα σου ζαρώσω το πετσί στο λυγερό κορμί σου
και θα χαλάσω τα σγουρά μαλλιά της κεφαλής σου
και θα σε ντύσω φτωχικά, να σε σιχαίνονται όλοι.
Τ’ αχτιδοβόλα μάτια σου που λάμπουν θα θαμπώσω,
άσκημος έτσι να φανής και στους μνηστήρες όλους,
στο ταίρι σου ή στο παιδί που τ’ άφησες στο σπίτι.
[...]
Έτσι είπε και τον άγγιξε μ' ένα ραβδί η Παλλάδα.
Τ' ωραίο του δέρμα ζάρωσε στο λυγερό κορμί του
και τα σγουρά του χάλασε μαλλιά της κεφαλής του
και γέρου του 'βαλε πετσί σ' όλο το σώμα απάνου,
και θάμπωσαν τα μάτια του που πριν λαμποκοπούσαν
κι άλλο του φόρεσε παλιό κουρέλι και χλαμύδα
τρύπες γεμάτη, λιγδερή και μαυροκαπνισμένη
και μια προβιά γοργού ελαφιού του ρίχνει μαδημένη.
Στο χέρι του 'δωσε ραβδί και μια σακούλα τρύπια
παλιά, που 'χε στις άκρες της ένα σκοινί στριμμένο.»


Ίδιο σκηνικό. Ίδια τοπία. Ίδιοι άνθρωποι, μα σε διαφορετική στιγμή. Όλα τώρα μοιάζουν με φωτιά που μόλις έσβησε και συ βλέπεις τις στάχτες που σιγοκαίνε και τον καπνό που ακόμα παιχνιδίζει... Πού είμαι εγώ μέσα σε όλο αυτό; Γιατί δεν είμαι εγώ μέσα σε όλο αυτό; Αυτή είναι η καθημερινότητά μου... Λάθος! Αυτή, ήταν η καθημερινότητά μου. Τώρα, έχεις αλλάξει φάτσα και μυαλά, χούγια και ορέξεις. Τώρα, είσαι αλλού, γιατί δεν το θυμάσαι; Τώρα έχεις να προστατέψεις την ψυχούλα τη μικρή από μνηστήρες και οδοστρωτήρες, από λόγια και προβλέψεις...

Και εκεί που περπατάς, να 'σου ένας γνώριμος παλιός! Ένας του δρόμου, με λιγνά ποδάρια, τέσσερα στον αριθμό, μα με χάρη περισσή, με φινέτσα ανατολική... Εγώ, σε ξέρω φίλε μου λιγδιάρη, που ανάμεσα στα υπόλοιπα τετράποδα έχεις το ρόλο σκουπιδιάρη... Κουνάς την ουρά σου φτερωτά, με χαιρετά η ψυχή σου, πώς να σου εξηγήσω για όλα αυτά που δεν έζησα μαζί σου...;






Αντικρίζοντας κατάματα τον σιωπηλό σου φίλο, δεν σου μένει τίποτε άλλο απ' το να τραγουδήσεις την πραγματικότητα και να απολαύσεις την τόση μουσικότητά της...


"Sunrise Avenue"
Hollywood Hills





Μα παραπέρα, από ένα μπαλκόνι, ψηλό και φρουρούμενο, χτισμένο με αίμα και ιδρώτα, μια ύπαρξη, προβάλλει και τραγουδεί κελαηδιστά, κλέβοντάς σου τα μυαλά:



"Οδυσσέας"
από ΝΑΜΑ





Τότε, σκύβεις την κεφαλήν σου τη βαρειά, αγγίζεις στο στήθος τη σφιχτή σου την καρδιά, καταριέσαι τα παλλόμενά σου σωθικά μα και χαίρεσαι με όλα αυτά που λες ότι τα 'κανες σωστά... Και πας και πας... Προχωράς, έρμαιο των καιρών, των στιγμών που δεν γυρίζουν πίσω, των ερώτων, των αρρώστων, των ηρώων, των ωραίων, των ορέων και των βυθών, των αμαρτωλών και των ηθικών, των Ιθάκων και της πλάνης του γοργονησίου των Φαιάκων, των ψεμμάτων και των αρμάτων, των όπλων και των αόπλων, των πεισμένων και των πεσμένων, των εχθρών και των εγωισμών...

Όλα, στοιβαγμένα στον άπειρο περιορισμό των στιγμών.

Όλα, ανεπιστρεπτί βιωμένα, γι' αυτό σημαντικά αξιωμένα...

Όλα, νοηματοδοτημένα, μόνο όταν έχουνε και μένα.
Όταν λείπω, μένει μόνο ο νόστος.

Και ο νόστος θέλει να γίνει επιστροφή, ωσάν μεγάλος νοιώσει.
Μα δεν ξέρει τι θα πει επιστροφή.
Η κάψα θα μερώσει και η δίψα θα λυθεί, πριν ακόμα με καρδιοτράνταγμα κλωνιστεί...
Ο νόστος δεν ξέρει, ότι είναι εξαρχής απατημένος, από την ίδια του τη σύλληψη...

Και αυτό το ταξίδι, το πίσω και το μπρος, πέρα από της πάλης το κυμάτισμα, μας δίνει και ένα σημαντικό, πελώριο, μάθημα:


Η αξία των στιγμών δεν επαναπροσδιορίζεται σαν χαθεί το πέρασμα,
μονάχα η κραυγή των στεναγμών μας μένει,
να ενθυμίζεται της τύχης μας το κέρασμα.
Ζήσε επιτέλους την κάθε σου στιγμή, πέσε μέσα και κολύμπα,
πέτα ψηλά και αντιμάχου ξέστηθα την γκρίζα καταιγίδα...

by astromonos



Υ.Γ.: Αφιερωμένο στην πλάνη των αισθήσεων, στην περιπέτεια των αναζητήσεων, στα τέσσερα συμβολικά σημεία του ορίζοντα και στα ομηρικά τα πάθη τα λαμπυρίζοντα...



Αυτό που αφήσαμε...




Επιστροφή από ένα χώρο που δεν μπορείς να αντιληφθείς. Από ένα κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο δεν χωράς. Προσπαθείς να αλλάξεις τα πράγματα. Όχι να κάνεις κάτι μεγάλο και πομπώδες, αλλά κάτι μικρό. Και όμως… πέφτεις σε τοίχο! Γιατί βρε παιδί μου; Τι φταίει; Είναι το πλαίσιο; Είναι το ήδη καταγεγραμμένο σε μνήμη και συνείδηση; Είναι το κατεστημένο; Ακόμα και το μικρό και ασήμαντο, φαντάζει τραγικά μεγάλο και ακατόρθωτο. Και έτσι επέρχεται σύγκρουση. Σφοδρή. Μέσα στο χώρο των επειγόντων. Μπροστά σε όλους. Με όλους μάρτυρες. Είναι επείγον αυτό; Η έλλειψη επικοινωνίας είναι τόσο απειλητική για την ανθρώπινη ζωή, όσο επί παραδείγματι η έλλειψη οξυγόνου; Μένεις πάντως σε μια γωνιά, πότε να κραυγάζεις πότε τα σωθικά σου να δαμάζεις… Όπως και να ‘ναι, μένεις σε μια γωνιά.

