Περιγράφω δυο περιστατικά:
Πρώτο:
Στο σαλόνι προ του γραφείου ενός Διοικητή ενός Δημόσιου Νοσοκομείου, περιμένουν τρεις ειδικοί ιατροί, (δυο διευθυντές κλινικών και ένα επικουρικός ιατρός) για να ζητήσουν την παρέμβαση του Διοικητή για σοβαρά θέματα λειτουργίας των αντίστοιχων κλινικών. Και ξαφνικά μπαίνει μέσα ένας μεσήλικας γκριζομάλλης γύρω στα 40-45, στην πένα. Βιαστικός όμως και μετά από μια ξερή καλημέρα σε γραμματείς και φαρισσαίους, ε….. γραμματείς και ιατρούς ήθελα να πω, κατευθύνεται προς το γραφείο του. Η μια ιατρός, με τίτλο μάλιστα Δ/ντριας Ιατρικής Υπηρεσίας, λέει πολύ ευγενικά στον κύριο Διοικητή, «πρέπει να μας δείτε οπωσδήποτε για 1 λεπτό» και εκείνος χωρίς να γυρίσει το κεφάλι του προς την ιατρό, φωνάζει ξεμακραίνοντας «ούτε μισό λεπτό, δυστυχώς…». Οι ιατροί μένουν και κοιτιώνται μεταξύ τους και ο τζόβενος Διοικητής εκπέμπει παντού στην ατμόσφαιρά: «σας έχω γραμμένους όλους σας, γιατρουδάκια… με έχετε ζαλίσει με τα μικροπροβληματάκια σας, όταν εγώ ασχολούμε με πραγματικές μπίζνες…». Ο κύριος αυτός, ακούει στο όνομα Διοικητής Νοσοκομείου ή Μάνατζερ Νοσοκομείου ή Γνώστης Οικονομικών της Υγείας και της Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας… Όλα αυτά μαζί και επί της ουσίας τίποτα από αυτά (όπως συνήθως γίνεται στις μέρες μας). Θα σταθώ (ως Κοινωνικός Ανθρωπολόγος) σε ένα μόνο σημείο, διότι, ως Ιατρός (και μάλιστα ως ο τρίτος ιατρός, ο Επικουρικός), είχα σταθεί μπροστά στη σκηνή αυτή: ένας τύπος «γαμάω και δέρνω», αντικρύζει υποτιμητικά Διευθυντές Ιατρούς και συμπεριφέρεται σε αυτούς σαν να είναι «οι φτωχοί συγγενείς»… Αναρωτιέμαι πόσες μέρες έχει ξενυχτήσει στη ζωή του αυτός ο κύριος, όχι για να ασχοληθεί με το «γαμάω και δέρνω», αλλά για να ασχοληθεί με όλους αυτούς που ίσως έχουν πονέσει στη ζωή τους μετά το «γαμάω και δέρνω» που τους πρόσφεραν κάποιοι άλλοι…
Δεύτερο:
Μεταπτυχιακός φοιτητής, 15:10 μμ, μόλις έχει τελειώσει από τη δουλειά του, έχει διασχίσει σφαίρα σχεδόν όλη την Κηφισσίας και έχει μόλις καθίσει σε ένα από τα τελευταία έδρανα της σχολής, αφού πρώτα τσάκισε στο διάδρομο πριν μπει στην αίθουσα, στα πεταχτά, μια μπάρα δημητριακών πεπεισμένος ότι και τα δημητριακά αλλά και η ενέργεια που υπόσχονται, είναι αληθινά και όχι πλαστά ή πλαστικά... Ανοίγει στο έδρανο το laptop του για να ελέγξει τα μέιλ του και να κατεβάσει αρχεία σχετικά με άλλα μαθήματα της σχολής και φυσικά έχει και το κινητό πάνω στο έδρανο καθώς του έρχονται βροχή τα μηνύματα στο κινητό και στο viber, διότι η ζωή τρέχει… Μπαίνει η καθηγήτρια, (μάθημα: «Οικονομικά της Υγείας»), και φυσικά συνεχίζει να γίνεται οχλαγωγή, κλασσικά εικονογραφημένα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Εκείνη, περπατά σιγά σιγά άσκοπα προς το τέλος της αίθουσας. Έτσι, ξαφνικά, απευθύνεται στον συγκεκριμένο φοιτητή ο οποίος είναι απορροφημένος στα μείλ του:
- Κλείστε παρακαλώ τον υπολογιστή σας και βάλτε τον στην τσάντα σας. Μαζί και το κινητό σας.
