-Τι ώρα είναι;
-Σήμερα άλλαξε η ώρα.
Από μικρός αναρωτιόμουν, ποιος αποφασίζει πότε θα αλλάξει η ώρα; Γιατί, για παράδειγμα, να μην αλλάξει την άλλη Κυριακή ή γιατί να μην άλλαζε την προηγούμενη; Και γιατί παρακαλώ, να είναι πάντα από Σάββατο προς Κυριακή; Και είναι την ίδια ώρα που αλλάζει η ώρα και στην Αλβανία και στη Βουλγαρία και στην Τουρκία; Ποιος αποφασίζει και ποιο κέντρο κινεί τα νήματα κουρδίζοντας-συντονίζοντας τις ζωές μας, τόσο απλά..., όσο αυτοί που κινούν τις μαριονέτες;
Όπως, βλέπετε, στις τελευταίες αναρτήσεις μας απασχολεί έντονα το θέμα του Χρόνου και του Χώρου. Αυτές οι έννοιες αποτελούν (από εμφανίσεως κόσμου) τη βασική Ύλη που πρέπει να διαβάσει κανείς ώστε να απαντήσει στο καίριο πρόβλημα: τί είναι αυτό τελικά, που μας περιβάλλει...; Και το ερώτημα αυτό, ανακύπτει αναπόφευκτα, κατά την ασίγαστη και διαχρονική προσπάθεια του ανθρώπου να αυτοπροσδιοριστεί... Και για να προσδιορίσεις ποιος είσαι, πρώτα βλέπεις το "γύρω" σου και μετά περνάς στο "μέσα" σου.
Σε αυτό το ερώτημα λοιπόν, ο Άνθρωπος, έδωσε τις τρεις κάτωθι απαντήσεις διαχρονικά:
Στην προσπάθεια να εξηγήσει γύρω του το κάθε τι διαφορετικό -αυτό που σήμερα ορίζουμε ως "περιβάλλον"- γέννησε την Επιστήμη.
Στην προσπάθεια να εξηγήσει γύρω του το κάθε τι όμοιο -αυτό που σήμερα ορίζουμε ως ''κοινωνία"- γέννησε την Πολιτική (με την Αριστοτελική έννοια).
Στην προσπάθεια να εξηγήσει μέσα του το κάθε τι όμοιο ή διαφορετικό με το έξω του -αυτό που σήμερα ορίζουμε ως "μεταφυσική"- γέννησε τη Θεολογία.
Αυτοί οι τρεις πυλώνες λοιπόν -Επιστήμη, Πολιτική, Θεολογία- στηρίζουν διαχρονικά την ύπαρξη και την καθημερινότητα του Ανθρώπου και -περιέργως- προσπαθούν να επιτελέσουν την ίδια ανάγκη! Ποια είναι αυτή η ανάγκη θα με ρωτήσετε εύλογα... Και εδώ ερχόμαστε στα ποιο δύσκολα! Ο Άνθρωπος -όπως έχει αποτυπωθεί στο υπέροχο "του ειδέναι ορέγεται φύση", δηλαδή ότι από τη φύση του επιθυμεί να μαθαίνει- διαθέτει μια μοναδική, συγκριτικά με τα άλλα ζώα, ικανότητα που την ονομάζω "Αντιληπτότητα". Μέσα της, εμπεριέχονται όλα αυτά που προσπαθούμε να οριοθετήσουμε ως λόγος, λογική, νους, μυαλό, αντίληψη. Και είναι μοναδική όχι ποιοτικά, αλλά καθαρά ποσοτικά. Βέβαια, ακριβώς αυτή η διαφορά ποσότητας είναι που δημιουργεί τη διαφορά ποιότητας με ένα πχ σκαθάρι. Οπότε, βιολογικά ο Άνθρωπος, είναι προικισμένος με περισσότερη συνολική αντιληπτότητα από ό,τι τα υπόλοιπα πλάσματα ετούτης της πλάσης. Και πού φαίνεται αυτή η διαφορά αντιληπτότητας, θα με ρωτήσετε αμέσως μετά... Και εδώ ερχόμαστε στα ακόμα πιο δύσκολα!! Ο Άνθρωπος, μέσα από την αντιληπτότητά του, προσπαθεί να φτάσει σε μια "Πνευματικότητα"... Και το πιο φοβερό, είναι ότι προσπαθεί να το κάνει αυτό και με τις τρεις διαδικασίες απαντήσεων που μέχρι τώρα έχει δώσει στη ζωή του:
Και η Θεολογία, μέσα από το Άγιο Πνεύμα και τους πνευματικούς πατέρες, μας δείχνουν το δρόμο για να σώσουμε το Πνεύμα μας, υποσχόμενοι μια τελική Ζωή, μακρυά από την Ύλη, όπου θα επικρατεί και θα κυριαρχεί μοναχά το Πνεύμα.