Το φαινόμενο όμως, δεν είναι καινούργιο. Είναι τόσο παλιό όσο και η συνειδητοποίηση του ανθρώπου. Είναι τόσο σκληρό όσο και η απαξίωση του ανθρώπου. Είναι τόσο ανερμήνευτο όσο και η βούληση του ανθρώπου.

Το φαινόμενο επίσης, έχει και ανάποδη ερμηνεία. Γιατί παρακαλώ να αλλάξουν όλοι οι υπόλοιποι και όχι εσύ; Μήπως λαθεύεις; Μήπως ακατόρθωτα γυρεύεις; Γιατί να βάλεις όλους τους άλλους στο δικό σου πλαίσιο και όχι το αντίθετο; Εδώ, κάνει απέλπιδες προσπάθειες να απαντήσει η Κοινωνική Ανθρωπολογία, μάταια θαρρώ… Και η σύγκρουση καλά κρατεί, τα νεύρα τεντώνονται για τα καλά σε βαθμό που αρχίζουν κάπου να φαλτσάρουν…

Πηγαίνω σήμερα προς ένα χώρο που αγάπησα και με αγάπησαν. Σε ένα άλλο νησί..

Όμως, στο διάβα μου, ακούω τα σπουργίτια του φθινοπώρου να σιγοψιθυρίζουν:


Δεν γυρίζει πίσω αυτό που αφήσαμε
Δεν αλλάζει δρόμο η καρδιά
Στ’ άλλα μέρη όταν θα φτάσεις
Να ξεχάσεις ό,τι περάσαμε εδώ.


Μα πώς να το κάνεις, όταν δεν αλλάζει δρόμο η καταραμένη η καρδιά…;



"Έχε γεια"
Στίχοι: Ελένη Ζιώγα
Μουσική: Ευανθία Ρεμπούτσικα
Ερμηνεία: Ελευθερία Αρβανιτάκη







Ωραία στιγμή μου, ξένη...



Μέσα στα πολύ αισιόδοξα νέα που ακούγονται καθημερινά από τα πάσης φύσεως Μ(αλακίστικα) Μ(έσα) Ε(νημέρωσης), μέσα από την ανορεξία να δουλεύεις σε έναν χώρο που πλαισιώνεται από ανίκανους, άσχετους, βαριεστημένους, κουρασμένους, αδιάφορους, μέσα στην γενικότερη αβεβαιότητα που δέρνει τούτους τους καιρούς, μέσα στην κατάθλιψη που σε σκεπάζει, μέσα στην άδεια σου ζωή, υπάρχουν κάποιες στιγμές, μικρές τόσο δα, που σου δείχνουν ότι τα πράγματα είναι τόσο απλά μερικές φορές… Τόσο όμορφα, τόσο αρωματισμένα, τόσο γευστικά, τόσο απλά!

Είναι κάποιες στιγμές που δεν έχουν την ίδια σκοτεινιά με τις υπόλοιπες...

Τι δύναμη σου δίνουν τέτοιες στιγμές;!



"Απόγευμα στο δένδρο"
Στίχοι, Μουσική, Ερμηνεία:
Αλκίνοος Ιωαννίδης





Παράφορη εποχή



Ξεκινάς από τη διαπίστωση: καμιά φορά μπορείς να γίνεις επικίνδυνος, ως ιατρός. Όχι, τόσο με την άμεση δράση, όσο με την αμέλεια. Και αν αυτή τη φορά, στοίχισε μόνο λίγο παραπάνω χρόνο αποθεραπείας σε μια γυναίκα ασθενή, δεν ξέρεις την επόμενη φορά τι μπορεί να συμβεί.

Συνεχίζεις με το ερώτημα: γιατί συμβαίνει αυτό;

Η απάντηση, έρχεται αυτόματα, σαν αντανακλαστικό: έλλειψη ύπνου και κούραση (ίσως ετών...). Κάτι θα σου ξεφύγει, μετά 30 και 35 ώρες μη ύπνου. Βάλε σε αυτό και την καταθλιψούλα που περνάς, ένεκα των γενικότερων γεγονότων στη χώρα μας αλλά και παγκοσμίως...

Δεν είναι όμως μόνο δική σου διαπίστωση αυτή. Μεγάλα κέντρα που προσπαθούν να σεβαστούν τους εαυτούς τους και τους ασθενείς τους, έχουν μετρήσει τα μεγέθη:


"In addition to the ties between such high-profile disasters and sleep deprivation, there is a growing recognition of the link between lack of sleep and medical errors in our hospitals. According to the Institutes of Medicine, over one million injuries and between 50,000 and 100,000 deaths each year result from preventable medical errors, and many of these may be the result of insufficient sleep, Doctors, especially newly graduated interns, are often expected to work continuous shifts of 24 to 36 hours with little or no opportunity for sleep.

Although it is difficult to estimate the extent that sleep deprivation plays in medical errors, studies have shown a significant impact. For example, a 2004 study led by Dr. Charles Czeisler of the Division of Sleep Medicine at Harvard Medical School found that hospitals could reduce the number of medical errors by as much as 36 percent by limiting an individual doctor’s work shifts to 16 hours and reducing the total work schedule to no more than 80 hours per week."


(απόσπασμα από το Division of Sleep Medicine at Harvard Medical School)


Και τότε αρχίζεις τα πιο σοβαρά ερωτήματα:



Αντιλαμβάνεσαι καλέ μου εαυτέ, ότι μιλάμε για μια κατάσταση ετών, και όχι λίγων ημερών ή μηνών...

Θυμάσαι τα πρώτα ξενύχτια, πολύ μικρός ακόμα, που μούσκευες το μαξιλάρι επειδή δεν χωρούσε στο μυαλό σου, το φαινόμενο του θανάτου, κυρίως γιατί δεν θα μπορούσες να βλέπεις τι γίνεται στον κόσμο σαν πετάξεις ψηλά στους ουρανούς; Θυμάμαι να λες...

Θυμάσαι μετέπειτα, σαν σχολιαρόπαιδο, που προσπαθούσες μεταμεσονύχτια να σκαρώσεις τα πρώτα στιχάκια, μπας και βγάλεις κανένα νόημα της ζήσης σου ή ανάστροφα, μπας και βάλεις σε μια τάξη τις πρώτες βασανιστικές σκέψεις περί νοήματος της ζήσης σου; Θυμάμαι να λες...

