Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πλάτων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πλάτων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ουκ ενι ιατρικής ειδέναι, όστις μη οίδεν ο τι εστίν άνθρωπος


Η ζωή μου έχει βασιστεί (ασυναίσθητα, και αυτό είναι σίγουρο) στην παρακάτω άποψη του παππού Ιπποκράτη, η οποία ερμηνεύει γιατί Ιατρική μαζί με Κοινωνική Ανθρωπολογία και Ιστορία... διότι στο επίκεντρο της αναζήτησης όλων αυτών ήταν, είναι, και θα παραμένει, φυσικά ο Άνθρωπος.


"είναι αδύνατον να ξέρει την Ιατρική αυτός που δεν ξέρει ακριβώς τι είναι ο Άνθρωπος"

Και δεν μένει μόνο ο παππούς Ιπποκράτης στο θέμα του "να γνωρίζει κανείς", αλλά έχει πάει ακόμα πιο βαθιά, ως συνέχεια του προηγούμενου και έχει πει:

"ην γαρ παρή φιλανθρωπίη, πάρεστι και φιλοτεχνίη", 

δηλαδή,

"Γιατί εκεί που υπάρχει αγάπη για τον Άνθρωπο, υπάρχει Αγάπη και για την επιστήμη"




Η ζωή μου έχει επίσης βασιστεί στον ορισμό της λέξης Άνθρωπος και στην έλλογη υπόστασή τηςως ένα βήμα ακόμα πιο βαθύ, όπως εξάλλου πολύ εύστοχα έχει καταθέσει ο Πλάτων



"Άνθρωπος αυτός που αναλογίζεται και κρίνει όσα έχει δει"


Συνδυάστε τώρα τα παραπάνω και θα διαπιστώσετε ότι δεν γίνεται να ξέρει την ιατρικήν κάποιος ο οποίος δεν ξέρει τον άνθρωπο και μάλιστα κάποιος ο οποίος δεν αγαπά τον Άνθρωπο και δεν ξέρει να κρίνει όλα όσα βλέπει τριγύρω του...


Άρα, συνολικά...
Καταλαβαίνεις την Επιστήμη σου μόνο όταν την Αγαπάς.
Και Αγαπάς την Επιστήμη σου μόνο όταν Αγαπάς τον Άνθρωπο.
Και Αγαπάς τον Άνθρωπο μόνο όταν θέλεις να τον Καταλάβεις πραγματικά...




Να αλλάξουμε τη Χώρα, όχι την ώρα!



Και για να συνεχίσουμε τη σκέψη μας από εκεί που την αφήσαμε: χώρος και χρόνος είναι δυο στοιχεία συνεκτικά και αλληλοδιαπλεκόμενα, που καθορίζουν τους ορίζοντες -νοητικούς και πραγματικούς- της ανθρώπινης αντιληπτότητας. Έχουν όμως, ένα πολύ σημαντικό -μα και εν πολλοίς παραγνωρισμένο- κοινό στοιχείο: δημιουργούν και πλάθουν το οικοδόμημα της Φυσικής Επιστήμης, ενώ ταυτόχρονα βασίζονται και θεμελιώνονται στη Μεταφυσική... Αυτό, για να σας δείξω με ένα ακόμα παράδειγμα, όλα αυτά που λέγαμε στην προηγούμενη ανάρτηση, όπου οι διαφορές Επιστήμης, Μεταφυστικής και Θεολογίας υπάρχουν μόνο στο μυαλό όσων κατασκευάζουν διαφορές...

Για να γίνω πιο σαφής: 

"Ήδη ο Giambattista Vico [1668-1744] είχε επισημάνει ότι η έννοια του γεωμετρικού σημείου είναι μια έννοια μεταφυσική, που διάνοιξε το 'πονηρό μονοπάτι' διαμέσου του οποίου η μεταφυσική διείσδυσε στη φυσική. Ό,τι ο Vico έλεγε για το γεωμετρικό σημείο, μπορεί να επαναληφθεί και προκειμένου για τη στιγμή ως χρονικό 'σημείο'. [...] Κάθε μας απόπειρα να σκεφτούμε κατά τρόπο αλλιώτικο το χρόνο, οφείλει συνεπώς να συγκρουστεί με τούτη την έννοια και μια κριτική του 'στιγμιαίου' συνιστά εύλογη προϋπόθεση μιας καινούργιας εμπειρίας του χρόνου. 

[...] Η εναρκτήρια διαπίστωση του Agamben, ότι ο άνθρωπος διαθέτοντας νοητική εμπειρία του χρόνου, όχι όμως και την αντιστοιχούσα του παράσταση, τον προσλαμβάνει ως οπτική παράσταση χωρικού μεγέθους, είναι (μερικώς) ισχύουσα, όπως άλλωστε και η συνεπαγωγή της για την κυκλική θεώρηση του χρόνου από την ανάλογη κίνηση των ουρανίων σωμάτων. Στον Τίμαιο, όπου ο Πλάτων συναιρεί και ανασκευάζει εν μέρει τις πυθαγόρειες παραδόσεις, ο χρόνος είναι όντως κυκλικός, επειδή η μονάδα της μετρήσεώς του συνάγεται από την τροχιά των πλανητών, θεώρηση που αποδίδεται από τον φιλόσοφο ως 'ρυθμικά κινούμενη αιώνια εικόνα της ακίνητης στην ενότητά της αιωνιότητα'.

[...] Ο χρόνος και ο χώρος στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής (όχι μόνο η αντίληψη για το χρόνο και το χώρο) είναι διαφορετικοί σε σύγκριση με τους προκαπιταλιστικούς τρόπου παραγωγής. Η αλλαγή του χρόνου και του χώρου είναι η βαθύτερη διαδικασία που προσδιορίζει την εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων. [...] Το ρολόι, απτή έκφανση του οργανωμένου και κατατμημένου χρόνου, έγινε ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία και σύμβολα της αστικής κοινωνίας. [...] Η κατάτμηση, η οργάνωση, η αυστηρή μέτρηση του χρόνου (κυρίως του χρόνου εργασίας) και η χωρίς κενά οργάνωση και κατάτμηση του χώρου (του εργασιακού, διοικητικού, κρατικού και γενικότερα κοινωνικού χώρου) είναι εξελίξεις που με σχεδόν ακαριαίο τρόπο εμφανίζονται στις αρχές της νέας εποχής και κορυφώνονται στην καπιταλιστική κοινωνία".


(αποσπάσματα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το "Χρόνος & Ιστορία" του Giorgio Agamben, εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ, το οποίο μπορείτε να βρείτε εδώ)



Και για να πούμε τα πράγματα πιο απλά: αν δεν έχουμε σήμερα αρκετό χρόνο για να κάνουμε πράγματα και να ζήσουμε, είναι γιατί δεν έχουμε αρκετό χώρο, μα και αντίστροφα, αν δεν έχουμε αρκετό χώρο, είναι γιατί δεν μας φτάνει ο χρόνος. Έτσι, αντιλαμβάνεστε ποια είναι η βαθύτερη σχέση που υπάρχει μεταξύ χώρου-χρόνου, η οποία καθρεφτίζει -είτε σας αρέσει είτε όχι- τον τρόπο με τον οποίο (γενικότερα) αντιλαμβάνεστε... Αν δεν αλλαχτεί λοιπόν, ο τρόπος που εκφράζονται αυτές τις δυο έννοιες, δεν πρόκειται να αλλαχτεί και η αντιληπτική ικανότητα του Ανθρώπου.

Και για να πούμε τα πράγματα εντελώς απλά: 



"Να αλλάξουμε τη Χώρα, όχι την ώρα..."





Χρόνια σας Πολλά!


Feed-back



Τα κίνητρα που οδηγούν κάποιους νέους να αφιερώσουν τα ωραιότερα και παραγωγικότερα χρόνια τους σε πολυετείς και επίπονες σπουδές είναι να ασκήσουν κατόπιν ένα έργο που τους γοητεύει και τους συναρπάζει.

Δώστε έμφαση παρακαλώ στις δυο σημαντικότερες λέξεις «παραγω»-γικότερα και «έργο» που υποκρύπτουν αυτήν την κινητήριο ενέργεια που κρύβεται στις αθώες εκείνες ψυχές των 18άρηδων οι οποίοι αποφασίζουν πλέον να μπουν και έτσι να ζουν για πάντα, στον μοναδικό κόσμο της Ιατρικής.

Τι γίνεται όμως όταν φτάνουμε στο δια ταύτα, δηλαδή στο «κατόπιν» της αρχικής μας πρότασης; Τι γίνεται όταν το έργο που ασκείς, ούτε σε γοητεύει ούτε σε συναρπάζει, διότι κάποιες καταστάσεις δεν σε αφήνουν να νιώσεις κατ’ αυτόν τον τρόπο; 

Τότε, το πιο πιθανό είναι να θεωρηθείς ότι σκέφτεσαι με τρόπο ανταποδοτικό, δηλαδή -συνεπαγόμενα- με τρόπο εγωιστικό. Εγώ όμως θα διαφωνούσα και θα έλεγα ότι απλά σκέφτεσαι με τρόπο ανατροφοδοτικό. Για να προχωρήσεις θέλεις να πάρεις. Δεν βάζεις στο επίκεντρο τον εγωισμό σου, όπως πολύ εύκολα θα σε κατηγορήσουν (αντιδιαστέλλοντάς σε από τον ακούραστο αλτρουιστή Άγιο Λουκά), αλλά ολάκερο τον σχηματισμό της ροής ενέργειας όπως αποδίδεται με το σχήμα του βρόχου σε κάθε ανατροφοδοτικό μοντέλο: αν δεν υπάρχει εισροή, δεν γίνεται να υπάρχει έξοδος στο σύστημα και πολύ περισσότερο, αν δεν υπάρχει επικοινωνία, πόσω δε μάλλον, συνέχεια, μεταξύ εισόδου και εξόδου, το σύστημα παύει να δουλεύει και μιλάμε πλέον για παθολογικές καταστάσεις. Όλος ο ανθρώπινος οργανισμός είναι φτιαγμένος πάνω σε ανατροφοδοτικά μοντέλα. Από την άλλη, όλος ο υγειονομικός οργανισμός της χώρας είναι φτιαγμένος πάνω σε κοκκαλιάρικα μοντέλα… Το σύστημα υγείας στην Ελλάδα, σου λέει τι να κάνεις ή τι να αποφύγεις. Το ερώτημα όμως είναι γιατί έχει πάψει να εμπνέει και να ανατροφοδοτεί… 

«’Αργά ένα απόγευμα του Οκτώβρη του έτους 1921, ένας φτωχοντυμένος νέος παρατηρούσε με αδιάλειπτη προσοχή το τοπίο από το παράθυρο ενός βαγονιού τρίτης θέσης του σχεδόν άδειου τρένου που διέσχιζε την κοιλάδα Πένγουελ…‘ 

Έτσι αρχίζει ‘Το Κάστρο’ το ημι-αυτογραφικό μυθιστόρημα του Α.Ζ.Κρόνιν. Ο ταξιδιώτης του τρένου είναι ο Σκοτσέζος γιατρός Άντριου Μάνσον. Έρχεται να ασκήσει για πρώτη φορά την ιατρική σε μια μικρή πόλη μεταλλωρύχων της Ουαλίας. Στην προσπάθειά του να εφαρμόσει τις πρόσφατες επιστημονικές του γνώσεις θα προσκρούσει στις εδραιωμένες συνήθειες των αρρώστων και τις απαρχαιωμένες μεθόδους των γιατρών της περιοχής. Σε μια επιδημία τυφοειδούς πυρετού, δεν θα διστάσει να ανατινάξει τον τρύπιο υπόνομο της πόλης που οι τοπικές αρχές αρνούνται να επισκευάσουν. Με την εργατικότητα, την ευστροφία κα την ευγένειά του θα κερδίσει τελικά την εμπιστοσύνη και το σεβασμό των κατοίκων. Μετακομίζοντας όμως, για μια καλύτερη τύχη στο Λονδίνο, θα μπλέξει σε ένα κύκλωμα κερδοσκόπων γιατρών και θα αρχίσει να βγάζει χρήματα εξετάζοντας πλούσιους, ιδιότροπους ή κατά φαντασίαν ασθενείς. Μια προσωπική τραγωδία θα γίνει τέλος, η αφορμή για την επιστροφή του στο ‘Κάστρο’ των παλιών του ηθικών αξιών».

