Από μικρός το θαύμαζα. Στις δύσκολες στιγμές, με έπαιρνε μαζί του, πάνω στα φτερά του και γυρνούσαμε γυροβολιές τη Γη... Όλα από εκεί φαίνονταν τόσο μικρά και ανόητα...
Και το όνομά του! Γέμιζε το στόμα μου αρμύρα και έκαιγε κάθε κατακάθι προηγηθέντος πιώματος...
Ευτυχώς αποτυπώθηκε στην Ποίηση. Πώς αλλιώς; Και αυτό, σκέτη ποίηση.
"Άλμπατρος"
Ποίηση: Σαρλ Μπωντλαίρ
(μτφρ.: Αλέξανδρος Μπάρας)
Μουσική: Νίκος Ξυδάκης
Ερμηνεία: Σωκράτης Μάλαμας
Συχνά για να περάσουνε την ώρα οι ναυτικοί
άλμπατρος πιάνουνε, πουλιά μεγάλα της θαλάσσης,
που ακολουθούνε σύντροφοι, το πλοίο, νωχελικοί,
καθώς γλιστράει στου ωκεανού τις αχανείς εκτάσεις.
Και μόλις στο κατάστρωμα του καραβιού βρεθούν
αυτοί οι ρηγάδες τ' ουρανού, αδέξιοι, ντροπιασμένοι,
τα κουρασμένα τους φτερά στα πλάγια παρατούν
να σέρνονται σαν τα κουπιά που η βάρκα τα πηγαίνει.
Πως κείτεται έτσι ο φτερωτός ταξιδευτής δειλός
τ' ωραίο πουλί τί κωμικό κι αδέξιο που απομένει
ένας τους με την πίπα του το ράμφος του χτυπά
κι άλλος, χωλαίνοντας, το πως πετούσε παρασταίνει.
Ίδιος με τούτ' ο Ποιητής τ' αγέρωχο πουλί
που ζει στη μπόρα κι αψηφά το βέλος του θανάτου,
σαν έρθει εξόριστος στη γη και στην οχλοβοή
μεσ' στα γιγάντια του φτερά χάνει τα βήματά του.
(πηγή φωτό από εδώ)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου