Scent of a woman


Το λένε ξεκάθαρα και έτσι είναι: στο τάνγκο δεν χορεύεις με τα μάτια, αλλά με το σώμα, με τη διαίσθηση και κυρίως -για τους καβαλιέρους που οδηγούν- με την αίσθηση που σου αφήνει η ντάμα και το άρωμά της, όπως αυτό αναδύεται από κάθε της ζωντανό παλλόμενο κύτταρο...

Στο τάνγκο δεν χρειάζονται μάτια, αλλά πάθος.-


"Scent of a woman"





Η ψυχανάλυση της ψυχανάλυσης, ω ψυχανάλυση!


Εψές, μια ψυχολόγος, πολύ καλή στη δουλειά της, με πάθος και ένταση για αυτό που κάνει, μου είπε ότι σκέφτομαι πολύ με "κουτάκια"
για τα πράγματα και δη για τις ανθρώπινες σχέσεις. Ότι αναζητώ συνεχώς το "πλαίσιο" συνομιλίας με τους άλλους, αναζητώ ορισμούς και νοήματα, καλώ τον συνομιλητή μου συχνά να διευκρινίσουμε μαζί τη χρήση κάποιων λέξεων ένθεν και ένθεν.




Εγώ το δέχτηκα ότι το κάνω αυτό, μάλιστα παλαιότερα το έκανα ακόμα περισσότερο. Σήμερα όμως ίσως είμαι πιο ανεκτικός στην άποψη του άλλου, του αφήνω περισσότερο χώρο να μου πει τα πράγματα από την πλευρά του και έτσι προσπαθώ μαζί να χτίσουμε κουτάκια. Σήμερα επίσης, είμαι ίσως πιο διεισδυτικός στα νοήματα και στα πλαίσια, έτσι τα κουτάκια μου είναι πιο πολλά.

Και σας ρωτάω: τι κακό έχουν τα κουτάκια; τι μας πειράζει που κάποιος βάζει κουτάκια και αντιστοιχεί καταστάσεις με νοήματα; τι είναι αυτό που δεν περικλύουν τα κουτάκια; τι είναι αυτό που δεν μπορούν να χωρέσουν τα κουτάκια και χωράνε στη ζωή κάποιου που δεν βάζει κουτάκια; πάθος; ένταση; συναίσθημα; το γαμημένο το απρόοπτο;

Ας εξηγηθώ πρώτα και μετά περιμένω και τη δική σας άποψη.

Θεωρώ ότι αν δεν οριστεί επακριβώς, ή τουλάχιστον όσο καλύτερα γίνεται, η βάση συνομιλίας και συζήτησης μεταξύ δυο ατόμων, (δυο οποιονδήποτε ατόμων, σε ό,τι είδους σχέση και αν αναπτύσσουν), δεν μπορεί να είναι ασφαλής η συζήτηση ούτε και το συμπέρασμα που αυτή θα επιφέρει - αν τελικά επιφέρει. Αν δεν έχουμε στο μυαλό μας το ίδιο ή σχεδόν το ίδιο νόημα, όταν ακούμε τις ακριβώς ίδιες λέξεις, τότε η συζήτηση κινδυνεύει να οδηγηθεί σε παρεξήγηση ή αδιέξοδο. Αν ο ένας στο άκουσμα της λέξης "μαύρο" καταλαβαίνει μαύρο και ο άλλος καταλαβαίνει άσπρο, τότε το πράγμα κάπου αρχίζει να οδηγείται σε δύσβατα συνομιλιακά μονοπάτια. Είναι σαν να βλέπει ο ένας τη μια πλευρά του κάτωθι κουτιού και ο άλλος την άλλη...




Αντιλαμβάνομαι ότι δεν γίνεται να επιτευχθεί αυτό σε κάθε συνομιλία δυο οποιονδήποτε ανθρώπων. Και εδώ φυσικά μπαίνει η επιστήμη της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας να ρίξει άπλετο φως και να τεκμηριώσει γιατί δεν μπορεί να γίνει αυτό το ιδανικό πράγμα. Ευχαριστώ πολύ, αλλά εγώ μιλάω για κάτι άλλο, κάτι βαθύτερο. Μιλάω για την ικανότητα επικοινωνίας μεταξύ δυο ατόμων. Για την συναίσθηση κατά την διάρκεια της συζήτησης, του προς τα πού πάει η συζήτηση, του προς τα πού θα ήθελαν οι συνομιλητές να πάει η συζήτηση, του τι αναζητούν με τη συζήτηση και τι σκοπό έχει τελικά αυτή η προσπάθεια συζήτησης. Όλη αυτή τη συναίσθηση, θα την ονόμαζα ως ψυχολογία της επικοινωνίας μέσω γλώσσας. Με άλλα λόγια η ικανότητα για επικοινωνία είναι η αντίληψη του τι ακριβώς γίνεται όταν κάποιοι συνομιλούν: πραγματικά συνομιλούν ή κλάνουν;! Εδώ εισέρχεται σίγουρα, αυτό που πάλι η ψυχολογία έχει εισάγει, το συναισθηματικό πηλίκο (emotional quotient). Και σίγουρα είναι θέμα συναισθήματος μια συνομιλία γιατί αφορά την αίσθηση που έχουν για το πού βαδίζουν συνομιλιακά κάθε στιγμή, δυο άνθρωποι μαζί (=συν). Άρα η από κοινού αίσθηση της βιωματικής εμπειρίας του συνομιλιακού γεγονότος που εκείνη τη στιγμή λαμβάνει χώρα μπροστά τους, έχει να κάνει με τα συναισθήματα του καθενός. Όταν δυο άνθρωποι συνομιλούν, δεν ανταλάσσουν πληροφορίες μόνο μέσω των λέξεων! Τι εννοώ (βασικά η επιστήμη της Πραγματολογίας το εννοεί και όχι εγώ): η κάθε λέξη είναι μια ενεργειακή μονάδα, που κάθε φορά που εκστομίζεται είναι εντελώς διαφορετική από μια ίδια λέξη που εκφέρεται σε άλλες συνομιλιακές συνθήκες, περιστάσεις και καταστάσεις. Γιατί; Διότι εκτοξεύεται από ένα όπλο που όμοιό του δεν υπάρχει και άρα διαμορφώνεται από αυτό: τον άνθρωπο. Έκαστος από εμάς είναι μοναδικός. Άρα και αυτά που λέμε και ο τρόπος που τα λέμε, αλλά και αυτά που εννοούμε και ο τρόπος που τα εννοούμε, δεν μπορεί παρά να είναι επίσης μοναδικά. Όμως, παρόμοια ισχύουν και στην άλλη πλευρά, δηλαδή σε αυτόν που εκλαμβάνει την εκσεστομισμένη ενεργειακή βόμβα! Ο ακροατής (που είναι ο μελλοντικός ομιλητής), με τη σειρά του έχει -ως μοναδικό όν- τον δικό του τρόπο να ακούει και να ερμηνεύει τα πράγματα και γενικά τα ερεθίσματα, λεκτικά και εξωλεκτικά, του περιβάλλοντός του. Και επεξεργαζόμενος αυτά τα ερεθίσματα με τον δικό του τρόπο, στη συνέχεια θα πάρει αυτός τη σκυτάλη της ομιλίας και θα εκτοξεύσει-εκστομίσει νέα ενεργειακή βόμβα-λέξη-πρόταση αμιγώς δικής του παραγωγής, που θα κατευθύνεται στον πρώτο ομιλητή και πάει λέγοντας το παιχνίδι αυτό...