Θυμάσαι κατόπιν, σαν νεαρός ασκληπιάς, τα ξενύχτια προς αναζήτησιν ζεστής αγκαλιάς, θεωρώντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσες καλύτερα να εντρυφήσεις στις απύθμενες λεπτομέρειες της ανατομίας και λειτουργίας του ανθρώπινου σώματος; Θυμάμαι να λες...

Θυμάσαι παράλληλα, που εξερευνώντας τα όρια των επαγγελματικών σου δυνατοτήτων, διετέλεσες ένας από τους τέσσερις σωματοφύλακες του τότε "11888", στη νυχτερινή πανελλήνια βάρδια 2.30-6.00, αρχίζοντας να αντιλαμβάνεσαι το αναντικατάστατο του νυχτερινού ύπνου όταν έπρεπε αμέσως μετά να πας στο μάθημα των κλινικών; Θυμάμαι να λες...

Και μετά φυσικά ήρθαν οι πρώτες εφημερίες... Σαν να λέμε, ήρθαν οι μέλισσες! Τι ανησυχία, τι λαγοκοίμισμα, τι τέντωμα νεύρων... Τι έχει αλλάξει από τότε μέχρι σήμερα ωραίε μου εαυτέ; Θυμάσαι; Δεν θυμάμαι, πλέον, κοιμάμαι... Άσε με να ξεκουραστώ, γιατί αύριο πάλι 35ωρη εφημερία... Και αν κάποια στιγμή θυμηθώ, θαρθώ να σου το πω.


Κάτι λοιπόν, είχες αντιληφθεί λάθος τόσα χρόνια ταλαιπωρημένε μου εαυτέ... Νόμιζες ότι "ζωή δεν είναι να ξυπνάς, να τρως και να κοιμάσαι πάλι, ζωή είναι να 'σαι ξυπνητός όντε κοιμούνται οι άλλοι". Νόμιζες ότι τα όνειρα για να γίνουν πραγματικά, πρέπει να περάσουν στην ξυπνητή σου πραγματικότητα. Νόμιζες, ότι αυτή η ανησυχία για τα ανεξήγητα και στραβά της καθημερινότητας, είναι δείκτης ότι ακόμη ζεις και δεν έχεις περιέλθει σε πλήρη αναισθησία... Νόμιζες ότι κάτι μπορείς ακόμη να κάνεις. Κάπως να αντισταθείς απέναντι στην κοιμισμένη κοινωνία μας.




(ήμουν εκεί, στις Βρυξέλλες, πριν κάμποσους μήνες...)


Όμως, έσφαλες! Η σπουδαιότητα του ύπνου, είναι ότι σε κάνει να μπορείς να ολοκληρώσεις ένα όνειρο, στο φυσικό του περιβάλλον, δηλαδή στα συννεφάκια του νυχτερινού σου μυαλού και έτσι να ολοκληρώσεις την αντίληψη της θέσης σου στον κόσμο. Τα όνειρα, είναι από τη φύση τους, μα κυρίως από τη φύση μας, καταδικασμένα να χαθούν σαν ανοίξουμε δειλά δειλά τα μάτια μας...

"Although we all dream every day when we sleep, we can seldom recollect more than a few minutes worth of our dreams after waking. Unless being recalled immediately after waking, dreams cannot be remembered. This observation leads some researchers to suggest that dreams are probably meant to be forgotten."


Άντε τώρα να επανορθώσεις κοιμισμένε μου εαυτέ και σθεναρά το κορμί σου να ορθώσεις, απέναντι στον κατακλυσμό των ημερών...

Κατακερματισμένος, κουρασμένος, φαίνεσαι αρκετά ανήσυχος. Ακόμα και μια γυναίκα που πλαγιάζει δίπλα σου το παρατηρεί. Τι σου φταίει; Ποια είναι η απάντηση στο βαθύ σου αίνιγμα;



"Sadeness- part I"
by Enigma





Ανησυχία για του κόσμου την κατάντια, είναι μια πρόχειρη απάντηση...

Ανησυχία για του κόσμου μου την κατάντια, είναι μια λιγότερο ονειροπόλα και άρα περισσότερο πραγματική (;), απάντηση...

Τι άραγε χάθηκε τόσο χρόνια ωραίε μου εαυτέ; Τίποτα...




Οι πρώτες του φθινοπώρου...



Οι πρώτες του φθινοπώρου οι ψιχάλες… Σκάβουν το χώμα και αυτό αναδύει από τα σπλάγχνα του τη μυρωδιά της μάνας γης… Μυρωδιά που σε διαπερνά κατάσαρκα. Φτάνει μέχρι τα δικά σου σπλάγχνα. Και τα σκάβει και αυτά.

Οι ψιχάλες, βαριές σαν αναμνήσεις, σε επισκέπτονται ξαφνικά, απρόσμενα, εν μέσω φαινομενικής καλοκαιρίας… Πλούσιες σαν τις νότες, στάζουν από τα σπλάγχνα του ουρανού μελωδίες και ιστορίες ατέλειωτες, ιστορίες λαϊκές και κλασσικές, ιστορίες όλων των οργάνων και οργανισμών, σε μια συνομιλία με φόντο το αβαθές της θέ(α)σης και το ευτελές της έπαρσης…

Οι ψιχάλες, οι πρώτες του φθινοπώρου, οι πιο βαριές και πιο δροσιστικές, δημιουργούν ένα πέπλο μυστηρίου που σκεπάζει τη σκέψη, σκοτεινιάζει την ψυχή, γκριζάρει των ματιών σου τα κλωνάρια και στάζει μέλαινα χολή στο τρίσβαθο κορμί σου…



"Πρώτο φθινόπωρο"
Στίχοι, Μουσική, Ερμηνεία:
Βαγγέλης Κορακάκης







If you took a look inside...



Και εκεί που ψάχνεις την άκρη στα διλήμματα σαν άλλος Ηρακλής, έρχεται -λες και πρόκειται για αστείο στημένο- η φύση (σου) που αποδεικνύεται πιο ανοιχτή, πιο ανεκτή, πιο προοδευτική, πιο συμβιβάζουσα, σχετικά με τους προβληματισμούς σου...

Σου δείχνει ότι δεν είναι μόνο ο ένας ή ο άλλος δρόμος. Μπορεί να υπάρχει και ο τρίτος. Αυτός της μέσης λύσης, που συμβιβάζει το καλό και το κακό. Τα βάζει να συνυπάρχουν μέσα σου και τριγύρω σου. Δεν είμαστε μόνο από ένα είδος φτιαγμένοι. Έχουμε και το καλό και το κακό στο επίκεντρο της κοσμικής μας βόλτας, που καθορίζουν τις κινήσεις μας. Και τα δυο αυτά στοιχεία διαμορφώνουν τις καθημερινές μας τροχιές. Η αναλογία βέβαια αλλάζει από άτομο σε άτομο και δίνει την προσωπική χροιά του καθενός.

