Είναι μια νέα προσπάθεια συνάντησης των πνευμάτων κάτω από το φως του έναστρου βραδινού ουρανού, τις ώρες που βγαίνουν οι νεράιδες και τα παραμύθια φαίνονται αληθινά...
Κάπου η δυτική κοινωνία έχει μπερδευτεί... Δεν ξέρεις τι είναι αστείο και τι δράμα, τι είναι αρρωστημένο και τι υγιές... Μεγαλώσαμε με κάποιες εικόνες... και κάποιες αξίες, κάποια όνειρα και κάποιες προσδοκίες. Τώρα όλα βγαίνουν ψεύτικα. Αρκεί μια Ανάσταση άραγε, να σώσει τον κόσμο;!
Αυτή η κοινωνία μας μεγαλώνει με το εξής πρότυπο: αυτό που διαφοροποιεί τους ανθρώπους μεταξύ τους είναι το πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει κανείς. Έτσι, πιο ψηλά από όλους είναι οι ιατροί, δικηγόροι, πολιτικοί, τραγουδιστές κλπ... Άρα, το πόσο μπορεί να ανέβει κανείς τη σκάλα των επιτυχιών -έτσι όπως η εκάστοτε κοινωνία θεσπίζει, θεωρεί και ορίζει τις επιτυχίες- σηματοδοτεί το πόσο μπορεί να ανέβει και τη σκάλα της κοινωνικής καταξίωσης. Επιτρέψτε μου όμως, να έχω την ακριβώς αντίθετη άποψη: αυτό που διαφοροποιεί τους ανθρώπους μεταξύ τους, είναι το πόσο χαμηλά μπορούν να φτάσουν. Το κάτω όριο καθορίζει το βάθος της ύπαρξής μας, ενώ το άνω όριο το ύψος της. Εμείς, απλά διαλέγουμε να εμβαθύνουμε ή να ψηλώνουμε όπως ο κόκορας, σε τούτη τη ζωή. Έτσι, διαλέγουμε το κάτω ή το άνω όριο στις ζωές μας. Εξηγούμαι με δυο αντιθετικά παραδείγματα: 1. Ένας ιατρός από μικρός, χάνει την αξία του κάτω ορίου στη ζωή του, διότι το κάτω όριο είναι κάτι που αντιδρά όταν το φτάνουμε και κλωτσάει ότι δεν πάει άλλο. Ένας ιατρός όμως, ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια, πιέζεται και ζορίζεται να διαβάσει και άλλο και λίγο ακόμα, να υπομείνει έναν άχρηστο και ανέραστο μεγαλοκαθηγητή και τις κομπλεξικές ιδιοτροπίες τους και να χάσει άλλη μια ηλιόλουστη μέρα για να κατακτήσει μια ξερακιανή γνώση που θα ξεπεραστεί την επομένη μέρα. Κοινώς, δεν υπάρχει κάτω όριο στην καταπίεση με την οποία γαλουχείται, οπότε στραγγαλίζει σταδιακά όποιο αντανακλαστικό λειτουργεί ως υπενθύμιση ότι δεν μπορεί να πιέζει περαιτέρω το εγκεφαλικό, σωματικό και ψυχικό του σύστημα εκμάθησης. Ένας εκκολαπτόμενος ιατρός λοιπόν, χάνει το κριτήριο μέχρι πού πρέπει να φτάσει στην πίεση που δέχεται με σκοπό να μάθει κάτι ακόμα από το σύστημα που θα υπηρετήσει. Έτσι, όμως χάνει γενικά το κριτήριο με το οποίο θα καθορίζει πάντα το κάτω όριο. Όταν καταπιέζεται σε μια σχέση, δεν μπορεί να