Και η Πολιτική, μέσα από τους διαχρονικούς αγώνες και τις μυριάδες θεωρήσεις της ανθρώπινης κοινωνίας, ψάχνει απεγνωσμένα να βρει εκείνα τα στηρίγματα που θα οδηγήσουν σε περισσότερο δικαιοσύνη, σε περισσότερο σεβασμό του ανθρώπου (ως αυταξία), σε περισσότερες ελευθερίες και αξίες, σε περισσότερο πολιτισμό... σε περισσότερο πνευματική ζωή εν τέλει, όπου η ύλη και το υλικό δεν έχουν αξία. Οι πνευματικές αξίες έναντι των υλικών αξιών, διαχρονικά αποτελούν σημείο προστριβής κάθε κοινωνίας (ποια είναι πιο ακριβοδίκαιη και ποια πιο ανελεύθερη, ποια σέβεται τους πολίτες της και ποια όχι), οι οποίες προσπαθούν μέσα από αυτή την αντιπαράθεση να βρουν (ή όχι) τις ισορροπίες τους.
Και φτάνουμε και στην Επιστήμη, η οποία, αυτή και αν αποτελεί κάτι που προάγει το Πνεύμα (ή έτσι τουλάχιστον αυτοπαρουσιάζεται και αυτοπλασάρεται)! Η Επιστήμη, προσπαθεί να τελειοποιήσει την αντιληπτότητά μας και να την προάγει με ταχύτατους ρυθμούς (έτσι νομίζει τουλάχιστον, θεωρώντας ότι η μεγαλύτερη ταχύτητα θα μας πάει πιο γρήγορα και πιο κοντά) στην Πνευματικότητα.
Προσέξτε τώρα όμως, τι συμβαίνει: έχουμε τρεις δρόμους που ακολουθεί ο Άνθρωπος, (που άλλοτε διασταυρώνονται, άλλοτε είναι παράλληλοι, και άλλοτε μάλιστα είναι αντίθετοι) που και οι τρεις έχουν ταμπέλες για να σε οδηγήσουν στον ίδιο προορισμό, δηλαδή την Πνευματικότητα! Άρα, ο Άνθρωπος, μέσα από τη συνειδητοποίηση της αντιληπτότητάς του, γέννησε τρεις και όχι μόνο έναν τρόπο για να φτάσει στο στόχο του και να προαχθεί σε ένα Πνευματικό Ον.
Τώρα όμως, θα μου πείτε και εύλογα, δεν διαφέρουν σε τίποτα αυτές οι τρεις οδοί; Και εδώ ερχόμαστε στα πολύ βαθιά... Το σημείο στο οποίο διαφέρουν, είναι στον τρόπο που προσπαθούν να φτάσουν στην Πνευματικότητα ή με απλά λόγια, στον τρόπο και τη διαδρομή που προτείνουν ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα Αντιληπτότητας-Πνευματικότητας. Και αυτός ο τρόπος, έχει μεν το ίδιο όνομα (θυμηθείτε, είπαμε ότι η ταμπέλα στους δρόμους είναι η ίδια), αλλά διαφορετικό περιεχόμενο και νόημα.