Εκεί λοιπόν που η σκέψη δεν μπορεί να τα κατατάξει όλα στο δίπολο άσπρο-μαύρο, καλό-κακό, ηθικό-ανήθικο, αξία-μη αξία, τάξη-αταξία, έρχεται η ίδια η φύση και σου βροντοφωνάζει ότι όλα μπορούν να συμβούν και να συνυπάρξουν. Δεν υπάρχει κανόνας, ούτε αλγόριθμος. Μόνο η προσπάθεια για επιβίωση. Και αυτή περνά αναγκαστικά μέσα από την ικανότητα για συμβίωση. Όλες οι υπόλοιπες αυτόνομες παρουσίες, είναι καταδικασμένες να τριγυρίζουν γύρω από τον εαυτό τους, σε μια ατέρμονη βασανιστική τροχιά, σε ένα μοναχικό κυκλικό μονοπάτι, που δύσκολα θα τους φέρει αντιμέτωπους με κάτι νέο. Έτσι, συνεχίζουν να στροβιλίζονται γύρω από τα ίδια και τα ίδια... Και τελικά να βουρλίζονται.

Καλό και κακό λοιπόν, μας τραβούν από το χέρι, και αν καμιά φορά νομίζουμε ότι οι δρόμοι τους είναι αντίθετοι, δίνοντάς μας την ψευδαίσθηση ενός ψευτοδιλήμματος, είναι η φαινόμενη κίνησή τους που μας μπερδεύει, είναι το ατελές της οράσεώς μας που μας περιορίζει, είναι τα ξεπερασμένα πρότυπα που νοθεύουν τις βραδινές μας βόλτες...




(ο προσφάτως ανακαλυφθείς πλανήτης Kepler-16b)




"Staring at the sun"
U2




Will we ever live in peace?




Στείρα μου πηγή...



Τι σου είναι τα διλήμματα; Όπως τα φιλήματα ένα πράγμα... Τα αναζητάς διακαώς πριν τα έχεις και χάνεσαι όταν τα αποκτάς... Μπερδεύεσαι όταν τα βιώνεις, αναστατώνεσαι όταν σε αγγίζουν.

Τα διλήμματα βέβαια σε κρατούν και σε εγρήγορση. Σου θυμίζουν ότι βρίσκεσαι σε κίνηση και όχι σε ακινησία ή στασιμότητα. Είσαι ένα ρευστό σύνολο μέσα σε μια αβέβαιη κοσμική σούπα.

Τα διλήμματα πονούν επίσης. Πονούν γιατί σε κάνουν να συνειδητοποιείς ότι δεν μπορείς να τα έχεις όλα. Σου φωνάζουν ότι η μικρότητα του εγωισμού σου, γιγαντώνει μόνο στη στενότητα του μυαλού σου.

Τα διλήμματα μερικές φορές δεν μπορείς να τα επιλέξεις. Σε επιλέγουν αυτά. Και σε καθορίζουν. Σου δείχνουν το δρόμο και συ έχεις μόνο μια επιλογή: να τον ακολουθήσεις. Όσο μοναχικός και αν είναι. Όσο στενός, κακοτράχαλος, ανηφορικός ή απότομος και αν είναι...

Μόνο να τον ακολουθήσεις. Εσύ θες να αναφωνήσεις το γνωστό "παρελθέτω απ' εμού το ποτήριον τούτο", αλλά φοβάσαι μην το ακούσει κανείς και σε κακοχαρακτηρίσει υποτιμητικά παιδί...





Τραβάς λοιπόν το δρόμο της καρδιάς σου, με κλειστά τα μάτια. Απλά νοιώθοντας. Νοιώθοντας τις πληγές, τις πενιές, τις κραυγές, τις πονηριές, τις ακεφιές, τις πουστιές, τις ζαβολιές, τις ομορφιές... Νοιώθοντας με κλειστά τα μάτια. Μόνο με το στήθος. Και προχωράς...



"Μάσκες"
Στίχοι, Μουσική, Ερμηνεία:
Βαγγέλης Γερμανός







Στάλα στάλα αφαίμαξη...



Πόσες μορφές έχει ένας άνθρωπος;

Από τη μια βλέπεις μια νέα γυναίκα να βγάζει αφρούς από το στόμα, να της έχουν γυρίσει τα μάτια ανάποδα, να είναι κάτωχρη, να έχει μια σχεδόν διαβολική έκφραση στο πρόσωπο και μια φοβερή δύναμη στο σώμα που το κάνει να αντιπαλεύει δυο και τρία άτομα μαζί και στο τέλος να τα νικά... Αναρωτιέσαι, τι ασωτίες κρύβει ο βίος της; Τι περίεργες ουσίες έχει πάρει για να υποκαταστήσει το χαμένο της όνειρο;

Και από την άλλη, μέσα σε δευτερόλεπτα, να αντικρίζεις ένα άκακο πλάσμα, χαμογελαστό και τόσο ροδαλό, μικροκαμωμένο και φαινομενικά αδύναμο. Τόσο απροστάτευτο, που δεν μπορείς παρά να του χαρίσεις μια σοκολάτα που είχες φυλάξει να φας κάποια στιγμή της εφημερίας στα πεταχτά...

Σε τι θα μπορούσαν να διαφέρουν οι δυο αυτές διαμετρικά αντίθετες καταστάσεις; Σε κάτι πάρα πολύ απλό αγαπητοί μου...

Στη γλυκάδα!

Στην πρώτη κατάσταση, μιλάμε για έναν εντελώς άγλυκο άνθρωπο (γλυκόζη αίματος στα 30mg/dl), ενώ στη δεύτερη, μιλάμε για έναν τόσο γλυκό άνθρωπο (γλυκόζη αίματος στα 160mg/dl) που σε κάνει να βλαστημάς τους αιτιολογικούς παράγοντες (το άγνωστο δηλαδή!) του σακχαρώδους διαβήτη τύπου Ι. Αυτού του περίεργου και άνανδρου τύπου, που κλέβει τις ψυχές των παιδιών πάνω από τα αλογάκια του Carousel των ονείρων τους και τις υποβάλλει σε ένα διαρκές και καθημερινό μικρό βασανιστήριο... Σε ένα καθημερινό τρύπημα, σε μια στάλα στάλα αφαίμαξη των αντοχών τους...



"Carousel"
Ευανθία Ρεμπούτσικα





Πόσο διαφορετικοί μπορούμε να γίνουμε με λίγο παραπάνω γλυκάδα στις ζωές μας; Από διάβολοι, με λίγο γλύκα στο λόγο μας και στη συμπεριφορά μας, μπορούμε να γίνουμε άγγελοι...




Βρε ουστ!



