Αίσωπε, είσαι εδώ;


Κάποιες φορές, εμείς οι άνθρωποι, κυνηγάμε τα δευτερόλεπτα (σαν να λέμε, τα "δευτερεύοντα") και χάνουμε χρόνια από τη ζωή μας και μαζί χάνουμε και την πραγματική της σημασία...

Κάποιες άλλες φορές πάλι, τα δευτερόλεπτα (σαν να λέμε, τα "πτερόεντα") κυνηγούν εμάς, και εμείς που είμαστε θύμα τους δεν παίρνουμε χαμπάρι τίποτα από αυτό το κυνηγητό... το πολύ πολύ, να πάρουμε κάποιο χαπάκι από κάποιον ταλαίπωρο γιατρό...

Νομίζω, αυτά που ζούμε σήμερα, είναι το κακέκτυπο του Διαφωτισμού, ο οποίος άνοιξε τους ασκούς του πνευματικού αιόλου, ο οποίος -μα του Κάκου και μα του Διαβόλου!- με τη σειρά του παρέσυρε στο διάβα του κάθε συναισθηματική, φαντασιακή και ψυχική διάθεση... Και αντί το τόσο πνεύμα να μας δώσει το φως του, στην πραγματικότητα μας τυφλώνει... Και εμείς, πνιγόμαστε και μεθάμε από το τόσο φως, όπως ακριβώς κάθονται και αρρωσταίνουν αντί να ηλιο-θεραπεύονται τα καλοκαιρινά κορμιά κάτω από τον αλύπητο μεσημερινό ήλιο... Μόνο που μετά, αυτά τα κορμιά, ζητούν παρηγοριά για τον καρκίνο του δέρματος και για το καμένο μυαλό τους...

Πόσο μπροστά ο παππούς Αίσωπος με τον ανεπανάληπτο μύθο του:

"Μεθύων λύχνος ἐλαίῳ καὶ φέγγων ἐκαυχᾶτο ὡς ὑπὲρ ἥλιον πλέον λάμπει. Ἀνέμου δὲ πνοῆς συρισάσης, εὐθὺς ἐσβέσθη. Ἐκ δευτέρου δὲ ἅπτων τις εἶπεν αὐτῷ· Φαῖνε, λύχνε, καὶ σίγα· τῶν ἀστέρων τὸ φέγγος οὔποτε ἐκλείπει. Ὅτι οὐ δεῖ τινα ἐν ταῖς δόξαις καὶ τοῖς λαμπροῖς τοῦ βίου τυφοῦσθαι· ὅσα γὰρ ἂν κτήσηταί τις, ξένα τυγχάνει." 

"Ένα λυχνάρι μέθυσε από το λάδι που έπινε και στο μεθύσι του επάνω περηφανεύτηκε: πιο πολύ κ απο τον ήλιο λάμπω!. Ύστερα σφύριξε ένας άνεμος, κ αμέσως το λυχνάρι σβήστηκε. Ήρθε ο άνθρωπος, ο κάτοχος του λυχναριού, το ξαναάναψε κ του είπε: «λυχνάρι, φέγγε κ μη μιλάς. (Γιατί όσα λές είναι βλακείες). Των ουρανίων σωμάτων το φως ποτέ δεν σβήνεται». Δεν πρέπει κανείς να φουσκώνει από την περηφάνια, διότι όσα και αν χτίσει κανείς, ξένα είναι."


Παππού-Αίσωπε, είσαι εδώ;