ξεχωρίσει το κάτω όριο αντοχών του που θα καθορίσει το "φύγε" ή το "μείνε", καθώς σε κάθε ένα "δεν μπορώ άλλο" θα αντιτάσσεται το "λίγο ακόμα μπορείς, το έχεις ήδη κάνει πολλές φορές στο παρελθόν", αφού η ίδια αντιπαράθεση έχει επανέλθει στο προσκήνιο όλα εκείνα τα βράδια, τις αργίες, τις Κυριακές που ενώ όλοι βολτάρανε εσύ έπρεπε να βγάλεις την ύλη... Μόνο που μαζί με την ύλη, δεν αντιλαμβανόσουν τότε ότι έβγαζες και κομμάτι της ψυχής σου και το αποξένωνες... Το πράγμα όμως έχει και συνέχεια, καθώς ένας ενήλικας ιατρός, όταν χάνει το κάτω όριό του, αυτό δεν αφορά μόνο τις οικογενειακές τους σχέσεις (που οι περισσότεροι τις έχουν διαλυμένες), αλλά επεκτείνεται και στο επάγγελμά του, δημιουργώντας τα πασίγνωστα φαινόμενα αναλγησίας, αναισθησίας, αρπακτικότητας που εμφανίζουν πολλοί ιατροί όταν στυγνά και με φοβερή επίδειξη εξουσίας, πέφτουν εξαιρετικά χαμηλά απαιτώντας επιπλέον αμοιβή από τον ασθενή. Όταν λοιπόν, χάνεται το κάτω όριο, χάνεται το βάθος ενός ανθρώπου. 2. Όταν συνειδητοποιείς το πόσο χαμηλά μπορείς να φτάσεις και κατά πόσο μπορείς να επιβιώσεις όταν φτάνεις χαμηλά -πόσω δε μάλλον να δημιουργήσεις όπως αυτά τα δυο αξιοθαύμαστα παιδιά- , αυτή η διαδικασία σού ξεκαθαρίζει τα όριά σου. Για αυτό και πολλοί σοφοί του πεζοδρομίου λένε ότι αν δεν φτάσεις χαμηλά, δεν μπορείς να πατήσεις κάπου ώστε να εκτοξευτείς εκ νέου προς τα πάνω... Το προς τα κάτω όριό σου είναι αυτό που σε καθορίζει, σου δίνει ώθηση, είναι αυτό που σου υπενθυμίζει όπου και αν βρίσκεσαι, όπου και αν φτάσεις, το σημείο από όπου ξεκινάς. Το κάτω όριο λοιπόν, σου δίνει το σημείο εκκίνησης. Και το βασικότερο σε αυτή τη ζωή είναι να ξεκινάς, όχι το πού θα φτάσεις. Είναι η αρχή και όχι το τέλος. Το τέλος, αγαπητοί μου, είναι προδιαγεγραμμένο για όλους: δυο μέτρα γης. Εκεί που υπάρχει διαφορά είναι το πόσα πράγματα ξεκινούμε να κάνουμε και με πόσους ανθρώπους γύρω μας... Εξάλλου, όσο προσπαθούμε να φτάσουμε εις βάθος, τόσο ο χρόνος αχρηστεύεται, νικιέται και σταματά, τόσο η ύπαρξή μας μένει ανεπηρέαστη από τα γρανάζια του χρόνου να θαυμάζει τον αιώνιο καμβά της Δημιουργίας...
"Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει"
Στίχοι: Γεράσιμος Ευαγγελάτος
Μουσική: Θέμις Καραμουρατίδης
Ερμηνεία: Νατάσα Μποφίλιου
"...και οι άνθρωποι φεύγουν και εμείς δεν αντιδράμε..."
Αποφασίζουμε λοιπόν, αν θέλουμε να ψηλώνουμε ή να εμβαθύνουμε σε τούτη την πλάση...