Ρε τι είναι αυτοί πανάθεμά τους; Βάζεις λίγο μουσική να ακούσεις στις 8 το πρωί, έτσι για να ξυπνήσεις και να ξεκινήσει η μέρα σου με λίγη διάθεση και ξαφνικά ακούς έξω από το παράθυρο να χτυπούν και να φωνάζουν ότι είναι ακόμα πρωί και κοιμούνται οι άνθρωποι! Νομίζεις ότι είναι βάνδαλοι ή χούλιγκαν που χτυπούν τα κάγκελα της βεράντας σου, αλλά είναι η γειτόνισσα-ιδιοκτήτρια...

Δεν κοιμούνται οι άνθρωποι τέτοια ώρα... τα μουλάρια και οι ακαμάτηδες κοιμούνται κυρά μου! Καλά τι ώρα πάνε για δουλειά εδώ οι άνθρωποι; Μετά τις 9... Και στο κάτω κάτω ας έφτιαχνες σπίτι με καλύτερη ηχομόνωση για να μην ακούς τον άλλον που κλάνει από απέναντι. Δεν ήταν δα τόσο δυνατή η μουσική, απλώς σου χάλαγε την όρεξη... Όταν το σκατόσκυλό σου όμως γαβγίζει τα ξημερώματα ή μεσημέρια που γυρίζουμε μετά από αγγούρια εφημερίες, δεν ρώτησες ποτέ αν εμείς ενοχλούμαστε...

Κωλοκερκυραίοι... Καλά σας λένε βουρλισμένους! Επικαλείστε τον Άγιό σας συνέχεια για να ξορκίσετε τα διαβόλια που έχετε μέσα σας... Ουστ!

Και μετά σου λέει, ότι τούτος ο κόσμος αγαπά την μουσική... Παπάρια μάντολες! Αντί για πραγματικές μάντολες και μαντολίνα...

Και εγώ που ήρθα εδώ, αναζητώντας την πηγή του μαντολίνου, διαπιστώνω ότι το οργανάκι αυτό είναι τόσο υποτιμημένο, παραγκωνισμένο και υποβιβασμένο, σχεδόν βγαλμένο έξω από τη ζωή των ανθρώπων... Έπεσα και εγώ θύμα της ψεύτικης διαφήμισης του τόπου.

Όλα λοιπόν, μια ψεύτικη εικόνα, που χρησιμοποιείται για κερδοφορία και μόνον. Τι μουσικές, παράδοση, παιδεία, ιόνια φιλοσοφία και κουραφέξαλα...

Ουσία μηδέν. Αξία υπό του μηδενός. Ενδιαφέρον ανύπαρκτο. Πρόοδος ούτε καν να το συζητάς... Αυτοί είστε κύριοι! Μου το παίζετε και με δυτικές επιρροές, πανάθεμά σας...



Ποιος μπορεί να τις καταλάβει;



Τα δυο σώματα παλεύουν στα άσπρα σεντόνια, σε ένα παιχνίδι χωρίς λέξεις, μόνο με βλέμματα και υποσχέσεις, κάτω απ'το ημίφως.

Το ένα σώμα προσπαθεί να καταλάβει το άλλο σε μια διαρκή μάχη λουσμένη στον ιδρώτα.

Και με τη λέξη καταλάβει, εννοώ τόσο να κατανοήσει όσο και να κατακτήσει...

Και το φιλί... αχ, αυτό το φιλί. Κάθε γυναίκα έχει το δικό της, μοναδικό τρόπο να σε φιλεί... Αφήνει τη σφραγίδα της στα χείλη σου... Σφραγίδα που δεν ξεχνάς ό,τι και αν μεσολαβήσει. Και εκείνη η υγρή ζεστασιά που εξατμίζεται στα χείλη σου, σε κάνει να ζητάς ξανά και ξανά το φιλί της, εξαρτημένος από τη ζαχαρένια γεύση...


Γυναίκα. Σώμα. Χείλη. Φιλί. Χάδι. Έννοιες ακατάληπτες... Ποιος μπορεί να τις καταλάβει (κατανοήσει και κατακτήσει);


Μπορείς μόνο να κάθεσαι και να τις χαζεύεις αποσβολωμένος... Όπως θα κοιτούσες αγγέλους με φωτοστέφανα, ή γοργόνες με νούφαρα στα μαλλιά...



"Halo"
by Beyonce







Δεν προλαβαίνω!!!



Το πιο ωραίο -και πραγματικά ελληνικό- merengue! Μα πού να προλάβεις, όταν αφενός ο χρόνος είναι ένα τόσο υποκειμενικά οριζόμενο μέγεθος, και αφετέρου ένας τόσος μικρός χώρος για να χωρέσει τόση αναζήτηση...


"Δεν προλαβαίνω"
Apurimac & Locomondo






Τι μένει από όλα αυτά; Μα φυσικά ο χορός... και ο ίδρος που πέφτοντας, σου σφαλίζει τα βλέφαρα, σου καίει τα χείλη με την αρμύρα του, σου γαργαλεύει το λαιμό, σε λούζει πατόκορφα και τέλος σε παγώνει προσδίδοντάς σου αυτήν την λεπτή ανατριχίλα της αφύπνισης...


Αφύπνιση... ακόμα και αν έχεις να κοιμηθείς 30 ώρες... Τι είναι 30 ώρες μπροστά στην αιωνιότητα που χάνεται μπροστά στα μάτια μας;


Και εκείνη, αλλοπαρμένη να γυρίζει στους άδειους δρόμους, χαμένη σε έναν κόσμο ολότελα χαμένο, προδομένη από τα ίδια της τα όνειρα...




Από εδώ ίσαμε απέναντι!



Όλοι ψάχνουμε να βρούμε τί είμαστε πραγματικά... Ο καθείς με τη δική του προσέγγιση.

Γυρίζω από συναυλία σε ένα ορεινό και απομακρυσμένο χωριό της Κέρκυρας. Συνειδητοποιώ ξανά, ότι η δική μου προσέγγιση στο ερώτημα είναι πολύ απλή: είμαι και θέλω να παραμείνω ένας χορευτής, τον οποίο η μουσική μαγνητίζει και κυματίζει περιπαιχτικά στον αέρα, μεταμορφώνοντας τον ρυθμό της, σε δικά του χτυποκάρδια από εδώ ίσαμε απέναντι... Λίγο πολύπλοκο, αλλά αυτό θεωρώ ότι είμαι πραγματικά!



"Human"
by The Killers






I did my best to notice
When the call came down the line
Up to the platform of surrender
I was brought but I was kind
And sometimes I get nervous
When I see an open door
Close your eyes
Clear your heart...
Cut the cord

Are we human?
Or are we dancer?
My sign is vital
My hands are cold
And I'm on my knees
Looking for the answer
Are we human?
Or are we dancer?

