Η καρδιά μου με πονεί


Ταξίδι σε Γερμανία, σε Χίο και στον κόσμο των ιδεών και των ανθρώπων... Ταξίδι στο εξωτερικό μα και στο εσωτερικό. Κάποιες φορές μένουμε αποκλισμένοι σε έναν τόπο ανεμοδαρμένο και θαλασσοταραγμένο, που ακούει στο όνομα "ψυχή μας", χωρίς να μπορούμε να ξεφύγουμε από εκεί, μέχρι να κοπάσουν οι φουρτούνες... Και τότε αναγκαστικά ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον εαυτό μας. Ευτυχώς όμως υπάρχουν άξιοι συμπαραστάτες σε τούτα τα δύσκολα χειμωνιάτικα ταξίδια. Να οι πρωτεργάτες αυτής της αντίστασης:



"Ο Ιππότης και ο Θάνατος"

Καθώς σε βλέπω ακίνητο
Με του Ακρίτα τ' άλογο και το κοντάρι τ' Αη-Γιωργιού να ταξιδεύεις στα χρόνια
Μπορώ να βάλω κοντά σου
Σ' αυτές τις σκοτεινές μορφές που θα παραστέκουν αιώνια
Ώσπου μια μέρα να σβηστείς κι εσύ παντοτινά μαζί τους
Ώσπου να γίνεις πάλι μια φωτιά μες στη μεγάλη Τύχη που σε γέννησε
Μπορώ να βάλω κοντά σου
μια νερατζιά στου φεγγαριού τους χιονισμένους κάμπους
Και το μαγνάδι μιας βραδιάς να ξεδιπλώσω μπροστά σου
Με τον Αντάρη κόκκινο να τραγουδάει τα νιάτα
Με το Ποτάμι τ' Ουρανού να χύνεται στον Αύγουστο
Και με τ' Αστέρι του Βοριά να κλαίει και να παγώνει -
Μπορώ να βάλω λιβάδια
Νερά που κάποτε πότισαν τα κρίνα της Γερμανίας
Κι αυτά τα σίδερα που φορείς μπορώ να σου τα στολίσω
Μ' ένα κλωνί βασιλικό κι ένα ματσάκι δυόσμο
Με του Πλαπούτα τ' άρματα και του Νικηταρά τις πάλες.
Μα εγώ που είδα τους απογόνους σου σαν πουλιά
Να σκίζουν μιαν ανοιξιάτικη αυγή τον ουρανό της πατρίδας μου
Κι είδα τα κυπαρίσσια του Μοριά να σωπαίνουν
Εκεί στον κάμπο του Αναπλιού
Μπροστά στην πρόθυμη αγκαλιά του πληγωμένου πελάγου
Όπου οι αιώνες πάλευαν με τους σταυρούς της παλληκαριάς
θα βάλω τώρα κοντά σου
Τα πικραμένα μάτια ενός παιδιού
Και τα κλεισμένα βλέφαρα
Μέσα στη λάσπη και το αίμα της Ολλανδίας.

Αυτός ο μαύρος τόπος
Θα πρασινίσει κάποτε.
Το σιδερένιο χέρι του Γκετς θ' αναποδογυρίσει τ' αμάξια
Θα τα φορτώσει θημωνιές από κριθάρι και σίκαλη
Και μές στους σκοτεινούς δρυμούς με τις νεκρές αγάπες
Εκεί που πέτρωσε ο καιρός ένα παρθένο φύλλο
Στα στήθια που σιγότρεμε μια δακρυσμένη τριανταφυλλιά
Θα λάμπει ένα άστρο σιωπηλό σαν ανοιξιάτικη μαργαρίτα.

Μα εσύ θα μένεις ακίνητος
Με του Ακρίτα τ' άλογο και το κοντάρι τ' Αη-Γιωργιού να ταξιδεύεις στα χρόνια
Ένας ανήσυχος κυνηγός απ' τη γενιά των ηρώων
Μ' αυτές τις σκοτεινές μορφές που θα σε παραστέκουν αιώνια
Ώσπου μια μέρα να σβηστείς κι εσύ παντοτινά μαζί τους
Ώσπου να γίνεις πάλι μια φωτιά μες στη μεγάλη Τύχη που σε γέννησε
Ώσπου και πάλι στις σπηλιές των ποταμών θ' αντηχήσουν
Βαριά σφυριά της υπομονής
Όχι για δαχτυλίδια και σπαθιά
Αλλά για κλαδευτήρια κι αλέτρια.

(Νίκος Γκάτσος, από την ποιητική συλλογή "Αμοργός")



"Ο ανθός της λίμνης"
Στίχοι: παραδοσιακό
Μουσική: Χρήστος Τσιαμούλης
Ερμηνεία: Λιζέτα Καλημέρη