Τυχαίο; Δεν νομίζω...


"Δεν θεωρώ την ταινία φιλμ νουάρ. Η ουσία στην ταινία, η κινητήριος δύναμη πίσω απ'την ταινία, είναι ένας ανεκπλήρωτος έρωτας, που διαρκεί χρόνια, η απογοήτευση και το κενό που αισθάνονται οι βασικοί χαρακτήρες. Στόχος μου ήταν να αφηγηθώ μια ιστορία μικρών όντων τα οποία περιπλανώνται σε μια θάλασσα ανθρώπων, ανάμεσα σε τεράστια κτίρια, χαμένων μέσα στο πλήθος και στα μάτια τους. Εάν βλέπαμε έναν άνθρωπο από απόσταση εκατό μέτρων σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό, με πεντακόσια σώματα ανάμεσά μας, τι θα μπορούσαμε να μάθουμε γι' αυτόν; Εάν ξαφνικά βλέπαμε από κοντά το βλέμμα του καθαρά, ποιά μυστικά θα μας αποκάλυπταν τα μάτια του; Ίσως μυστικά για μια ιστορία σαν αυτή: μια ιστορία για έναν φόνο, όμως ακόμα περισσότερο μια ιστορία αγάπης. Μια ιστορία αγάπης στην πιο αγνή της μορφή. Μια αγάπη που τελείωσε πριν ξεκινήσει καλά-καλά, που δεν είχε το χρόνο να ξεθωριάσει και να τελειώσει.


Ένας ηλικιωμένος να τρώει μόνος του. Αυτή ήταν η εικόνα που με στοίχειωσε [...]. Δεν είναι το έγκλημα ή η αγωνία ή το είδος. Ο ηλικιωμένος που τρώει μόνος του. Πώς κάποιος καταλήγει ολομόναχος στη ζωή; Πώς κατέληξε μόνος με κανέναν δίπλα του; Μπορεί κάποιος να το αρνηθεί, να το ξεχάσει, να το αγνοήσει για κάποιο διάστημα, αλλά το παρελθόν πάντα επιστρέφει."


(Χουάν Χοσέ Καμπνέλλα, ο σκηνοθέτης, για την ταινία του)



Η ζωή, η μικρή μας ζωή, μέσα από τις μικρές πλευρές της, αυτοεξετάζεται και αυτοανακρίνεται. Μέσα από τους έρωτες που δεν ομολογήθηκαν ποτέ, μέσα από τα εγκλήματα που ομολογήθηκαν μα δεν δικάστηκαν ποτέ, μέσα από τις δίκες ενόχων και αθώων και μέσα από τις καταδίκες ονείρων και συναισθημάτων, οι ήρωες της ταινίας προσπαθούν. Προσπαθούν να βρουν το θάρρος να ζήσουν, να πουν, να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Απωθημένα που καταλήγουν σε απο-θαμμένα, βιασμοί ψυχών και σωμάτων, δίκαιο και άδικο, σκίζουν το παρελθόν μας. Και επειδή δεν είμαστε τίποτε άλλο εξόν το παρελθόν μας, τότε σκίζουν και εμάς και το μέλλον μας. Οι αναμνήσεις, μας χαλιναγωγούν.

- Υπάρχει δικαιοσύνη; Πώς και από ποιόν εφαρμόζεται; Από ποιόν κρίνεται -και άρα δικάζεται- η δικαιοσύνη;

- Πώς δικαιώνεται ένα συναίσθημα; Πόσο αξίζει ένα συναίσθημα;

- Πόσο αξίζει μια ζωή; Μια τυχαία ζωή, ενός τυχαίου ανθρώπου; Όταν ο άνθρωπος παίρνει τη ζωή στα χέρια του και εφαρμόζει το -κατ' αυτόν- δίκαιο κόντρα σε κάθε φυσικό ή ανθρώπινο νόμο, τότε αυτό τι είναι;