Αυτή η ταμπέλα, ο προτεινόμενος δρόμος δηλαδή, δεν είναι άλλος από την Ηθική! Με θρησκευτική Ηθική (και μάλιστα χριστιανική) μας γαλούχησαν - τι πρέπει να κάνει ο καλός χριστιανός, με Ηθική του Χωριού μας ανέθρεψαν - τι πρέπει να κάνει ο σωστός χωριανός, με Ηθική του Πολίτη μας άνδρωσαν - τι πρέπει να κάνει ο καλός, αγαθός και νομοταγής πολίτης, με Ηθική του Επιστήμονα πλέον μας ελέγχουν - τι πρέπει να κάνει ο καλός επιστήμονας με βάση τα guidelines και τις κατευθυντήριες οδηγίες... Βλέπετε, συνεπώς, πώς όλα μας υπαγορεύουν τί πρέπει να κάνουμε (και μας απαγορεύουν τι δεν πρέπει να κάνουμε...). Και αυτό ακριβώς είναι η Ηθική: το πλαίσιο που μας λέει τί ακριβώς πρέπει να κάνουμε για να είμαστε εντός του (το οποίο μας πλαισιώνει, δημιουργώντας έτσι το περιβάλλον το οποίο διακαώς επιθυμούμε να εξηγήσουμε όπως είπαμε αρχικά...). Η διαφορά όμως των τριών διαδρομών, έγκειται ακριβώς στο περιεχόμενο της κάθε μιας προτεινόμενης Ηθικής. Εξηγούμαι: Η Θεολογία, έχει ένα στέρεο οικοδόμημα και μια ασάλευτη Ηθική, που τη διαιωνίζει ήδη από τα γεννοφάσκια της, αλλάζοντάς την από ελάχιστα ως καθόλου στο πέρασμα των αιώνων. Η Κοινωνία και η Πολιτική, μέσα από την αναμόχλευση και προστριβή τεράστιων μαζών, μέσα από εκατόμβες θυμάτων, μέσα από ετεροπροσδιορισμούς και βιαιότητες, αλλάζει αλλά με βραδύ και εργώδη τρόπο. Το ότι αλλάζει βέβαια η Ηθική της Κοινωνίας, δεν συνεπάγεται ότι αλλάζει και η ίδια τελικά. Το ερώτημα παραμένει: αν επαναλαμβάνεται η Κοινωνία ή αν προχωρά (αλλάζει ο Μανολιός ή βάζει απλά τα ρούχα του αλλιώς;). Τέλος, η Επιστήμη, έχει την πιο μεγάλη ευπλαστότητα στην Ηθική της, την αλλάζει, την προσαρμόζει, την καταρρίπτει και την ανανεώνει, την προσκολλά στα επιτεύγματά της, την γκρεμίζει ή τη στερεώνει στο νέο κάθε φορά τρόπο που βλέπει τον φυσικό κόσμο.
Άρα, για να συνοψίσουμε: οι τρεις διαδρομές έχουν τον ίδιο στόχο, την Πνευματικότητα, χρησιμοποιούν φαινομενικά το ίδιο όχημα, την Ηθική, αλλά αυτό το όχημα διαφέρει ως προς την ταχύτητά του και το περιεχόμενό του, με τη Θεολογία να είναι η πια δύσκαμπτη, την Επιστήμη την πιο ευλύγιστη και την Πολτική-Κοινωνιολογία κάπου στη μέση.
Το πιο βασανιστικό ερώτημα όμως, αγαπητοί μου, είναι ένα άλλο που προκύπτει από τις παραπάνω διαπιστώσεις. Είναι ένα ερώτημα που με βασανίζει έντονα τον τελευταίο καιρό, που γύρω μου βλέπω τόση αδικία, αδιαφορία, αναρχία, τόση υποκειμενικότητα, τόση σαπίλα... Το ερώτημα είναι: η Ηθική είναι κάτι που υπάρχει μέσα μας ως έμφυτο στοιχείο, ως χαρακτηριστικό του είδους μας, του Ανθρώπου, ή είναι ένα κατασκεύασμα της αντιληπτότητάς μας ακριβώς για να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο στην ανάγκη (ψεύτικη; αληθινή;) να φτάσουμε σε μια (ψεύδο;)Πνευματικότητα; Και το ερώτημα είναι θαρρώ κομβικό, γιατί από την απάντησή του ίσως μπορεί να διαφανεί η μελλοντική πορεία του Ανθρώπου: αν η Ηθική είναι ένα έμφυτο χαρακτηριστικό με τον α, β ή γ τρόπο, θα μας οδηγήσει σε βελτίωση, οπότε υπάρχει Ελπίδα, αν όμως είναι απλά ένα εργαλείο κατασκευασμένο, (οπότε, κατασκευασμένο θα θεωρηθεί και όλο το οικοδόμημα της Πνευματικότητάς μας), τότε ο Άνθρωπος απλά οδηγείται σε μια Ουτοπία...
