Βρε δε ντρέπονται αδερφέ!



Αναρωτιέμαι πραγματικά γιατί δεν μπορούν οι άνθρωποι να επικοινωνήσουν και να συνεννοηθούν. Δεν ανήκουν στο ίδιο είδος (των ανθρώπων); Στην ίδια φυλή (την καυκάσια); Στο ίδιο έθνος (ελληνικό); Στον ίδιο τόπο (Κέρκυρα); Δεν μιλούν την ίδια γλώσσα; Δεν χρησιμοποιούν τις ίδιες λέξεις; Δε νοηματοδοτούν με τον ίδιο τρόπο τα ερεθίσματα του ίδιου περιβάλλοντός τους; Γιατί τότε αδυνατούν να αντιληφθούν ο ένας τι λέει ο άλλος;

Είναι άραγε ότι πραγματικά, όσο κοντά και αν βρίσκονται βιολογικά, παραμένουν εν τούτοις διαφορετικά όντα, οπότε όσο και να προσπαθούν δεν θα κατορθώσουν ποτέ να βρουν κώδικα επικοινωνίας, ή μήπως άραγε συμβαίνει κάτι άλλο;


Πριν απαντήσω, κοιτάω γύρω μου. Βλέπω τόσα διαφορετικά χρώματα και προσωπικότητες, που απέχουν σημαντικά μεταξύ τους βιολογικώς και όμως συνυπάρχουν εναρμόνια. Δρουν και αλληλεπιδρούν, μαζί με όλα τα υπόλοιπα -λιγότερο ή περισσότερο- παραπλήσια όντα. Διαφέρουν, αλλά συνυπάρχουν, και μάλιστα αιώνες τώρα, για να μην πω δισεκατομμύρια χρόνια, συμπορεύονται...


Κατσαρομάλλικα φυτά

Δροσοσταλισμένα από την πρώτη πρωινή δροσιά,

ή ακόμα και χτικιάρικα γεμάτα "νευρική"



συντονίζονται, όλα μαζί, σαν μια ομάδα, για έναν κοινό σκοπό: αναζητούν μια θέση στο φως. Αυτό μόνο μετρά, αυτό μόνο έχει αξία, αυτό μόνο -τελικά- δίνει αξία.




Οι κύκνοι μεταξύ τους,



Οι κύκνοι και οι χήνες μεταξύ τους,



τα δυο φτερά κάθε κύκνου μεταξύ τους,




ένας (Hyundai) γΑΤΟS, ένας σκύλος και μια γοργόνα,




όλα αυτά μπορούν και επικοινωνούν υπέροχα μεταξύ τους, από καταβολής κόσμου...


Οι άνθρωποι λοιπόν, που έχουν το καλύτερο εργαλείο επικοινωνίας που φτιάχτηκε από καταβολής κόσμου (και είναι ο νους), γιατί αδυνατούν να τα καταφέρουν;


Η απάντησή μου, είναι απλά, γιατί ΔΕΝ θέλουν. Όχι, γιατί δεν μπορούν. Έτσι, εσύ μπορεί να κόπτεσαι, να παλεύεις, και ο άλλος, γιατί έτσι του γουστάρει, γιατί είναι αλλού βρε αδερφέ, γιατί θέλει απλούστατα άλλα πράγματα από ό,τι εσύ, κόβει κάθε ουσιαστικό δίαυλο επικοινωνίας μαζί σου και σου κάνει τη ζωή δύσκολη. "Μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά", λέγαν στο χωριό μου...

Αποτέλεσμα; 100 ιατροί στο Γ(αμημένο).Ν(εκροταφείο).(ο)Ν(είρων). Κέρκυρας, να μην μπορούν να συνεννοηθούν για μια απλή απόφαση περί στάσης εργασίας. Φανταστείτε αν έπρεπε να συζητήσουν όλοι αυτοί, περί στάσης ζωής...



"Βρε δε βαριέσαι αδερφέ"
Στίχοι: Σώτια Τσιώτου
Μουσική, Ερμηνεία: Κώστας Χατζής




Kάποιο παράθυρο έχει φως, κάποιον τον τρώει ο πυρετός
μας φεύγει βήμα-βήμα.
Κάποιο καράβι στ' ανοιχτά, με χίλια βάσανα βαστά
να μην το πιει το κύμα.

Kι εμείς οι τρεις στον καφενέ, τσιγάρο πρέφα και καφέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ
κι εμείς οι τρεις στον καφενέ, τσιγάρο πρέφα και καφέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ.

Kάποιος στην άκρη του γκρεμού, κοιτάει το τέλος του ουρανού
μονάχος του πεθαίνει.
Κάποιος στην μάχη πολεμά, η σφαίρα δίπλα μας περνά
στα στήθη του πηγαίνει.

Κι εμείς οι άλλοι μα το ναι, κάνουμε πάρτυ ρεφενέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ
κι εμείς οι άλλοι μα το ναι, κάνουμε πάρτυ ρεφενέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ

Έξω αστράφτει και βροντά, κάποιος διαβάτης περπατά
χαμένος μες τη μπόρα.
Κάπου δεν θα 'χουνε ψωμί, κάπου πεινάει ένα παιδί
και κλαίει αυτή την ώρα.

Κι εμείς χορτάτοι μα το ναι, κάνουμε γλέντια ρεφενέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ
κι εμείς χορτάτοι μα το ναι, κάνουμε γλέντια ρεφενέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ.

Πόσοι απόψε ξαγρυπνούν, σαν κολασμένοι τριγυρνούν
και κλαίνε και πονάνε.
Στάσου και σκέψου μια στιγμή, πόσοι σκοτώνονται στη γη
την ώρα που γλεντάμε.

Kι εμείς οι τρεις στον καφενέ, τσιγάρο πρέφα και καφέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ
κι εμείς οι τρεις στον καφενέ, τσιγάρο πρέφα και καφέ
βρε δεν βαριέσαι, βρε δεν βαριέσαι αδελφέ.





Υ.Γ.: Οι φωτό είναι από την ευρύτερη περιοχή Κοντοκαλίου Κέρκυρας. Εκεί που διαμένω δηλαδή.