Ο φοιτητής της απαντά απορημένος:
- Αλήθεια να κλείσω τον υπολογιστή; Το εργαλείο που μας συνδέει με τη γνώση σήμερα;
- Ναι, να το κλείσετε και μάλιστα αμέσως σας παρακαλώ!
- Πραγματικά το εννοείται, να κλείσω το βασικό εργαλείο της γνώσης, σήμερα που απαιτείται σε κάθε πανεπιστημιακή σχολή; Ξαναρωτά ο φοιτητής.
- Ναι, σας παρακαλώ και χωρίς άλλη κουβέντα, βάλτε τον υπολογιστή και το κινητό σας μέσα, και αυτό ισχύει και για όλους τους υπόλοιπους, (και απευθύνεται τότε προς όλη την τάξη), βάλτε όλοι τα κινητά σας μέσα στην τσάντα σας για να ξεκινήσουμε!!
- Συγνώμη, λέει ο φοιτητής, αλλά πραγματικά θα ήθελα να μας εξηγήσετε το λόγο που επιμένετε τόσο, θα είχε ενδιαφέρον (ανθρωπολογικό, εννοούσε ο φοιτητής) να σας ακούσουμε…
Τα επιχειρήματα της συγκεκριμένης καθηγήτριας ήταν τόσο αστεία… κάτι ψέλλισε ότι αναγκάζεται να συμβιβαστεί σε έναν παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας, κάτι ψέλλισε επίσης για διάσπαση προσοχής όταν έχουμε ανοιχτά τα κινητά, κάτι ακόμα είπε, ότι από το 1983 που έχει γυρίσει στην Ελλάδα από την Αμερική όπου είχε πάει για σπουδές Οικονομικών της Υγείας, δεν έχουν αλλάξει τα δεδομένα στην εκπαίδευση και τέλος, κάτι ανέφερε για την ανάρμοστη συμπεριφορά του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού σε ένα νοσοκομείο των Αθηνών όταν νοσηλευόταν ο σύζυγός της με καρκίνο του πνεύμονα… Αφού, ο συγκεκριμένος φοιτητής ξαναπήρε το λόγο και προσπάθησε να της πει ότι παραλογίζεται, αυτή άρχισε να φουντώνει και να μπερδεύει και άλλο μνήμες, λέξεις και (αφ)ορισμούς… Ο φοιτητής, δεν έδωσε συνέχεια στη συζήτηση. Δεν είχε νόημα εξάλλου. Αφού ξεκίνησε το μάθημα λοιπόν, μια φοιτήτρια ζήτησε το λόγο να σχολιάσει κάτι που είπε η καθηγήτρια και άρχισε να αναφέρει: «και εμένα όταν η μητέρα μου πέθαινε και νοσηλευόταν σε νοσοκομείο…» και εκεί ακριβώς τη διέκοψε η καθηγήτρια που λίγα λεπτά πριν είχε πει σε όλους τους φοιτητές (οι οποίοι άλλη όρεξη δεν είχαν για να ακούσουν) για τον δικό της σύζυγο και τη δικής της περιπέτεια στα ελληνικά νοσοκομεία… και της είπε απότομα και κοφτά: «όχι, τώρα, σας παρακαλώ, εντάξει;». Χωρίς να καταλάβει κανείς τι έγινε, η καθηγήτρια συνέχισε το μάθημά της, γειώνοντας κυριολεκτικά την μεταπτυχιακή φοιτήτηρια, (μητέρα ούσα και αυτή), η οποία τόλμησε να μιλήσει και να εκτεθεί στο κοινό για μια ευαίσθητη πλευρά του ψυχικού της κόσμου και μια εμπειρία που αφορούσε το θάνατο της δικής της μητέρας…
Ο πρώτος φοιτητής, μην αντέχοντας άλλο παραλογισμό, σηκώθηκε αθόρυβα, πήρε τα πράγματά του, βεβαιώθηκε ότι ο υπολογιστής του και το κινητό του είναι (απ)ασφαλισμένα βαθιά μέσα στην τσάντα του και σηκώθηκε και έφυγε από την αίθουσα… Όχι, ως ένδειξη διαμαρτυρίας ή ως ένδειξη κριτικής στάσης. Πλέον αυτά τα είχε ξεπεράσει προ πολλού. Αλλά ως άρνηση να χάνει και άλλο από το χρόνο του.... Πλέον, έχει πειστεί ότι είναι τόσα πολλά αυτά που τον περιμένουν εκεί έξω και δεν μπορεί να χάνει το χρόνο του για ανίατες περιπτώσεις…