Βλέπετε λοιπόν πόσο χαώδες είναι το φαινόμενο της συνομιλίας μεταξύ δυο ανθρώπων! Ακόμα και μια "καλημέρα" που θα πεις, μπορεί αν καλοσκεφτείς τι σημαίνει, να σου κανει την ημέρα κακή! Πού το πάω όμως το ζήτημα; Ότι μέσα σε αυτή τη χαώδη περιπλάνηση μεταξύ συνειδητού και υποσυνείδητου τόσο της δικής μας προσωπικότητας όσο και του συνομιλητή μας, δεν γίνεται παρά να αναζητήσουμε σταθερές για να μην χαθούμε... στη μετάφραση! Και οι σταθερές αυτές θα παραχθούν από τους ορισμούς που θα δώσουμε, από τα πλαίσια που θα χτίσουμε, από τα κουτάκια που θα βάλουμε προσπαθώντας κάπως να κλείσουμε και να γκρουπάρουμε τα νοήματα και τις πληροφορίες. Ξαναρωτώ: γιατί τα κουτάκια μας φοβίζουν κυρία ψυχολόγε μου; Επειδή νοιώθουμε ότι κλείνουν πράγματα και δεν αφήνουν άλλα να εισέλθουν μέσα σε αυτά; Και ποιός σας είπε ότι δεν μπορούν να ξανανοίξουν και να συμπεριλάβουν άλλα νοήματα και άλλες πληροφορίες την επόμενη φορά. Και έτσι γίνεται εξάλλου! Την επόμενη φορά που θα ξαναπούμε την ίδια λέξη, θα είναι κάτω από άλλες περιστάσεις, άλλοι θα είναι οι συμμετέχοντες, άρα αναγκαστικά οφείλουμε να επαναπροσδιορίσουμε και να επαναδιαπραγματευτούμε τα νοηματικά αυτά κουτάκια, με βάση τις καταβολές του κάθε συμμετέχοντα. Έτσι γίνεται στην πραγματικότητα φίλοι μου. Μην φοβάστε όμως γιατί ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί και τα διαχειρίζεται αυτά με σχετική ευκολία και γρηγοράδα, οπότε αμέσως "μπαίνει στο νόημα" της συζήτησης. Άρα αυτό που στην πραγματικότητα είναι χαώδες ο εγκέφαλός μας, μας το δείχνει σαν να είναι το πιο απλό πράγμα του κόσμου! Θαυμάστε τα φοβερά προσόντα του εγκεφάλου, αλλά θαυμάστε και την εικονική (πιο σωστά εξωπραγμτική) πραγματικότητα που μας αναγκάζει να ζούμε...

Το πρόβλημα όμως είναι όταν δεν μπορεί κάποιος να μπει στο νόημα και αυτός ο κάποιος τυχαίνει να είναι ας πούμε ο/η σύντροφός σου! Τι κάνεις τότε;

- Υψώνεις την ένταση της φωνής σου για καταλάβει ο άλλος τι θες να πεις;
- Υψώνεις το χέρι σου και βλέπει ο άλλος αστεράκια;
- Υψώνεις το πρώτο βάζο που βρίσκεις εύκαιρο μπροστά σου και το εκσφενδονίζεις;
- Χρησιμοποιείς άλλες λεκτικές εκφράσεις πιο πλούσιες σε πληροφορίες, όπως π.χ. βρισιές;

Εδώ ακριβώς λοιπόν χωρά το ερώτημά μου: τι κακό έχουν τα κουτάκια; Θεωρώ ότι προάγουν τη συζήτηση, ευοδώνουν την συνομιλία, ισχυροποιούν τις πληροφορίες και κατευθύνουν κάπου την επικοινωνιακή διάθεση. Χωρίς τα κουτάκια και χωρίς τα κοινώς συμπεφωνημένα βασικά νοήματα, από τα οποία οφείλει να ξεκινήσει μια υγιής συζήτηση, δημιουργούνται παρεξηγήσεις, διαπληκτισμοί, μπουνίδια, σπασμένα από βάζα κεφάλια, βρισίδια και άλλα πολλά -σαφέστατα- μη υγιή αποτελέσματα. Θεωρώ λοιπόν ότι τα κουτάκια, συμμαζεύουν κάπως τα πράγματα και δεν τα αφήνουν στο χαώδες τους αραλίκι. Οι λέξεις κύριοι, είναι άψυχες και μη λειτουργικές, είναι απλά εργαλεία, είναι το μέσον από το οποίο περνά κάτι άλλο πιο σημαντικό: το νόημα και η πληροφορία. Το πόσο διατεθειμένος είναι κάποιος αρχικά να το αντιληφθεί αυτό το παιχνίδι και κατόπιν να συμμετέχει σε αυτό με υγιή τρόπο, είναι θέμα συναισθηματικής νοημοσύνης. Κάτι από το οποίο φυσικά δεν έχει κανένας πολιτικός, μιας και όλα αυτά που λένε στερούνται συναισθήματος -λογικό μιας και όλοι τους είναι χοντρόπετσα γουρούνια που δεν νοιώθουν και δεν αισθάνονται στο ελάχιστο-, είναι άψυχα και φυσικά δεν προάγουν καθόλου την επικοινωνία. Γιαυτό αν παρακολουθήσετε διάλογο μεταξύ πολιτικών θα διαπιστώσετε ότι πρόκειται για ορχήστρα σκύλων που γαβγίζουν ασυνάρτητα. Αυτοί εντάσσονται στην πρώτη κατηγορία, που υψώνουν την ένταση της φωνής τους με σκοπό να επιβάλλουν στους συνομιλητές τους τις απόψεις τους. Με λίγα λόγια, αυτοί οι άνθρωποι δεν συνομιλούν. Αυτοί οι άνθρωποι δεν δίνουν χρώμα στη συζήτησή τους, όπως κατ' επέκταση δεν δίνουν χρώμα στη ζωή τους.




Περιμένω λοιπόν απαντήσεις: σε τι μας φταίξανε τα κουτάκια; Τι μας εμποδίζουν να αντιληφθούμε και να βιώσουμε εμείς που τα χρησιμοποιούμε σε σχέση με όλους αυτούς που έχουν αφαιρέσει ("ξε-" κατά την γραμματική) τα κουτάκια από το μυαλό τους, έχουν δηλαδή ξε-κουτιάνει που λένε και στο χωριό μου;







Γυναίκα: η μούσα του τάνγκο!


"...Με την αόριστη ιδέα να ανέβω στον τελευταίο όροφο, μιας και είχα βρεθεί εκεί, και να ξαναδώ τους πίνακες του Κινκέλα που με τη δραματικότητα τους ταίριαζαν τόσο με το τάνγκο και την αγωνία που αισθανόμουν, με την πνοή του θανάτου που τύλιγε τη Λα Μπόκα, διέσχισα μια πελώρια και άδεια από επισκέπτες αίθουσα όπου τα βήματά μου καθώς τρίβονταν πάνω στο πάτωμα αντηχούσαν σαν ψίθυρος.

Και τότε την είδα. Στο βάθος, αριστερά, ανάμεσα σε ένα φριχτό τοπίο της Πάμπας και μια παράταιρη σύναξη πιστών ύστερα από κάποια επίσημη λειτουργία με κυρίες με μαντίλες και κυρίους με ημίψηλα, με κοιτούσε εκείνη, μέσα από τα σκοτεινά βάθη του λαδιού, πλαισιωμένη από μια παραφορτωμένη επίχρυση ξύλινη κορνίζα. Τα μάτια της γυάλιζαν όπως εκείνη τη βραδιά στη μιλόνγκα, μισόκλειστα από ηδονή, θαρρείς και άκουγε τον ρυθμό ενός τάνγκο που έπαιζε μόνο για κείνη μες στη μοναξιά του σκονισμένου μουσείου. Στα κατακόκκινα βαμμένα χείλη της μόλις που χάραζε, όπως τότε, ένα ελαφρύ χαμόγελο, πονεμένο κα προκλητικό συνάμα. Τα μαύρα μαλλιά της ήταν μαζεμένα σε έναν ψηλό κότσο, με ένα χτενάκι από ταρταρούγα. Στη μέση του ντεκολτέ, στερεωμένο στο μαύρο μεταξωτό κορσάζ της, το μπουμπούκι ενός κόκκινου, σχεδόν κλειστού τριαντάφυλλου ξεχώριζε πάνω στο χλωμό της δέρμα. Ένας τύπος τριαντάφυλλου των θερμοκηπίων, που δεν υπήρχε ακόμα όταν ζωγραφίστηκε εκείνο το πορτρέτο.

Η μικρή πλακέτα στην κορνίζα, ακριβώς κάτω από το σημείο όπου τα χέρια της ενώνονταν στο ύψος της μέσης -εκείνα τα χέρια που είχαν ακουμπήσει πάνω στον ώμο μου και είχαν σφίξει τα δικά μου-, έγραφε: "Το τάνγκο είναι μια κραυγή με σιγανή φωνή". Άγνωστη καλλιτέχνιδα. περ.1920."

Απόσπασμα από το βιβλίο "Με το τάνγκο στην καρδιά" της Έλιας Μπαρθέλο, εκδόσεων Πατάκη, που καταβρόχθισα πρόσφατα.