Τυχαία, στη δίνη αυτών των σκέψεων διάβασα το βιβλίο του Κώστα Αξελού "Για μια προβληματική Ηθική". Σας παραθέτω κάποια ενδεικτικά αποσπάσματα:
"Οι παιδιάστικες προβολές κι οι γεροντικοί παλιμπαιδισμοί ενός ουτοπικού αναρχισμού δεν καταφέρνουν ν' ανεβούν καν ένα σκαλοπάτι πάνω από την επιπεδότητα -που όσο πάει και μεγαλώνει- και τους ανθρώπινους περιορισμούς. Τί λοιπόν μένει ν' απογίνει με κείνη τη σκάλα, όπου η ανθρωπότητα πάει να σκαρφαλώσει για ν' ατενίσει τα πέρατα; Μένει άραγε να την τραβήξουμε από τα πόδια μας; Ό,τι ήταν απρόσιτο θα πατηθεί και θα ξεπεραστεί. Έχει κιόλας ξεπεραστεί. Όμως το απόμακρο δεν είναι κάποιο νέο τουριστικό τοπίο. Οι μεγάλες εξουσίες προσπάθησαν να σφυρηλατήσουν έναν ανθρώπινο τύπο. Κι ωστόσο δεν υπάρχει πετυχημένος ανθρώπινος τύπος. Παρηγορηθείτε. Απελπιστείτε. Όλες οι ανθρώπινες ζωές γίνονται όσο πάει και πιο τυποποιημένες, κι όλες οι απάτητες κορφές θα πατηθούν. Οι άνθρωποι, ξεθεωμένοι από την αναμονή μιας νέας θρησκείας, μιας νέας ηθικής, ενός νέου δικαίου, αποζητούν τον κόλπο της μάνας τους: τον αναζητούν στη μητέρα μας την Εκκλησία -που έχει γίνει οικουμενική και τουριστική-, στην αστική κοινωνία -που έχει σαπίσει κι αντιμετωπίζει τώρα το πρόβλημα των πτωμάτων (πώς θα τα βολέψουμε; πώς θα τα ξεφορτωθούμε; πού και πώς θα τα θάψουμε;)-, στη γραφεικοκρατία των κομμουνιστικών κομμάτων, στις φολκλορίστικες αριστερίζουσες ομαδούλες, στην ψυχιατρική και ψυχοθεραπευτική αναζήτηση μιας πανάκειας. Και να που η 'νέα' θεότητα, θρησκευτική και κρατική, κι η συνάμα άθεη και αναρχική, έκανε κιόλας την εμφάνισή της. Ο Ευριπίδης την είχε διαβλέψει. Είναι ο από μηχανής θεός. Δεν πρόκειται για τα γρανάζια της μηχανής ή των μηχανών, αλλά της τεχνικής, της πολύμορφης θεωρητικής και πρακτικής -τεχνικοεπιστημονικής- δραστηριότητας. Αυτή είναι που συνδέει πρόλογο και επίλογο, που υποθάλπει ουτοπίες και ιδεολογίες και μάλιστα καμώνεται ότι αφήνει χώρο για ένα ηθικό ιντερλούδιο". (σελ. 28-29)
"Σαν μια απάντηση στα ήθη, που τώρα αντιμετωπίζονται κατά τις απαιτήσεις της επιστήμης και ρυθμίζονται πάνω στη βάση της τεχνικής αποτελεσματικότητας, προβάλλει εκείνο το σκοτεινό προαίσθημα -που δεν παύει να 'ναι και συναίσθηση πικρίας-, όλων εκείνων που υποψιάζονται πως κι όταν ακόμη δικαιώνεσαι, κι όταν θριαμβεύεις, πάλι είσαι απατημένος και παιγμένος". (σελ. 30)