Πόσο αντιφατικός ο άνθρωπος... Από τη σημερινή ειδησεογραφία απλά δυο ειδήσεις... Η πρώτη ετούτη εδώ: που σου προκαλεί παράλυση και μόνο στο άκουσμά της και στη συναίσθηση του πραγματικά τρομακτικού μέλλοντος... Η δεύτερη αυτή εδώ: που γιατρεύει την παράλυση και αναπτερώνει το ηθικό πολλών... Αρκεί, να μην αναπτερώνει και το ανήθικο άλλων, που θα θελήσουν να εμ-πορευτούν ανάλγητα απέναντι στις ανάγκες συνανθρώπων μας... Ο άνθρωπος λοιπόν, μοιάζει πρώτα να σε παραλύει και να σε κάνει κομμάτια με τη συμπεριφορά του και έπειτα να σε ξανασυναρμολογεί έτσι, τόσο απλά! Άντε τώρα εσύ να εξηγήσεις ανθρωπολογικά το φαινόμενο αυτό που λέγεται "άνθρωπος"... Και άντε να δώσεις λύση στην αποχαυνωτική παράλυση του πνεύματος... Άβυσσος... η άβυσσος!
Σήμερα, έχεις τα πάντα στο πιάτο σου με ένα κλικ! Ό,τι θες, ταχύτατα, είναι μπροστά σου, χωρίς καν να κουνηθείς από τη θέση σου. Δεν χρειάζεται να πας εσύ εκεί, όλος ο κόσμος έρχεται εκεί που βρίσκεσαι μέσα από το διαδίκτυο. Νιώθω ότι περισσότερο ανθρωποκεντρικό δίκτυο δεν έχει υπάρξει ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία, ούτε καν τότε που πιστεύαμε ότι η γη είναι επίπεδη και το κέντρο του σύμπαντος... Ταχύτατα αλλάζει ο κόσμος γύρω σου, ταχύτατα αναγκάζεσαι να αλλάξεις και εσύ. Αν μείνεις πίσω είσαι ο συντηρητικός, ο ξενέρωτος, ή ο παλαιομοδίτης ή ακόμα ο ρομαντικός... Ξύπνα! Πού ζεις; Σου φωνάζουν τα πάντα γύρω σου. Όμως, παρά το ότι έχεις τα πάντα στο πιάτο σου ανά πάσα ώρα και στιγμή, δεν συνεπάγεται ότι αυτό που σου πλασάρουν για να φας, είναι ποιοτικό και διατηρεί την επιτυχημένη συνταγή. Πόσοι αναρωτιούνται: αυτό που θα πάρω από το διαδίκτυο θα είναι καλό; Και πόσοι από μας πήραμε από το διαδίκτυο και... δεν ήταν καλό τελικά! Πόσοι από μας αυτό που έχουμε γρήγορα και άμεσα, είναι κάτι που κρατά λίγο και μετά το πετάμε; Εξυπηρετεί την ανάγκη της στιγμής, υποκύπτουμε για να καλύψουμε γρήγορα ένα πρόβλημα, καταναλώνουμε ταχύτατα και μετά φτου και από την αρχή. Και έτσι του καταναλωτικού κύκλου τα γυρίσματα καλά κρατούν... Το πρόβλημα είναι ακριβώς ότι στο βωμό της ταχύτητας (ταχυφαγία, ταχυμεταφορές, ταχυπληροφορία 4G κλπ) χάνεται η ποιότητα του προϊόντος τις περισσότερες φορές. Αν κάτι το έχεις γρήγορα και άμεσα, όπου