Από την πρώτη στιγμή που διάβασα αυτό το κομμάτι κάτι με συγκλόνισε. Δεν ήξερα όμως ότι θα βιώσω μια παρόμοια αίσθηση προχτές στο μουσείο Ηρακλειδών, προτελευταία μέρα (εντελώς τυχαία) της έκθεσης με θέμα "Η Γυναίκα ως Μούσα". Περιδιαβαίνοντας τα τέσσερα δωμάτια του μουσείου πέφτω κυριολεκτικά πάνω της... Έμεινα άφωνος! Ήταν θαρρείς εκεί, ζωντανή, μια επισκέπτρια και όχι έκθεμα του μουσείου. Ήταν η "Τίλα Ντυριώ ως Κίρκη" του Franz Von Stuck. Στα μυαλό μου, ήρθε αμέσως το απόσπασμα που παρέθεσα πιο πάνω (περιττό να πω για πολλοστή φορά πως θεωρώ ότι κάποιος εκεί ψηλά έχει βαλθεί να με τρελάνει και μου προκαλεί τρελές συμπτώσεις στη ζωή μου - δεν γίνεται να διαβάζω κάτι και δυο μέρες μετά να το βιώνω...). Η μορφή της πραγματικά με διαπέρασε. Η ζωντάνια της, τα μαλλιά της, το χρώμα των χειλιών της, τα σκουλαρίκια της... λες και ανέμενε τον καβαλιέρο της στην αποψινή μιλόνγκα. Ήταν η απόλυτη ντάμα. Αυτή που ενσάρκωνε στα μάτια μου το πάθος και την ένταση του τάνγκο (που είμαι σίγουρος ότι ο δημιουργός της ούτε κατά διάνοια μπορούσε να το φανταστεί όταν την ζωγράφιζε...).

Δυστυχώς στο διαδίκτυο βρήκα μόνο μια ασπρόμαυρη αποτύπωσή της, που φυσικά δεν προσεγγίζει στο ελάχιστο αυτό που είδαν τα μάτια μου. Την παραθέτω, μόνο και μόνο για να πάρετε μια ιδέα - απ'το τίποτα κάτι είναι και αυτό.









Τάνγκο. Το νέο πάθος μου! Αυτό που ξυπνά κάθε κοιμισμένη αρσενική μου αίσθηση.







Με Baileys βαρύ...


1,5 χρόνο μετά και νοιώθω ότι ξαναγυρίζω εκεί από όπου άρχισα: ένας ξένος ανάμεσα σε ξένους. Ένας μικρός που προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο. Ένας μικρός που δεν έχει άλλο τρόπο επικοινωνίας, εξόν από το να μιλήσει ξεκάθαρα για αυτά που νοιώθει, για όλα αυτά που σκέφτεται και θέλει. Ένας μικρός που παίζει με ανοιxτά χαρτιά γιατί δεν έχει μάθει να παίζει με κρυφά χαρτιά.

"...Λες και τα μυστικά τα κρατούσα κρυφά για να μείνουν κρυμμένα..."

Βλέπεις το στραβό -κατά την γνώμη σου πάντα- και προσπαθείς να το αλλάξεις. Απλά, ξεκάθαρα, συζητίσιμα. Επιχειρηματολογείς, εξηγείς.

"...Και ας μην είναι σωστό, πάντα ό,τι σκεφτώ θα το λέω..."

Κάνεις υπομονή, προσπαθείς με σύμμαχο το χιούμορ, τον αυτοσαρκασμό, τη λογική, τη γνώση, να αντισταθείς. Εμπιστεύεσαι. Αναγκαστικά; Για μένα, ναι, αναγκαστικά. Προσπαθείς να μεγαλώσεις μέσα από τις διαδικασίες. Φιλοδοξείς να μεγαλώσεις και τους άλλους μέσα από τις διαδικασίες. Άραγε ποιός είναι πιο ο μικρός και ο πιο ανώριμος;

"...Σαν μεγάλο παιδί, μ'αλλαγμένη φωνή, μη ντραπώ και φανεί, ψιθυρίζω..."

Βρίσκεις αντίσταση στην αντίσταση που δείχνεις. Και προσκρούεις στα πιο βαθειά θέματα του κοινωνικού ζώου που λέγεται άνθρωπος. Και τότε απορείς: τι φταίει; γιατί κάτι δεν αλλάζει ή αλλάζει τόσο δύσκολα; Μήπως έχεις εσύ τόσο απλοποιημένη σκέψη; Μήπως είσαι όντως τόσο παιδί, άρα κοινωνικά και επαγγελματικά ανώριμος; Φταίω που θέλω να μοιάσω του Patch Adams;

"...Που ποτέ μα ποτέ δεν τελειώνω ό,τι αρχίζω..."

Συγκρούεσαι. Δοκιμάζεις. Ρισκάρεις. Τα παίζεις όλα για όλα. Έτσι, είναι ευκαιρία να δεις τελικά και πόσα είναι αυτά τα "όλα" που πιστέυεις ότι έχεις, είναι περισσότερα ή λιγότερα από ό,τι νόμιζες; Αλλάζεις όμως, το τέρας σου βγάζει και σένα τερατώδη χαρακτηριστικά. Σύνηθες; Ρωτήστε τους άλλους.

"...Με μια δόση θυμό, μ' αλλάγμένη φωνή..."

Γίνεσαι ο κακός. Πληγώνεις και πληγώνεσαι. Υπάρχουν και παράπλευρες απώλειες. Όταν μάλιστα οι απώλειες αυτές, είναι εκείνα τα άτομα που ήθελες εξ'αρχής να προφυλάξεις και για τα οποία ξεκίνησες όλη αυτή τη μάχη, τότε καταλαβαίνεις ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Δεν υπάρχει η έννοια του κεκτημένου. Σε έναν δρόμο γλιστερό, η κάθε κίνηση μπορεί να αποβεί μοιραία.

"...και είναι οι δρόμοι υγροί..."

Η παρεξήγηση είναι ίσως το πιο εύκολο πράγμα του -ανθρώπινου- κόσμου. Χωρά εκεί που η διαφορετικότητα αφήνει χαωδώς ακάλυπτα κενά. Και πού καταλήγεις; Στα υποκατάστατα!

"...και τραβώ τον καπνό, που ποτέ δεν μπορώ, όσα θέλω ν'αρχίσω..."
(όπου "καπνό" βάλε "Baileys")

Και τέλος, το μεγάλο ερώτημα, που σκάει μύτη καμαρωτό καμαρωτό:



"...Τι κατάλαβαν τι, από μένα..." ύστερα από 1,5 χρόνο;




"Με τσιγάρα βαριά"
Στίχοι: Γεράσιμος Ευαγγελάτος
Μουσική: Θέμης Καραμουρατίδης
Ερμηνεία: Νατάσσα Μποφίλιου






Γιατί ποτέ δεν θα γινόμουν ψυχίατρος!


"...Elsewhere I have described how different sociocultural groups utilize different languages of distress in communicating their suffering to others, including to doctors. A clinician who is unable to 'decode' this language, which may be verbal or non-verbal, is in danger of making the wrong diagnosis. For example, in Zola's study the Italian Americans presented their illness in a more voluble, emotional and dramatic way, complaining of many more symptoms, and stressing its effect on their social circumstances, while by contrast the Irish American tended to underplay their symptoms. Where no organic disease was found, the physicians tended to diagnose the Italians as having neurotic or psychological conditions, such as tension headaches, functional problems or personality disorder, while the Irish were given a neutral diagnosis such as 'nothing found at tests', without being labelled neurotic. At the same time, the Irish stoicism in the presentation of illness could lead to more serious conditions being messed. Zborowski's findings were similar, in his study of responses to pain by Irish American, Italian American and Jewish American patients in New York; the more emotional the language of distress, the more likely was the patient to be wrongly labelled neurotic or over-emotional".

"...Western medicine focuses increasinglyjon the individual patient and his or her problems, but it may be the family -or even the community- who are pathological, and not the individual. An inapppropriate focus only on te individual and their symptoms, and ignoring wider social issues, may make both a consensus and a solution to the problem, difficult to achieve".