Αυτά τα δυο παραδείγματα, θα μπορούσε να μείνουν στα αδήλωτα, αν δεν τύχαινε το ίδιο βράδυ να διαβάσει ο συγκεκριμένος μεταπτυχιακός φοιτητής το παρακάτω απόσπασμα…
«Ένα άλλο παράδειγμα της διαφοράς ανάμεσα στους δυο αυτούς τρόπους ζωής, την αυθεντική ύπαρξη δηλαδή ή την κατοχή και κτήση, είναι η άσκηση εξουσίας. Το κρίσιμο σημείο έγκειται στη διαφορά ανάμεσα στο να έχει κάποιος εξουσία και στο να είναι εξουσία. […] Το αν θα κατανοήσουμε την εξουσία και στους δυο αυτούς τρόπους ζωής εξαρτάται επιπλέον από το κατά πόσο θα αναγνωρίσουμε ότι η «εξουσία» είναι ένας πολύ ευρύς όρος με δυο εντελώς διαφορετικές σημασίες: μπορεί να είναι είτε «λογική» είτε «παράλογη» εξουσία. Η λογική εξουσία βασίζεται στην αρμοδιότητα και βοηθά τον άνθρωπο που στηρίζεται επάνω της να αναπτυχθεί. Η παράλογη εξουσία βασίζεται στη δύναμη και ο ρόλος της είναι η εκμετάλλευση του ατόμου το οποίο υπάγεται σε αυτήν.
Στις πιο πρωτόγονες κοινωνίες, λόγου χάριν στους κυνηγούς και στους τροφοσυλλέκτες, η εξουσία ασκούνταν από τον άνθρωπο ο οποίος αναγνωριζόταν κατά γενική αποδοχή ως ικανός για αυτή την αρμοδιότητα. Οι ιδιότητες που επιβεβαίωναν τη συγκεκριμένη ικανότητα εξαρτιόνταν σε κάθε περίπτωση από τις εκάστοτε ειδικές συνθήκες, αν και γενικά θα λέγαμε ότι συμπεριλάμβαναν σίγουρα την πείρα, τη σοφία, τη γενναιοδωρία, την επιδεξιότητα, το παράστημα, το θάρρος. Όταν οι ιδιότητες επάνω στις οποίες έχει βασιστεί η εξουσία εξαφανίζονται ή εξασθενούν, τότε και η ίδια η εξουσία παίρνει τέλος.
Το να είναι κάποιος εξουσία δεν βασίζεται αποκλειστικά στην ικανότητά του να εκπληρώνει κάποιεις συγκεκριμένες κοινωνικές λειτουργίες, αλλά βασίζεται εξίσου στην ίδια την ουσία μιας προσωπικότητας η οποία έχει κατακτήσει έναν υψηλό βαθμό ανάπτυξης και ολοκλήρωσης. Τέτοιου είδους άτομα ακτινοβολούν εξουσία και δεν χρειάζεται να δώσουν διαταγές, να απειλήσουν ή να δωροδοκήσουν. Είναι άτομα εξαιρετικά ανεπτυγμένα, τα οποία καταδεικνύουν με την ίδια τους την ύπαρξη –και όχι κατά κύριο λόγο με αυτά που λένε ή που κάνουν- τι μπορούν να γίνουν τα ανθρώπινα όντα. Οι Μεγάλοι Δάσκαλοι Ζωής ήταν εξουσία κατά τον τρόπο αυτόν και, σε έναν χαμηλότερο βαθμό τελειότητας, τέτοια άτομα μπορούν να βρεθούν σε όλα τα μορφωτικά επίπεδα και μέσα στους πιο διαφορετικούς πολιτισμούς. (Το εκπαιδευτικό πρόβλημα περιστρέφεται γύρω από αυτόν τον άξονα. Αν οι γονείς ήταν και οι ίδιοι πιο ανεπτυγμένοι και περιορίζονταν στο δικό τους επίκεντρο, τότε η αντίθεση ανάμεσα σε μια αυταρχική και σε μια αντιαυταρχική εκπαίδευση μόλις και μετά βίας θα μπορούσε να υπάρχει. Έχοντας ανάγκη μια τέτοια εξουσία, που δεν την έχει κάποιος αλλά είναι, το παιδί ανταποκρίνεται απέναντί της με μεγάλη προθυμία. Από την άλλη, το παιδί αντιδρά εναντίον της πίεσης ή της παραμέλησης ή και του υπερβολικού βομβαρδισμού από γνώσεις, όταν μάλιστα προέρχεται από ανθρώπους, οι οποίοι με τη συμπεριφορά τους δείχνουν ότι αυτοί οι ίδιοι δεν έχουν κάνει την προσπάθεια την οποία περιμένουν από το παδί.)