(Θεόδωρου Μουντοκαλάκη – «Αναζητώντας τον Άντριου Μάνσον»)



Ο κόσμος της Ιατρικής είναι ένας πολύ ιδιαίτερος κόσμος. Είναι ένας κόσμος γεμάτος διλήμματα, καθημερινά και σε κάθε βήμα. «Σε αντίθεση με τον ιερωμένο που διαθέτει τη βεβαιότητα του εσχατολογικού δόγματος, ο γιατρός νιώθει εντελώς μόνος όταν βρίσκεται μπροστά σε δίλημμα. […] Όσο και αν ψάξει, τις απαντήσεις σε κάθε δίλημμα, […] σπάνια θα τις βρει στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, τον Αστικό Κώδικα ή τον Ποινικό Κώδικα. Τις απαντήσεις οφείλει να τις αναζητήσει μέσα του, στις προσωπικές του ηθικές αξίες. ‘Η Ηθική’ έλεγε ο Άλμπερτ Σβάιτσερ, ‘αποσκοπεί στην εξασφάλιση της εσωτερικής τελειότητας της προσωπικότητας ενός ανθρώπου’. Το ερώτημα τώρα είναι σε ποιο βαθμό οι ιατρικές μας σχολές ενδιαφέρονται να εξασφαλίσουν στους μελλοντικούς γιατρούς την εσωτερική αυτή τελειότητα της προσωπικότητας, που θα τους καταστήσει ικανούς να αντιμετωπίζουν τα ηθικά διλήμματα, τα αναπόσπαστα συναρτημένα με την άσκηση της Ιατρικής».

(Θεόδωρου Μουντοκαλάκη – «Η μοναξιά του γιατρού μπροστά στο δίλημμα του απορρήτου»)


Το ότι ο κόσμος της Ιατρικής είναι ένας ξεχωριστός και δυσνόητος κόσμος, του οποίου οι κανόνες άσκησης αγνοούνται από τους πολλούς ανθρώπους, έχει θίξει από πολύ παλιά ο ίδιος Πλάτωνας στο «Γοργία» του. Στο σωκρατικό αυτό διάλογο ο Σωκράτης απευθυνόμενος στο φιλόδοξο πολιτικό Καλλικλή λέει: «…Ξέρω καλά ότι αν οδηγηθώ σε δικαστήριο δεν θα είναι καθόλου παράξενο αν καταδικαστώ σε θάνατο, γιατί θα κριθώ όπως θα κρινόταν από τα παιδιά ένας γιατρός, αν τον κατηγορούσε ένας μάγειρας. Διότι σκέψου τι θα μπορούσε να απολογηθεί ένας τέτοιος άνθρωπος, αν κάποιος τον κατηγορούσε λέγοντας ‘Παιδιά, αυτός εδώ ο άντρας έχει προκαλέσει πολλά κακά και σας βλάπτει κάνοντας εγχειρήσεις και καυτηριασμούς, σας υποβάλλει σε στερήσεις, δίνοντάς σας πολύ πικρά φάρμακα και υποχρεώνοντας σας να πεινάτε και να διψάτε’…».


Οι γιατροί δεν είναι συνηθισμένοι άνθρωποι. Πιστέψτε με όμως, ζητούν απολύτως συνηθισμένα πράγματα, μάλιστα ίσως φανατικότερα από τους υπόλοιπους ανθρώπους, επειδή ακριβώς τα στερούνται. Για τους γιατρούς δεν υπάρχουν γιορτές και σχόλες, δεν υπάρχει ωράριο, δεν υπάρχει ησυχία. Μεσοπέλαγα αρμενίζοντας σε μια διαρκή ανήσυχη θάλασσα συγκινήσεων, τους μένουν δυο επιλογές: ή να κλείσουν τα μάτια και να αδιαφορήσουν, ή να ριχτούν στη δίνη των κυμάτων του απέραντου γαλάζιου με αναπόφευκτο αποτέλεσμα να ξερνοβολούν από τη ναυτία τόσων σκέψεων, μορφών, προσώπων, εμπειριών και συναισθημάτων, με τα οποία καθημερινά ανακατεύονται… 

Προεκτείνοντας τη ρήση του περίφημου άγγλου ιατρού Wiliam Osler που είχε πει: «το να γνωρίζεις τον άρρωστο που έχει τη νόσο είναι πιο σημαντικό από το να γνωρίζεις τη νόσο που έχει ο άρρωστος», νομίζω ότι και οι γιατροί ζητούν κάτι παρόμοιο, δηλαδή να τους αναγνωριστεί η ανθρώπινη πλευρά τους, ως πάνω και πέρα από κάθε επιστημονική και θεραπευτική τους ιδιότητα. Όπως πιο σημαντικό είναι ο άρρωστος από τη νόσο, άλλο τόσο πιο σημαντικό είναι το πρόσωπο από τον θεραπευτή. Τελικά, το ζητούμενο μένει το ίδιο και στις δυο περιπτώσεις: να αναγνωριστεί αμφότερα, ως προτεραιότητα σε αυτή την ιδιάζουσα σχέση αρρώστου-ιατρού, η έννοια Άνθρωπος. 

«Ο κύριος λόγος όμως που φιλονικούν οι άνθρωποι είναι επειδή δεν κατορθώνουν να μπει ο ένας στη θέση του άλλου. Στις ανθρώπινες σχέσεις που δημιουργούνται εξ αιτίας της ιατρικής υπάρχει και ένας επιπρόσθετος λόγος: η διαφορετική αντίληψη που έχουν τα δυο μέρη για την ιατρική. Οι γιατροί έχουν μάθει να σκέφτονται με τον τρόπο που διδάχτηκαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, με συνέπεια να αξιολογούν τα προβλήματα των άλλων με γνώμονα προτεραιότητες αμιγώς ιατρικές, ενώ από τη μεριά τους οι άλλοι -άρρωστοι και τρίτοι- έχουν τις δικές τους προσδοκίες και τις δικές τους απαιτήσεις από την ιατρική».

(Θεόδωρου Μουντοκαλάκη – «Οι εχθροί»)

Μένει, λοιπόν, κάθε φορά, σε κάθε προσωπική αλληλεπίδραση αρρώστου-ιατρού να επιβεβαιώνεται η προσπάθεια σύγκλισης και αλληλοκατανόησης των δυο πλευρών, ή να απορρίπτεται κάθε κίνηση αλληλοβοήθειας. Εδώ, βασίζεται ίσως η βαθύτερή μου ανάγκη για συνέχιση της ανατροφοδότησης αυτού του έργου που λέμε ότι κάνουμε: είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι που μπορούν να μας στηρίξουν, όταν ένα σύστημα που όφειλε από μόνο του να προσφέρει κάτι τέτοιο, καταρρέει και αδυνατεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες κάποιων που κάποτε αφιέρωσαν τα ωραιότερα και παραγωγικότερά τους χρόνια... 

Θαρρώ όμως ότι μου συμβαίνει ένα περίεργο πράγμα: όσο περνάει ο καιρός και όσο προσεγγίζω μέσω Ιατρικής και Ανθρωπολογίας την ανθρωπότητα, τόσο απομακρύνομαι από τους ανθρώπους… Ίσως, έχει σπάσει η ανατροφοδότησή μου.



Μια προ-Χριστου(γεννιάτικη) ευχή!



Ένεκα της ημέρας, θα αναδημοσιεύσω ένα εισαγωγικό σημείωμα της Η.Ε. Κορμπέτη, στην 7η Επιστολή του Πλάτωνος, από το περιοδικό ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεύχος 109, 1986.

"Όταν πρωτοήρθε ο Πλάτων στη Σικελία, το 388 πΧ, κυβερνήτης του κράτους των Συρακουσών ήταν ο Διονύσιος ο πρεσβύτερος. Ο Διονύσιος, που άρχισε τη σταδιοδρομία του ως απλός αξιωματικός του στρατού των Συρακουσών, κατόρθωσε, µε τη στρατιωτική ικανότητα που έδειξε στον Καρχηδονιακό πόλεµο του 410-405 πΧ και µε την πολιτική του επιτηδειότητα, να αναδειχθεί και να γίνει πρώτα ένας από τους δέκα στρατηγούς και λίγο αργότερα, όταν οι συστράτηγοί του, κατηγορούμενοι απ’ τον ίδιον ως υπεύθυνοι για κάποια αποτυχία των Συρακουσίων στον Καρχηδονιακό πόλεµο, καθαιρέθηκαν απ’ την εκκλησία του δήµου, να του ανατεθεί η διεξαγωγή του πολέµου και η διακυβέρνηση του κράτους. Έτσι ο Διονύσιος έγινε ουσιαστικά δικτάτωρ, αν και τυπικά απέφευγε ν’ αλλάξει τη µορφή του πολιτεύματος, αφού ούτε ο ίδιος πήρε τον τίτλο του τυράννου ή του βασιλέως, ούτε την εκκλησία του δήµου και τη βουλή κατήργησε. 

Ο Διονύσιος, ικανότατος στρατηγός και επιτήδειος πολιτικός (η λέξη φυσικά µε τη στενή έννοια που έχει και σήµερα και όχι εκείνη που θέλει να της δώσει ο Πλάτων), κατόρθωσε µε επανειλημμένους πολέµους εναντίον των Καρχηδονίων της Σικελίας και των πόλεων της Κάτω Ιταλίας, µε την ίδρυση αποικιών στα παράλια της Αδριατικής και µε τη σύναψη ευνοϊκών γι’ αυτόν συνθηκών, να επεκτείνει εδαφικώς και να ενισχύσει το κράτος του τόσο, ώστε να το καταστήσει µια απ’ τις µεγάλες δυνάµεις, ίσως μάλιστα τη µεγαλύτερη ελληνική δύναµη της εποχής του. Η σηµασία του έγκειται κυρίως στο ότι απέτρεψε από τον ελληνισµό της Δύσεως τον Καρχηδονιακό κίνδυνο, που τον απείλησε στην τελευταία δεκαετία του 5ου αιώνος. Με τον εξαιρετικά δυνατό και ικανό αυτόν πολιτικό, (που όµως τη δύναµη και την ικανότητα του χρησιµοποίησε για καθαρά εξωτερικά επιτεύγματα και που ήταν, για να χρησιμοποιήσω όρους και διακρίσεις πλατωνικές, µόνον πολιτικός, όχι και φιλόσοφος), δεν ήταν δυνατόν να έρθει σε ουσιαστική και γόνιµη επαφή ο Πλάτων. Γνώρισε όµως κατά τη διάρκεια της πρώτης του διαµονής στις Συρακούσες και συνδέθηκε στενά µε το Δίωνα, και η γνωριµία αυτή υπήρξε εξαιρετικά σηµαντική και για την ατοµική του ζωή, και για την κατοπινή παιδαγωγική και πολιτική του δράση. 

Ο Δίων ανήκε σε µια από τις µεγαλύτερες και ισχυρότερες οικογένειες των Συρακουσών ήταν γιος του πολιτικού συνεργάτη και φίλου του Διονυσίου του πρεσβυτέρου Ιππαρίνου και είχε συνδεθεί µε στενούς συγγενικούς δεσµούς προς το Διονύσιο. Ό Δίων υπήρξε ο πρώτος µαθητής του Πλάτωνος, αληθινά άξιος µαθητής και όχι απλώς θαυμαστής του. Η γνωριμία του µε τον Πλάτωνα και τη φιλοσοφία του τον έκανε να θέσει ως σκοπό της ζωής του την πραγµατοποίηση µέσα στο κράτος των Συρακουσών του πλατωνικού πολιτικού ιδεώδους, που πρώτη του αρχή είναι η ανάγκη της συνδέσεως πολιτικής εξουσίας και πνευµατικής και ηθικής αρετής (αυτή είναι η αρετή του φιλοσόφου) στο ίδιο πρόσωπο. Το ιδεώδες αυτό ζήτησε να πραγματοποιήσει ο Δίων µε τη βοήθεια του Πλάτωνος, πρώτα στο πρόσωπο του Διονυσίου του νεωτέρου (γιου και διαδόχου του πρεσβυτέρου Διονυσίου) προσπαθώντας να ξυπνήσει στον θέσει πολιτικό αρχηγό τη φιλοσοφική φύση που νόµιζε πως είχε (αυτό είναι το νόηµα και αυτή την αποστολή έχουν τα δύο τελευταία ταξίδια του Πλάτωνος στη Σικελία), κι έπειτα, όταν είδε την αδυναµία του Διονυσίου, ζητώντας να γίνει ο ίδιος, (που ήταν µε την πλατωνική σηµασία του όρου φιλόσοφος), πολιτικός αρχηγός (κι αυτό είναι το νόηµα της εκστρατείας και του κινήµατος του Δίωνος εναντίον του Διονυσίου). 