"Για ν' αξιωθείτε το αχνόφωτο των διάφανων σχέσεων, πρέπει να ξυπνήσετε πολύ νωρίς και να πλαγιάσετε πολύ αργά. Όσο για το θάνατο, κι αυτός, μέσα στην παραδοχή, στο πείσμα μας και το κουράγιο να διατηρήσουμε το κιόλας νεκρό, γυρεύει να παιχτεί αλλιώτικα. Οι νεκροί συνεχίζουν να περιπλανιώνται: στους κύκλους των κοσμικών και φυσικών μεταμορφώσεων, μες στην ανάμνηση, μες στα μελλούμενα του παρελθόντος. Κι όμως, οι άνθρωποι πεισματικά επιμένουν να προϋπαντούν το θάνατό τους -μόλο που τους τρομάζει- αψήφιστα. Ή, πάλι,προτιμούν να πεθάνουν ζωντανοί, για να μην επιζούν με το φόβο του θανάτου. Από φόβο για τη ζωή. Σήμερα, ο κόσμος ονειρεύεται την κατάλυση του θανάτου, την κατάπνιξή του, την αθανασία. Πάντως, ένα είδος θανάτου έχει κιόλας καταλυθεί. Οι άνθρωποι δεν πεθαίνουν πια: εξαφανίζονται. Έτσι, άλλο δεν κάναμε παρά να φιμώσουμε το πρόβλημα. Πρώτα θα έπρεπε να μάθουμε να γερνάμε: να μάθουμε να περιμένουμε, να περνάμε, να γνωρίζουμε ότι θα ξεπεραστούμε. Να γερνάς είναι μια κατάρα και μαζί μια ευλογία. Κι ύστερα, και την ίδια στιγμή, θα 'πρεπε να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχει και μια ζωή που μας σκοτώνει, το ίδιο όπως κι ένας θάνατος που μας κάνει να ζούμε. Αν ο ρόλος της ζωτικότητας είναι να προωθεί, ποιος να 'ναι τάχατες ο ρόλος της θνησιμότητας;" (σελ. 33-34)
"Το ηθικό ερώτημα αφορά τις μεγάλες εξουσίες: μαγικές, μυθικές (και μυθολογικές), θρησκευτικές (και θεολογικές), ποιητικές και καλλιτεχνικές, πολιτικές, φιλοσοφικές (μεταφυσικές), επιστημονικές, τεχνικές (και τεχνολογικές). Εξίσου αφορά και τις στοιχειώδεις δυνάμεις: γλωσσικές και διανοητικές, εργατικές και αγωνιστικές (εξουσιαστικές), ερωτικές και νεκρικές, ψυχαγωγικές (αλλά όχι απλώς ευχάριστες). Μέσα από το ερώτημα της ηθικής εκδηλώνεται μια τάση να διερευνηθεί το 'είναι' και το 'μηδέν' (πέρα από τα όντα και τα μη-όντα), να ερωτηθούν το γίγνεσθαι κι ο χρόνος, ν' αναζητηθεί η ολότητα (που δίνει το παρόν μέσα και πέρα από τα σπαράγματα), μια τάση για ένα άνοιγμα στον κόσμο τον πάντα ανοιχτό και πολυδιάστατο, τάση για μια διαφωνούσα συμφωνία με το παιχνίδι. Το ερώτημα της ηθικής -και το ηθικό πρόβλημα- εγγράφεται στο πρόβλημα του παιγνιδιού του είναι μέσα στο γίγνεσθαι της αποσπασματικής και σπαραγμένης ολότητας του πολυδιάστατου κι ανοιχτού κόσμου". (σελ. 51-52)
