Το κλουβί με τις τρελές - Σκηνή 11η



Σκηνή 11η


"Ακριβώς δίπλα όμως από τον Διογένη και τον πλούσιο άρχοντα, την ίδια ώρα που τελείωνε η δική τους συζήτηση, ξεκινούσε μια άλλη συζήτηση:


Και ο μέγας Έκτωρ άπλωσε τα χέρια στο παιδί του• 
 έσκουξ' εκείνο κι έγειρε στο στήθος της βυζάστρας• 
 φοβήθη τον πατέρα του καθώς είδε ν' αστράφτουν 
 τ' άρματα και απ' την κόρυθα της περικεφαλαίας 
την χαίτην που τρομακτικώς επάνω του εσειόνταν• 
εγέλασε ο πατέρας του και η σεβαστή μητέρα• 
και ο μέγας Έκτωρ έβγαλε την περικεφαλαίαν 
και καταγής την έθεσεν, όπου λαμποκοπούσε. 
Εφίλησε κι εχόρευσε στα χέρια το παιδί του 
κι έπειτα ευχήθη στους θεούς κι είπε: «Ω πατέρα Δία, 
κι όλ' οι επουράνιοι θεοί, δώσετε εις το παιδί μου 
τούτο, ως εδώκατε εις εμέ, στο γένος του να λάμπει, 
στ' άρματα μέγας, δυνατός στην Ίλιον βασιλέας, 
και ως έρχεται απ' τον πόλεμον μ' άρματα αιματωμένα 
εχθρού που εφόνευσε, να ειπούν: καλύτερος εδείχθη 
 και του πατρός του, και χαράν θα αισθάνεται η μητέρα». 

 Ως είπε αυτά, στην αγκαλιά της ποθητής συμβίας 
το βρέφος έβαλε και αυτή στο μυροβόλο στήθος 
το πήρε γελοκλαίοντας• την ελυπήθη εκείνος, 
εχάιδευσέ την κι έλεγε: «Αγαπητή, μη θέλεις 
 τόσο δι' εμέ να θλίβεσαι, στοχάσου ότι στον Άδη 
 δεν θα με στείλει άνθρωπος η ώρα μου πριν φθάσει• 
και άνθρωπος άμα γεννηθεί, είτε γενναίος είναι 
είτε δειλός, δεν δύναται τη μοίρα ν' αποφύγει. 

(Ομήρου Ιλιάδα, Ζ 466-489)


Σε αυτό το είδος βάφτισης, (κατά την οποία οι αρχαίοι σήκωναν ψηλά στον ουρανό το βρέφος για να φτάσει το φως της αλήθειας, σε αντίθεση με τους χριστιανούς, που γνωστοί για την ατελείωτη ταπείνωση και σκυψοκεφαλιά τους, βυθίζουν προς τα κάτω τη νέα ζωή), φορέσαμε τα καλά μας και παρευρεθήκαμε όλοι. Και όταν λέμε όλοι, εννοούμε ΟΛΟΙ!


Χορέψαμε, φάγαμε, γλεντήσαμε, στολίσαμε με ευχές τον μικρό μας νέο συνταξιδιώτη. Αυτή η νέα ψυχή, που η μοίρα έφερε στον κόσμο, ξεκίνησε τη δική της πορεία μέσα στου χάους την αμάχη... "


"Το γιούδι μου"
Στίχοι: Γιάννης Κακουλίδης
Μουσική: Χριστόδουλος Χάλαρης
Ερμηνεία: Νίκος Ξυλούρης