Η διάβαση 6


Μια τελευταία τελετουργία διάβασης που θέλω να φιλοξενήσω σε αυτή τη γωνιά των περιπλανόμενων πληροφοριών, είναι μια αρκετά βασανιστική διάβαση. Αναφέρομαι σε όλες εκείνες τις διαβάσεις, που όσο και αν έχεις περί αυτών διαβάσει (κυρίως σε μυθιστορήματα ή ιστορικά ντοκουμέντα), παραμένουν σκληροτράχηλες, αφήνοντας στο κορμί σου τα στίγματα της τελετουργίας...

Είναι εκείνη η κατάσταση κατά την οποία περνάς μέσα από άλλες καταστάσεις που ποτέ δεν ήθελες, που πάντα φοβόσουν, που απευχόσουν (κάτι σα "απελθέτω απ' εμού το ποτήριον τούτο", ας πούμε). Και είναι εκείνες οι καταστάσεις που όταν ολοκληρωθούν, αφήνουν ανεξίτηλα τα σημάδια τους στο κορμί σου και στο μυαλό σου.

Είναι η κατάσταση, που δεν σε σκοτώνει, ακριβώς για να σε αφήσει να μεταφέρεις το μήνυμά της, (μέσα από τη βιωματική πλέον δική σου εμπειρία ώστε να γίνεις υπέρτατα πιστευτός), στους υπόλοιπους. Λέγεται αναγκαστική διάβαση μέσα από το... Χώρο (με όλες τις παραλλαγές του όρου, όπως από το Χορό, το Χωριό κ.ά. ή και όλες τις ερμηνείες του όρου χώρος, καθώς έκαστος αντιλαμβάνεται κατά το δοκούν τον χώρο της κίνησής του, της εργασίας του, του βασανιστηρίου του, του εξαγνισμού του...).

Ένας τέτοιος χώρος ήταν και αυτός που πέρασε ο Οδυσσέας στο νησί των Φαιάκων. Ένας τέτοιος χώρος είναι και αυτός που αφήνω πίσω μου εγώ... Ο κύριος Οδυσσέας τον αποχεραίτησε με πλούσια δώρα, με τιμές και δάφνες, με ωραίες αναμνήσεις. Εγώ, τον αποχεραιτώ με πόνο. Όχι, επειδή τον χάνω, αλλά επειδή αυτό μου προκάλεσε και έτσι αυτό μου έμεινε... Τα δώρα του τόπου, πολλά, αλλά ο τρόπος απόκτησής τους, σκληρός. Τα παραδείγματα πολλά, αλλά ήταν... προς αποφυγείν. Μου έμαθε πράγματα, αλλά για να προφυλάσσομαι, όχι για να εμπιστεύομαι. Τρακάρισα σε τοίχους, σε αλύγιστες απόψεις, σε νοοτροπίες παμπάλαιες. Φώναξα, ξαναφώναξα, βράχνιασα, μέχρι που σώπασα... Συγχωρέστε με, αγαπητά μου γέρικα μάτια και ροζιασμένα χέρια, που δεν σας προστάτευσα άλλο... Ήρθα αντιμέτωπος με τις πιο μύχιές μου φοβίες και ανησυχίες και τις κοίταξα βαθειά στα μάτια, σε μια ύστατη προσπάθεια, κοιτώντας βαθειά το βάθος του εαυτού μου, μήπως δω τον εαυτό μου... Οι αναμνήσεις, βέβαια πάντα θα παραμένουν αναμνήσεις... Αυτό, δεν ξεγίνεται, και καλώς το έχει φτιάξει έτσι ο Δημιουργός, διότι οι αναμνήσεις συνθέτουν τη στιγμιαία φωτεινή πορεία μας στο σκοτεινιασμένο σύμπαν.

Παρά τις όποιες διαφορές με τον Οδυσσέα όμως, έχουμε σίγουρα ένα κοινό σημείο:

"Η πιο σημαντική, επομένως, λειτουργία της παρουσίας του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων είναι να τον προετοιμάσει για το ταξίδι του στον πραγματικό κόσμο, αφού πρώτα ο ήρωας αποκαταστήσει τις σχέσεις του με την κοινωνία και επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά την επιλογή της θνητότητας αντί της αθανασίας." (πηγή από εδώ)


Φεύγω από αυτό το νησί (ακόμα μου βγαίνει δεν σας κρύβω, να το ονοματίσω κωλονήσι), όχι ημερωμένος, μα κουρασμένος και στραπατσαρισμένος. Πιο βελτιωμένος δεν ξέρω. Πιο συνειδητοποιημένος δεν ξέρω. Μα σίγουρα πιο προσγειωμένος. Εξάλλου, κοντεύουμε τα 30... καιρός ήταν!

Φεύγω, και δεν βρίσκω καλύτερο τραγούδι να αποτυπώνει τα συναισθήματά μου, από το κάτωθι αριστούργημα:



"Νυχτερινό"
Στίχοι: Δημήτρης Παπαχαραλάμπους
Μουσική, Ερμηνεία: Σωκράτης Μάλαμας

 


Την πέτρα ρώτησα να πει τι ξέρει και αντέχει 
κι εκείνη μου 'πε: τη σιωπή για μυστικό της έχει 
τ' αστέρι ρώτησα μετά, τι έχει μάθει ως τώρα... 
Τα χίλια χρόνια, μ' απαντά, περνάνε σε μιαν ώρα 

 Και πάνω ο ήλιος μια πηγή, μια κόκκινη κηλίδα, 
λάβα το φως αιμορραγεί να κάψει ό,τι είδα. 

 Το χώμα ρώτησα ξανά, παλιά αν ήταν σώμα 
και μου 'πε: τα ψηλά βουνά κι αυτά θα γίνουν χώμα. 
Κι ύστερα εσένανε ρωτώ το νόημα του κόσμου 
και λες: το χέρι σου κρατώ κι εσύ είσαι δικός μου 

 Και πάνω ο ήλιος μια πηγή, μια χρυσαφένια βρύση, 
νερό το φως του να πνιγεί όποιος θέλει να ζήσει.