"...Given the marked variation in cultural definition of 'normal' and 'abnormal' throughout the world, can one make meaningful comparisons between mental illness in different groups and societies? Landy has summarized two of the questions faced by medical anthropologists and cross-cultural psychiatrists who have examined this problem:

1. Can we speak of some aspects of behaviour as normal or abnormal in a panhuman sense?

2. Are the psychoses of Western psychiatric experience and nosology universal and transcultural, or are they strongly shaped by cultural pressures and conditioning?
"


(από το "Culture, Health and Illness" του Cecil G. Helman, χωρίς άδεια)





Πάντα αναρωτιόμουν αυτοί οι ψυχίατροι, πώς τα καταφέρνουν και βγάζουν διάγνωση, όταν ουσιαστικά έχουν να παλέψουν και να 'κρίνουν' τη λειτουργία, (δηλαδή τη φυσιολογία και την παθολογία) του πιο πολύπλοκου οργάνου που έχουμε: του μυαλού μας. Πόσο στέρεες είναι οι βάσεις που πατάνε; Πόσο σίγουρος είναι ο συλλογισμός τους για τον παθολογικό συλλογισμό του συνανθρώπου-ασθενούς τους; Και φυσικά πάντα με ξάφνιαζε η ευκολία με την οποία δίνουν το τάδε χαπάκι, το δίνα ηρεμιστικό, το νέο αγχολυτικό και το παλαιότερο και δοκιμασμένο υπνωτικό...

Θεωρώ ότι από τα παραπάνω αποσπάσματα διαφαίνεται έστω και λίγο η υποκειμενικότητα με την οποία κρίνουν οι ψυχίατροι, και γενικά οι ιατροί, τα πράγματα. Αν ο συγκεκριμένος ιατρός δεν έχει κάποιες γνώσεις κοινωνικής ανθρωπολογίας, αλλά και ευρύτερης κοινωνικής συναίσθησης για τον τρόπο που μια κοινωνία λειτουργεί ή δυσλειτουργεί (για να μην κατηγορηθώ ότι ξεχωρίζω μόνο την Κοινωνική Ανθρωπολογία από τις κοινωνικές επιστήμες), τότε επισκιάζεται το ιατρικό έργο. Αν ο ιατρός δεν έχει βασικές γνώσεις ανθρώπινης συμπεριφοράς και κοινωνικοποίησης, δεν μπορεί να μπει μέσα στο παιχνίδι της ιατρικής-της-ψυχής. Αν δεν αντιληφθεί το πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσεται μια σημασμένη ως αντικανονική ή αποκλίνουσα συμπεριφορά, δεν μπορεί να δει τον άρρωστο. Και μην μου πει κανείς ότι ένα εξάμηνο Ψυχολογίας και άλλο ένα Ψυχιατρικής στο πανεπιστήμιο, αρκούν για να προσεγγίσεις κατάματα το πλαίσιο της πάθησης πριν το ονομάσεις κάτι ως ψυχοπαθολογικό.

Πολύ ωραία διαπραγματεύεται αυτό το θέμα η ταινιάρα "Ο Βασιλιάς". Με αφορμή αυτήν ταινία σας ρωτώ: γιατί ο κοινωνικά απροσάρμοστος είναι κοινή πεποίθηση ότι είναι και ψυχικά ασθενής; Και να σας το πώ αντίστροφα το ερώτημα: γιατί κάποιος που δηλώνει στην πολεοδομία του χωριού του ότι ο γείτονάς του παρανομεί επειδή χτίζει ένα τριώροφο με πλαστή άδεια και παράβαση του όριου δόμησης, βαφτίζεται από όλο το χωριό ως ρουφιάνος; Ποιός είναι ο ψυχικά ασθενής, αυτός που προσπαθεί να είναι νόμιμος ή αυτός που προσπαθεί να είναι παράνομος; Εδώ όμως ανοίγει μια πολύ μεγάλη κουβέντα, περί της αξιοπιστίας και της έννοιας του νόμου, οπότε σταματώ εδώ το θέμα. Ένα τελευταίο ερώτημα: ποιός είναι ο ψυχικά ασθενής, αυτός που ακολουθεί το πλήθος ή αυτός που βαδίζει τον δικό του δρόμο; Στο νου μου έρχεται μια σπουδαία φράση του Κολοκοτρώνη: "Ο κόσμος μας έλεγε τρελούς"... Αναλογιστείτε λοιπόν πριν κολλήσετε την ετικέτα σε κάποιον ότι είναι παλαβός...

Γενικά όπως θα έχετε καταλάβει, με αφορμή το σπουδαίο βιβλίο από όπου και τα αποσπάσματα που παραθέτω στην αρχή, με απασχολεί αυτή την περίοδο η σχέση Ιατρικής και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, ίσως στα πλαίσια μιας προσπάθειας προσωπικής ενδοσκόπησης, για να διαγνώσω ποιά ιδιότητα τελικά υπερισχύει περισσότερο μέσα μου. Μετά το παραπάνω γκόλ της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας (οπότε το σκόρ γίνεται 3-2 υπέρ της), και με δεδομένης της χρονικής συγκυρίας που περνώ στη δουλειά, που δείχνει ότι η κατοχή της μπάλας είναι στα πόδια της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, κάπου εδώ ο διαιτητής σφυρίζει. Το ματς τελειώνει. Βγαίνει συμπέρασμα: είμαι κυρίως Κοινωνικός Ανθρωπολόγος, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι αποποιούμαι την Ιατρική μου ιδιότητα. Απλά λέω ότι η Ιατρική συμπεριλαμβάνεται στις νοητικές αρχές που δομεί η Κοινωνική Ανθρωπολογία και περνά μέσα από νοητικά μονοπάτια που έχει πρώτα φωτίσει η Κοινωνική Ανθρωπολογία. Η Ιατρική είναι και αυτή μια ακόμα κοινωνική συμπεριφορά του ανθρώπου-επιστήμονα, που οφείλει όμως να μην εγκλωβίζεται στα επιστημονικά της όρια και να μην παρακολουθεί τον κόσμο στην ασφάλεια της επιστημονικής της απόστασης, αυτής που κάνει την "περίπτωση ανθρώπινης πάθησης" να φαίνεται στα μάτια του ειδικού ως "περιστατικό"... Αυτή η τελευταία λέξη με κάνει και βγάζω σπυράκια. Μα θα με κάνει να βγάζω ακόμα περισσότερα, έτσι και κατορθώσουν οι του συστήματος μάγκες να την χρησιμοποιώ στο καθημερινό μου ιατρικό λεξιλόγιο.

Και τώρα οφείλω να περιγράψω την χρονική συγκυρία στην οποία βρίσκομαι στη δουλειά: είναι σκληρό να διαπιστώνεις στην ιατρική σου καθημερινότητα ότι υπάρχει ιεραρχία, ότι κάποιος άλλος που έχει ανώτερη θέση από εσένα, αποφασίζει κάτι τελείως διαφορετικό από εσένα. Κάτι που ίσως σκοτώσει τον ασθενή. Παραδείγματα:

- όταν εσύ θεωρείς ότι κάποιος έχει στηθάγχη Prinzmetal και ο ειδικός καρδιολόγος τον θρομβολύει γιατί θεωρεί ότι έχει απόφραξη, τότε κάποιος δεν κάνει καλά τη δουλειά του (σημειωτέον ότι έτερος ειδικος καρδιολόγος θεώρησε ότι ο ασθενής έχει στηθάγχη Prinzmetal... τυχαίο;)
- όταν κάποιος που λέγεται διευθυντής της Α'Π βάζει φουλ κορτιζόνες και κεφαλοσπορίνες γ' και δ' γενιάς ΣΕ ΟΛΟΥΣ όσους μπαίνουν στην κλινική του, με σκοπό να τους βγάλει το συντομότερο δυνατό χωρίς καμία διερεύνηση της παθολογίας τους, και κάποιος άλλος κακόμοιρος που λέγεται επιμελητής Β' της ίδιας κλινικής που τυγχάνει να είναι γένους θηλυκού (όοοοχι δεν παίζει καμία μα καμία σχέση το φύλο και η κοινωνική του διαφοροποίηση, μην ακούτε τι λέει η Κοινωνική Ανθρωπολογία), τρέχει σαν τον μαλάκα να διορθώσει τα αδιόρθωτα και καταλήγει να μην μιλιέται με τον διευθυντή, τότε καταλαβαίνεται ότι η ιεραρχία στην ιατρική παίζει το ρόλο της
- όταν προσπαθείς για πολλοστή φορά να πεις -έντονα είναι η αλήθεια- σε αιμοκαθαιρόμενο να έρθει στην ώρα του για έναρξη της συνεδρίας και να μην καθυστερεί εσκεμμένα και προκλητικά, τότε συναντάς την κοινωνική ισορροπία που έχει θέσει ο ανώτερός σου, που λέγεται διευθυντής και προϊσταμένη, και προσπαθείς να μαζευτείς θεωρώντας ότι μπορεί και να τους εκθέτεις, (ποιός είσαι εσύ ρε μεγάλε και από πού ήρθες να μας αλλάξεις τις ισορροπίες), τότε λες να άει παρατάτε με ήσυχο όλοι και όλες, κρατήστε το τσιφλικάκι σας και ας καεί το μαγαζάκι σας. Οι δικοί σας συγγενείς και συμπολίτες θα πεθάνουν, όχι οι δικοί μου. Εγώ θα φύγω σε λίγο και το πιο πιθανό να με ξεχάσετε μετά από λίγο διάστημα.

Είδατε σε τι σημείο σε φτάνει η κοινωνική δομή εκάστοτε χώρου; Πώς να μην θεωρώ λοιπόν μετά, ότι οποιαδήποτε συμπεριφορά είναι ενταγμένη σε ένα πλαίσιο με ιδιαίτερους κάθε φορά κανόνες και όρους του παιχνιδιού; Ακόμα και η ιατρική συμπεριφορά είναι πρώτα από όλα συμπεριφορά και μετά ιατρική, άρα είναι πρώτα από όλα κοινωνικά προσδιορίσιμη και ύστερα επιστημονικά.



Τελικό αποτέλεσμα λοιπόν: Ιατρική vs Κοινωνική Ανθρωπολογία: 2-3






You don't have to be extraordinary, just forgiving!


Ιατρός σε παιδικό αγώνα ποδοσφαίρου. Έτσι νόμιζαν οι διοργανωτές, αλλά εγώ κυρίως παρευρισκόμουν σαν ανθρωπολόγος.

Πόσο καθοριστική φάση της ζωής μας η παιδική ηλικία; Τότε ρίχνουμε τα πνευματικά μπετά για το οικοδόμημα που μετέπειτα θα αναγνωριστεί -ή όχι- κοινωνικά.

Έβλεπα παιδάκια, του γυμνασίου, να τσακώνονται, να λοξοκοιτάζονται, να τσαμπουκαλεύονται. Έβλεπα προπονητές -εκγυμναστές και διαπαιδαγωγοί σου λέει μετά- να τσαντίζονται, να βρίζουν τους παίκτες τους -βλάκα, μαλακισμένο, άχρηστε-, να βρίζουν και να απειλούν μπροστά στα μάτια των παιχτών τους τον διαιτητή και τον επόπτη γραμμών. Έβλεπα γονείς στην εξέδρα να βρίζουν τον διαιτητή, να βρίζονται μεταξύ τους, να είναι έτοιμοι να πιαστούν στα χέρια...

Και αναρωτιέμαι: τι παιδικός αγώνας; Αυτός ήταν ένας κανονικός αγώνας ενηλίκων-ανεγκέφαλων-φανατισμένων και διόλου παθιασμένων παιχτών, διοργανωτών ή φιλάθλων. Αυτό που έβλεπα μπροστά μου ήταν ένα κανονικό αντιαισθητικό ματς γκρούβαλων-τσεκουριών που το μόνο που κάνουν είναι επίδειξη του τσαμπουκά τους, δηλαδή της ιεραρχικής τους ισχύος. Αν τα παιδάκια μαθαίνουν από τόσο μικρά να συμπεριφέρονται με πανομοιότυπο τρόπο όπως οι μεγάλοι, σε πάρα πολλούς τομείς, όχι μόνο στην άθληση, τότε δεν έχει μεγάλη απόκλιση από την αλήθεια η θεωρία της κοινωνικής κατασκευής του φύλου (ανοίξτε το αρχείο "Κοινωνική κατασκευή του ανδρισμού") που πρεσβεύει η Κοινωνική Ανθρωπολογία.

Άντρες και γυναίκες, φύλο και κοινωνική συμπεριφορά, ιεράρχιση, εξουσία, επίδειξη δύναμης... Τόσες μαλακισμένες κατηγοριοποιήσεις, όταν δίπλα μας κόσμος πεινά και δεν έχει ούτε τα βασικά. Τα δεδομένα για εμάς είναι τα ζητούμενα για άλλους. Και εμείς είμαστε και θα παραμείνουμε τόσο άκαμπτοι πνεματικά όσο και τα τσιμεντομπετά που θεμελιώνουν το σπίτι όπου ζούμε, εν αντιθέσει με αχυρένια καλύ-βια όπου κρύβονται κάποιοι άλλοι από του καιρού το πέρασμα...

Ψάχνοντας να βρω γυναίκες να παίζουν ποδόσφαιρο, βρήκα την καλύτερη ίσως εικόνα που θα μπορούσαν να αντικρύσουν τα μάτια μου: η εικόνα αυτή ξεδιπλώνεται μεταξύ 2:28' και 2:55' του παρακάτω βίντεο, αλλά φυσικά αξίζει να το απολαύσετε όλο.



"Living Darfur"
Mattafix







Άμα είναι γάτα το μωρό...


Δεν σας έχω πει για τη νέα μου φίλη. Δεν ξέρω ακόμα το όνομά της. Δεν ξέρω σχεδόν τίποτα για αυτήν. Ξέρω μόνο ότι είναι πολύ πρόθυμη για παρέα...

Εδώ και καμιά βδομάδα, κάθε πρωί μόλις ανοίγω την πόρτα για να φύγω απ'το σπίτι, τη βλέπω στο χαλάκι της εξώπορτας να κοιμάται και νωχελικά να παραμερίζει για να περάσω... Στην ίδια θέση, στάση και διάθεση την βλέπω και τα απογεύματα μόλις επιστρέφω... Εν τω μεταξύ εγώ είχα από πολύ μικρός αντιπάθεια στις γάτες, ίσως και μίσος. Όχι αδικαιολόγητα: κάποτε είχα βρει μια αδέσποτη μικρή γάτα και την φρόντιζα, την τάιζα, της έλεγα τα μυστικά μου, τη χάιδευα, έως ότου μια μέρα εκεί που την είχα στην αγκαλιά μου, κάνει μια χάτς, με γραντζουνάει και από τότε, χωρίς λόγο και αιτία, δεν την ξανάδα... Πολύ απρόβλεπτες οι γάτες ρε παιδί μου, όπως και πολλά θηλυκά εξάλλου...! Από τότε λοιπόν ορκίστηκα να μην ξαναβάλω στην αγκαλιά μου γάτα.

Και τώρα, αυτό το πλάσμα, που ούτε με ξέρει ούτε το ξέρω, συμπεριφέρεται σαν να ήμασταν από χρόνια γνωστοί. Ούτε ταράζεται που με βλέπει, ούτε φοβάται. Θα έλεγα μάλιστα ότι ίσως με περιμένει για να γνωριστούμε... Περιμένει άραγε να κάνω εγώ το πρώτο βήμα;

Σήμερα το πρωί όμως βγήκα έξω και δεν την είδα. Να σας πω την αλήθεια, αναρωτήθηκα τι απέγινε, σαν να μου έλειψε... Όμως πριν τελειώσω τη σκέψη μου, την βλέπω καμαρωτή καμαρωτή σε ένα διπλανό σκούτερ, να αράζει λάγνα πάνω του λες και το διαφήμιζε σε καμιά έκθεση μοτοσικλέτας! Το θέαμα ήταν πανέμορφο, δεν μπορούσα να μην το αποθανατίσω και για να είμαι ειλικρινής, σαν μηχανόβιος γούσταρα που έβλεπε ένα μωρό καβάλα σε ένα άλλο μωρό. Μάλιστα νομίζω ότι τη στιγμή της φωτογράφισης σαν να μου έκλεισε και το ένα της μάτι.

Βρε, λες να γουστάρει;;! Θαυμάστε καμάρι και χάρη!
















Σήμερα έμαθα κάτι νέο για εκείνη: ότι γουστάρει τις μηχανές. Ίσως λοιπόν, τα πάμε καλά!



Η ζωή θέλει χημεία! Διύλιση for ever!






Μια μέρα εκεί που ο Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη, συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του πει κάτι πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του. Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να του κάνει το τεστ της "τριπλής διύλισης".

- Τριπλή διύλιση; ρώτησε με απορία.

- Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις. Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας. Είσαι λοιπόν εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;

- Ε... όχι ακριβώς, απλά το άκουσα όμως και...
- Μάλιστα άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα. Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο αυτό της καλοσύνης. Αυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;
- Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον....
- Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης, θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια. Ο τύπος έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.
- Παρόλα αυτά, συνέχισε ο Σωκράτης, μπορεί ακόμα να περάσεις το τεστ γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο. Το φίλτρο της χρησιμότητας. Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις για τον μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί χρήσιμο σε κάτι;
- Όχι δεν νομίζω...
- Άρα λοιπόν, αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε καλό ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;


A, ρε Σώκρατες... Πού είσαι να δεις τους απογόνους σου σήμερα; Θα αρκούσε να χαζέψεις ένα 10 λεπτο σε οποιοδήποτε μεσημεριανό κανάλι... Ή αλλιώς: θα αρκούσε ένα 10 λεπτο για να χαζέψεις...



Υ.Γ.: Ευχαριστώ το αδερφάκι μου για το mail αυτό.




Ο βίος μακρύς η τέχνη μακρά...


Αφιερωμένο σε όλους τους νεαρούς Ασκληπιάδες, που παλεύουν να καταλάβουν τους κανόνες του παιχνιδιού, τους κανόνες του άχρονου χρόνου, του αβάσταχτου πόνου, της απώλειας, του κέρδους...

"The saddest song"
Until June




Ο βίος μακρύς, η τέχνη μακρά, μικρά μου...



Καλημέρα σε όλους!




8 Νοεμβρίου και 8 σταθμοί


Ένα υπέροχο 2ήμερο στις κρυφές γωνιές του νησιού της Λέσβου. Προορισμός, τα δυτικά του νησιού. Παρέα, σπουδαία. Εμπειρίες, συναρπαστικές.

1ος σταθμός Βατούσα. Το χωριό μιας γλυκιάς γιαγιάς αιμοκαθαιρόμενης, της κυρά Ολυμπίας, καλή της ώρα εκεί ψηλά που είναι. Περίπατος, στα ανηφορικά πλακόστρωτα, στην κορυφή των οποίων δέσποζε η εκκλησία του χωριού. Γάτες, πολλές γάτες, ατελείωτες γάτες, γάτες παντού, σε κάθε περβάζι, σε κάθε σκαλοπάτι, σε κάθε κεραμίδι, και φυσικά κανένας σκύλος... Στάση στο καφενείο του χωριού για την απαραίτητη δροσιστική πορτοκαλάδα (από πορτοκάλι). Σαν πρόβατο ανάμεσα σε λύκους, μια γυναίκα μόνη διηύθυνε όλο το καφενείο με κάθε λογής άρρενες-θαμώνες εντός. Άραγε τι θέση ένοιωθε η ίδια ότι κατέχει;

2ος σταθμός Χίδυρα. Σοκ, από την απλότητα με την οποία γράφεται ιστορία. Το χωριό αυτό γέννησε έναν από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους, που φυσικά κανείς μας σχεδόν δεν γνωρίζει. Το όνομα αυτού Γεώργιος Ιακωβίδης. Επίσκεψη στο ψηφιακό μουσείο που έχει στηθεί σε αυτό το γκραβαρο-χώρι και συνειδητοποιώ ότι αφενός πολλά δημοφιλή έργα είναι δικά του, αφετέρου έργα που είναι παντελώς άγνωστα στο ευρύ κοινό, είναι αριστουργηματικά καλλιτεχνημένα από το μαγικό του χέρι. Συνειδητοποιώ τη ζωντανή έννοια του ταλέντου. Αυτού που ανθίζει ακόμα και αν έχει τις ρίζες του στον ξερόβραχο, ακόμα και αν παραξενέψει τους ίδιους του τους γονείς για ττην απρόσμενη παιδική του συμπεριφορά να ζωγραφίζει...




"Ο βιοπαλαιστής"




"Προσφυγοπούλα"




"Η αγαπημένη της γιαγιάς"




"Παύλος Μελάς"




"Η νέα πίπα του παππού"




"Τα πρώτα βήματα"





"Παιδική συναυλία"




3ος σταθμός Γαββαθάς. Σκυλιά, πολλά σκυλιά, σκυλιά παντού, και φυσικά καμία γάτα... Ήσυχη γωνιά να αντικρύζει κατάματα το βορρά. Μνήμες να μπλέκουν με νέες προσδοκίες και μαζί να κολυμπούν στα νερά του ωκεανού μας.

4ος σταθμός Λιώτα. Φαγητό σε μια εκπληκτική οικογενειακή ταβέρνα, με τον κύριο Χρήστο να θέλει να πει τόσα πολλά και να μην μπορεί... Αχ, ας όψεται αυτό το μαράζι της καρδιάς. Επίσκεψη στην εκκλησία του χωριού. Στο κέντρο της, μια καταπακτή οδηγούσε σε κατακόμβες προ-βυζαντινής περιόδου. Ανατρίχιασα... Και φυσικά γάτες, πολλές γάτες, αμέτρητες γάτες να ξεπηδούν από παντού... Και πάλι σκύλος ούτε για δείγμα...

5ος σταθμός Άντισσα. Γλυκό και παγωτό στην γραφικότατη πλατεία. Εκείνο το πλατάνι, πόσα να έχει ακούσει άραγε να λέγονται, να υπόσχονται, να εκμυστηρεύονται... Ωραία μουσική και ακόμα καλύτερο το ποτό μας - τι άλλο, Baileys φυσικά! Αλλά να! Ένας σκύλος να κάνει παρέα με μια γάτα;! Πώς γίνεται αυτό; Μήπως γιατί δεν υπάρχει δεύτερος σκύλος και δεύτερη γάτα; Μήπως γιατί κάπως έτσι είναι οι σχέσεις και σε ένα χωριό; Μήπως λέγεται αυτό αναγκαστικές φιλίες; Λέω τώρα εγώ...

6ος σταθμός Σκάλα Ερεσσού και Ερεσσός. Πάνω που πάμε να παρκάρουμε, νά 'σου ο Κώστας, ο γιός ενός αιμοκαθαιρόμενου! Να 'σου και τα φρέσκα αυγά και η καταπληκτική ομελέτα, να 'σου και η μαρμελάδα από ντόπια σύκα, να 'σου και τα κεράσματα... Τι πρωινό ήταν αυτό με φόντο την γεμάτη πιτσιρίκια κεντρική πλατεία; Μονάδα Νεφρού for ever and ever ρε παιδιά... Λίγα χιλιόμετρα έξω από το χωριό, μια καταπληκτική εικόνα που κανείς δεν περιμένει, και λίγοι γνωρίζουν: λίμνη από φράγμα, και η Μονή Πιθαρίου να αγναντεύει το πέταγμα των γλάρων, το ξέπλυμα των βράχων του φαραγγιού από τα νερά της βροχής και το λαμπύρισμα του ουρανού στα νερά της λίμνης...

7ος σταθμός Ταβάρι και Μεσσότοπος. Χωριό, βαρβατίλα, κοψίδια, Καζαντζίδης, μύγιες να θέλουν ντε και καλά να συνγευματίσουμε και το τρανζίστορ να παίζει για κάποιες αγάπες που ποτέ δεν τους δόθηκε ευκαιρία να υπάρξουν.

8ος σταθμός Αγιάσσος. Τσάι με κανέλλα στο καφενεδάκι με φάτσα την Παναγία της Αγιάσσου, και ένα ολόκληλο χωριό να κινείται σε ρυθμούς θρησκευτικής αποχαύνωσης, που διευθύνει ένας παπάς που εγώ βάζω στοίχημα ότι δεν ήταν ένας μέσα σε εκείνο το ράσο, αλλά τουλάχιστον τέσσερις! ΌΛΟΙ οι άλλοι έβλεπαν μόνο έναν άνθρωπο. Λες εκείνο τα τσάι να είχε τίποτα περίεργο από αυτά που "πίνουν" οι Αγιασσώτες και αντί για έναν να έβλεπα τέσσερις; Μα καλά, πόσο μεγάλη μπορεί να είναι μια κοιλιά πια; Και εκείνη ακριβώς την ώρα που αναλογιζόμουν ταύτα τσουπ! περνά ένας ακόμα αιμοκαθαιρόμενος και μου χαμογελά... Αχ, ας όψεται η ανθρώπινη αδυναμία που γεννά ανάγκες! Αυτό είναι το κοινό γνώρισμα των ανθρώπων, που ο καθείς με τον τρόπο του προσπαθεί να τις ικανοποιήσει. Άλλος με ένα κερί, άλλος με μια λαμπάδα, άλλος με μαστούρα, άλλος με αλκοόλ, άλλος με χαμόγελα και άλλος τέλος με τσάι με κανέλλα...

Επιστροφή. Νοιώθω τόσο γεμάτος. Πλήρωση. Η φύση, οι άνθρωποι, τα δημιουργήματα των ανθρώπων, κάποιες φορές είναι τόσο μαγικά, τόσο μεθυστικά, τόσο δυναμωτικά...