Pay my respects to grace and virtue
Send my condolences to good
Give my regards to soul and romance,
They always did the best they could
And so long to devotion
You taught me everything I know
Wave goodbye
Wish me well..
You've gotta let me go

Are we human?
Or are we dancer?
My sign is vital
My hands are cold
And I'm on my knees
Looking for the answer
Are we human?
Or are we dancer?

Will your system be alright
When you dream of home tonight?
There is no message we're receiving
Let me know is your heart still beating

Are we human?
Or are we dancer?
My sign is vital
My hands are cold
And I'm on my knees
Looking for the answer

You've gotta let me know

Are we human?
Or are we dancer?
My sign is vital
My hands are cold
And I'm on my knees
Looking for the answer
Are we human
Or are we dancer?

Are we human?
Or are we dancer?

Are we human
Or are we dancer?




Απουσία




Οι διαδικασίες πάνω από τους ανθρώπους. Οι συνθήκες πιο ισχυρές από τις προσωπικότητες. Σαν ένα βιομηχανοποιημένο μηχάνημα παραγωγής κιμά, που ό,τι και αν του βάλεις απ' την μια, θα στο βγάλει κιμά απ' την άλλη... Είτε είναι κρέας, είτε σώμα, είτε ψυχή, είτε ενέργεια, είτε όνειρα...

Έτσι και οι συνθήκες εργασίας σε τούτο το νοσοκομείο... Αυτή τη φορά, ο κλήρος του ψυχοβγαλσίματος έλαχε στον πιο σοβαρό, συνεπή, ωραίο και καλοσυνάτο άνθρωπο: στην (νέα) επιμελήτρια Παθολογίας της κλινικής μας. Τόσες ώρες ιδρυματοποίησης, τόσες ώρες τρεξίματος, να παλεύει με τον παραλογισμό του καθενός, να προσπαθεί με απίστευτη ευγένεια ψυχής να παλέψει με θεούς και δαίμονες, με νοσηλευτές και χειρουργούς... Και τελικά μετά από 1,5 μέρα συνεχούς, αχαλίνωτου και βασανιστικού βιασμού ψυχής, αναφώνησε: Αμάν βρε παιδιά, ας τελειώνουμε κάποια στιγμή... Έχουμε και οικογένεια... Εγώ, σε ανάλογο επίπεδο καταπόνησης, θα κατέβαζα καντήλια και χριστοπαναγίες. Ναι, αλλάζουμε εμείς οι άνθρωποι, δεν παραμένουμε πάντα ευγενείς... Να σημειωθεί, ότι η εν λόγω ψυχή, έχει γεννηθεί, μεγαλώσει και ανατραφεί στην Κέρκυρα. Κοινώς, γέννημα θρέμμα της περιοχής. Όχι, για να μην λένε μερικοί καλοθελητάδες, ότι οι προστριβές μου με τους ανίκανους του νοσοκομείου, οφείλεται στην διαφορετικότητα της καταγωγής μου και ότι "εδώ έτσι είμαστε και σε όποιον αρέσει...". Αφού βρε άχρηστοι Κερκυραίοι ούτε οι ίδιοι σας δεν αντέχετε τη βλακεία σας...

Το μεγάλο και πιο δύσκολο δίπολο ενός ευσυνείδητου ιατρού: ιδιωτική εναντίον επαγγελματικής ζωής! Ποιο προέχει; Ποιο προτρέχει; Ποιο αντέχει; Ποιο την πιο μεγάλη αξία στην καθημερινότητά μας έχει;

Και κάποιος απ' έξω περαστικός τραγουδά: της αγάπης την ουσία, την μετρώ στην απουσία...

Πόσο μπορείς να είσαι για τους άλλους; Όταν μάλιστα αυτοί οι άλλοι, είναι ένα δαιδαλώδες και άχαρο σύστημα, στο οποίο επιβιώνει ο πιο φωνακλάς, ο πιο βάρβαρος, ο πιο αλήτης... Μέχρι πού φτάνουν οι αντοχές σου; Μήπως το να παλεύεις να αλλάξεις το σύστημα, είναι ένα φρούδο όνειρο που δεν έχει να σου προσφέρει τίποτα παραπάνω από προσωπική φθορά;

Απουσία. Μια λέξη που μπορεί να συνυπάρξει (όσο αντιφατικό και αν ακούγεται) με πολλές άλλες λέξεις.

Απουσία σεβασμού.
Απουσία διάθεσης.
Απουσία αγάπης.
Απουσία αντοχών.
Απουσία όρεξης.
Απουσία ενέργειας.
Απουσία ύπνου...
Απουσία έμπνευσης.
Απουσία ονείρου...
Απουσία στήριξης.
Απουσία φωτός.
Απουσία κατανόησης.
Απουσία επικοινωνίας.
Απουσία συντονισμού.
Απουσία συνοχής.
Απουσία νοήματος.

Απουσία απουσίας. Κοινώς δεν λείπει κανείς. Είναι όλοι εκεί. Όλα τα αρνητικά συναισθήματα που προκαλούν κατάθλιψη. Όλοι οι διαβόλοι και οι τριβόλοι της μικρής, μα βασανιστικής, σκέψης...

Μα η απουσία ταιριάζει καταπληκτικά και με μια ακόμα λέξη: απουσία λήθης... Δεν μπορείς να ξεχάσεις... Κρίμα.


"Απουσία"
Στίχοι, Μουσική: Μίλτος Πασχαλίδης
Ερμηνεία: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας





Κρίμα να βασανίζεται έτσι η ανθρώπινη ψυχή...



Pain; The champion of the world



Η μέρα μου ξεκινά με αυτήν την τραγουδάρα που ξαφνικά θυμήθηκα άμα την απασφάλιση των βλεφάρων μου, και με την αποστολή ενός sms στο οποίο γράφω: ο πόνος των ανθρώπων είναι ένα τόσο μεγάλο φαινόμενο, που δεν χωρά στο μυαλό των ιατρουδίσκων, παρά μόνο στα αυλάκια των μουσικών δίσκων...




"Hurricane"
Bob Dylan





Pistols shots ring out in the barroom night
Enter Patty Valentine from the upper hall
She sees the bartender in a pool of blood
Cries out "My God they killed them all"
Here comes the story of the Hurricane
The man the authorities came to blame
For something that he never done
Put him in a prison cell but one time he could-a been
The champion of the world.

Three bodies lying there does Patty see
And another man named Bello moving around mysteriously
"I didn't do it" he says and he throws up his hands
"I was only robbing the register I hope you understand
I saw them leaving" he says and he stops
"One of us had better call up the cops"
And so Patty calls the cops
And they arrive on the scene with their red lights flashing
In the hot New Jersey night.

Meanwhile far away in another part of town
Rubin Carter and a couple of friends are driving around
Number one contender for the middleweight crown
Had no idea what kinda shit was about to go down
When a cop pulled him over to the side of the road
Just like the time before and the time before that
In Patterson that's just the way things go
If you're black you might as well not SHOW up on the street
'Less you wanna draw the heat.