και όπως και αν είσαι, δεν σε νοιάζει αν είναι το τέλειο, αρκεί προσωρινά να σου καλύψει μια ανάγκη. Το περίεργο είναι ότι η ανάγκη μένει (έτσι έχει φτιαχτεί εξάλλου) και εσύ προχωράς το επόμενο λεπτό σε νέα αναζήτηση ταχύτατου τρόπου κάλυψης της ανάγκης αυτής. Με λίγα λόγια, η ποσότητα και η ταχύτητα προσφοράς της, έχουν αντικαταστήσει την ποιότητα. Έτσι, δεν υπάρχει κίνητρο να κουνηθεί κανείς από τη θέση του, αφού όλα σε σημαδεύουν και έρχονται και σε βρίσκουν κατακούτελα εκεί που είσαι για να σου δοθούν απλόχερα αρχικά, με προοπτική όμως να σου αποδοθούν ευθύνες συμμετοχής αργότερα σε αυτό το παιχνίδι του καταναλωτικού παραλόγου. Άνθρωπος χωρίς κίνητρο όμως, είναι άνθρωπος ακίνητος και άνθρωπος ακίνητος τελικά ατροφεί και γίνεται και άνθρωπος αναίσθητος. Αν δεν κινείσαι (ο άνθρωπος όπως και η ζωή, υπάρχουν αυστηρά μέσα από την κίνηση και την αναζήτηση), χάνεις τις αισθήσεις σου, κλείνεις τις προσλαμβάνουσές σου και αρχίζεις την ύπνωση και την αποσύνθεση. Δεν είναι λοιπόν, η ταχύτητα αυτού που μεταφέρεται όσο η ποιότητά του, που έχει μεγαλύτερη αξία. Αυτό, εξάλλου το έχει αντιληφθεί τόσο η λαϊκή σοφία χιλιάδες χρόνια πίσω, με τρανταχτό παράδειγμα τον Αίσωπο και το μύθο του για το Λαγό και τη Χελώνα (τον κύριο Λαγό, κάπου στα μισά της διαδρομής, η πολύ σιγουριά και ασφάλεια τον οδήγησε στην ύπνωση... μα την κυρά Χελώνα, η πεισμονή και το κίνητρο την οδήγησε στη λύτρωση...)
όσο και η επιστημονική σοφία, με ανυπέρβλητο παράδειγμα τον μεγάλο Φυσικό Heisenberg με την αρχή της απροσδιοριστίας του, κατά την οποία όσο καλύτερα μετράς την ταχύτητα ενός σώματος τόσο απομακρύνεσαι από την ακρίβεια της θέσης του, της στροφορμής του, της σύνθεσής του και τελικά της ποιότητάς του... Κοινώς, όσα κερδίζεις με το να ξέρεις την ταχύτητα τα χάνεις από το να αντιλαμβάνεσαι την ουσία του...
Βέβαια, θα μου πείτε ότι όλα είναι ένα matrix και ζούμε σε ένα απροσδιόριστο και αβέβαιο περιβάλλον. Όλοι επιλέγουμε τελικά ποιους μύθους θα ακολουθούμε και με ποια ψέμματα θα αυτοβαυκαλιζόμαστε. Και εκεί ακριβώς είναι το ερώτημα αυτής της ανάρτησης:
Ποιους μύθους προτιμάτε εσείς; Τους μύθς του Αισώπ' ή τους μύθους του e-shop?
Αλήθεια, έχετε αναρωτηθεί τί ακριβώς είναι το "έσοδο"; Έσοδο είναι... Χμμμμ...