Το 367 πέθανε ο Διονύσιος ο πρεσβύτερος και ανέλαβε την εξουσία ο νεώτερος Διονύσιος, γιος του από τη δεύτερη γυναίκα του, τη Δωρίδα. Ο Διονύσιος ο νεώτερος είχε σε µεγαλύτερο βαθµό τα ελαττώµατα του πατέρα του, χωρίς να έχει και τα προτερήµατα εκείνου, και τις φυσικές του αδυναµίες είχε ενισχύσει σκόπιµα η ανατροφή του από το Διονύσιο τον πρεσβύτερο, που φοβούµενος µήπως στο πρόσωπο του γιου του γεννηθεί ένας επικίνδυνος πολιτικός αντίπαλος, και θέλοντας να προλάβει ένα παρόµοιο κίνδυνο, αποµόνωσε το Διονύσιο και τον κράτησε µακρυά από την πολιτική ζωή και από κάθε τι που θα µπορούσε να αναπτύξει το πνεύµα και το χαρακτήρα του. Τη µεγαλύτερη επιρροή στο Διονύσιο, που, εντελώς άπειρος καθώς ήταν στα πολιτικά πράγµατα, είχε απόλυτη ανάγκη ενός συµβούλου και οδηγού, είχε στην αρχή ο Δίων. Αµέσως µετά την ανάληψη της πολιτικής εξουσίας από το νέο τύραννο, ο Δίων, ελπίζοντας πως θα ήταν δυνατόν στο πρόσωπο του ανώριµου και γι’ αυτό ακριβώς εύπλαστου Διονυσίου να πραγµατοποιηθεί µε την κατάλληλη καθοδήγηση και διαπαιδαγώγηση το ιδεώδες του φιλοσόφου βασιλέως, και πιστεύοντας πως ο καταλληλότερος για το έργο της φιλοσοφικής διαπαιδαγωγήσεως του νεαρού ηγεµόνος ήταν ο Πλάτων, (την παιδαγωγική του δύναµη είχε δοκιµάσει ο ίδιος ο Δίων στον εαυτό του), έπεισε το Διονύσιο να τον καλέσει στιςς Συρακούσες. Και ο Πλάτων, που είδε, καθώς λέει στην 7η Επιστολή (328 b.c.), ότι δεν ήταν δυνατόν να παρουσιασθεί καταλληλότερη ευκαιρία για την πραγµατοποίηση του πολιτικού του ιδεώδους, και η 7η Επιστολή δείχνει αρκετά πόση σηµασία έδινε ο Πλάτων στην πραγµατοποίηση αυτή και πόσο φοβούνταν τον τίτλο του αποµακρυσµένου από την πραγµατικότητα και ανίκανου για δράση θεωρητικού

Ο Πλάτων λοιπόν, επεχείρησε έτσι το 367 πΧ, σε ηλικία 60 ετών, το δεύτερο του ταξίδι στη Σικελία. Ο Διονύσιος δέχθηκε και συναναστράφηκε στην αρχή τον Πλάτωνα µε υπερβολικές εκδηλώσεις θαυµασµού και πίστεως σ’ αυτόν και τις ιδέες τους. Αλλά οι πολιτικοί αντίπαλοι του Δίωνος, που ήταν αρκετά έξυπνοι, ώστε να δουν την πολιτικότητα των σκοπών του Δίωνος και του Πλάτωνος και εποµένως τον κίνδυνο που διέτρεχε η δική τους πολιτική υπόσταση, κατόρθωσαν να εµπνεύσουν στο Διονύσιο δυσπιστία και προς τους δύο. Κι. έτσι, λίγους µήνες µετά την άφιξη του Πλάτωνος στις Συρακούσες, ο Διονύσιος εξόρισε το Δίωνα, που έφυγε τότε για την Ελλάδα, και αιχμαλώτισε ουσιαστικά τον Πλάτωνα, εγκαθιστώντας τον µέσα στην ακρόπολη των Συρακουσών, οπού ζούσε και ο ίδιος, µόνος του, φρουρούµενος από τους σωµατοφυλακές του. Υπό τέτοιους ορούς δεν µπορούσε φυσικά να γίνεται πλέον λόγος για ουσιαστική πνευµατική επαφή και επίδραση του φιλοσόφου στο Διονύσιο. Λίγο αργότερα, ο Πλάτων κατόρθωσε να τον πείσει να τον αφήσει να φύγει. 

Μια τελευταία προσπάθεια επαφής προς το Διονύσιο, που αντιπροσωπεύει το τρίτο ταξίδι του Πλάτωνος στη Σικελία (361-360), ταξίδι πού επεχείρησε περισσότερο χάρις στην παρακίνηση του Δίωνος και των Πυθαγορείων της Κάτω Ιταλίας, παρά από προσωπική του πίστη στη δυνατότητα της πραγματοποιήσεως των πολιτικών σχεδίων, απέτυχε όπως η προηγούμενη. Η αδυναµία του Διονυσίου να ενσαρκώσει το ιδεώδες του φιλοσόφου βασιλέως έγινε πλέον και στον υπερβολικά αισιόδοξο Δίωνα φανερή. Με τη βοήθεια φίλων του από την Ακαδηµία και άλλων, ο Δίων οργανώνει και επιχειρεί το 357 πΧ εκστρατεία εναντίον του Διονυσίου µε το σκοπό να του αφαιρέσει την αρχή και ν’ αναλάβει ο ίδιος τη διαρρύθμιση της πολιτείας και την κυβέρνηση του κράτους των Συρακουσών. Η εκστρατεία πέτυχε και ο Δίων ανέλαβε την εξουσία, αλλά προτού προφθάσει να πραγµατοποιήσει ολοκληρωτικά το πολιτικό του ιδεώδες, δολοφονήθηκε: ένας από τους φίλους του που τον βοήθησαν στην επιστροφή του στη Σικελία και στον αγώνα του εναντίον του Διονυσίου, ο Κάλλιπος, οργάνωσε εναντίον του συνωμοσία και τον σκότωσε το 354 πΧ• ο ίδιος ανέλαβε την κυβέρνηση του κράτους. Οι οπαδοί του Δίωνος κατέφυγαν τότε στους Λεοντίνους και αρχηγός τους έγινε ο Ιππαρίνος, γιος του Διονυσίου του πρεσβυτέρου και της Αριστοµάχης. Ενώ ο Κάλιππος πολεµούσε στην Κατάνη, ο Ίππαρίνος κατέλαβε τις Συρακούσες (353 πΧ) και πήρε στα χέρια του την αρχή. Τότε οι οπαδοί του Δίωνος, που για πρώτη φορά µετά το θάνατο του ανέλαβαν την πολιτική εξουσία, απευθύνθηκαν στον Πλάτωνα, το φυσικό αρχηγό τους, ζητώντας να τους καθοδηγήσει στην πολιτική τους δράση• Σ’αυτή την παράκληση απαντώντας, γράφει ο Πλάτων την 7η Επιστολή. Αλλά ή πολιτική συµβουλή προς τους οπαδούς του Δίωνος δεν είναι ουσιαστικά ο µόνος, ούτε ίσως ο κύριος σκοπός της 7ης Επιστολής. 

Είναι γνωστό από υπαινιγµούς πού γίνονται στην ίδια την Επιστολή, ότι τα ταξίδια του Πλάτωνος στη Σικελία και οι οπαδοί που τα προκάλεσαν δεν κατανοήθηκαν καθόλου ή παρεξηγήθηκαν απ’ τους συγχρόνους του. Με την 7η Επιστολή, που το τυπικό θέµα της, η εξωτερική αφορµή της συγγραφής της, δίνει ευκαιρία στο συγγραφέα να µιλήσει για τα ζητήµατα αυτά, θέλησε ο Πλάτων, µέσα στο πλαίσιο πάντοτε της πολιτικής προς τους Συρακοσίους συµβουλής και χωρίς να διασπάται η ενότητα της επιστολής και η αλληλουχία των µερών της, να δώσει στους συγχρόνους του τη σωστή ερµηνεία της δράσεως του στη Σικελία. Και για το σκοπό αυτό διηγείται την ιστορία της πνευµατικής και πρακτικής του ζωής, µιλεί για τον λόγον και τον βίον του. Έτσι η 7η Επιστολή έχει τον τύπο πολιτικής συµβουλής προς τους οπαδούς του Δίωνος, είναι όµως ουσιαστικά µια ανοιχτή επιστολή που απευθύνεται στους συγχρόνους του Πλάτωνος και κυρίως στους Αθηναίους, για να ερμηνεύσει και να δικαιώσει την πολιτική του δράση στις Συρακούσες, και ο σκοπός αυτός επιτελείται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε η 7η Επιστολή θα µπορούσε να ονοµασθεί η πνευµατική και πολιτική αυτοβιογραφία του Πλάτωνος."


Θα με ρωτήσετε βέβαια, και εύλογα, πού κολλάει αυτή η ανασκόπηση της Ιστορίας, σήμερα Χριστούγεννα; Η απάντηση, είναι απλή: αν έχω μια ευχή που πραγματικά την πιστεύω και για αυτό θέλω να την μοιράσω σε φίλους και γνωστούς (και όχι να επαναλάβω τα τετριμένα χρόνια πολλά, ό,τι καλύτερο, υγεία, και τα τοιαύτα...) είναι ακριβώς ότι θεωρώ πως σήμερα, είναι η καλύτερη συγκυρία, μέσα σε αυτόν τον γενικό χαμό και παράκρουση, να ανασκουμπωθούμε και να ανασυγκροτηθούμε. Τώρα που σχεδόν όλα έχουν κατεδαφιστεί (μιλάω για τα ηθικά και τις αξίες), μοιάζουμε όσο ποτέ σε εκείνη την κατάσταση που προσπάθησε ο γερο-Πλάτωνας να αξιοποιήσει για να διδάξει και να επαναφέρει τον κόσμο στην ηθική του πορεία, θεωρώντας αυτήν την ευκαιρία μοναδική ιστορικά. Απέναντι σε ένα παρθένο μέρος, έχεις όλη την ευχέρεια να το διαμορφώσεις όπως θέλεις. Έτσι, λοιπόν, και εμείς σήμερα, απέναντι σε ένα χιλιοβιασμένο μέρος, που έχει τερματίσει το κοντέρ, άρα μάλλον έχει πλησιάσει αρκετά σε εκείνη την κατάσταση της πρωταρχικής παρθενίας, είναι χρεία να εφαρμόσουμε το πολιτικό μας ιδεώδες, που είμαι σίγουρος, ότι οι περισσότεροι από εμάς έχουμε. Ήρθε και η ευκαιρία. 

Τί περιμένουμε λοιπόν για να βγούμε από τη φυλακή μας;








Πλατωνικός έρωτας - μάθημα 3ο



Ωραία. Αναλύσαμε πώς μπορούμε να φτάσουμε στη βαθειά κατανόηση. Εξηγήσαμε ότι δεν φτάνει η γνώση, αλλά  χρειάζεται και ένα βήμα παραπέρα, η αντίληψη. Τέλος, τονίσαμε τη σπουδαιότητα της δύναμης (αλκής) του νου.

Φτάνουν αυτά για μια αρμονική συνύπαρξη σε μια ευνομούμενη κοινωνία;

Και εδώ αναδεικνύεται το δυσκολότερο ερώτημα.


"Φιλοπατρία ή ανυπακοή; 

Η φιλοπατρία δηλώνει κατάφαση προς τους θεσμούς της πόλης; Αντίστροφα, η αποδοκιμασία των θεσμών της πόλης συνεπάγεται εξασθένηση της φιλοπατρίας και, μακροπρόθεσμα, οδηγεί τον πολίτη σταδιακά έξω από τους κόλπους της; Μια απάντηση της μορφής ‘ο φιλόπατρις παραμένει στην πόλη και επιδιώκει σύμφωνα με τους νόμους της να πείσει τους άλλους για τη βελτίωσή της’ φαίνεται εξαιρετικά συγκαταβατική, και ακριβώς γι’ αυτό ελάχιστα πειστική. Τι συμβαίνει, λ.χ., όταν ο πολίτης διαφωνεί με αυτούς τους ίδιους ‘τους νόμους της’ που πιθανότατα έχουν θεσπιστεί πριν από τη γέννησή του; Ή όταν οι συμπολίτες του, προσκολλημένοι άκριτα στις παραδόσεις ή τα συμφέροντά τους, δεν πείθονται σε όσα ορθά και ρηξικέλευθα κάποιος εισάγει; Εντέλει, ποιο είναι το νόημα της φιλοπατρίας, εάν ο ‘φιλόπατρις’ διαφωνεί περίπου με το σύνολο των νόμων και αποστρέφεται ως ανάξιους περίπου όλους τους συμπολίτες του; Ποιο ακριβώς είναι το πρόσωπο της ‘πατρίδος’ που ‘φιλεί’ ο αμφισβητίας του παραδείγματός μας; Θα μπορούσαμε να φανταστούμε μια όχι ευκαταφρόνητη μερίδα των πολιτών κάθε πόλης να βρίσκεται στον αντίποδα της καθεστηκυίας τάξης των πραγμάτων, κινούμενη από ποικίλους και ίσως ασύμβατους αναμεταξύ τους λόγους. Πρόκειται για τους δυνάμει στασιώτες, αυτούς που κάθε πόλη υποπτεύεται ως υπαίτιους μιας βαριά ασθένειας. Η ιδέα του προσεταιρισμού και της καταλλαγής εμπνέουν τον δημοκρατικό διάλογο, τον σεβασμό της μειοψηφίας από τον νόμο, την ευλαβική τήρηση της ομολογίας, κάποτε όμως και αυτά εξαντλούνται. Εξάλλου, εάν η πολιτική αρένα μπορούσε πάντοτε να αποτρέπει τις κρίσεις, τότε θα έπρεπε να φανταζόμαστε την πολιτική ζωή ως μια ασάλευτη χρονικότητα, χωρίς μετακινήσεις, οπισθοδρομήσεις και άλματα. 


Το ερώτημά μας περιπλέκεται στον βαθμό που ο πολίτης καλείται να ανταποκριθεί θετικά ή αρνητικά απέναντι στην πόλη αξιολογώντας όχι μόνο τα χαρίσματα και τα ελαττώματά της αλλά και την ιδιαίτερη θέση του μέσα σε αυτήν. Με άλλα λόγια, καλείται να συμμορφωθεί προς ό,τι το σύστημα αξιών της ίδιας της πόλης επιτάσσει να πράξει καθένας από εμάς με γνώμονα, αφενός, την πόλη αλλά και, αφετέρου, την ατομική υπόληψή του, δηλ. την επάρκειά του να υπερασπίζεται το κοινωνικό κύρος του. 


Ο Σωκράτης είναι η γνωστότερη ίσως περίπτωση σφοδρής κριτικής της πόλης και του δήμου, συνοδευμένης όμως από μια ρητά διακηρυγμένη αφοσίωση. Το πράγμα είναι από πολλές πλευρές παράδοξο, και ακριβώς γι’ αυτό φαίνεται να άσκησε μια ακαταμάχητη έλξη στους μεταγενέστερους, σε βαθμό μάλιστα που σχεδόν από μόνη της η στάση του να αναδειχθεί σε υπόδειγμα αρετής. Σε μεγάλο βαθμό αυτό θα πρέπει να πιστωθεί στον επιφανέστερο μαθητή του, τον Πλάτωνα, σφοδρό επίσης πολέμιο της αθηναϊκής δημοκρατίας, πλην όμως ιδανικό εραστή της πόλης του (παρά την εξιδανίκευση, όμως, του σπαρτιατικού πολιτεύματος). Ο διάλογος Κρίτων συνιστά το κείμενο αναφοράς για τη σύναψη ενός συμβολαίου ανάμεσα στην πόλη και τον πολίτη, για τη δόκιμη διαχείριση κάθε διαφωνίας και για τον ανυπόκριτο θαυμασμό προς τη γενέτειρα. Παράλληλα, όμως, είναι το κείμενο όπου διαφαίνονται οι αδυναμίες αυτών των τόπων και ο συμβατικός, λίγο ή πολύ στρατηγικός, στόχος τους που δεν είναι άλλος από μια συναινετική, ανθεκτική στον χρόνο και πειστική, αναστολή κάθε φυγόκεντρης τάσης."


(απόσπασμα από άποψη του καθηγητή του Παν/μίου Αιγαίου Β.Ι. Αναστασιάδη, χωρίς άδεια αναδημοσίευσης)



Αγαπητοί μου, ο Σωκράτης, όταν τον δίκασαν και του πρότειναν να αυτοεξοριστεί αντί να φονευθεί, αυτός αρνήθηκε ως μια υπέρτατη εκδήλωση (και έτσι μάθημα προς όλους τους κατήγορούς του) αγάπης προς την πολιτεία του. Προτίμησε λοιπόν, να σκοτωθεί μαχόμενος εντός τειχών της πόλης του.

Παρομοίως, ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, δεν την "έκανε με ελαφρά" εις τας Ευρώπας, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Θα μου πείτε βέβαια, οι Χατζηδάκις, Θεοδωράκης κλπ καλλιτέχνες ή επιστήμονες που έφυγαν, για καλό δεν ήταν; Αφού, λειτούργησαν ως αγγελιαφόροι προς τους ξένους, για να στρέψουν λίγο αυτοί τα μάτια τους στον παραλογισμού που επικρατούσε -και- τότε, στη χώρα μας.

Ο προβληματισμός αυτός, βέβαια, δεν στερείται επικαιρότητος, καθώς σήμερα οι νέοι αναρωτιούνται: "τι να κάτσω να κάνω στην κωλοπετινίτσα (την Ελλαδίτσα δηλαδή), όταν τίποτα δεν λειτουργεί, όταν οι νόμοι δεν είναι ανθρώπινοι, αλλά επιβεβλημένοι από εξω-ανθρώπινες και απ-άνθρωπες πηγές, όπως οι Τροϊκανοί; Μαζεύω τα μπογαλάκια μου και φεύγω..." Αυτό, τι σημαίνει; Ότι δεν αγαπούν την πατρίδα τους; Ότι επιλέγουν την εύκολη λύση;

Προβληματίζομαι ιδιαίτερα αγαπητοί μου... Γιατί αυτή είναι η σημαντικότερη μάχη που έχει να δώσει ένας πολίτης για την πόλη του: να προσπαθήσει να ζήσει παρά την τόση διαφορετικότητα. Ως πότε όμως, θα τα βαφτίζουμε όλα ως "διαφορετικά" ή ως μέτρα που λαμβάνονται για να συμβιβαστούν οι διαφορετικότητες; Πού μπαίνει το όριο της ανάγκης να ζήσουμε εν μέσω διαφορετικότητος και πού αυτό της αναξιοπρεπούς δουλείας, η οποία καταπνίγει κάθε προσωπική μας ανάγκη;

Για να το πω πιο απλά: ως πού μπορείς να κάνεις υπομονή για να ανεχτείς τον πλησίον σου; Πόσες θυσίες μπορείς να κάνεις για να έχει λόγο και ο διαφορετικός (και πολλές φορές μαλάκας) πλησίον σου;

Και κάτι ακόμα: αν φύγουν οι πολλοί για μια άλλη χώρα, ποιος θα μείνει σε τούτη τη χώρα να παλέψει; Αυτοί που είναι χαλκέντεροι ή αυτοί που έχουν ακόμα "μπάρμπα στην Κορώνη" και κάποιο "δόντι" να κόβει και να τους θρέφει;


Δεν έχω σαφή απάντηση. Έχω μόνο ως κριτήριο τις αντοχές μου, που ακόμα (με) κρατούν (εδώ).

Ας κάνουμε λοιπόν, όχι μία, αλλά πολλές ευχές, ειδικά σήμερα, να περάσει η φιλοσοφία του Πλάτωνα, στο ευρύ κοινό. Ας προσπαθήσουμε να χτίσουμε τα πρώτα σκαλοπάτια μέχρι να φτάσουμε στη γνώση, και μετά ας παλέψουμε για την αντίληψη, με τελικό σκοπό, ίσως, την κοινωνική συμβίωση. Αυτά τα πρώτα σκαλοπάτια είναι που πάσχουν στη χώρα μας, πώς να μην είναι τα επόμενα και υψηλότερα σκαλοπάτια προβληματικά; Αν τα βελτιώναμε, ίσως το ερώτημα "φιλοπατρία ή ανυπακοή" να φαινόταν πιο ξεκάθαρο... Ο μεγάλος Πλάτων, ο οποίος μάλιστα εορτάζει σήμερα, (τυχαίο, πιστέψτε με...), είπε σοφά λόγια. Δεν μας μένει να προσπαθήσουμε να τα κάνουμε πράξη. 





Με κάθε τίμημα; Αυτό, ειλικρινά δεν μπορώ να το απαντήσω...




"Τα καράβια μου καίω"
Στίχοι, Μουσική: Νίκος Πορτοκάλογλου
Ερμηνεία: Πορτοκάλογλου, Μπαλάφας, Μαραβέγιας



Τα καράβια μου καίω 
τα καράβια μου καίω τα καίω 
δε θα πάω πουθενά. 

Μπρος στα πόδια σου κλαίω 
μη μ΄αφήσεις σου λέω σου λέω 
να σ΄αφήσω ξανά. 

 Κι ας μη μου ΄χεις χαρίσει ποτέ
 ένα χάδι ως τώρα πάντα 
εδώ θα γυρνώ. 

 Από πείσμα και τρέλα 
θα ζω σε τούτη τη χώρα 
ώσπου να ΄βρω νερό 
γιατί ανήκω εδώ. 

Τα παιδιά στην κερκίδα 
είναι η μόνη σου ελπίδα, ελπίδα 
πρωινός ουρανός.

Σταυρωμένη πατρίδα 
 μες στα μάτια σου είδα αχ είδα 
της ανάστασης φως. 

 Κι ας μη μου ΄χεις χαρίσει ποτέ 
ένα χάδι ως τώρα 
πάντα εδώ θα γυρνώ. 

 Από πείσμα και τρέλα 
θα ζω σε τούτη τη χώρα 
ώσπου να ΄βρω νερό 
γιατί ανήκω εδώ. 

 Όποιος σε δει 
για μια στιγμή 
δίχως του πένθους 
το μαύρο μανδύα. 
Θα ΄σαι εσύ 
θεά γυμνή 
η αμαρτία του 
κι η τιμωρία. 
Σαν οπτασία 
για μια ζωή. 

Κι ας μη μου ΄χεις χαρίσει ποτέ 
ένα χάδι ως τώρα 
πάντα εδώ θα γυρνώ. 

 Από πείσμα και τρέλα 
θα ζω στην έρημη χώρα 
ώσπου να ΄βρω νερό 
γιατί ανήκω εδώ...



Και αν χρειαστεί να κάψετε τα καράβια σας, τι μ' αυτό; Υπάρχει και το κολύμπι, αρχαιότατος τρόπος ταξιδίων και κρουαζιέρας...


Πλατωνικός έρωτας - μάθημα 2ο


Μείναμε στο ερώτημα, πώς κατακτιέται η γνώση. Η άποψη του γερο-Πλάτωνα (όπως λέμε, η άποψη του γερο-πλάτανου που τόσα χρόνια βλέπει τα πράγματα από εκεί ψηλά, άρα ίσως λίγο αντικειμενικότερα από εμάς τους γήινους), είναι η εξής (απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από τη μετάφραση της 7ης επιστολής προς Συρακουσίους, της Η.Ε. Κορμπέτη, όπως αυτή δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεύχος 109, το 1986):

"Σε κάθε πράγμα αντιστοιχούν τρία μέσα, απαραίτητα για να προκύψει η γνώση του• το τέταρτο είναι η ίδια η γνώση• ως πέμπτο πρέπει να βάλουμε την ιδέα του πράγματος, που μόνη αυτή επιδέχεται γνώση και έχει αληθινή ύπαρξη. Το πρώτο είναι η λέξη, το δεύτερο ο ορισμός, το τρίτο το είδωλο, το τέταρτο η γνώση. Αν θέλεις τώρα να δεις τί εννοώ µ’ αυτά που λέω, προσπάθησε να τα καταλάβεις πάνω σ’ ένα παράδειγμα κι έπειτα σκέψου κατά τον ίδιο τρόπο για όλα τα πράγματα. 

