"Χαράματα στα εξωτερικά ιατρεία ενός νοσοκομείου, πηγαίνω να πάρω έναν αύξοντα αριθμό. Ο υπάλληλος είναι ένας χλωμός άντρας, με κίτρινο σπανό δέρμα και γυάλινα μάτια που αποφεύγουν να με κοιτάξουν. Πριν, τον έχω ακούσει να βρίζει μια Τσιγγάνα που δυσκολεύεται να καταλάβει τη διαδικασία. Της μιλάει σχεδόν χυδαία, αλλά κανείς μας στον πηγμένο προθάλαμο δεν τολμά να του πει τίποτα - εδώ είναι το δικό του βασίλειο της απειλής κι εμείς είμαστε στην εύθραυστη στιγμή μας.
Η ουρά είναι μεγάλη και οι καρέκλες λίγες - και βρόμικες. Κάθε καρυδιάς καρύδι. Όλες οι εθνικότητες. Μια χοντρή και υπερβολικά βαμμένη γυναίκα στα 60 που φορτικά ρωτάει τον καθένα τι νούμερο έχει, με μια φωνή μπάσα και βραχνή, τρία λαϊκά ταλαιπωρημένα αγόρια στα 20, με σημάδια στο δέρμα, που κάθονται κατάχαμα στο μωσαϊκό με το κεφάλι στα γόνατα, γυναίκες με φτηνά μαύρα μπουφάν που κρατούν το βιβλιάριό τους όπως την Ιερά Σύνοψη όσοι πίστευαν κάποτε, δυο άντρες σκυθρωποί με το κράνος στα χέρια, πολλοί γέροι, πολλές γριές. Κι εγώ.
Κάθομαι κοντά στο παράθυρο για να βλέπω τα δέντρα έξω. Κι εκείνους που καπνίζουν περιμένοντας. Είναι ωραία μέρα, ή έτσι μου φαίνεται από τη θέση που είμαι. Η κίνηση στον δρόμο αρχίζει σιγά σιγά, οι πρωινοί στις στάσεις μόλις που φαίνονται πίσω από τη γάζα της ομίχλης - υπάρχουν λες, κι ύστερα δεν υπάρχουν. Η ζωή, αδίστακτη, ανεβάζει στροφές.
Κάθε 15-20 λεπτά, η πόρτα του ιατρείου ανοίγει και κάποιος βγαίνει. Συνήθως έχει αβέβαιο βήμα. Μας κοιτάει ντροπαλά και με σκυμμένο το κεφάλι φεύγει. Άλλοι βγαίνουν ξαναμμένοι. Ένας ηλικιωμένος, λίγο σαλεμένος, βγαίνει και χτυπώντας το πόδι του στο πάτωμα φωνάζει: «Έτσι με πάτησες στο χώμα! Ναζί! Με τη ναζιστική σου μπότα! Έτσι με πάτησες στο χώμα! Φόνισσα! Εσύ δεν έχεις καρδιά, δεν είσαι γιατρός, είσαι φόνισσα! Φόνισσααα!’». Και συνεχίζει έτσι, ξαναλέγοντας τα ίδια, να σπρώχνει τους όρθιους στον διάδρομο, που παραμερίζουν κοιτώντας τον αδιάφοροι, βυθισμένοι στα δικά τους.
Γδύνομαι μπροστά σε μια γιατρό λιγνή, ατημέλητη, με στρογγυλά γυαλιά, που συμπεριφέρεται σαν να έχουν σπάσει τα νεύρα της. Θα είναι γύρω στα 55, πιθανολογώ ανύπαντρη - σαν γερασμένο φρικιό. Με υστερική, επαναλαμβανόμενη φρασεολογία, μιλάει στους δυο βοηθούς της για κάτι διαδικαστικό (κάποιος δεν προσκόμισε ένα χαρτί). Η μανία της επαναφορτίζεται αενάως όση ώρα με εξετάζει -τρέμει-, κάτω απ’ την άσπρη της φόρμα φαίνεται ένα λερωμένο μαύρο παντελόνι και φθαρμένα αθλητικά παπούτσια, κάλτσες με μπλε και κόκκινες καρδούλες. Σε μια γωνιά του ιατρείου συνωστίζεται, σκιώδες, ένα τσούρμο φοιτητές και φοιτήτριες - κάθονται όρθιοι και με κοιτάνε με διεσταλμένα μάτια, σαν τρομαγμένοι. Κρατάω την ανάσα μου, με ψάχνουν.
Αλλά μετά, πέντε διαδρόμους πιο κει, σ’ ένα άλλο ιατρείο του ίδιου νοσοκομείου, που πάλι περιμένω για τα περαιτέρω, το κλίμα είναι διαφορετικό. Πίσω από έναν πάγκο η προϊσταμένη με κοιτάει σαν άγγελος. Ή έτσι μου φαίνεται, από τη θέση που είμαι. Έχει βόρειο ιδίωμα, μασάει τα φωνήεντα, μου παίρνει αίμα σαν να με χαϊδεύει. Άρρωστοι έρχονται να της πούνε γεια - τους εύχεται «Καλές Γιορτές», τους πιάνει απ’ τον ώμο. Μας έχει όλους μπροστά της, παραταγμένους, σαν δασκάλα. Μας προσέχει. Φροντίζει να είμαστε καλά. Ακόμα κι όταν δεν είμαστε.
Πάντα, στις μικρές και τις λιγότερο μικρές κολάσεις μου, συναντώ ένα τέτοιο πρόσωπο, που αλλάζει όλη τη δυναμική της δυστυχίας. Γιατί είναι ορισμένοι άνθρωποι που μέσα στην αθλιότητα της (ελληνικής) ζωής καταφέρνουν να μην ξεχνιούνται. Να μην παρασύρονται. Κι ενώ κανείς δεν θα τους πει μπράβο, ούτε θα τους δώσει παραπάνω λεφτά, κάνουν καλά τη δουλειά τους, νοιάζονται για σε. Γιατί το κάνουν; Είναι κορόιδα; Έχουν χρόνο για χάσιμο; Ξεπλένουν αμαρτίες; Ρωτήστε τους! Δεν μου φαίνονται ούτε μαζοχιστές ούτε βλάκες, πάντως. Κάτι ίσως ξέρουν, που εμείς αγνοούμε (Ίσως ότι σημασία έχει ν’ αγαπάς).
Με βήμα ασταθές βγαίνω κι εγώ απ’ το νοσοκομείο. Νηστικός και άυπνος. Δεν είναι τίποτα λοιπόν, θα ζήσω. Στην είσοδο μια κοντή, μαυριδερή γυναίκα με ασιατικά μήλα και σχιστά μάτια πουλάει εικόνες αγίων. Στο απέναντι περίπτερο εφημερίδες, Κρίση. Κλειστό κέντρο. Λαχτάρα για φίλους και νησί. Φαΐ, κρασί και τον δικό σου άνθρωπο.
Σε δέκα λεπτά έχω χαθεί πάλι στη γλύκα του κόσμου."
Δεν έχω να πω κάτι σχετικά με την αίσθηση που αφήνει σε έναν ασθενή η επίσκεψη σε ένα δημόσιο νοσοκομείο και μάλιστα πανεπιστημιακό. Η περιγραφή του συντάκτη του παραπάνω άρθρου είναι γλαφυρότατη και πολύ πετυχημένη. Και πρέπει αυτό να αποτυπώνεται και να καταγράφεται για να δίνει αφορμή για συζήτηση.
Αυτά που έχω να πω όμως, αφορούν την εξήγηση των περιγραφόμενων γεγονότων, συμπεριφορών και καταστάσεων, χωρίς καμία μα καμία προσπάθεια να τα δικαιολογήσω. Πρώτος είμαι εγώ που ντρέπομαι που είμαι ιατρός σε ένα τέτοιο σύστημα παροχής φροντίδας.