Αυτή, είναι ίσως η πιο δύσκολη ανάρτηση που προσπαθώ να σηκώσω και να ανεβάσω από την αρχή αυτού του blog, καθότι πρέπει να πω τόσα πολλά πράγματα σε τόσο μικρή έκταση, ώστε η παράθεση εννοιών να μην γίνει κουραστική (εξάλλου εγώ τη σηκώνω όχι οι υπόλοιποι) και ταυτόχρονα να παραμείνει περιεκτική. Στην προσπάθεια αυτή, έχω προσκεκλημένους πολλούς φίλους... Αυτή η ανάρτηση επίσης έχει άμεση σχέση με τούτο εδώ το blog, καθώς ξέρω ότι ελάχιστοι έως κανείς δεν το διαβάζει. Παρά ταύτα συνεχίζει να υπάρχει επειδή ακριβώς κάτι προσφέρει στον δημιουργό του, σε εμένα δηλαδή. Άρα, απαντώντας ετεροχρονισμένα στον δάσκαλο "άπιστο Θωμά", τόση ενέργεια για να στηθεί τούτο το blog και να σταθεί στο ύψος του, δεν πάει στα χαμένα. Μάλλον κάτι προσφέρει σε αυτόν που το κατασκευάζει και το κρατά με νύχια και με δόντια (και ταυτόχρονα προσπαθεί να κρατήσει και τα βαριά βλέφαρα που κλείνουν, ανοιχτά, μετά από μια γενική εφημερία...). Το θέμα μου σήμερα είναι αυτό που πολύ έξυπνα και απλά αναπτύσσεται σε κείμενο του Λένιν όταν έγραψε για τον Μαρξ κάποτε σε μια εγκυκλοπαίδεια της εποχής του (εδώ το απόσπασμα, αξίζει να το διαβάσετε παρά το ευμέγεθες της έκτασής του - για μένα λειτούργησε ως ευμέγεθες της έκστασής μου...), καθώς θαρρώ ότι πρόκειται για το κεντρικότερο πρόβλημα της ανθρωπότητας, διαχρονικά: είναι πολύ απλά η διαφορετική αξία που δίνει έκαστος άνθρωπος στα παραγόμενα είδη. Και τα παραγόμενα είδη, είναι τα πάντα σε τούτον τον κόσμο και απαιτούν κάποιο είδος ενέργειας ώστε από το "κάτι" να παραχθεί "κάτι νέο". Αν ο άνθρωπος υπακούει στις αρχές και τους νόμους της Φύσης και του Σύμπαντος, τότε ο Άνθρωπος είναι θερμοδυναμική μηχανή, δηλαδή χρησιμοποιεί ενέργεια για να την κάνει έργο και θερμότητα. Η ξεχωριστή ικανότητα του ανθρώπου ίσως έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι μπορεί να αντιληφθεί αυτή την εξίσωση και να λάβει θέση ως προς το τί είναι έργο αλλά και τί είναι θερμότητα. Και κάπου εδώ ξεκινά η βάσανος της ανθρώπινης κοινωνίας διαχρονικά... Τι αξία έχει το κάθε τι που παράγεται και υπάρχει γύρω μας; Έχει αξία από μόνο του και αν ναι πόση; Υπάρχει άραγε πραγματικά αντικειμενική αξία (στα ακίνητα, στα κινητά, στα αυτοκίνητα και στα αεικίνητα); Ποιος ορίζει και κάτω από ποιες διεργασίες την αξία κάθε είδους που παράγεται και δημιουργείται; Μερικά παραδείγματα για να αποσαφηνιστούν τα παραπάνω ερωτήματα: 1ο. Όλοι δεν έχουμε υλικά αγαθά που είναι ανεκτίμητα, όσο μικρά ή ευτελή και αν είναι; Γιατί; Διότι, ίσως είναι μια ζωγραφιά που έφτιαξε το παιδί μας, ίσως είναι ένα δώρο από αγαπημένο πρόσωπο, μια ωραία φωτογραφία κλπ κλπ. Τι κοινό έχουν άραγε τέτοιες προτιμήσεις; Έχουν την προσωπική μας συμμετοχή -με τον έναν ή άλλον τρόπο- στην παραγωγή του, δηλαδή τη βιωματική μας εμπειρία στην πορεία παραγωγής και δημιουργίας αυτού του μικρού υλικού αγαθού. Με απλά λόγια, αυτό που κάνει ένα μικρό αντικείμενο τόσο μεγάλο σε αξία, είναι ότι στην εξίσωση ενέργεια=έργο+θερμότητα μπαίνουμε κάπου και εμείς, ως βασικό κομμάτι για την ισορροπία της... 2ο. Όλοι -ή τουλάχιστον θέλω να πιστεύω, οι περισσότεροι- δεν έχουμε πεισθεί ότι τα συναισθήματα έχουν τη μεγαλύτερη αξία από όλα σε τούτη την πλάση; Πόσο γλαφυρά αυτό αποκρυσταλλώνεται στην κάτωθι ρομαντική ιστορία: "Την εποχή που οι κουρσάροι θέριζαν τα νησιά της Μεσογείου, έκαναν επιδρομές και στην Κρήτη, κλέβοντας από τα χωριά ότι πολυτιμότερο υπήρχε, δηλαδή τις νέες κοπέλες τις οποίες έκαναν σκλάβες ..