Υπάρχει κάτι που λέγεται κύκλος και που έχει ακριβώς το όνομα που προφέραμε αυτή τη στιγμή. Το δεύτερο είναι ο ορισμός του, που αποτελείται από ονόματα και ρήματα• δηλαδή το σχήμα που όλα τα ακραία σημεία του απέχουν εξ ίσου από το κέντρο είναι ο ορισμός εκείνου που το όνομα του είναι στρογγυλό ή περιφερικό σχήμα, ή κύκλος. Το τρίτο είναι εκείνο που ζωγραφίζεται και σβήνεται και κατασκευάζεται µε τον τόρνο και καταστρέφεται• ενώ η ιδέα του κύκλου, στην οποίαν αναφέρονται όλα αυτά, τίποτε τέτοιο δεν παθαίνει, γιατί είναι κάτι διαφορετικό απ’ αυτά. Το τέταρτο είναι η επιστημονική γνώση και η νόηση και η σωστή αντίληψη των πραγμάτων, όλα αυτά πάλι πρέπει να τα θεωρήσουμε ως µια ενιαία κατηγορία• γιατί δε βρίσκονται ούτε σε φθόγγους ούτε σε υλικές μορφές, άλλα μέσα στις ψυχές, και απ’ αυτό γίνεται φανερό, ότι το τέταρτο είναι κάτι διαφορετικό και από τη φύση του ιδεατού κύκλου και από τα τρία προηγούμενα. Απ’ όλα αυτά, περισσότερο πλησιάζει προς το πέμπτο, για τη συγγένεια και την ομοιότητα της προς αυτό, η νόηση• τα αλλά απέχουν περισσότερο. Τα ίδια ισχύουν και για οποιοδήποτε ευθύγραμμο ή καμπυλόγραμμο σχήμα και οποιοδήποτε χρώμα, για το αγαθό και το ωραίο και το δίκαιο, για κάθε σώμα τεχνητό ή φυσικό, για τη φωτιά, το νερό και όλα τα παρόμοια, για κάθε ζωντανό οργανισμό και κάθε ψυχική ιδιότητα, και για όλες τις μορφές του ενεργείν και του πάσχειν. Δηλαδή όλων αυτών είναι αδύνατο να γνωρίσεις τέλεια το πέμπτο, αν δε γνωρίσεις προηγουμένως τα τέσσερα. Πάντως πρέπει να προσθέσουμε ότι αυτές οι τέσσερες γνωστικές βαθμίδες επιχειρούν να δείξουν όχι µόνο την ουσία του κάθε πράγματος, αλλά και τις ιδιότητες του, κι αυτό οφείλεται στην αδυναμία της γλώσσας γι’ αυτό κανένας λογικός άνθρωπος δε θα τολμήσει ποτέ να τοποθετήσει τα διανοήματα του μέσα σ’ αυτό το περίβλημα, όταν μάλιστα είναι μόνιμο, όπως συμβαίνει σε ό,τι έχει γραπτά διατυπωθεί. Κι. αυτό πάλι που λέω τώρα πρέπει να το καταλάβουμε καλύτερα. Κάθε συγκεκριμένος κύκλος, από κείνους που στην πράξη γράφονται ή και κατασκευάζονται µε τον τόρνο, έχει ένα πλήθος ιδιότητες αντίθετες προς το πέμπτο, αφού πάντα εφάπτεται της ευθείας., ενώ για την ιδέα του κύκλου λέμε πως δεν έχει ούτε το ελάχιστο στοιχείο από την αντίθετη προς αυτήν φύση. Έπειτα, κανένα όνομα κατά τη γνώμη µου δεν είναι απολύτως πάγιο για κανένα πράγμα- τίποτα δεν εμποδίζει αυτό που σήμερα λέγεται στρογγυλό να λεγόταν άλλοτε ίσιο και το ίσιο πάλι στρογγυλό, και η νέα ονομασία δε θα είναι καθόλου λιγότερο πάγια στη συνείδηση εκείνων που έκαναν την αντιμετάθεση και ονομάζουν τα πράγματα αντίθετα από πριν. Και για τον ορισμό όμως, εφόσον αποτελείται από ονόματα και ρήματα, η ίδια κρίση ισχύει, ότι δηλαδή κανένα στοιχείο του δεν είναι αρκετά μόνιμα σταθερό• και χίλιοι δυο άλλοι λόγοι υπάρχουν ακόμα, για τους οποίους καθένα από τα τέσσερα παρέχει γνώση ασαφή, ο κυριότερος όμως είναι εκείνος που είπαμε προ ολίγου: ότι ενώ υπάρχουν δυο ξεχωριστά πράγματα, η ουσία των όντων και οι ιδιότητες τους, και η ψυχή ζητεί να γνωρίσει όχι τις ιδιότητες, άλλα την ουσία, επειδή καθένα από τα τέσσερα προσφέρει στην ψυχή µε γλωσσική διατύπωση και µε αισθητή ύπαρξη, εκείνο που αυτή δε ζητεί και είναι εύκολο να ελέγξεις µε τις αισθήσεις και τη γλωσσική διατύπωση και την αισθητή ύπαρξη που παρέχει καθένα απ’ αυτά, γεμίζει τον άνθρωπο, θα ‘λεγε κανείς, µε κάθε είδους απορία και ασάφεια. 
(σημείωση δική μου: δεν είναι αυτά τα τελευταία σημασμένα λόγια, πρόδρομα της θεωρίας της σχετικότητας και βεβαιότητος πλέον της σύγχρονης Φυσικής, ότι αντιλαμβανόμαστε μόνο τις 3 από τις 4 διαστάσεις του τετραδιάστατου Σύμπαντος, ότι δηλαδή, αντιλαμβανόμαστε με τα ελλιπή αισθητήριά μας, την προβολή του Σύμπαντος και όχι αυτό το ίδιο, καθώς και τις ιδιότητές του και όχι την ίδια του τη φύση και ουσία...;; Δεν είναι να απορεί και να θαυμάζει κανείς για το συμπέρασμα του γερο-Πλάτανου;)

[…] Μόνο το πέρασμα μέσα απ’ όλες αυτές τις γνωστικές βαθμίδες, που µε επανειλημμένες ανόδους και καθόδους οδηγεί προς την καθεμιά, μπορεί κάποτε να γεννήσει μέσα στο φυσικά άξιο πνεύμα τη γνώση του φυσικά άξιου όντος• 

[…] Ώστε, όσοι δεν έχουν καμιά εσωτερική συνάφεια και συγγένεια προς τη δικαιοσύνη και τις άλλες αξίες, παρά η αντίληψη και η μνήμη τους εκτείνονται σε αλλά πεδία, επίσης όμως και όσοι έχουν συγγένεια, αλλά τους λείπει αντίληψη και μνήμη, κανένας απ’ αυτούς δε θα γνωρίσει ποτέ, στον ανώτερο βαθμό που είναι δοσμένο στον άνθρωπο να γνωρίσει, την αληθινή ουσία της αρετής και της κακίας• γιατί δεν μπορείς παρά συγχρόνως να τα γνωρίσεις, καθώς συγχρόνως είναι ανάγκη να γνωρίσεις και του συνόλου των όντων την αλήθεια και το ψέμα, µε πολύπλευρη έρευνα και δαπάνη πολλού χρόνου, όπως είπα στην αρχή. Και μόνον όταν εντατικά επιδοθεί κανείς στην εξέταση και τη σύγκριση όλων αυτών των γνωστικών μορφών αναμεταξύ τους, ονομάτων, ορισμών, οπτικών και γενικά αισθητικών παραστάσεων, και όταν ο έλεγχος της αλήθειας τους γίνεται µε διάθεση ευμενή και χωρίς προσωπική εμπάθεια που χρησιμοποιεί ως όργανο, τις ερωτήσεις 




και απαντήσεις, µόνο τότε είναι κάποτε δυνατόν να γεννηθεί σα µια λάμψη η αληθινή γνώση του κάθε πράγματος και η νόηση της ουσίας του για κείνον που εντείνει τις δυνάμεις του στον ανθρωπίνως μεγαλύτερο δυνατό βαθμό."


Μάθημα 2ο λοιπόν, και τα συμπεράσματα μας είναι τα εξής:

Το πρώτο βήμα για την κατάκτηση της γνώσης, είναι η Λέξη, δηλαδή να το βαφτίσεις. Βέβαια, κάποιες φορές, οι λέξεις χάνουν το σκοπό τους και το νόημά τους όταν αραδιάζονται τόσο εύκολα και ανερυθρίαστα... (αλλά για μισό λεπτο! αν+ερυθρίαστα=αντίθετα του ερυθρού=ΠΑΣΟΚ!!)

Το δεύτερο, είναι ο Ορισμός, δηλαδή να το ορίσεις. Βέβαια, κάποιες φορές, ορίζεις ταυτόχρονα ολωσδιόλου (και ολως-διαόλου) αντιθετικά πράγματα μεταξύ τους, αντί να τα ξεχ-ορίζεις... Έτσι, απλά ξεχ(-νάς ότι )ορίζεις τις τύχες εκατομμυρίων ατόμων με μια σου κίνηση...

Το τρίτο είναι το Είδωλο, δηλαδή να το εξεικονίσεις. Βέβαια, κάπποιες φορές, φτιάχνεις όπως θέλεις την εικόνα για να μαγέψεις τους άλλους, ή ακόμα χειρότερα, μαγεύεσαι εσύ ο ίδιος μόνο από αυτήν, και έτσι χάνεσαι μέσα σε έναν κόσμο ειδώλων... Το μόνο που σου μένει τότε, είναι να αρχίσεις όλα να τα σπας...

Και έτσι, περνώντας αυτά τα βήματα, θα γνωρίσεις.

Δεν φτάνουν όμως αυτά, για να κατακτήσεις τη γνώση, αφού μεσολαβεί το πιο μεγάλο, το πιο ψηλό και το πιο δύσκολο σκαλοπάτι, αυτό της Κατανόησης... Το να κατανοούμε, έννοιες, ιδέες, ανθρώπους, συντρόφους και συμπεριφορές, είναι η δυσκολότερη δοκιμασία του ανθρώπινου νου... αλλά ταυτόχρονα είναι και ο συνδετικός κρίκος μιας κοινωνίας.



Πλατωνικός έρωτας - μάθημα 1ο


Ο Πλάτων, έχει μείνει στην Ιστορία της Φιλοσοφίας για πολλά, μα κυρίως για τον έρωτά του προς έναν άλλον κόσμο ιδανικό, έναν σχεδόν ουτοπικό κόσμο, όπου ο βασιλιάς είναι ταυτόσημο με τον φιλόσοφο και ο ηγέτης με τον ηθικό άνδρα.

Κατ' επέκταση, αυτό το ερωτικό στοιχείο με το οποίο επενδύει την αναζήτηση της εξιδανικευμένης του πολιτείας, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα πρόδρομο δονκιχωτικό σπέρμα αναφοράς στο "υπερβατικό", στο "άλλο", στο "διαφορετικό", ως αντίστοιξη και άρνηση ως προς το "κοινό", το "όμοιο", το "ίδιον". Ο Έρωτας, λοιπόν, και δη ο Πλατωνικός Έρωτας, σκιαγραφεί αυτήν την αναζήτηση της ουτοπικής πατρίδας της Γαλήνης. Είτε αυτή, αγκυροβολείται στους κόλπους της Νέας Κοινωνίας, μιας νέας Πολιτικής, είτε στους κόλπους της Γυναίκας, του υπέρτατου Θηλυκού.

Πόσο όμως, ουτοπική και εξιδανικευμένη είναι αυτή η "άλλη" πολιτεία; Και σχεδόν άμεσα ξεπηδά και το -ακόμα πιο βασανιστικό- ερώτημα: πόσο ουτοπική και εξιδανικευμένη είνα αυτή η "άλλη" ερωτική, συντροφική, έταιρη ύπαρξη, που θα έρθει να μας συμπληρώσει και να μας γαληνέψει, οδηγώντας μας στον κόσμο των Ονείρων;

Τα ερωτήματα, που έθεσε ο Πλάτων, είναι ίσως επίκαιρα όσο ποτέ, τόσο ως προς την αναζήτηση από πολλούς πολίτες του ιδανικού συντρόφου, όσο και της ιδανικής πολιτείας, ώστε να ζήσουν με τον ιδανικό σύντροφο. Στον καταιγισμό των (παρα)πληροφοριών εξάλλου που δεχόμαστε, είναι δύσκολο να δούμε, ότι τελικά αυτές οι δυο αναζητήσεις δεν είναι ξεχωριστές, αλλά η μια ενέχει την άλλη: η ισορροπία στην ψυχή ξεχειλίζει με ενέργεια και προσπάθεια για ισορροπία στην κοινωνία, αλλά και μια ισορροπημένη κοινωνία σου δίνει τα εφόδια ώστε να ορίσεις αρχικά και έπειτα να αναζητήσεις αυτό που εσύ προσδοκάς ως ιδανικό (και πλατωνικά ερωτεύσιμο) σύντροφο.