Με τη διαμόρφωση των κοινωνιών, οι οποίες βασίζονται σε μια ιεραρχημένη τάξη και είναι πολύ πιο μεγάλες και πολύ πιο περίπλοκες από εκείνες των κυνηγών και των τροφοσυλλεκτών, η εξουσία που στηριζόταν στην ικανότητα και στην αρμοδιότητα αντικαθίσταται από την εξουσία που στηρίζεται στην κοινωνική θέση. Αυτό από μόνο του δεν σημαίνει πως η υπάρχουσα εξουσία είναι απαραίτητα ανίκανη ή αναρμόδια. Σημαίνει όμως ότι πλέον η ικανότητα δεν αποτελεί ένα από τα ουσιαστικά στοιχεία της εξουσίας. Είτε έχουμε να κάνουμε με τη μοναρχία – όπου η εναλλαγή των γονιδίων κρίνει τις ικανότητες- είτε για έναν αδίστακτο εγκληματία που πετυχαίνει να ανεβεί στην εξουσία μέσω δολοφονιών ή απάτης, ή ακόμη, όπως είναι και πιο συχνό στη σύγχρονη δημοκρατία μας, για ηγέτες που εκλέγονται με κριτήριο τη φωτογένειά τους ή την ποσότητα των χρημάτων τα οποία σπαταλούν για την εκλογή τους, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις μπορεί ακόμη και να μην υπάρχει καμία πολύτως σχέση ανάμεσα στην ικανότητα και στην εξουσία.
Υπάρχουν όμως σοβαρά προβλήματα ακόμη και στις περιπτώσεις όπου η εξουσία εγκαθιδρύεται στη βάση μιας κάποιας ικανότητας: ένας ηγέτης μπορεί να είναι ικανός σε ένα πεδίο, αλλά ανίκανος σε κάποιο άλλο, λόγου χάριν, να είναι ικανός για να σχεδιάσε έναν πόλεμο, αλλά ανίκανος για τον καιρό της ειρήνης, ή ακόμη, ένας ηγέτης, ο οποίος είναι έντιμος και θαρραλέος στο ξεκίνημα της σταδιοδρομίας του, αλλά χάνει αυτές του τις ιδιίτητες μεθυσμένος από τη δύναμη που έχει αποκτήσει. Είναι ακόμη η παρχωημένη ηλικία ή τα προβλήματα υγείας που μπορούν να οδηγήσουν σε παρακμή. Τελικά, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μα ςότι είναι πολύ πιο εύκολο για τα μέλη μιας μικρής φυλής να κρίνουν τη συμπεριφορά ενός ηγέτη, απ’ ό,τι είναι για τα εκατομμύρια των ανθρώπων στο δικό μας κοινωνικό σύστημα, που δεν γνωρίζουν τον υποψήφιο παρά μόνο μέσα από την τεχνητή εικόνα του, την πλασμένη από τους ειδικούς των δημοσίων σχέσεων.
Όποιες και αν είναι οι αιτίες της απώλειας των προϋποθέσεων για τη διαμόρφωση ικανοτήτων εξουσίας, είναι γεγονός πως στις μεγαλύτερες και περισσότερο ιεραρχικά οργανωμένες κοινωνίες, εμφανίζεται η διαδικασία αλλοτρίωσης της εξουσίας. Η πραγματική ή η υποτιθέμενη αρχική ικανότητα προβάλλεται τώρα στη στολή ή στον τίτλο της εξουσιαστικής αρχής. Και αν η εξουσιαστική αρχή φορά την κατάλληλη στολή ή έχει τον κατάλληλο τίτλο, τότε αυτό το εξωτερικό σημάδι ικανότητας υποκαθιστά την αυθεντική ικανότητα και τις ιδιότητες που σχετίζονται μαζί της. Ο βασιλιάς […] μπορεί να είναι ανόητος, διεστραμμένος, κακός, με άλλα λόγια παντελώς ανίκανος να είναι εξουσία, κι όμως έχει εξουσία. Για όσο φέρει τον τίτλο, υποτίθεται γενικά πως έχει τις ανάλογες ικανότητες. Ακόμη και όταν ο αυτοκράτορας είναι γυμνός, όλοι πιστεύουν ότι φορά όμορφα ρούχα.