"Περισσότερο από κύριος του παιχνιδιού ο άνθρωπος βρίσκεται δούλος του. Ο άνθρωπος κυνηγιέται από τον ένα τόπο στον άλλον, από τη μια στιγμή στην άλλη και σίγουρα δεν είναι μήτε η 'συνείδησή' του μήτε η 'ελευθερία' του πού δίνουν στίγμα στην περιπλάνησή του. Τότε λοιπόν; Ποιος είναι αυτός ο λόγος -θεωρητικός και πρακτικός- που διακατέχει και ωθεί αυτόν που, από την εποχή ακόμη της αρχαιότητας (ελληνικής) έχουν προσδιορίσει σαν 'ζώον λόγον έχον'; Παράξενη στ' αλήθεια κατάκτηση του ανθρώπου που είναι περισσότερο δέσμιος και δούλος. Καμιά διαλεκτική, είτε ιδεαλιστική είτε υλιστική, δεν είναι ικανή να διαβάσει το λόγο του Παιγνιδιού, ίσως γιατί ο λόγος -διαπνέοντας τη θεωρία, δρώντας μέσα στην πρακτική- δεν είναι παρά ένα πρόσωπο, κάτι σαν το θριαμβεύον είδος, τούτου του Παιγνιδιού. Είναι συνεπώς ολότελα φυσιολογικό -μέσα στις νόρμες τις προσαρμοσμένες στο παιχνίδι- ότι η ηθική, που θέλει να παγιώσει το ήθος, δεν καταφέρνει να φωτίσει τους κανόνες του παιγνιδιού της και τους Παιγνιδιού. Μήτε στη σκέψη, μήτε στην πράξη. Έτσι, κάθε ηθική παραμένει προβληματική, από τις παραδοσιακές μέχρι εκείνες που αποκαλούνται επαναστατικές". (σελ. 57)
"...έχουμε να χτίσουμε ένα ύφος ζωής, να στήσουμε ένα παιγνίδι για θνητούς. Τι να κάνουμε; Αυτό που κάνουμε. Αυτό που μας διατάζει να κάνουμε η θεολογική και χριστιανική ηθική, που έγινε ανθρωπιστική και ειδωλολατρική, έπειτα σοσιαλιστική και υπερμοντέρνα. Άλλη ηθική δεν υπάρχει. Τι να κάνουμε; Αυτό που υπαινίσσονται οι παρεκκλίνοντες κι οι επαναστατημένοι, οι αμφισβητίες, οι εναντιωμένοι, οι ανατρεπτικοί και οι παραβάτες. Τι να κάνουμε; Αυτό που μια κατανόηση λίγο πιο αρτιωμένη κι όχι λιγότερο χασματική μάς επιτρέπει να κάνουμε, όσο κρατάει το περιπλανώμενο παιγνίδι μας". (σελ. 59)
"Όλοι οι ορίζοντες πήραν φωτιά ή γίναν στάχτη γιατί ο χώρος τους στένεψε απελπιστικά. Άραγε, δε γίνεται πια να ξαναβρεθεί ο σωστός τόπος κι η σωστή στιγμή; Η γη είναι που μες στις σχέσεις της με τ' άλλα αστέρια γίνεται μοναδικός τόπος, η γη που καταλήγει να είναι αυτό που ήταν, ένα πλανώμενο άστρο, με μια τροχιά υπολογισμένη, μέσα στο χώρο-χρόνο. Το ερώτημα 'τί να κάνουμε' φωλιάζει σε κάθε ερωτηματολόγιο: μπορούμε άραγε να συναρμολογήσουμε μια ηθική που να μην θέτει προβλήματα, που να μην είναι προβληματική; Δηλαδή, μια ηθική που την ίδια στιγμή δεν είναι ηθική;" (σελ. 61)
-Σήμερα, αλήθεια, άλλαξε η ώρα;
-Φίλε, άστο, δεν σου ταιριάζει το ερώτημα. Καλύτερα άλλαξε πλώρα...
"Arrival of the Birds"
by The Cinematic Orchestra
2 σχόλια:
Άλλαξε πλώρα / άλλαξε χώρα...
Νομίζω πιο σημαντικό από όλα
είναι το "άλλαξε Τώρα!"
Καλό (ξ)ημέρωμα...
Δημοσίευση σχολίου