Το αποκορύφωμα όμως δεν σας το είπα. Φτάνοντας σπίτι, λαμβάνω από μια κάβα, δυο ποτά (το ένα ήταν Baileys!), ως δώρο για τη σημερινή μου εορτή. Και η ευχή; Ιδού:

-Αν θες να ελαφρύνεις τη σκέψη, πίνεις ένα
-Αν θες να νοιώσεις πιο χαλαρά, πίνεις δύο
-Και αν θες να γίνεις χάλια, το πίνεις όλο
(Συνταγή δοκιμασμένη, διαλέγεις και παίρνεις)


Υ.Γ.: Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί από όλη την Ελλάδα, μόνο στη Λέσβο και στο χωριό μου, οι Στράτηδες γιορτάζουν σήμερα... Δεν μπορεί, θα υπάρχει κάποια μυστική σύνδεση μεταξύ των δύο σημείων του χάρτη...




Γεώργιος Ιακωβίδης





Καταψήφιση της ψηφοφορίας!


Και σας ρωτώ: γιατί να πάει κάποιος να ψηφίσει σήμερα; Όταν αυτό το είδος της έκφρασης, δηλαδή η εκλογή αντιπροσώπων, έχει πλέον ατονίσει και χάσει την ουσιαστική της δύναμη, γιατί να συνεχίζουμε να το διατηρούμε; Αφού είναι οφθαλμοφανές ότι δεν πιάνει πια.

Είναι καιρός να βρούμε άλλους τρόπους από τους οποίους ίσως επέλθει αλλαγή στο κοινωνικοπολιτικό μας σύστημα. Μέσω καλύτερης παιδείας, μέσω πιο ειλικρινούς αναζήτησης της αλήθειας και της γνώσης, μέσω της προσωπικής και έντιμης θυσίας (θα μου πείτε βέβαια τι σημαίνει τιμή, και εγώ θα σας πω τότε ας επαναπροσδιορίσουμε την έννοια τιμή, άρα ας κάνουμε ένα πανελλήνιο συνέδριο τιμής για αρχή!), μέσω αφιέρωσης περισσότερου χρόνου στα παιδιά μας, μέσω αφιέρωσης λιγότερων ωρών στην τηλεόραση, μέσω αφιέρωσης περισσότερων ωρών στη φύση, μέσω περισσότερης παρέας, μέσω περισσότερης δουλειάς και περισσότερης διαμαρτυρίας.

Ας συμμετέχουμε περισσότερο στα κάθε είδους καθημερινά ψηφίσματα τις 364 ημέρες του χρόνου και ας γράψουμε στα παπάρια μας αυτήν την μία Κυριακή που -νομικά- καθορίζουμε το μέλλον μας. Δεν καθορίζεται σε μια μέρα το μέλλον μας κύριοι, αλλά όλον τον υπόλοιπο χρόνο. Όποιος θεωρεί το αντίθετο, κοιμάται ύπνον βαθύ.

Και πάλι ίσως αυτό που λέω να μην πιάσει, αλλά ας το δοκιμάσουμε πρώτα. Όποιος διαφωνεί, ας δηλώσει το αντεπιχείρημά του.



Πώς κουμπώνουν όλα;!


Κοιτάξτε να δείτε τώρα σε τι μονοπάτια ταξίδεψε η σκέψη μου πρόσφατα:

"In all these theories, the healthy working of the body is thought to depend on the harmonious balance between two or more elements or forces within the body. To a lesser or greater extent, this balance is depended in external forces, such as diet, environment or supernatural agents, as well as on internal influences such as inherited weakness or state of mind. The most widespread of these theories is the humoral theory, wich has its roots in ancient China and India, but which was elaborated into a system of medicine by Hippocrates [...]. In the Hippocratic theory, the body contained four liquids or humours: blood, phlegm, yellow bile and blach bile. Health resulted from these four humours being in optimal proportion to one another [...]. Hippocratic medicine was restored and further elaborated by Galen, a Greek physician living in Rome. In the centuries that followed, Galen's work gradually diffused throughout the Roman world and into the Islamic world. In the ninth century, under the Abbasid Dynasty of Baghdad, large portions o his work were translated into Arabic. During the Moorish occupation of the Iberian Peninsula, much of this humoral medicine was was taken over by Spanish and Portuguese physicians and later carried by theri descendants to South and Central America and to the Philippines [...]. Today, humoral medicine remains the basis of lay beliefs about health and illness in much of Latin America, is prominent in the Islamic world and is a component of the Ayurvedic medical thadition in India.[...]. Like Ayurveda, tradition Chinese medicene also saw health as a harmonious balance, in this case between two contrasting cosmic principles: yin, discribed as dark, moist, watery and female, and yang, which is hot, dry, fiery and male. [...]. Illness was believed to result from an imbalance, usually an excess of one principle within an organ, which might then have to be removed by acupuncture or moxibustion".

("Culture, Health and Illness", του Cecil G. Helman, χωρίς άδεια αναδημοσίευσης)


Μίλησα στο προηγούμενο post για την διπολικότητα με την οποία -βολεύει να- λειτουργεί σε πολλά θέματα και όχι σε όλα, το ανθρώπινο μυαλό. Το yin και το yang εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγοριοποίηση +[κάτι], -[κάτι]. Σε ένα άλλο, πιο παλαιό post (αυτό της 21ης Οκτώβρη 2010) μίλησα και για το πώς νοιώθω απέναντι σε κάποιον που ασπάζεται την ανατολίτικη -που
μάλλον πρόκειται για αρχαιοελληνική από το σύντομο οδοιπορικό που σας παρέθεσα πριν...- ιατρική με τους κάθε λογής βελονισμούς.

Τι να πώ, τελικά είμαστε όλοι υπερ-συνδεδεμένοι με κάποιον τρόπο! Μόνο που από την πολύ συνδεσμολογία ενδέχεται να γίνει κανένα τσαφ μέσα στο μυαλό μας καμιά μέρα και μετά θα τρέχουμε και δεν θα φτάνουμε (ένας ακόμα μαραθώνιος...). Μετά θα υπάρχει απόλυτη ένδειξη για ζουρλομανδύα...


Υ.Γ.: Το δεύτερο ημίχρονο του αγώνα ξεκίνηση δυνατά, με πολλές φάσεις και σκληρές μονομαχίες στο χώρο του κέντρου. Το σκορ παραμένει 2-2 μεταξύ Ιατρικής-Κοινωνικής Ανθρωπολογίας.




Ανδρογύναια και Γυναικάνδρες!


Σημερινό μάθημα στην Κοινωνιογλωσσολογία (το οποίο έγινε σε μια πανέμορφη καφετέρια σε ένα ωραίο πάρκο στο κέντρο της πόλης, έτσι γιατί τα περιφερειακά πανεπιστήμια σε κάποια θέματα έχουν ποιότητα ρε παιδί μου, πώς να το κάνουμε!):

Γλώσσα και φύλο.

Η συζήτηση εκκινώντας από τη γλωσσική διαφοροποίηση των δυο φύλων, πέρασε στη γενικότερη διαφοροποίηση των δυο φύλων. Πόσο ωραία διαφαίνεται μερικές φορές η απλότητα με την οποία λειτουργεί το κατά τα άλλα πολύπλοκο μυαλουδάκι μας; Πόσο πιο απλή μπορεί να είναι η αλήθεια (ή η αντίληψη της αλήθειας πιο σωστά, για να μην αναιρούμε τα προηγούμενα λεγόμενά μας);

Η σημερινή συζήτηση μου έδωσε την ευκαιρία να σταθώ σε δυο βασικές -θεωρώ- ιδιότητες του ανθρώπινου μυαλού:

1. της διπολικότητας αντίληψης, ήτοι: άσπρο-μαύρο, συν-πλην, ωραίο-μη ωραίο, άρρεν-μη άρρεν. Για να το πω και αλλιώς, το μυαλό γουστάρει -το διευκολύνει πιο σωστά- να σκέφτεται με όρους +[κάτι] και -[κάτι]. Γιατί το διευκολύνει; Μα γιατί είναι πιο ανέξοδο ενεργειακά, ή όπως μου αρέσει να λέω, λειτουργεί με βάση την αρχή ελάχιστης κατανάλωσης ενέργειας.
2. της ικανότητας μεταφοράς και μερικές φορές υπερ-μεταφοράς εικόνων και καταστάσεων, σε άλλες μεταγενέστερες καταστάσεις. Για να το πω και αλλιώς, η πρότερη εμπειρία χρησιμοποιείται για να προ-ετοιμάζεται το μυαλό για μελλοντικές καταστάσεις. Γιατί το κάνει αυτό; Μα για τον ίδιο λόγο που κάνει και το προηγούμενο: για να υπακούσει στην αρχή της ελάχιστης κατανάλωσης της ενέργειας.

