Ξεκινώ με το να δηλώσω ότι αυτή η ανάρτηση είναι ίσως η πιο δύστοκη από όλες μέχρι τώρα. Την κυοφορώ εδώ και αρκετές μέρες, αλλά για κάποιον ανεξήγητο λόγο δεν ήθελε να δει το φως της δημοσιότητας. Βγήκε, θα έλεγα, σχεδόν με εμβρυουλκό…
Δεν είναι κάτι νέο σαν σκέψη, αλλά μέσα από ένα παράδειγμα του τρόπου λειτουργίας της καρδιάς, μορφοποιεί σχηματικά τον τρόπο λειτουργίας της ζωής. Τουλάχιστον της δικής μου. Εξάλλου, τι θα ήταν η ζωή χωρίς την καρδιά μας;
Εντοπίζω ευθύς το θέμα.
Η καρδιά μας, όπως ίσως γνωρίζετε, είναι χωρισμένη στα δυο: στη δεξιά καρδιά και την αριστερή καρδιά (μην απορείτε λοιπόν, γιατί στη ζωή πολλά πράγματα είναι διχασμένα, πολωμένα και εν πολλοίς κατηγοριοποιημένα σε «δεξιά» και «αριστερά», σε «ανατολή» και «δύση»…). Οι δυο αυτές καρδιές δεν επικοινωνούν καθόλου σε κανονικές συνθήκες (μην απορείτε λοιπόν, πάλι, που και στις καθημερινές μας συνθήκες «δεξιά» και «αριστερά» δεν επικοινωνούν καθόλου, σαν να τους χωρίζει ένας τοίχος! – είπαμε, ό,τι συμβαίνει στην καρδιά, συμβαίνει και στις ζωές μας). Κάθε μια από τις δυο καρδιές μας, κάνει τη δουλειά της («καθείς εφ’ ο ετάχθη», που λένε), με έναν συντονισμένο ρυθμό, χωρίς κάπου να παρακωλύεται το αίμα ή να λιμνάζει. Με άλλα λόγια, οι δυο καρδιές δουλεύουν με τέτοιον τρόπο ώστε να σπρώχνουν το αίμα με τον ίδιο ρυθμό (έχουν ίδια παροχή, καθώς το καρδιαγγειακό είναι ένα κλειστό κύκλωμα σωλήνων, των αγγείων, όπου το αίμα ρέει συνεχώς, καθώς δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τον γενικό κανόνα ότι τα πάντα ρει!).
Έλα όμως, που η λειτουργία της μιας καρδιάς επηρεάζει τη λειτουργία της άλλης τόσο έμμεσα, όσο και άμεσα, μέσα από ελλείμματα των διαχωριστικών ιστών τους (κάτι σαν τρύπες σε έναν τοίχο), με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια παθολογική επικοινωνία. Μέτρο αυτής της επικοινωνίας είναι ο λόγος Qp:Qs, που ουσιαστικά διαιρεί την παροχή αίματος στην πνευμονική κυκλοφορία με αυτήν στη συστηματική κυκλοφορία. Φυσιολογικά, όση παροχή προσφέρει η δεξιά καρδιά, τόση πρέπει να προσφέρει και η αριστερή, ώστε ο λόγος αυτός να ισούται με το 1, διαφορετικά οι δυο παροχές θα διέφεραν και κάποια από τις δυο καρδιές θα δούλευε περισσότερο από ό,τι συνήθως και κάποια λιγότερο. Η εξήγηση οφείλεται ακριβώς σε αυτό το έλλειμμα ιστών ανάμεσα στις δυο καρδιές, που κάνει κάποια ποσότητα αίματος που σπρώχνει η μια καρδιά να λοξοδρομεί αντί να πηγαίνει ορθόδρομα και να πηγαίνει στην άλλη καρδιά (διαμέσου της παθολογικής επικοινωνίας), επιβαρύνοντάς την. Συνεπώς, η μια καρδιά δουλεύει λιγότερο και πιο ανάλαφρα, γιατί έχει δυο εξόδους για να σπρώξει το αίμα της (μια ορθόδρομη και μια παθολογική δια μέσου του ελλείμματος) και η άλλη δουλεύει περισσότερο, καθώς έχει μια επιπλέον είσοδο αίματος να διαχειριστεί (δια μέσου του ελλείμματος) και να το προωθήσει από τις ήδη υπάρχουσες διεξόδους.
Ίσως μπερδευτήκατε με όλα αυτά τα ιατρικά, αλλά το μηχανιστικό αυτό μοντέλο μου φαίνεται ότι ταιριάζει σε κάποια κατάσταση της ζωής που περιγράφω ευθύς αμέσως: όταν έχουμε να συνταιριάξουμε δυο καταστάσεις, δυο «θέλω», δυο σενάρια στην καθημερινότητά μας, τις περισσότερες φορές επέρχεται μια άνιση σχέση μεταξύ τους, αντί μια ισορροπημένη, με αποτέλεσμα η μια κατάσταση να ζορίζεται, να συμφορίζεται, να δυσφορεί και να αγκομαχάει, και η άλλη κατάσταση να φαίνεται πιο ανάλαφρη και πιο ξεκούραστη. Στη μια περίπτωση υπάρχει ένα κομμάτι της καρδιάς μας και της ζωής μας, του εαυτού μας τελικά, που σηκώνει μεγάλο βάρος, που επιφορτίζεται με έργο δυσανάλογο των προθέσεών μας, των «θέλω» μας. Αυτό το κομμάτι της ψυχής μας λοιπόν, δέχεται το βάρος από ένα άλλο κομμάτι, το οποίο κάθεται και χαλαρώνει, ακολουθεί την εύκολη λύση που προσφέρουν οι τρύπες ενός συστήματος και σπρώχνει την καθημερινότητα και τον καιρό προς την «αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», άσχετα αν με αυτόν τον τρόπο καταπατάται και εξαντλείται ένα άλλο κομμάτι του εαυτού μας που δεν θέλει να έχει σχέση με όλα αυτά…
Ίσως πάλι μπερδευτήκατε, οπότε νομίζω πρέπει οι δυο καταστάσεις που περιγράφω να ονοματιστούν ακόμα πιο ξεκάθαρα: η μια κατάσταση, η φαινομενικά χαλαρή, η ευκαιριακά λειτουργούσα, αυτή που υπόκειται στην κυριαρχία των δυνάμεων των καιρών μας, είναι αυτή που ακολουθεί τις επιταγές της σύγχρονης κοινωνίας για μια καριέρα, για μια πετυχημένη δυτικού τύπου ζωή. Η άλλη, είναι αυτή που έρχεται από πολύ μακρινά χρόνια προς τα πίσω, αυτή που είχε μέχρι πρόσφατα βρει μια ισορροπία, που είχε ξεκαθαρίσει τον τρόπο λειτουργίας της και την εσωτερική της δομή, μα που τώρα -στη σύγχρονη εποχή- παραγκωνίζεται από την άλλη ζωή, αυτήν των ταχυφαγείων, των ταχυδρομείων -ηλεκτρονικών ή συμβατικών- και που επιβαρύνεται από τα ελλείμματα και τις δυσρυθμίες της πρώτης. Η μια λοιπόν, χαλαρώνει και μειώνει έτσι την παροχή της (και τις παροχές της) εις βάρος της άλλης, που φορτώνεται με επιπλέον έργο και αναγκάζεται να δουλεύει πολύ περισσότερο και να παράγει πολύ μεγαλύτερη παροχή (και παροχές) για κάποιους άλλους. Ο λόγος λοιπόν Qp:Qs, γίνεται άνισος, ανισόρροπος και η μια καρδιά, δουλεύει παραπάνω ενώ η άλλη αναπαύεται στις δάφνες της. Ο πραγματικός λόγος όμως, που συμβαίνει αυτό, είναι εκείνο το «έλλειμμα» που έχει δημιουργήσει ο τρόπος που ζούμε στη σημερινή κοινωνία, καθώς πρόκειται για ένα έλλειμμα επικοινωνίας. Και χωρίς επικοινωνία, δεν υπάρχει συνεργασία, άρα δεν υπάρχει ισορροπημένη σχέση, οπότε υπάρχει άπλετος χώρος και χρόνος για ανισόρροπες και εξουσιαστικές σχέσεις αλληλεπίδρασης, πάντα εις βάρος της ήρεμης δύναμης…
Το τελικό αποτέλεσμα το καταλαβαίνετε μόνοι σας: καρδιακή ανεπάρκεια! που στο τέλος θα έρθει και θα συμπαρασύρει και την αρχική εκείνη καρδιά που μέχρι πρότινος εξωθούσε εύκολα, ανέξοδα και ανάλαφρα το αίμα της προς την άλλη καρδιά, υπακούοντας στα ευκαιριακά κελεύσματα των καιρών. Διότι, αν σε ένα ισορροπημένο σύστημα ανατρέψεις το ένα του σκέλος, δεν θα χρειαστεί πολύ για να καταστραφεί και το άλλο. Και αυτό είναι ένα ακόμα «έλλειμμα»: είναι ένα έλλειμμα αντίληψης της κατάστασης στην οποία έχουμε περιέλθει σαν χώρα, σαν σύγχρονη κοινωνία, σαν πλανήτης, καθώς και ένα έλλειμμα του επικείμενου κινδύνου αυτοκαταστροφής…
Η θεραπεία είναι μια: να κλείσουμε το έλλειμμα ανάμεσα στους δυο χώρους με μπάλωμα… Δυστυχώς όμως, μπαλώματα κάνουν τόσα χρόνια όσοι μας κυβερνάνε, μπαλώματα κάνουμε και εμείς στην καθημερινότητά μας… Μόνο που, κάποιες φορές οι καταστάσεις δεν σηκώνουν πολλά μπαλώματα και ξαναμπαλώματα και το ρούχο δεν αντέχει, σκίζει! Νομίζω, είμαστε σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση που μας σκίζουν καθημερινά, χωρίς να υπάρχει επικοινωνία, χωρίς να υπάρχει διάθεση να καλύψουμε τις τρύπες μας και τα κενά μας. Όσο η μισή ζωή μας, μάς σπρώχνει στην χαλαρότητα και στις «ευκολίες παροχής», τόσο η άλλη μισή ζωή μας, θα αναπολεί μια ξεχασμένη ισορροπία που της έκλεψαν και τόσο θα μισεί την άλλη ζωή.
Έτσι, θα μιλάμε στο τέλος για μια διχασμένη ζωή, για έναν χωρισμένο εαυτό που χώρισε τον κόσμο από λάθος… και θα αρνούμαστε την πραγματικότητα για να διεκδικήσουμε μιαν υποσχόμενη αιωνιότητα μέσα από μιαν διαστρεβλωμένη και ελλειμματική εικονικότητα…