3 ποιήματα 2 τραγούδια και 1 ερώτημα



Και τα τρία ποίηματα είναι του Ιωάννη Πολέμη.



Μὴν κλαῖς


Μὴν κλαῖς, μὴ λὲς πῶς τίποτα δὲ σοῦ ῾μειν᾿ ἐδῶ πέρα.
Σοῦ μένει, ἀπάνω στὰ βουνά, τὸ πέρασμα τῆς μπόρας,
σοῦ μένει ἡ χαραυγὴ μακριὰ στὸ πέλαγο κι ἡ μέρα
κάτω στὸν κάμπο κι οἱ ἐλιὲς καὶ τὸ βουητὸ τῆς χώρας.


Σοῦ μένει ἀκόμα τὸ φτωχό, τ᾿ ἀπάνεμο ἀκρογιάλι,
πού, σὰ βραδιάζει, μέσα του πέφτουν τὰ βράχια, οἱ μῶλοι,
τὰ σπίτια, ὁ γέρος ὁ ψαρὰς ποὺ λάμνει ἀγάλι-ἀγάλι.
Μὴν κλαῖς! Σοῦ μένει ἐκεῖ -γιὰ ἰδές!- ὅλ᾿ ἡ ζωή μας. Ὅλη.


Σοῦ μένει ἐκεῖ μὲ τὴ βουβὴ κι ἀθῴα της γαλήνη,
μὲ τὴ γλυκοχαμόγελη, τὴν ξένοιαστη ὀμορφιά της,
μὲ τὴ σκιά της, τὴ σκιὰ ποὺ ἀρχίζει νὰ τὴ σβήνῃ
σιγὰ-σιγὰ τὸ σούρουπο καὶ τῆς νυχτιᾶς ὁ μπάτης...


(Σκιές)


Γιατί ἀγρυπνῶ

Δυὸ γλυκὰ ματάκια, μάτια ζαφειρένια,
μ᾿ ἄνοιξαν πληγή·
κι᾿ ἀγρυπνῶ ἀπ᾿ τὸν πόνο κι ἀγρυπνῶ ἀπ᾿ τὴν ἔννοια
κι᾿ ἀπ᾿ τὴ συλλογή.

Τῆς νυχτὸς πάχνη χάνεται κι᾿ ἐκείνη
ὅμοια μὲ καπνό·
αὐγὴ προβάλλει, τὸ φεγγάρι σβήνει,
κι᾿ ὅμως ἀγρυπνῶ.

Ἀγρυπνῶ τὴν ὥρα ποὺ κρυφοφιλιοῦνται
τ᾿ ἄστρα ζηλευτά,
ἀγρυπνῶ τὴν ὥρα ποὺ γλυκοκοιμοῦνται
τὰ ματάκια αὐτά.

Τίνος εἶν᾿ τὰ μάτια; Μὴ ρωτᾷς ἐμένα,
κόρη εὐγενική·
σῦρε στὸν καθρέπτη καὶ ζωγραφισμένα
θὰ τὰ δῇς ἐκεῖ.


Μὲ τὸ τραγούδι...

Μὲ τὸ τραγούδι ὁρμοῦν, λογχίζουν, στρώνουνε
κορμιὰ βαρβάρων οἱ ἥρωες ἐκεῖνοι.
Ἕνα τραγούδι εἶν᾿ ἡ ζωή τους σήμερα
κι ἡ νίκη τους ἕνα τραγούδι θ᾿ ἀπομείνει.

Μὲ τὸ τραγούδι ὁρμοῦν, λογχίζουν, πέφτουνε
κορμιὰ μαρτύρων, οἱ ἥρωες ἐκεῖνοι.
Ἕνα τραγούδι εἶναι γι᾿ αὐτοὺς ὁ θάνατος
κι ἡ μνήμη των ἕνα τραγούδι θ᾿ ἀπομείνει.






"Μην κλαίς"

Στίχοι: Μιχάλης Μπουρμπούλης

Μουσική: Ηλίας Ανδριόπουλος

Ερμηνεία: Σωτηρία Μπέλλου




(από http://www.youtube.com/watch?v=3BK5EB1nwiQ&feature=related)





"Να'χα τη δύναμη"

Στίχοι: Κώστας Κινδύνης

Μουσική: Γιάννης Γλέζος

Εκτέλεση: Δημήτρης Μητροπάνος





(από http://www.youtube.com/watch?v=JrRcpKrT-AE)



Να'χα τη δύναμη να τους κεράσω όλους απόψε... Να τους ικανοποιήσω όλους. Να μην μείνει κανείς παραπονεμένος, όπως τότε, στον 9ο όροφο της εστίας. Πώς γίνεται κάποιος που είναι προγραμματισμένος να λειτουργεί με τον νόμο του "όλα ή τίποτα", να μπορεί να συμβιβαστεί με το μέρος, με το κάτι, με το λίγο; Πώς γίνεται το πάθος να μπει σε δοσιμετρικά κουταλάκια, όταν πίνεις το φαρμάκι μονορούφι και άσπρο πάτο, χωρίς να ενδιαφέρεσαι για τις παρενέργειες; Όταν λοιπόν δεν μπορείς να τους ικανοποιήσεις όλους, για να αμυνθείς, αποτραβιέσαι από τα κοινωνικά, γίνεσαι ο "λοξός", και ο κοινωνικά περίεργος. Διότι είπαμε, αν δεν μπορείς να τους ικανοποιήσεις όλους, τότε πας στο άλλο άκρο, του τίποτα, και δεν θες να ικανοποιήσεις κανέναν. Σαν να λες: "αφήστε με ήσυχο επιτέλους...". Και έτσι πάλλεσαι ανάμεσα στο όλα και στο τίποτα, που αποτελούν τα όρια της ζήσης σου.

Ποιά είναι η λύση λοιπόν για να γίνει κάποιος που λειτουργεί με αυτόν τον νόμο, μέλος αυτής της κοινωνίας;

Η απάντηση είναι: να επιλέξει.

Και το ερώτημα είναι: με ποιά κριτήρια επιλέγεις ποιόν θα κεράσεις, ποιόν θα αγαπήσεις, ποιού το χαμόγελο θα κερδίσεις, ποιού θώπευμα θα νοιώσεις, ποιού άρωμα θα σε μεθύσει...;

Με ποιά κριτήρια γαμώτο;