Ένα σούρουπο λοιπόν βλέποντας οι κάτοικοι ενός παραλιακού χωριού της Κρήτης τα πειρατικά καράβια να πλησιάζουν, έτρεξαν αναστατωμένοι να κρύψουν τι γυναίκες και τις κόρες τους. Έτσι και ένας γέροντας που τους είχε δει από τω λιμάνι άρχισε να ψάχνει τη γυναίκα του για να την προφυλάξει...Έψαχνε παντού αλλά δεν μπορούσε να την βρει, ώσπου απελπισμένος αποφάσισε να πάει στο σπίτι .
Όταν έφτασε είδε τη γερόντισσα γυναίκα του καθισμένη στο παράθυρο να κοιτάζει προς τη θάλασσα ήρεμη και αμέσως τη ρώτησε : - Γιατί είσαι ακόμα εδώ και κάθεσαι ..δε βλέπεις ότι έρχονται οι πειρατές; τρέξε να κρυφτείς... Αυτή του αποκρίθηκε ψύχραιμα : -Μα κι αν έρθουν.. έτσι όπως θα με δούνε γριά και ζαρωμένη δεν θα με πειράξουν, τo πολύ πολύ να με πετάξουν στην άκρη του δρόμου" και τότε ο γέροντας την κοίταξε στα μάτια και της είπε: - Κι αν σε δουν με τα δικά μου μάτια...; " (τη συγκεκριμένη ιστορία με το αντίστοιχο ηλιόλουστο ερώτημα του ουράνιου τόξου που στέκει πάνω σε πέντε μελωδικά σχοινιά για να λιαστεί, τη βρήκα εδώ) 3ο. Όταν μάλιστα συνδυάζουμε τα υλικά με τα άυλα και θεωρούμε ότι τόσο όλα τα υλικά έχουν και ένα κομμάτι άυλο μέσα τους, όσο και ότι τα άυλα έχουν μια υλική βάση, τότε η έννοια "αξία" δεν γίνεται κάτι ακόμα πιο βαρυσήμαντο; Το πρώτο ερώτημα λοιπόν έχει τεθεί εμφανώς: πώς ορίζεται η αξία ενός αγαθού; Μια άμεση απάντηση είναι: από την εργασία που χρειάστηκε για τη παραγωγή του (υπονοώντας ουσιαστικά τον παράγοντα "έργο" στην εξίσωση ενέργεια=έργο+θερμότητα). Έτσι, όμως, αφήνουμε στην απέξω τον άλλο παράγοντα, τη "θερμότητα" που είναι κάτι δύσκολα μετρήσιμο, είναι θα μπορούσαμε να πούμε ο ιδρώτας που χύνει ο αγρότης όταν δουλεύει στο χωράφι ή ο ποδοσφαιριστής στο γήπεδο, ή είναι το χτυποκάρδι του χειρουργού όταν αυτός κάνει μια επέμβαση, ή το κεφάλι του μαθητή, φοιτητή, επιστήμονα που παίρνει φωτιά για να μάθει ένα σωρό αρλούμπες, ή είναι ακόμα εκείνες οι φορές που ο καλλιτέχνης πετάχτηκε ιδρωμένος από τον ύπνο του, κατατρεγμένος από μια καυτή και θερμή ιδέα που μόλις συνέλαβε... Όλα αυτά, τα μη μετρήσιμα μεγέθη, είναι μια σκοτεινή πλευρά της παραγώμενης ανθρώπινης δημιουργίας, που δεν μπορεί να μπει σε κοινά καλούπια γιατί δεν υπάρχει κοινό νόμισμα, άρα μένει ατελώς προσδιορισμένη, ή πιο σωστά παραμένει ποικίλλως προσδιορισμένη. Άρα, συνοψίζοντας, το ερώτημα πόση αξία έχει κάθε