Το γεγονός πως οι άνθρωποι εκλαμβάνουν τις στολές και τους τίτλους ως πραγματικές αποδείξεις της ικανότητας για εξουσία, δεν είναι κάτι που απλώς συμβαίνει από μόνο του. Εκείνοι οι οποίοι κατέχουν αυτά τα σύμβολα εξουσίας, όπως και εκείνοι που επωφελούνται από αυτά, πρέπει να φροντίσουν να αμβλύνουν τη λογική, δηλαδή την κριτική σκέψη όσων υπόκεινται στην εξουσία τους ώστε να τους κάνουν να πιστέψουν αυτή την πλαστή πραγματικότητα. Και όλοι μας, αν το καλοσκεφτούμε, γνωρίζουμε τους μηχανισμούς της προπαγάνδας, τις μεθόδους με τις οποίες καταστρέφεται η κριτική σκέψη και πώς ο ανθρώπινος νους αποχαυνώνεται με στερεότυπα, πώς ακόμη οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν από τον λόγο επειδή έγιναν εξαρτημένοι από άλλους και απώλεσαν την ικανότητα να εμπιστεύονται τα μάτια τους και την κρίση του. Η πλαστή πραγματικότητα, στην οποία πιστεύουν, πλέον τους τυφλώνει απέναντι στην αληθινή πραγματικότητα.
[…] Η κατανόησή μας επάνω στην ποιότητα της γνώσης μπορεί να γίνει βαθύτερη μέσα από την επαφή με στοχαστές, όπως ο Βούδας, οι Εβραίοι προφήτες, ο Ιησούς, ο Μάιστερ Έκχαρτ, ο Σίγκμουντ Φρόιντι και ο Καρλ Μαρξ. Σύμφωνα με τη δική τους κοσμοθεωρία, η γνώση αρχίζει με τη συνειδητοποίηση του πόσο απατηλές είναι οι κοινές μας αντιλήψεις, υπό την έννοια ότι η δική μας εικόνα για τη φυσική πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στο «όντως πραγματικό». Από αυτήν κυρίως την άποψη, ο περισσότεροι άνρθωποι είναι κατά το ήμισυ ξύπνιοι και κατά το ήμισυ ζουν μέσα σε ένα όνειρο, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι τα περισσότερα από όσα θεωρούν αληθινά και αυτονόητα δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση, η οποία οφείλεται στην επιρροή της κοινωνίας μέσα στην οποία ζουν. Η γνώση επομένως ξεκινά με την κατεδάφιση της ψευδαίσθησης, με την απαλλαγή από αυτήν. Γνώση σημαίνει να διαπερνάς την επιφάνεια για να φτάνεις στις ρίζες και να συλλαμβάνεις τις αιτίες. Γνώση σημαίνει να βλέπεις τη γυμνή πραγματικότητα. Γνώση δεν σημαίνει πως κατέχεις την αλήθεια, αλλά πως μπορείς να διαπερνάς την επιφάνεια και να προσπαθείς δραστήρια και με κριτική σκέψη να πλησιάζεις όσο πιο κοντά στην αλήθεια μπορείς.»
(απόσπασμα από το εξαιρετικό βιβλίο «Να έχεις ή Να είσαι» του ανεπανάληπτου και βαθυστόχαστου Erich Fromm, των εξαιρετικών εκδόσεων ΔΙΟΠΤΡΑ και της σπουδαίας μετάφρασης της Ουρανίας Τουτουντζή, 2016, σελ. 66-71, χωρίς άδεια αναδημοσίευσης)
Υ.Γ.: Το γεγονός ότι τα δυο περιγραφέντα συμβάντα, αφορούν άτομα που ασχολούνται με τα Οικονομικά της Υγείας, το αφήνω ασχολίαστο... Ελπίζω και εσείς.