Ας δούμε, ένα πρώτο απόσπασμα από την 7η επιστολή του Πλάτωνος στους Συρακουσίους, όπως αυτή δημοσιεύτηκε μεταφρασμένη από την Η.Ε. Κορμπέτη, στο περιοδικό ΕΠΟΠΤΕΙΑ, Τεύχος 109, το 1986, (χωρίς άδεια αναδημοσίευσης), και ας θαυμάσουμε την πλατειά προσέγγιση του μεγάλου Πλάτωνος: 

"...Όταν µια φορά ήµουν νέος, µου συνέβη το ίδιο ακριβώς που συνέβη και σε άλλους πολλούς: αποφάσισα, αμέσως μόλις γίνω αυτεξούσιος, να ακολουθήσω το πολιτικό στάδιο. Τότε µου παρουσιάστηκαν τα έξης περίπου πολιτικά γεγονότα: Έπειτα από την κατακραυγή πολλών εναντίον του πολιτεύματος που είχαµε τότε, γίνεται µεταπολίτευση και τη μεταπολίτευση αυτή διηύθυναν πενήντα ένας αρχηγοί, ένδεκα στην πόλη, δέκα στον Πειραιά. Η καθεμιά απ’ αυτές τις δυο συναρχίες για την αγορά και για τις διοικητικές ανάγκες των πόλεων και τριάντα έγιναν ανώτατοι άρχοντες µε απόλυτη εξουσία. Μερικοί λοιπόν απ’ αυτούς έτυχε να είναι συγγενείς και γνωστοί µου και μάλιστα αμέσως και επανειλημμένως µε κάλεσαν να λάβω μέρος σαν σε κάτι που δικαιωματικά μπορούσα να συμμερισθώ. Τότε εγώ έπαθα κάτι που δεν ήταν καθόλου παράξενο για τα νιάτα µου• πίστεψα, δηλαδή, πως θα οδηγήσουν την πόλη από µια ζωή άδικη σ’ ένα δίκαιο τρόπο ζωής κι έτσι θα την κυβερνήσουν. Τους παρακολουθούσα λοιπόν µε μεγάλη προσοχή, να ιδώ, τι θα κάνουν. Και καθώς έβλεπα ότι οι άνθρωποι εκείνοι μέσα σε λίγο καιρό έκαναν να φανεί χρυσάφι το προηγούμενο πολίτευμα, έκτος απ’ τα άλλα, έστειλαν το φίλο µου, τον αρκετά ηλικιωμένο Σωκράτη, που γι’ αυτόν εγώ δε θα δίσταζα να πω ότι ήταν ο δικαιότερος άνθρωπος της εποχής του, τον έστειλαν μαζί µε άλλους σε κάποιον πολίτη για να τον συλλάβει και να τον οδηγήσει δια της βίας στο θάνατο• κι αυτό βέβαια για να έχει λάβει μέρος στις ενέργειες τους, είτε ήθελε, είτε όχι εκείνος όμως δεν εννοούσε να πεισθεί και προτίμησε να κινδυνεύσει να πάθει οτιδήποτε, παρά να γίνει συνεργός τους σε ανόσιες πράξεις. Καθώς λοιπόν τα έβλεπα όλα αυτά και μερικά άλλα παρόμοια, όχι ασήμαντα, αγανάκτησα κι αποτραβήχτηκα από εκείνα τα κακά. 

Όχι πολύ αργότερα όμως άλλαξε η κυβέρνηση των Τριάκοντα και γενικά το πολίτευμα εκείνο• και πάλι µε τραβούσε, αν και χαλαρότερα, πάντως όμως µε τραβούσε, ο πόθος ν’ ασχοληθώ µε τα κοινά και να πολιτευθώ. Και τότε λοιπόν, καθώς ήταν ταραγμένα τα πράγματα, γίνονταν πολλά που θα μπορούσαν να σε κάνουν ν’ αγανακτήσεις, και δεν είναι καθόλου παράξενο, σε πολιτικές μεταβολές, οι εκδικήσεις κάποιων εναντίον μερικών εχθρών τους να ξεπερνούν τα όρια• αλλά γενικώς, οι πολιτικοί εξόριστοι που γύρισαν τότε έδειξαν μεγάλη μετριοπάθεια. Δεν ξέρω όμως πάλι πως έτυχε, και κάποια πρόσωπα µε πολιτική επιρροή καταγγέλλουν το φίλο µας, το Σωκράτη, κατηγορώντας τον για το πιο ανόσιο και το πιο αταίριαστο σ’ αυτό πράγμα• ως ασεβή δηλαδή εκείνοι τον κατήγγειλαν και αυτοί τον καταδίκασαν και τον θανάτωσαν, εκείνον, που αρνήθηκε τότε να λάβει μέρος στην ανόσια σύλληψη ενός από τους φίλους τους που καταδιώκονταν τότε, όταν οι ίδιοι δυστυχούσαν στην εξορία. 

Καθώς λοιπόν έβλεπα αυτά και τους ανθρώπους που ασχολούνταν µε την πολιτική και τους νόμους και τον τρόπο της ζωής, όσο περισσότερο τα συλλογιζόμουνα κι όσο προχωρούσα στην ηλικία, τόσο δυσκολότερο µου φαινόταν, να διαχειρίζεται κανείς σωστά την πολιτική εξουσία. Γιατί ούτε χωρίς προσωπικούς και πολιτικούς φίλους πιστούς είναι δυνατόν να ενεργήσεις, κι αυτούς, ούτε, αν υποθέσουμε πώς υπήρχαν, ήταν εύκολο να τους βρεις, γιατί ή χώρα µας δε ζούσε πια µε τα ήθη και τις ασχολίες των πατέρων µας, ούτε άλλους καινούργιους ήταν δυνατόν µε κάποια ευκολία να κάνεις, κι’ απ’ το άλλο μέρος οι διατάξεις των νόμων και τα ήθη διαφθείρονταν και ή διαφθορά αυτή προχωρούσε καταπληκτικά. 

Έτσι, ενώ στην αρχή ήμουν γεμάτος ορμή για πολιτική δράση, καθώς κοίταζα όλα αυτά και τα έβλεπα να γίνονται άνω κάτω, στο τέλος µ’ έπιασε ίλιγγος. Και να ερευνώ βέβαια δεν έπαψα, µε ποιον άραγε τρόπο θα ήταν δυνατόν να διορθωθούν, και όλα αυτά που ανέφερα, και προπάντων η πολιτεία γενικά• για τη δράση όμως περίμενα πάντοτε την κατάλληλη ώρα• και στο τέλος κατάλαβα, ότι κανένας απολύτως από τα σύγχρονα µας κράτη δεν κυβερνάται σωστά, αφού ή νομοθεσία τους βρίσκεται, μπορεί κανείς να πει, σε µια κατάσταση, που δεν επιδέχεται καν θεραπεία χωρίς σοβαρή προετοιμασία μαζί µε τη βοήθεια κάποιας καταπληκτικής τύχης. 

Κι έτσι αναγκάσθηκα να κάνω το εγκώμιο της αληθινής φιλοσοφίας και να λέω ότι μέσα απ’ αυτήν είναι δυνατόν να δει κανείς το δίκαιο παντού, και στης πολιτείας και στων ατόμων τη ζωή, και ότι επομένως οι γενεές των ανθρώπων δε θα πάψουν να υποφέρουν, παρά όταν, ή εκείνοι που σωστά και γνήσια φιλοσοφούν, πάρουν στα χέρια τους την πολιτική εξουσία, ή οι πολιτικοί ηγέτες από µια θεία βουλή φιλοσοφήσουν αληθινά..."



Μάθημα 1ο λοιπόν, αγαπητοί μου για να αλλάξει προς το καλύτερο μια κοινωνία: 

να μάθουμε να φιλοσοφούμε, διότι δεν νομίζω ότι ακόμα υπάρχει άνθρωπος που να πιστεύει στη θεία φώτιση των πολιτικών μας ηγετών. Το να φιλοσοφείς βέβαια, απαιτεί διαρκή τριβή με τη γνώση. Πώς θα γίνει αυτό, θα αποτελέσει το θέμα της επόμενης ανάρτησης.





Ακαδημία Πολιτών Πλάτωνος;


Ξεκίνησε ως κίνηση από τη Μυτιλήνη και εξαπλώνεται σχεδόν παντού με ταχείς ρυθμούς. Είναι από εκείνες τις φορές που χαίρεσαι να ακούς τέτοια νέα, που χαίρεσαι να ακούς για μια τέτοια... επιδημία!

Ο λόγος περί του θεσμού της Ακαδημίας των Πολιτών. Πρόκειται για την προσπάθεια κάποιων ονειροπόλων, να μεταλαμπαδεύσουν τη γνώση στους πολλούς, με ελάχιστο αντίτιμο. Έτσι, όπως θα έπρεπε να είναι η μετάδοση της γνώσης, εξάλλου. Ένας λόγος παραπάνω βέβαια σήμερα, που μάλλον γυρίζουμε σε συνθήκες κρυφού σχολειού, μια τέτοια προσπάθεια αξίζει της προσοχής μας και του θαυμασμού μας... Η μετάδοση της πληροφορίας σε αυτού του είδους τις ακαδημίες, είναι κάθετη, από τον ειδικό στον λιγότερο ειδικό, σε ένα κλίμα αλληλεγγύης και όχι σε ένα κλίμα αποστασιοποίησης του μεγαλοκαθηγητή από τη μοδιστρούλα, (όπως είχε πει και ένας μεγαλοκαθηγητής της Ιατρικής Αθηνών, που ακούει στο μικρό χαριτωμένο όνομα Μπάμπης...).

Αν κάτι λείπει από τη σημερινή κοινωνία μας, και μας λυπεί ιδιαιτέρως για αυτήν την απουσία της, είναι αυτή η αλληεγγύη. Η λέξη δηλοί, ακριβώς ότι ο "άλλος" είναι "εγγύς", άρα ότι οι άνθρωποι είναι κοντά και όχι μακρυά και απομακρυσμένοι μεταξύ τους. Αν κάτι λείπει, λοιπόν, είναι αυτή η προσπάθεια συνάντησης και συνύπαρξης, η προσπάθεια να χωρέσουμε στο ίδιο πλαίσιο. Βασικό βήμα, όμως για να χωρέσουμε, είναι να γνωρίσουμε το πλαίσιο. Αυτό ακριβώς, προσπαθούν κάποιοι να κάνουν μέσα από τις Ακαδημίες Πολιτών και μπράβο τους!

Προσωπική εμπειρία έχω από την Ακαδημία Πολιτών στη Μυτιλήνη, τότε που διέμενα ως ενοικιαστής του Αιγαίου... Οι εντυπώσεις ήτο θετικότατες. Ελπίζω και στις υπόλοιπες Ακαδημίες, να λαμβάνει χώρα το ίδιο ζεστό κλίμα της στόφας που χαρακτηρίζει φωτισμένους καθηγητές...


Και ένα φιλοσοφικό ερώτημα: αλήθεια, άραγε πώς να ήταν εκείνη η Ακαδημία του Πλάτωνα κάμποσα χρόνια πίσω; Έχει καμιά σχέση με τις Ακαδημίες των Πολιτών του σήμερα;;






Οι Διαστάσεις μας...


Είναι παντού γύρω μας, μας περικυκλώνει, μας καθορίζει, άλλοτε μας κυνηγά αυτός και άλλοτε εμείς αυτόν, (ή μήπως τελικά εμείς εαυτόν;) σε ένα προαιώνιο κρυφτοκυνηγητό. Δεν τον βλέπουμε, αλλά αντιλαμβανόμαστε τις συνέπειές του και τις επιδράσεις του. Διαμορφώνει την κάθε μας στιγμή, διαμορφώνει (ή και παραμορφώνει) τον χώρο, επηρεάζει αναπόφευκτα την κάθε μας σκέψη. Δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτόν.

Ο κύριος αυτός ονομάζεται χρόνος, και είναι η τέταρτη, διαπιστωμένα τεκμηριωμένη, διάσταση του σύμπαντος κόσμου, που υπήρχε από καταβολής κόσμου. Βλέπουμε μόνο την προβολή του στον δικό μας 3D κόσμο και μας είναι αδιανόητο να αντιληφθούμε την ύπαρξή του ως διάσταση. Κάτι αντίστοιχο και πιο εύκολα αντιληπτό για μας τα τρισδιάστατα όντα, είναι το γνωστό παράδειγμα με τα δισδιάστατα όντα και το πώς αυτά αντιλαμβάνονται την 3η διάσταση. (Εδώ και εδώ και εδώ, θα βρείτε οπτικοποίηση αυτών των παραδειγμάτων).