πράγμα, δεν έχει ξεκάθαρη απάντηση. Κάποτε στην εποχή του Μαρξ και των υπηρετριών, το αφεντικό καθόριζε τα μεροκάματα, καθώς και το πόση αξία έχει η ζωή του εργάτη. Αργότερα στην εποχή του Λένιν, οι μοίρες των εργατριών ενώθηκαν για να προσπαθήσουν να αυτο-ορίσουν την αξία της δικής τους παραγωγής και κατάφεραν μόνο να αυτο-εξορίσουν τη σημασία της βιωματικής τους κοινωνικής ζωής ("Η Φάρμα των Ζώων" αποκρυσταλλώνει αυτήν την κατάσταση θεσπέσια). Σήμερα, στην εποχή των ατέρμονων υπηρεσιών, των ανέραστων χλεχλέδων και των τεμπέληδων, η αξία της εργασίας όπως και της εργασίας γενικότερα έχει αλλάξει δραματικά. Η κοινωνία πριμοδοτεί περισσότερο αυτόν που πετάει πέτρες παρά αυτόν που πετάει στα σύννεφα... Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί αυτό που διάβασα στο συγκεκριμένο περίεργο blog που παρέχει συμβουλές για τη δημιουργία ενός -και καλά- ψαγμένου ποιήματος της κλάσης της Κικής Δημουλά, μέσα από το απλό πάτημα λίγων πλήκτρων του υπολογιστή. Ως απάντηση στον συντάκτη του εν λόγω blog, έχω να δηλώσω ότι ναι, μπορεί κάποιος να παράγει ένα ποίημα της κλάσης της Δημουλά, χωρίς να είναι η Δημουλά, αλλά πολύ απλά δεν θα έχει καταλάβει τίποτα από όλα αυτά που έχει καταλάβει η Δημουλά. Δεν θα έχει για παράδειγμα βιώσει στο πετσί του τι σημαίνει να αναφωνείς:
"Ό,τι αισθανθήκαμε πράγματι έσοδο είναι αδερφέ Νίκο..."
Γιατί πολύ απλά αυτός που φτιάχνει ένα ποίημα χωρίς να το νοιώθει, είναι πολύ απλά πάμφτωχος. Αυτός που γεννά ένα τέκνο (πνευματικό ή πραγματικό) χωρίς πόνους δεν συνδέεται μαζί του, παρά μόνο στη θεωρία. Εξ ου και οι φράσεις που χρησιμοποιούσαν οι πιο παλιοί από εμάς πχ "τον πονάω σαν παιδί μου" ή "δεν με πονάς πια και δεν με καταλαβαίνεις" κλπ κλπ, που θέλουν να υποδηλώσουν ακριβώς αυτό: χωρίς πόνο δεν υπάρχει βίωμα, ζωή, ύπαρξη... Ο πόνος του ανθρώπου είναι δείγμα ζωντανού και υγιούς οργανισμού... Πόσο καλά το ξέρουμε εμείς οι γιατροί αυτό... που μας ζητάνε στο 37,1 να δώσουμε αντιβίωση για να πέσει ο πυρετός (!) ή με την παραμικρή γραντζουνιά να δώσουμε αναγεννητική, επουλωτική αλοιφή με αλάτι Ιμαλαΐων, τζνίτζερ από τη Μαγαδασκάρη (εκεί να δεις βίδα που έχει λασκάρει) και Q10 εκχύλισμα από αλόη βέρα στο δεξί... Κοινώς, έχει χαθεί η μπάλα! Ο καθένας με πορδές βάφει αυγά, με τεμπελιά βγάζει λεφτά, με περισσή μαγκιά το παίζει "καλλιτέχνης" και δημιουργός.