Έτσι, είναι πολύ εύκολο για τον άνθρωπο (παρατηρήστε ότι χρησιμοποιώ αρσενικού γένους λέξη, για να αναφερθώ σε αρσενικού και θηλυκού γένους άτομα, όχι γιατί γουστάρω, αλλά γιατί δεν υπάρχει άλλη... ορίστε ένα μικρό παράδειγμα επίδρασης της έμφυλης διάταξης της κοινωνίας μας στη γλώσσα), να κατηγοριοποιήσει καταστάσεις και συμπεριφορές σε κουτάκια και έτσι να πορευτεί.

Προχωρώντας το συλλογισμό μας προς τα πίσω στο χρόνο και στις καταστάσεις των ανθρώπινων κοινωνιών, καταλήγουμε στο μείζον θέμα διαφοροποίησης των ανθρώπων: το φύλο, με βάση βιολογικά κριτήρια. Και γιατί το κάνουμε αυτό; Μα για να περιγράψουμε το μείζον γεγονός που λαμβάνει χώρα σε ολόκληρο το φαινόμενο της ζωής και δεν είναι άλλο από αυτό της αναπαραγωγής. Η αναπαραγωγή, λοιπόν απαιτεί δύο παράγοντες: έναν που τον λέμε -κατά σύμβαση- "αρσενικό" και έναν άλλον που -επίσης κατά σύμβαση- τον λέμε "θηλυκό". Τι συμβαίνει ανάμεσά τους; Η απάντηση είναι απλή: σεξ! Ή αλλιώς μια ενέργεια (φυσικά και βιολογικά επιτασσόμενη) με σαφή διεύθυνση και φορά: ο "αρσενικός" ενεργεί επί του "θηλυκού", τόσο απλά όπως ένα διάνυσμα σχεδιάζεται με συγκεκριμένη διεύθυνση και φορά πάνω σε ένα χαρτί.

Συνειδητοποιούμε ότι υπάρχει κατευθυνόμενη κίνηση και κατάσταση. Άρα, αν ο "αρσενικός" κάνει την αρχή για να φτάσει και να καταλήξει στο "θηλυκό", ακολουθώντας πιστά το βιολογικό διάνυσμα που είπαμε, τότε είναι πολύ εύκολο να θεωρήσει το μυαλό ότι όλη αυτή η αρχή δημιουργεί μια ιερ-αρχία. Το γεγονός και μόνο ότι αυτή η σεξουαλική σχέση είναι άνιση, μηχανιστικά θεωρώντας την αλληλεπίδρασή τους, είναι ικανή να μπερδέψει το μυαλουδάκι μας και με βάση τη δεύτερη ιδιότητα που αναφέραμε πιο πάνω, να μεταφέρει αυτή τη σχέση σε οποιοδήποτε επίπεδο σχέσης δημιουργείται ανάμεσα στον "αρσενικό" και τον "θηλυκό". Από το επαγγελματικό, το γλωσσολογικό, το συμπεριφοριολογικό και τελικά το ευρύτερα κοινωνικό.

Και επειδή αυτός που κάνει την αρχή, έχει τον πρώτο λόγο, ο "αρσενικός" πολύ εύκολα θεωρεί τον κόσμο από θέση ισχύος και φτιάχνει τη δική του κοσμοθεωρία: τα βλέπει όλα ως άρρεν-μη άρρεν! Απλό όσο δεν πάει ε; Το "αρσενικό" από την αρχική λοιπόν κατάσταση (τη βιολογική), πέρασε σε ιεραρχική διάθεση (άσκηση εξουσίας) και έτσι τελικά δημιούργησε την έμφυλη συμπεριφορά (την κοινωνική), έχοντας το "θηλυκό" σε υπο-δεέστερη κατάσταση. Τυχαίο; Δε νομίζω. Εδώ η φύση μοιάζει να μην τα καταφέρνει και πολύ καλά, αφού δεν δίνει τη δυνατότητα στο νευρικό μας σύστημα να ξεχωρίσει τη διαφορά βιολογικής διαφοροποίησης και κοινωνικής διαφοροποίησης, τα όρια σεξ και συμβίωσης, τα όρια του "αρσενικού" και "θηλυκού". Έτσι τα βάζει στο ίδιο τσουβάλι αντίληψης, προς χάρην διευκόλυνσης (πάλι επιβεβαιώνεται η αρχή της ελάχιστης κατανάλωσης ενέργειας), χωρίς φυσικά να είναι η πρώτη -και προφανώς ούτε η τελευταία- φορά. Παραδείγματα ατέλειας του νευρικού μας συστήματος; Να, μερικά:

- δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτά αντικείμενα μικρότερης έκτασης από μια ελάχιστη, π.χ. κόκκους σκόνης, όσο κοντά και αν τα πλησιάσουμε
-
δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτά αντικείμενα που έχουν απόσταση μικρότερη από μια ελάχιστη, οπότε γίνονται αντιληπτά ως ένα
- ακτινοβολίες εκτός του μικρού εύρους του ορατού φάσματος δεν γίνονται αντιληπτές
- δυο καρφίτσες που μας τσιμπούν στην πλάτη αν έρθουν πολυ κοντά μεταξύ τους, στο τέλος θα τις αντιληφθούμε ως μία

Την επόμενη φορά λοιπόν, που θα μιλήσουμε για άντρες και γυναίκες, ας είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί.

Αυτά! Σταματάω όμως κάπου εδώ, γιατί έχω και άλλο μάθημα και δεν θέλω να το χάσω: Έθνη και Εθνικισμοί στον χώρο των Βαλκανίων τον 19ο αι.! Καλό βράδυ σε όλους, άνδρες ή κατ'ευφημισμόν άνδρες, αντράκια, άντρακλες, γυναίκες, γυναικούλες, γυναικάκια...



Θα μείνω εδώ;


Γυρίζω από το καθιερωμένο δευτεριάτικο σεμινάριο του Κέντρου Πρόληψης και Συμβουλευτικής κατά των εξαρτήσεων Νομού Λέσβου "ΠΝΟΗ", όπου το σημερινό θέμα ήταν: φθορά στις σχέσεις, αναπόφευκτο ή μη;

Χαχα... τι να πούμε γι' αυτό το θέμα; Ακούστηκαν πολλές απόψεις, θύελλα απόψεων θα έλεγα πιο σωστά... Θύελλα σκέψεων κυριάρχησε και στο μυαλό μου!

Και 'γω τι είπα όταν ρωτήθηκα πώς ορίζω τη φθορά; Ως τη συνειδητοποίηση της διαφορετικότητας του άλλου... Ως τη φθορά στο οικοδόμημα-εικόνα που έχουμε χτίσει μέσα μας για τον άλλον. Πόσες παραμέτρους έχει αυτό το θέμα; Πόση ισχύ, πόση ενέργεια, πόσες μάχες και πόσες αντοχές χρειάζονται για να αντιμετωπιστεί αυτή η φθορά; Πώς διαχειριζόμαστε τη φθορά, αλλά και πώς διαχειριζόμαστε τη διαφορετικότητα;

Έως πότε διαχειριζόμαστε τη διαφορετικότητα;

Πότε παύουμε να είμαστε με κάποιον και αναζητάμε τον επόμενο ή την επόμενη;

Τι θυσιάζεις -αν θυσιάζεις- για να αναφωνήσεις: κι έμεινα εδώ;!

Να μερικές πρόχειρες απαντήσεις...



"Κι έμεινα εδώ"
Στίχοι, Μουσική:
Αλκιβιάδης Κωνσταντόπουλος
Ερμηνεία: Μπάμπης Στόκας








"Κι έμεινα εδώ"
Στίχοι, Μουσική, Ερμηνεία:
Στέλιος Ρόκκος







Αλήτη Ερωτόκριτε, με μπέρδεψες...

Μπερδεμένο μου μυαλό, με σκοτείνιασες...
Σκοτάδι μου, έπνιξες τις πιο ζωογόνες αχτίδες...

Και χωρίς εσάς, ω φωτοδότες αχτίδες μου,
πώς θα μπορέσω να δω τις σχέσεις μου;


by astromonos