Και αν για κάποιους δεν λένε και πολλά αυτά, περί χρόνου, (είναι οι γνωστοί τύποι που έχουν ως ευαγγέλιό τους το γνωστό "Κλάιν Μάιν"... σε κάθε στιγμή της καθημερινότητάς τους), είμαι σίγουρος ότι θα ξαφνιάζονταν, θα τους ταρακουνούσε έστω και λίγο, η πιθανότητα του σχήματος του σύμπαντος να είναι σαν ένα από τα μπουκάλια του Κλάιν, (Klein's bottle). Και γιατί είμαι σίγουρος; Διότι, όλοι οι άνθρωποι αναζητούν την ομορφιά, την ευσχημία και όχι την α-σχήμια. Άρα κάτι που δεν έχει σχήμα, είναι άσχημο, οπότε ανύπαρκτο για τα ανθρώπινα ενδιαφέροντα. Δεν μπορώ λοιπόν να δεχτώ ότι οι άνθρωποι, όσο αδιάφοροι και αν είναι για τις ζωές τους, δεν εξιτάρονται έστω και ελάχιστα από την πιθανότητα να γνωρίσουν πού ζουν, πού γεννήθηκαν και πού θα πεθάνουν. Πανανθρώπινα ερωτήματα, που οι φυσικοί επιστήμονες αρχίζουν να δίνουν κάποιες απαντήσεις, με σχετική βεβαιότητα.

Παράδειγμα: έχουν δώσει επιτέλους μια πειστική απάντηση για την γεωμετρία του σύμπαντος και τους νόμους που το διέπουν και το καθορίζουν, ομοφωνώντας ότι ο Ευκλείδης είχε δίκιο, πριν τόσες χιλιάδες χρόνια... Κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα, χάρη σε ένα ιπτάμενο μηχάνημα - δορυφόρο, που συλλέγει ασταμάτητα πληροφορίες, χαρτογραφεί το σύμπαν και αναλύει το άγνωστο... Είναι ο κύριος WMAP, που αξίζει να δείτε τι έχει κατορθώσει ως τώρα. Είναι εντυπωσιακό αυτό το μηχάνημα - προέκταση του ανθρώπινου μυαλού και ματιού, να μετρά και να προσδιορίζει το ποσοστό του γνωστού ορατού σύμπαντος (περίπου 5%), της σκοτεινής μάζας (περίπου 25%) και της σκοτεινής ενέργειας (το υπόλοιπο περίπου 70%). Είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό, ότι αυτό το μηχάνημα επιβεβαιώνει την άποψη ότι το σύμπαν συνεχώς διαστέλλεται με επιταχυνόμενο ρυθμό (το σύμπαν γουστάρει γκάζια... ακόμα και αν αυτά επιφέρουν σύγκρουση!).

Πώς δουλεύει όμως και τι κάνει ο κύριος WMAP για να μας δώσει αυτές τις πολύτιμες πληροφορίες; Κάνει κάτι, που έρχεται να επιβεβαιώσει την άποψή μου ότι η μουσική είναι ανακάλυψη και όχι εφεύρεση, ότι η μουσική προϋπάρχει και καθορίζει, συντονίζει, προκαλεί συμφωνίες και διαφωνίες μεταξύ ουράνιων σωμάτων! Ο κύριος αυτός, αναλύει την Κοσμική Ακτινοβολία Υποβάθρου, που δεν είναι τίποτε άλλο, από την πιο πρωτόγονη, πιο αρχέγονη μουσική του Σύμπαντος! Το Σύμπαν κύριοι δεν είναι σιωπηλό. Πρώτα μίλησε, και μετά άρχισε να φωτίζει. Η πρώτη αίσθηση που απαίτησε να γεννηθεί ώστε να γίνει αντιληπτό, ήταν η ακοή και μετά η όραση.


Αγαπητοί μου, ζούμε σε ένα Σύμπαν το οποίο μόλις γεννήθηκε, (μέσα από τις ίδιες του τις κινήσεις, μέσα από τις αυξομειώσεις μέσα στον ίδιο το χώρο - άρα και μέσα από τις κυματικές αυξομειώσεις του ίδιου του χώρου), γέννησε μαζί και τον ήχο. Ο ήχος, ως κύματα συμπύκνωσης και αραίωσης του χώρου... Ο ήχος, ως κομμάτι του σώματος του ίδιου του Σύμπαντος. Και ιδού οι πρώτες άναρθρες λέξεις αυτού του νεογέννητου μικρού -τότε- τέκνου.

Μετά, αυτές οι λέξεις γίναν τραγούδι και μουσική, αποκάλυψαν την αρμονία και άρχισαν να διαχέονται από άκρη σε άκρη του άπειρου ή -πλέον μπορεί και- πεπερασμένου σύμπαντος. Και αυτό, είχε γίνει αντιληπτό από έναν άλλον αρχαίο Έλληνα, τον Πλάτωνα, ο οποίος φαίνεται να έχει πει ότι: η Μουσική είναι η κίνηση του ήχου για να φτάσει την ψυχή και να της διδάξει την αρετή. Η μουσική είναι ένας ηθικός κανόνας. Δίνει ψυχή στο σύμπαν, φτερά στη σκέψη, απογειώνει τη φαντασία, χαρίζει χαρά στη λύπη και ζωή στα πάντα.

Ο χώρος λοιπόν και οι χορευτικές κινήσεις του, γεννούν τον ήχο - τη μουσική. Ο χρόνος και οι απίστευτες απαιτήσεις του, γεννούν την ίδια την κατεύθυνση της καθημερινότητάς, χωρίς όμως να μπορούμε να δούμε τον ίδιο, γιατί πάντα τρέχει και μας κρύβεται. Μπορούμε όμως να αντιληφθούμε τις επιπτώσεις του πάνω στο κορμί μας, το άγγιγμά του στο στήθος μας, τις υποσχέσεις για επιβίωση.

Σκεφτείτε τώρα όλα αυτά μαζί - χώρος, χρόνος, κίνηση, ήχος, μουσική, άγγιγμα. Είναι τα συστατικά του Σύμπαντος. Του Σύμπαντός μας. Τα συστατικά του ίδιου μας του Εαυτού και της ίδιας μας της Ύπαρξης. Ευτυχώς, -και δεν γινόταν να είναι αλλιώς- υπάρχει μια πολύ όμορφη λέξη που συνδυάζει όλες αυτές τις ανθρώπινες διαστάσεις μαζί και τις κρατάει δεμένες, όπως ακριβώς είναι δεμένες και σφιχταγκαλιασμένες αυτές οι έννοιες εκεί έξω, στο 4D Σύμπαν: είναι ο χορός!

Εκεί που σώματα στροβιλίζονται, ψυχές περιστρέφονται σε κοσμικούς ρυθμούς, κάπου ανάμεσα στο ημίφως και το σκότος, με μια μπάντα που κανείς δεν βλέπει, κάπου κρυμμένη πίσω... στο παρελθόν, να καθορίζει το μπιτ των κινήσεων και να σκορπά τις μελωδίες από μια άλλη εποχή, που αφήνει τα σημάδια της στις μικρές μας ζωούλες...


"TangoBar"





Είχαν αναθρεφτεί με άλλη κυβέρνηση...



"Μα ο Γιώργης εκοκκίνιζε τώρα. Κάθε μέρα, κάθε στιγμή, ο γέροντας τον εβάραινε με τις ορμήνειες του και με τα παράπονά του. Τι έφταιγε αν καμωμένος δεν είταν για την τέχνη, αν τα χέρια του είταν αδέξια να πιάσουν τα πινέλα, ν' ανακατώνουν τα χρώματα και να φτιάνουν τα σουσούμια των αγίων; Ας του 'χε δώσει ο Θεός αυτό το χάρισμα και θα το ΄κανε. Μα το εναντίο, ήξερε πως τον τραβούσε και τον εσκλάβωνε η ζωή στον ανοιχτόν αέρα, το κυνήγι, η δουλειά η χοντρή με το τσαπί, με το φτυάρι, με το άλατρο, ο αγώνας, ο κόπος, ο ίδρος, το πάλεμα με τη γης που στανικά μονάχα ανοιγότουν στο αδρό το χτύπο, σα να πεθυμούσε η ίδια το βιασμό για να χαρίσει τον πλούτο της. Εθιάμαζε σαν εφύτρωνε ο σπαρμός, σαν το ημέρωμα ελιβάδιζε με χλωρή πρασινάδα, κ' έπειτα όταν λαβώνοντάς τα με το νύχι έβγαζε το γάλα που έμελλε να γίνει το γλυκό ψωμί, κ' ελόγιαζε πως ο καρπός της γης είταν χεριού του το έργο. Μη δεν είταν και η τίμια δουλειά του, η δουλειά που εμπορούσε να θρέψει και τον εαυτό του και τους γερόντους του, άλλο τόσο άγια όσο και ζωγραφική του πατέρα; Και μη δεν είταν για τον κόσμο και πλιο χρήσιμη; Χωρίς ζωγράφους όλα τα χωφριά ζουν, μα χωρίς χερομάχους κανένα. Και η αβασάνιστη ζωή του δουλευτή δεν είταν ομορφότερη και πλιο εύκολη από τα παθιάσματα του αγιογράφου; Κ' έπειτα"το κλείσιμο στο σπίτι, η μυρωδιά των χρωμάτων, όλες οι ψιλοδουλειές που έκαναν να πονούν τα μάτια, να μουδιαίνει ο νους, να σκοτίζεται το πνέμα, α! όλα αυτά δεν είταν καμωμένα για ένα νέο που ήθελε να μεθάει από τη νιότη του.

Όξω στ' ανοιχτά το καλοκαίρι, όταν στην κάψη του ήλιου στα λιβάδια και στ' αμμπέλια εφαινότουν ο αέρας ο ζεστός να τρέμει, ή κάτου από τις μεγάλες ελιές που εφλίφλιζαν ή κ' εφιλιούνταν, χτυπώντας αλλήλως τους βαριούς τους κλώνους, σαν τους ανατάραζε ο άνεμος, και το χινόπωρο στ' αμπέλια που είταν φορτωμένα σταφύλια κάτω από τον ξάστερο μπλάβον ουρανό, και το χειμώνα στα κρύα και την άνοιξη όταν ευώδιαζε η πλάση από όλα τα λουλούδια, εκεί είταν η ζωή, εκεί είταν η χαρά της καρδιάς του!

Κι απέκει των κοπελών τα τραγούδια μέσα στους ελαιώνες, όταν επεριδιάβαινε όλο το σύνορο με το ντουφέκι σκοτώνοντας τα πουλιά, και το βράδυ έπειτα από τη βαριά δουλειά η συντροφιά των φίλων και οι χοροί, και τα τραγούδια και τα πανηγύρια, και το κρασί στου χωριού τα αργαστήρια α! πώς ύστερα απ' όλα αυτά θα μπορούσε να κλειστεί στη μοναξιά, στο μποχό, ν' ανακατεύει τα χρώματα που εβρωμούσαν, να φτιάνει αγιούς και να μη συλλογιέται παρά συναξάρια, ενώ όξω τον έκραζε η ζωή και η ευτυχία;

Κι αγαναχτισμένος άκουε τώρα πάλι του πατέρα του τις ορμήνειες, κ' ήξερε ο νέος πού ο γέροντας εσημάδευε, κ' ήξερε πως και κάτι άλλο επίκραινε το ζωγράφο. Μα εσυλλογίστηκε πως οι άνθρωποι, που 'χαν του πατέρα του τα χρόνια, είταν αλλιώτικοι από την τωρινή νεολαία, και φυσικό είταν τούτο, γιατί εκείνοι είχαν αναθρεφτεί με άλλη κυβέρνηση και με άλλους νόμους, και είχαν μάθει να σέβονται πράματα που τώρα πλια δεν είχαν πέραση καμία ή και που οι νέοι κ' οι μισόκοποι άνθρωποι τα περγελούσαν. Για την παντρειά οι νέο δεν έκαναν πλια ό,τι ήθελαν οι γονιοί τους, μα έπαιρναν την κοπέλα που τους άρεσε κ' οι άλλοι τους επαινούσαν. Και στο νου του Γιώργη ερχόνταν τώρα τόσοι και τόσοι φίλοι, συναμόλικοί του ή μεγαλύτεροί του, που 'χαν πάρει κοπέλα της αρεσιάτ ους και που με δίκιο δεν είχαν γνοιαστεί για τη γνώμη του πατέρα τους και της μάνας τους, γιατί εκείνοι οι ίδιοι, κι όχι οι προεστοί, έμελλαν να ζήσουν με τες γυναίκες τους."