Αγαπητοί μου, δημιουργός είναι ξαναλέω, αυτός που συμμετέχει ενεργά (δηλαδή με ενέργεια) στην εξίσωση ενέργεια=έργο+θερμότητα, μεταφέροντας την ενέργειά του άλλοτε περισσότερο προς την κατεύθυνση του έργου (και είναι αυτοί που η κοινωνία τούς ονομάζει επιτυχημένους) και άλλοτε περισσότερο προς την κατεύθυνση της θερμότητας (που τα τραγούδια, τούς ονομάζουν ταπεινούς μα και ταπεινωμένους δημιουργούς... καθώς παίρνουν φωτιά και καίγονται, γίνονται αναλαμπή και αθάλη για να φωτίζουν τα σκότη μας... για να θυμηθούμε τον άλλον μεγάλο ποιητή που είπε εκείνο το ασύλληπτο: "αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς, τότε πώς θα γίνει το σκοτάδι φως...).
Το δεύτερο ερώτημα έρχεται πλέον μετά από όλα αυτά πιο βασανιστικό: πώς σε τέτοια ατελείωτη ποικιλία μπορούν οι άνθρωποι να συνυπάρξουν όταν εκκινούν από διαφορετικό σημείο και από διαφορετικό "αξιακό σύστημα"; Δεν θα αναφερθώ καθόλου στο τρίτο βασανιστικό ερώτημα με το οποίο η σημερινή εποχή της Επιστήμης της Οικονομίας και των Οικονομικών αναλώνεται αυτοκαταστροφικά, που δεν είναι άλλο από το: πώς σε τόσο διαφορετικό ορισμό της αξίας παραγωγής κάθε προϊόντος προσπαθούμε να συγκρίνουμε τις ζωές μας μέσα από την αξία κατανάλωσης των προϊόντων ανά άτομο, δηλαδή μέσα από τον συλλογισμό ότι εγώ σήμερα χρειάζομαι τόσα για να ζήσω, ενώ ο άλλος στην Ειδομένη χρειάζεται λιγότερα ή τέλος ο τρίτος στο Μανχάταν χρειάζεται περισσότερα, περισσότερα και όλο περισσότερα...; Θα περάσω αμέσως στο τέταρτο και τελευταίο, μα και πιο καθοριστικό ερώτημα που βασανίζει την ανθρώπινη κοινωνία: πού πάει αυτή η κοινωνία; Με ιδιαίτερη χαρά μου διαπιστώνω τελευταία ότι πληθαίνουν οι φωνές και οι προσπάθειες ομάδων ανθρώπων που προσπαθούν να ξεφύγουν από το "Εγώ" και να πάνε στο "Εμείς", όπως είχε πει πρώτος ο μεγάλος Μακρυγιάννης. Αν βέβαια, όλο αυτό το εγχείρημα αποδειχτεί ΟΥΤΟΠΙΑ και όλοι με μια φωνή ζητήσουμε το λόγο από τον μπαρμπα-Μακρυγιάννη, που δεν μας έμαθε σωστά ποιο είναι το στραβό και ποιο είν' το ίσιο, τότε με μεγάλη μου έκπληξη θα αναφωνήσω: αφεντικά και δούλοι, σκατά γινήκαμε ούλοι..." ,
και θα συνεχίσω να ονειρεύομαι. Γιατί μόνο αυτό πλέον με ζει. Το όνειρο, το άπιαστο, ο δρόμος, το μακρινό φως, το ανέλπιστο, το ουτοπικό, το παραμυθένιο, το εξωπραγματικό, το επουράνιο, το τραγουδισμένο...
"Όδός Ονείρων"
Μάνος Χατζιδάκις
Δείτε εδώ έναν τέτοιο όμορφο δρόμο, παραμυθένιο...