- Μήπως είναι ο Φόβος που μεταμορφώνεται σε Αγάπη; Μήπως είναι ο Φόβος της Αγάπης; Μήπως είναι η Αγάπη του Φόβου, που ισοδυναμεί με την Αγάπη για ζωή μιας και η Φόβος προφυλάσσει και ευοδώνει τη ζωή;

Και κάτι ακόμα: σε όλους τους ανθρώπους υπάρχει το πάθος. Πρέπει να υπάρχει το πάθος. Και πρέπει να υπάρχει και κάτι ακόμα: το πάθος για πάθος.

"Το μυστικό στα μάτια της" (El Secreto De Sus Ojos). Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας για το 2010.

Τυχαίο; Δεν νομίζω...



Μουσική τιανίας: Federico Jusid





Αμέσως μετά την ταινία δέχομαι πρόσκληση για κρασοκατάνυξη. Δεν μπορώ φυσικά να αρνηθώ. Στην μεταμεσονύκτια παρέα, γνωρίζω μια δικηγόρο, που σπουδάζει Ανθρωπολογία, με σκοπό να εντρυφήσει στην Ανθρωπολογία του Δικαίου.

Τυχαίο; Δεν νομίζω...


Σήμερα, μια γιαγιά αποχαιρετώντας με, μου έφερε το πιο όμορφο δώρο που θα μπορούσα να πάρω μαζί μου φεύγοντας από τούτο το νησί: ένα κομμάτι χαρτί με ποιηματάκια, τραγουδάκια και καντάδες από τον παλιό καλό καιρό, τότε που και η ίδια ήταν ερωτευμένη και χτυπούσαν τα φυλλοκάρδια της, σαν περνούσε μπροστά της, ο μελλοντικός της σύντροφος. Τι όμορφος και αληθινός διάλογος μεταξύ ενός νέου και μιας νέας;

Νέος:
Θα φύγω κόρη για τα ξένα
θα μακρυνθώ δια παντός
θα ζω πάντα δυστυχισμένα
γιατί θα είμαι πάντα μοναχός.

Νέα:
Αν ήτανε να ταξιδέψεις
να πας στα ξένα μακρυά
δεν έπρεπε να μ' αγαπήσεις
και να μου κάψεις την καρδιά.

Νέος:
Χωρίζει η μοίρα τους ανθρώπους
τα αηδόνια αλλάζουνε φωλιές
τα μάτια βλέπουν άλλους τόπους
μα δεν αλλάζουν οι καρδιές.

Νέα:
Στον τόπο που σε πρωτοείδα
θε να φυτέψω μια μηλιά
για να κρεμάσω τις ελπίδες
που 'χω μέσα στην καρδιά.

Νέος:
Χελιδονάκι θα γίνω
να κάτσω στο λαιμό σου
για να φιλήσω την ελιά
που 'χεις στο μάγουλό σου.
Θα φύγω κι έχε γεια
γοργά κυλά ο χρόνος
κι αν φύγω δεν ξεχνώ
αυτή τη θύμησή σου,
όσο και αν είμαι μακρυά
θα βλέπω τη μορφή σου.
Θα φύγω κι έχε γεια
θυμήσου τα περασμένα
τα ολόγλυκα φιλιά
που σου 'δινα ολοένα.


Κάποιος με παρόμοια χαρακτηριστικά που περιγράφει το ποιηματάκι, αυτές τις μέρες φεύγει εκ νέου και πάει για τα νέα ξένα.

Τυχαίο; Δεν νομίζω...




Υ.Γ.: Το Post αυτό αφιερώνεται στην κυρία Αθανασία, όπως και σε όλες εκείνες τις ιδέες, τα συναισθήματα και τις προσπάθειες των ανθρώπων που έχουν κερδίσει των καιρών την Αθανασία.

Τυχαίο ότι τα ονόματα μοιάζουν; Δεν νομίζω...