Στου κόσμου το αγνάντεμα...


Και αν στα δυο στοιχεία, το νερό και τη φωτιά που μιλήσαμε στο προηγούμενο post, προσθέσουμε και όλα τα υπόλοιπα που κατά καιρούς συνειδητοποιούμε ότι συνθέτουν τη κατακερματισμένη μας ύπαρξη, θα διαπιστώσουμε, ότι είμαστε
ένα. Ένα, μεγάλο, απύθμενο, ανεξήγητο, απροσπέλαστο και βασανιστικό κυμάτισμα πάνω στο φλόγισμα του συμπαντικού χορού ενός αρμυριασμένου παιδιού, που χτίζει την συντεταγμένη εικόνα της ανθρώπινης ψευδαίσθησης...

Σας φαίνονται αντιφατικά και συγκρουόμενα τα λόγια μου;

Αν η έριδα είναι η δικαιοσύνη του κόσμου και πατήρ πάντων ο πόλεμος, και αν η κοσμική αρμονία συνεπάγεται τη σύγκρουση, τότε για μια ακόμη φορά φαίνεται ότι ο Ερωτόκριτος με γέλασε... (Τι κωλόπαιδο ο Κορνάρος τελικά;)


Θέλει πολλές μάχες, απλά και μόνον να υπάρχεις, με πρώτη και σφοδρότερη αυτή εναντίον του εαυτού μας.


Αν το πιστέψω αυτό, πέφτω ήδη κατάχαμα κουρασμένος...

Αν αρνηθώ να το δεχτώ, γονατίζω μπρος στις μάχες, υποταγμένος και σφαγιασμένος από των καιρών το μένος...

Τι κάνουμε λοιπόν σε τοιαύτη περίπτωση;

Δεχόμαστε ότι κάποια ερωτηματικά είναι καταδικασμένα να μην απαντηθούν ποτέ και να πλανιώνται στο σύμπαν που αγαπήσαμε, φοβισμένα να μην πνιγούν από του χρόνου τα κύματα.



"Κύματα περνούν τα χρόνια μου"
Στίχοι: Γιώτα Βασιλακοπούλου
Μουσική: Κωστής Ζευγαδέλλης
Ερμηνεία: Ελένη Πέτα





Στου νοτιά το ωραίο πέρασμα
Στων μαλλιών σου το ανέμισμα
Στης ζωής το άδειο γέμισμα
Άναψα κερί

Βράχο βρήκα και ζευγάρωσα
Με τη σκέψη σου μεγάλωσα
Έγινα πλατειά σαν θάλασσα
Βάθυνε η πληγή

Κύματα, περνούν τα χρόνια μου
Άνθη, πέφτουν στα μπαλκόνια μου
Πόσα είπα, πόσα ζήτησα, που δεν έχουν 'ρθει!
Κέρασα νερό και βάλσαμο το δικό σου το παράπονο
Πόσα πήρα κι όμως έμεινε το Στερνό Φιλί

Στης μορφής σου το ανάγνωσμα
Και στου κόσμου το αγνάντεμα
Στου παράδοξου το μάντεμα
Έχω πια χαθεί

Κάθε τι δικό σου φύλαξα
Την αρμύρα σου δεν πείραξα
Το ταξίδι σου τι ζήλεψα
Πάντα από παιδί