Alfred Bello had a partner and he had a rap for the corps
Him and Arthur Dexter Bradley were just out prowling around
He said "I saw two men running out they looked like middleweights
They jumped into a white car with out-of-state plates"
And Miss Patty Valentine just nodded her head
Cop said "Wait a minute boys this one's not dead"
So they took him to the infirmary
And though this man could hardly see
They told him that he could identify the guilty men.

Four in the morning and they haul Rubin in
Take him to the hospital and they bring him upstairs
The wounded man looks up through his one dying eye
Says "Wha'd you bring him in here for ? He ain't the guy !"
Yes here comes the story of the Hurricane
The man the authorities came to blame
For something that he never done
Put in a prison cell but one time he could-a been
The champion of the world.

Four months later the ghettos are in flame
Rubin's in South America fighting for his name
While Arthur Dexter Bradley's still in the robbery game
And the cops are putting the screws to him looking for somebody to blame
"Remember that murder that happened in a bar ?"
"Remember you said you saw the getaway car?"
"You think you'd like to play ball with the law ?"
"Think it might-a been that fighter you saw running that night ?"
"Don't forget that you are white".

Arthur Dexter Bradley said "I'm really not sure"
Cops said "A boy like you could use a break
We got you for the motel job and we're talking to your friend Bello
Now you don't wanta have to go back to jail be a nice fellow
You'll be doing society a favor
That sonofabitch is brave and getting braver
We want to put his ass in stir
We want to pin this triple murder on him
He ain't no Gentleman Jim".

Rubin could take a man out with just one punch
But he never did like to talk about it all that much
It's my work he'd say and I do it for pay
And when it's over I'd just as soon go on my way
Up to some paradise
Where the trout streams flow and the air is nice
And ride a horse along a trail
But then they took him to the jailhouse
Where they try to turn a man into a mouse.

All of Rubin's cards were marked in advance
The trial was a pig-circus he never had a chance
The judge made Rubin's witnesses drunkards from the slums
To the white folks who watched he was a revolutionary bum
And to the black folks he was just a crazy nigger
No one doubted that he pulled the trigger
And though they could not produce the gun
The DA said he was the one who did the deed
And the all-white jury agreed.

Rubin Carter was falsely tried
The crime was murder 'one' guess who testified
Bello and Bradley and they both baldly lied
And the newspapers they all went along for the ride
How can the life of such a man
Be in the palm of some fool's hand ?
To see him obviously framed
Couldn't help but make me feel ashamed to live in a land
Where justice is a game.

Now all the criminals in their coats and their ties
Are free to drink martinis and watch the sun rise
While Rubin sits like Buddha in a ten-foot cell
An innocent man in a living hell
That's the story of the Hurricane
But it won't be over till they clear his name
And give him back the time he's done
Put him in a prison cell but one time he could-a been
The champion of the world.


Τη θάλασσα που αρρώστησε γιατρεύω



Μπορεί άραγε μια γοργόνα να φοβάται τα νερά στα οποία ζει; Μπορεί να τρομάζει από τις θάλασσες που την περιλούζουν; Είναι δυνατόν ένα δικό της στοιχείο, το νερό, να της προκαλεί τέτοια αποστροφή;

Μπορεί. Και ο αιτιολογικός παράγοντας ονομάζεται άνθρωπος.

Ο άνθρωπος μπορεί να θολώσει τα νερά σε τέτοιο βαθμό που να είναι αποκρουστικά. Μπορεί να προκαλέσει τέτοια τρικυμία, τέτοια δίνη κυματισμών και τέτοια θαλασσοταραχή, που οι ψυχές που διαβιούν στο υγρό στοιχείο, να ασφυκτιούν μέσα στο ίδιο τους το περιβάλλον.

Οι γοργόνες θέλουν καθάρια νερά, για να αναπνεύσουν, θέλουν φως για να θρέψει τις ελπίδες τους, θέλουν χάδι από τον παφλασμό των κυμάτων και όχι βιαιότητα από τη μανία της φουρτούνας. Θέλουν τον βυθό ζωντανό και κρουσταλλένιο, αλλιώς αργοπεθαίνουν...

Οι γοργόνες θέλουν αληθινό ό-νε(ι)ρο για να ζήσουν και όχι βάλτο για να βυθιστούν... Θέλουν να βλέπουν το βυθό, για να μπορούν να συλλάβουν το βάθος του έρωτά τους...

Και αν ποτέ λάχει σε κάποιον ιατρό να πρέπει να γιατρέψει τη θάλασσα, αυτήν την πληγιασμένη από τους ίδιους τους ανθρώπους, αξίζει να προσπαθήσει πολύ σκληρά... Αξίζει για τα μάτια μιας γοργόνας.



"Θάλασσα"
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Μουσικη: Θάνος Μικρούτσικος
Ερμηνεία: Μίλβα





Παράμ παράμ παράμ γυρνάω χορεύω
στην άμμο του χειμώνα με τα φύκια
τη θάλασσα που αρρώστησε γιατρεύω
και κάνω με τα αστέρια σκουλαρίκια

Παράμ παράμ παράμ παραμονεύει
στο πέλαγο του χρόνου το καράβι
μια άγκυρα η ζωή μου ζητανεύει
το βάθος του έρωτα της να συλλάβει

Θάλασσα μάνα μοίρα μου εσύ
γαλάζια μοίρα
για παραμάνα στον ώμο χρυσή τον ήλιο πήρα
θάλασσα μνήμη μαύρο μου ασήμι
πάρ' την καρδιά μου και κάν' την μισή
του ανέμου αγρίμι

Θάλασσα μάνα μοίρα μου εσύ
γαλάζια μοίρα
για παραμάνα στον ώμο χρυσή τον ήλιο πήρα
θάλασσα μνήμη μαύρο μου ασήμι
πάρ' την καρδιά μου και κάν' την μισή
του ανέμου αγρίμι

Παράμ παράμ παράμ παραμυθένιο
ναυάγιο μες στα σύννεφα η σελήνη
κορμί του Ποσειδώνα σιδερένιο
ποιο πέτρινο μουσείο να σε κλείνει

Θάλασσα μάνα μοίρα μου εσύ
γαλάζια μοίρα
για παραμάνα στον ώμο χρυσή τον ήλιο πήρα
θάλασσα μνήμη μαύρο μου ασήμι
πάρ' την καρδιά μου και κάν' την μισή
του ανέμου αγρίμι





Του Σεπτέμβρη ποιητές...



"Ο πυγμάχος"
Μουσική: Paul Simon
(ελληνικοί) Στίχοι & Ερμηνεία: Βασίλης Καζούλης






Έκλεψα τις λέξεις, του Σεπτέμβρη ποιητές
ψιθυρίσματα, υποσχέσεις, ταξίδια δίχως τέλος και τα χρώματα
μη με ρωτάτε ο καθένας ό,τι θέλει ακούει
και τ' άλλα τα ξεχνά

Όταν άφησα το σπίτι μου, πιο μικρός κι από παιδί
ο ληστής και ο παλιάτσος στο ταμπούρλο μου ανέμιζαν τραγούδια
κουρέληδες οι καημοί μου μα τα πρόσωπα γύρω μου φωτεινά
μου θύμιζαν όσα αγαπώ ξανά

Λάι λα λάι...

Μοναχός πήρα τους δρόμους κι έψαχνα δουλειά και πού να γείρω
σαν τις πόρνες της εβδόμης λεωφόρου
μα δεν πειράζει, δεν πειράζει
γιατί έχασα κι έμαθα πολλά

Με τα ρούχα μου μαζεύω και τα λάθη μου μαζί
πάω εκεί στο σπίτι που ο αέρας δεν πληγώνει, με οδηγεί

Με προσπέρασαν τα χρόνια δίχως νύχτες γιορτινές
μεγάλωσα μα ίσως να είμαι κι απ' το αύριο πιο νέος
στ' αλήθεια τι παράξενη εποχή
σαν πυγμάχος ν' αγωνίζομαι απάνω στο σχοινί
ζητώντας χάμω, ό,τι δεν είχα βρει

Λάι λα λάι...

Χώρος γένεσης αισθημάτων



"Γύρω από τους γέροντες που κάθονταν στη μέση, οι χορευτές σχημάτιζαν έναν ανοιχτό κύκλο όπου εναλλάσσονταν τα κορίτσια με τα αγόρια. Εκείνος που έσερνε το χορό (άνδρας πάντα), έκανε διάφορες φιγούρες, ενώ οι υπόλοιποι χόρευαν σχεδόν επιτόπου. Όταν τελείωνε τη βόλτα του, τον αντικαθιστούσε ο τελευταίος του κύκλου φέρνοντας και την κοπέλα (ή τις κοπέλες) που ήταν μαζί του. Οι άνδρες ήταν εκείνοι που άνοιγαν το χορό και τα κορίτσια έμπαιναν μόνο όταν πιάνονταν στον κύκλο μερικοί παντρεμένοι ή κάποιοι συγγενείς τους. Το δικαίωμα της απόφασης το είχαν οι μητέρες που περίμεναν την πιο κατάλληλη στιγμή ώστε ούτε τα κορίτσια τους να εκτεθούν απροκάλυπτα αλλά ούτε και τα στρατηγικά τους σχέδια να αποκαλυφθούν. Στέλνοντάς τα να μπουν ανάμεσα σε κάποιο συγγενικό πρόσωπο ή σε κάποιον παντρεμένο και το αγόρι που είχαν βάλει στο μάτι για τις κόρες τους, είχαν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν μια διφορούμενη κατάσταση, επειδή άφηναν να αιωρείται κάποια αμφιβολία ως προς τις πραγματικές τους προθέσεις και ταυτόχρονα απέφευγαν να εκδηλωθούν ανοιχτά και να βρεθούν έτσι σε μειονεκτική θέση, δείχνοντας πως επιδιώκουν κάτι. Ποτέ όμως δεν έστελναν τα κορίτσια τους δίπλα σε ένα αγόρι που δεν ήταν της σειράς τους. Η θέση που επέλεγαν είχε πάντα πρακτικό νόημα και οι παρευρισκόμενοι μπορούσαν να την ερμηνεύσουν άμεσα. Με τον τρόπο αυτό όλοι είχαν τη δυνατότητα, ανάλογα με την περίπτωση, να διεκδικήσουν μια τιμητική θέση, να μειώσουν αλλά και να τιμήσουν ή να προσβάλουν τους διπλανούς τους. Όταν λοιπόν η διαφορά παραήταν μεγάλη, ο χορευτής μπορούσε να εγκαταλείψει επιδεικτικά τη θέση του, γελοιοποιώντας έτσι το κορίτσι και την οικογένειά του και ξεσκεπάζοντας τις βλέψεις τους. Αυτό άλλωστε επέβαλλε επιτακτικά το συμφέρον του γιατί αλλιώς θα συνεργούσε ο ίδιος στη μείωση της προσωπικής του αξίας. Αντίστροφα όμως, τα αγόρια που είχαν τη δυνατότητα να αλλάξουν ευκολότερα θέση μέσα στον κύκλο, εισέπρατταν καμιά φορά προσβολές από τις διπλανές τους που εγκατέλειπαν το χορό και πήγαιναν να καθίσουν πλάι στις μητέρες τους. Όταν άλλαζαν οι διπλανοί τους και τα κορίτσια δεν ήξεραν τι να κάνουν, έριχναν ένα βλέμμα στη μητέρα τους που αποφάσιζε ποια συμπεριφορά έπρεπε να τηρήσουν. [...] Παρατηρούμε πως η επιλογή του πανηγυριού, όπως και της θέσης μέσα στον κύκλο του χορού, δεν υπάκουε σε κάποιο έθιμο ή κανόνα, αλλά ήταν προϊόν λεπτών υπολογισμών ενταγμένων στην υπηρεσία μιας στρατηγικής, που αποσκοπούσε στη μεγιστοποίηση των συμβολικών και των υλικών κερδών, δηλαδή στη μεγιστοποίηση των πιθανοτήτων για τη σύναψη ενός καλού γάμου."


(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το βιβλίο "Η κοινωνική γένεση των αισθημάτων" του Vernier B., όπου γίνεται αναφορά στους κανακάρηδες και την κοινωνική δομή της Καρπάθου κάμποσα χρόνια πίσω)



Έτσι, για να καταλαβαίνουμε τι πεδίο μάχης ένδοξο και λαμπρό ήταν ένας απλός πανηγυριώτικος χορός... Ήταν χώρος όπου στρατηγικές κινήσεις, κόντρες, μάχες σώμα με σώμα, ελάμβαναν χώρα... Ήταν χώρος εκφοράς και καλλιέργειας των αισθημάτων των ανθρώπων...




"Στα μάρμαρα του Γαλατά"
Παραδοσιακό Καρπάθου






Στα μάρμαρα του Γαλατά
Φραγκοκιτρολεμονιά
Στα μάρμαρα στην Πόλη
Ετρέλλανες με κόρη
Αούρος πέτρα πελεκά
Φραγκοκιτρολεμονιά
Και πελεκά με το να
τη μαρμαροκολώνα
Κόρη ξανθή επέρασε
Και τον εχαιρέτησε
Κόρη ξανθή του λέει και
κάθεται και κλαίει
Αούρε πουν το χέρι σου
χριστέ και να μουν ταίρι σου
Και πελεκάς με το να
τη μαρμαροκολώνα