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το διήγημα "Οι δυο αγάπες" σελ 152-155, του Κερκυραίου Κωνσταντίνου Θεοτόκη, που βρίσκεται στη συλλογή Κορφιάτικες Ιστορίες, των εκδόσεων Γαβριηλίδη, 2005)

Δεν ξέρω εσείς τι καταλαβαίνετε εσείς από αυτό το απόσπασμα, εγώ πάντως το συσχετίζω ισχυρά με τα γενόμενα σήμερα στη χώρα μας. Διαπιστώνω όμως ότι αυτή η διαφορετική άποψη για τα πράγματα και τις καταστάσεις μεταξύ των γενεών, για τις επιλογές στη ζωή μας (επαγγελματική και κοινωνική), καθορίζει σημαντικά την κατεύθυνση ελευθερίας που βαδίζουν οι νέοι άνθρωποι.

Τι εννοώ: αναλογιστείτε τα τελευταία χρόνια, πόσοι μαθητές περνούσαν στα πανεπιστήμια της χώρας... Νομίζω σχεδόν όλοι, πλην ελαχίστων, ακόμα και αν η βάση εισαγωγής ήταν γύρω στο 5! Γιατί; Πρώτον, γιατί το φάκεν κράτος το επέτρεπε (πιστό στην ρήση κάθε πόλη και σχολή, κάθε χωριό και στρατώνας των πρωτεργατών του σοσιαλιστικού ελληνικού κόμματος) και δεύτερον, διότι η ελληνική φαμίλια και δη οι Έλληνες γονείς θεωρούσαν υποτιμητικότατο τα τέκνα τους να μην έχουν ένα χαρτί στα χέρια τους, ακόμα και αν το χρησιμοποιούσαν τελικά για να τυλίγουν σουβλάκια ή να το κάνουν σαΐτες και πάνω σε αυτά να κρεμούν (και τελικά να κρεμοτσακίζονται) τα όνειρά τους... Ήθελαν τα παιδιά τους να γίνουν επιστήμονες και κάτοχοι μιας τέχνης. Δε λέω, λογικό σαν επιχείρημα. Ίσως όμως λίγο εξωπραγματικό, διότι αγαπητοί μου μια κοινωνία, όπως λέει και ο μέγας Πλατων στην Πολιτεία του, τους χρειάζεται όλους για να λειτουργήσει, αλλιώς καταρρέει... Αυτό κάνουμε και εμείς σήμερα.

Η κοινωνία χρειάζεται και τους χειρώνακτες και τους τεχνίτες και τους επιστήμονες. Μα πάνω από όλα ξέρετε τι χρειάζεται; Ικανές συνθήκες να φυτρώσουν τα όνειρα των νέων ανθρώπων που τα σπέρνουν καθημερινά στον μικρόκοσμό τους. Δεν έχει σημασία ένα κωλόχαρτο που θα πάρει κάποιος, αλλά η ευκαιρία που θα αρπάξει για πραγματοποίηση των ονείρων του. Δεν έχει σημασία μια πιστοποίηση γνώσεων, αλλά μια πραγματοποίηση αυτών των γνώσεων σε απτά αποτελέσματα.

Και το σημαντικότερο: "εκείνοι είχαν αναθρεφτεί με άλλη κυβέρνηση και με άλλους νόμους και είχαν μάθει να σέβονται πράματα που τώρα πλια δεν είχαν πέραση καμία...". Εμείς σήμερα τι κάνουμε αγαπητοί; Πώς θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας (αφού πρώτα μεγαλώσουμε τα ανίψια μας και πάρουμε το κολάι...);



Ν' ανοίξεις τις πόρτες τις μεγάλες




"
Βλέπεις λοιπόν, είπα εγώ, ότι σωστά το μαντέψαμε πρωτύτερα ότι η σωφροσύνη μοιάζει να είναι κάτι σαν συνταίριασμα;

Πώς έτσι;

Γιατί με τη σωφροσύνη δεν συμβαίνει ό,τι με την ανδρεία και τη σοφία, οι οποίες με το να υπάρχουν, χωριστά η καθεμιά, κάπου στην πόλη, έκαναν την πόλη σοφή η μία και ανδρεία η άλλη. Με τη σωφροσύνη δεν γίνεται έτσι, αλλά είναι απλωμένη σε όλη την πόλη, πέρα ως πέρα, φθάνοντας στην τέλεια αρμονία όλων των στοιχείων, παράγοντας τον ίδιο τόνο από τους πιο αδύναμους και τους μεσαίους πολίτες ίσαμε τους πιο δυνατούς – είτε με βάση τη νοημοσύνη τους θέλεις να τους αποτιμήσεις είτε με τη σωματική δύναμή τους, τα αριθμητικά δεδομένα, τον πλούτο ή οτιδήποτε άλλο παρόμοιο με αυτά. Θα μπορούσαμε έτσι πάρα πολύ εύστοχα να πούμε ότι σωφροσύνη είναι αυτή η ομοφωνία, η αρμονική συμφωνία του φύσει κατώτερου με το φύσει ανώτερο πάνω στο ερώτημα ποιο από τα δυο πρέπει να κυβερνάει και στην πόλη και στον καθένα μέσα.
"

(απόσπασμα από την Πολιτεία του Πλάτωνα, σελ. 296, εκδ.ΠΟΛΙΣ, χωρίς άδεια αναδημοσίευσης)




"
Έχω τη γνώμη, είπα, πως στην πόλη μας, αν αφαιρέσουμε όσα εξετάσαμε, δηλαδή τη σωφροσύνη, την ανδρεία και τη σοφία, ό,τι απομένει ως υπόλοιπο είναι αυτό το οποίο έδωσε σε τούτες τις τρεις αρετές τη δύναμη να συγκροτηθούν και, σαν συγκροτηθούν, να κρατηθούν ως κάτι υπαρκτό για όσο χρόνο αυτό το υπόλοιπο θα είναι παρόν στην πόλη. Κι είπαμε ακόμη πως αν βρίσκαμε εκείνα τα τρία, ό,τι θα απέμεινε ως υπόλοιπο θα είναι η δικαιοσύνη."

(απόσπασμα από την Πολιτεία του Πλάτωνα, σελ. 299, εκδ.ΠΟΛΙΣ, χωρίς άδεια αναδημοσίευσης)



Ανδρεία και Σοφία. Όπως λέμε Αρετή και Τόλμη, κατά τους στίχους του Κάλβου.


Τόλμη και Ανδρεία για να αντικρίσουμε επιτέλους κατάματα τον Εαυτό μας.

Αρετή και Σοφία για να βρούμε τους τρόπους να τον νικήσουμε.

Και Σωφροσύνη, για να συνυπάρξουν όλοι οι Διαφορετικοί Εαυτοί μας, μαζί, σε χορό Κοινωνίας. Για να αποδεχόμαστε την μία απόφαση, εκεί που υπάρχουν δέκα εκατομμύρια απόψεις για το ίδιο θέμα.


Ακούγεται έντονα αυτές τις μέρες στις πλατείες της χώρας, το αίτημα της άμεσης Δημοκρατίας. Είναι κάτι όμως που δεν νομίζω ότι μπορεί να εφαρμοστεί. Είναι πρακτικά και λειτουργικά αδύνατον. Αυτό που μπορούμε να εφαρμόσουμε όμως είναι κάτι άλλο: είναι η εξυγίανση των εαυτών μας που μετέχουμε στην Κοινωνία.

Δεν γίνεται κάποιοι να μην καθοδηγούν και οι υπόλοιποι να μην καθοδηγούνται (TsilC, δεν περίμενα ποτέ να εκστομίσω ότι μας χρειάζονται Καθοδηγητές...). Αυτό που πρέπει να γίνει όμως, είναι οι καθοδηγητές από τη μια να εφαρμόζουν προσωπικά, δικλίδες ασφαλείας για να μην παρεκτραπούν, κάτι που θέλει πολύ από την Αρετή και την Τόλμη, και οι καθοδηγούμενοι από την άλλη, να Τολμούν να μιλήσουν, να κρίνουν και να βγουν μπορστά, όπως επίσης και να έχουν το δικαίωμα αλλά και την προτροπή να γνωρίσουν την Αρετή και να την χρησιμοποιήσουν ως όπλο στην καθημερινή τους κρίση. Αν καλοπροσέξετε όμως, Καθοδηγητές είναι και οι δυο πλευρές: καθοδηγούν τους Εαυτούς τους προς έναν κοινό προορισμό, αυτόν της ανάδειξης των καλύτερων στοιχείων που διαθέτει ο καθένας τους.


"Ένα είδος τάξης, είπα εγώ, είναι η σωφροσύνη, και χαλιναγώγησης κάποιων απολαύσεων και επιθυμιών, όπως λένε, χαρακτηρίζοντάς την, δεν ξέρω κι εγώ πώς, ως μια κατάσταση όπου είναι κανείς ‘ανώτερος από τον εαυτό του’. Αναφέρουν επίσης και κάποιες άλλες παρόμοιες εκφράσεις σαν χνάρια αυτής της κατάστασης. Έτσι δεν είναι;

Βεβαιότατα, είπε.

Τούτο λοιπόν το ‘ανώτερος από τον εαυτό του’ δεν είναι αστείο; Γιατί όποιος είναι ανώτερος από τον εαυτό του είναι συνάμα, υποθέτω, και κατώτερος από τον εαυτό του. Γιατί αυτοί οι χαρακτηρισμοί αποδίδονται στον ίδιο άνθρωπο.

Ασφαλώς.

Ωστόσο, είπα εγώ, έχω τη γνώμη πως η έκφραση αυτή θέλει να πει ότι μέσα στον ίδιο άνθρωπο, στην ψυχή του, υπάρχει από τη μια κάτι καλύτερο κι από την άλλη κάτι χειρότερο, κι όταν το εκ φύσεως καλύτερο επικρατεί επάνω στο χειρότερο, ακριβώς αυτή την κατάσταση την υποτυπώνει η έκφραση ‘ανώτερος από τον εαυτό του’ -αποτελεί δηλαδή έναν έπαινο-, κι όταν πάλι εξαιτίας της κακής αγωγής ή κάποιας συναναστροφής το καλύτερο κομμάτι του εαυτού του, που είναι και το μικρότερο, κυριαρχηθεί από τον όγκο του χειρότερου κομματιού, την κατάσταση αυτή την ψέγει, ως επαίσχυντη, η έκφραση ‘χειρότερος από τον εαυτό του’ και χαρακτηρίζει ακόλαστον όποιον διατελεί σε αυτή.
"

(απόσπασμα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από την Πολιτεία του Πλάτωνα, σελ.291-293, εκδ.ΠΟΛΙΣ, 2002)



Πώς θα γίνει αγαπητοί μου η αλλαγή υπέρ των καλύτερων στοιχείων που διαθέτουμε, στη συγκεκριμένη φάση που είμαστε; Με την άμεση διάλυση της Βουλής, με την ανατροπή όλων των πολιτικάντηδων, με την ανάδειξη νέων ατόμων από τα σπλάγχνα των Αγανακτισμένων, που επιθυμούν να ασχοληθούν με την καθοδήγηση και την εξυγίανση του τόπου και με τον μηδενισμό του κοντέρ... Όλα από την αρχή. Ακόμα και οι ίδιες οι Αρχές ας επαναδιαπραγματευτούν από την Αρχή.

Ας δοθεί ο λόγος και η ευκαιρία, σε αυτούς που Τολμούν να γίνουν μπροστάρηδες και ας δοθεί το κριτήριο της κρίσης και της αξιολόγησης σε αυτούς που έχουν την Αρετή να είναι καθοδηγούμενοι αλλά όχι υποταγμένοι στη μοίρα τους.


Ας δοθεί ο λόγος και ας κριθεί ο λόγος. Και τα δυο υλικά αυτά χρειάζονται για να γεννηθεί μια νέα κοινωνία.



"Ο μπροστάρης"
Στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλλης
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Ερμηνεία: Νίκος Ξυλούρης






Σήμερα σε είδα κι αναγάλιασα
εσένα που σε βύζαξαν οι Μοίρες.
Όνειρο κι ελπίδες το στεφάνι μου
που σε στόλισα μπροστάρη μου.
Σήμερα σε είδα.

Γύρισε ν' ανοίξεις τις πόρτες
τις μεγάλες που κλείσανε μια νύχτα.
Μάζεψε το σπόρο από τ' αλώνια
τα μαρμαρένια και σπείρε τα καρπερά χωράφια
ακρίτες ν' αναστηθούν καβαλάρηδες.

Όνειρο κι ελπίδες το στεφάνι μου
που σε στόλισα μπροστάρη μου.
Γύρισε ν' ανοίξεις τις πόρτες
τις μεγάλες που κλείσανε μια νύχτα.