Λες, αγαπητέ συντάκτη, ότι η ουρά είναι μεγάλη και οι καρέκλες λίγες - και βρώμικες. Αναρωτήθηκες γιατί η ουρά είναι μεγάλη; Αναρωτήθηκες, γιατί κανείς και σε κανένα επίπεδο ή βαθμίδα του συστήματος υγείας, ούτε στην πρωτεύουσα μα ούτε και στην περιφέρεια που υποτίθεται είναι πιο εύκολο, δεν κάνει αυτό που λέγεται (και σε συστήματα του εξωτερικού δεν εννοείται να μην γίνεται) διαλογή; Δεν γίνεται ένας ιατρός που εφημερεύει 24ώρες να κάνει τη διαλογή μέσα στο χώρο των επειγόντων, για αρρώστους που πιθανόν να μπορούσαν κάλλιστα να αντιμετωπιστούν σε τακτική βάση (στα τακτικά ιατρεία, με ραντεβού δηλαδή), ή για αρρώστους που μπορεί να βήχουν εδώ και έναν μήνα, ή μπορεί να έχουν βγάλει ένα εξάνθημα εδώ και κανά τρίμηνο... Μην σας φαίνονται παράξενο αυτά που λέω. Και φυσικά δεν εννοώ να μην αναζητήσει βοήθεια αυτός που βήχει κανά μήνα, αλλά οφείλει το σύστημα να τον κατευθύνει σωστά, ώστε να απευθύνει το πρόβλημά του εκεί που πρέπει. Ποια η κατάληξη όταν δεν γίνεται αυτό; Το τμήμα επειγόντων να γίνεται τμήμα τακτικών ιατρείων, που καμιά φορά, έτσι από σπόντα, φιλοξενεί και ασθενείς που έχουν κάτι επείγον και απαιτούν -ορθώς- επείγουσα αντιμετώπιση. Τι εννοώ, εν ολίγοις; Το τμήμα επειγόντων ενός νοσοκομείου, οφείλει να προστατεύεται από το σύστημα ως κορωνίδα, αν θέλει να είναι πρώτης γραμμής επείγουσας αντιμετώπισης. Αλλιώς καταντά, αποθήκη ελπίδων, parking ψυχών, διαξιφισμό υστεριών που τραβούν οι λογής λογής ιατροί και νοσηλευτές που εργάζονται εκεί μέσα...
Επίσης, για την καθαριότητα του χώρου, από τις καρέκλες ως τους τοίχους, ποιος ευθύνεται; Αυτός που θα βρωμίσει την καρέκλα ή την τουαλέτα; Ο καθαριστής, που κανείς δεν ξέρει πώς προσλήφθηκε, που δεν εμπνέεται από τίποτα, μιζεριάζει για αυτό που κάνει και θέλει να κάνει το 8ωρό του και να φύγει; Το σύστημα που δίνει λίγα χρήματα για ανανέωση και επισκευές των χώρων;
Λες, ότι γδύθηκες μπροστά σε μια 55χρονη ιατρό, που συμπεριφέρεται σαν να έχουν σπάσει τα νεύρα της... Γιατί σαν αγαπητέ μου; Έχουν σπάσει τα νεύρα της είναι η πραγματικότητα... Και ναι, είναι γερασμένο φρικιό (όχι σαν γερασμένο φρικιό) από τα ατελείωτα ξενύχτια περίπου 30 ετών εργασίας, τις τόσες άυπνες βραδιές... Γιατί όλα αυτά; Έχεις αναρωτηθεί με πόση βλακεία έρχεται αντιμέτωπη αυτή η γυναίκα καθημερινά; Είτε αφορά συνεργάτες στο χώρο εργασίας, είτε ακόμα αφορά τους ίδιους τους αρρώστους. Και δεν το λέω υποτιμητικά για αυτούς (διότι κάλλιστα μπορεί να ανήκω και εγώ ανάμεσά τους), αλλά το λέω για να τονίσω τη δυσκολία επικοινωνίας που υπεισέρχεται στο καθημερινό παιχνίδι ενός ιατρού (πιθανόν βλάκα και αυτού!)... Ένας ιατρός, καλείται να δώσει απαντήσεις για όλα. Ακόμα και για αυτά που δεν απαντιούνται. Άντε πες το αυτό στον κάθε παππού και γιαγιά, ή ακόμα-ακόμα στον κάθε νέο που αρρωσταίνει ξαφνικά και βλέπει να χάνεται η ζωή του... Να μην μιλήσω για τον κάθε συγγενή που καραδοκεί απέξω με ανάμικτα συναισθήματα στενοχώριας, αγωνίας, θυμού. Στην πρώτη ευκαιρία, θέλει να επιρρίψει ευθύνες στον ιατρό. Δεν το παρεξηγώ. Εξάλλου αυτό το ερμηνεύει και η ψυχολογία: κάπου πρέπει να εκτονωθεί έκαστος άνθρωπος... Η αρρώστεια για το μυαλό του ανθρώπου, είναι παρά φύσει κατάσταση. Κάποιος πρέπει να ευθύνεται για αυτό, ή τουλάχιστον να απολογηθεί για αυτό... Ακόμα και ο πρώτος τυχόντας... που δεν είναι άλλος από τον ιατρό που εφημερεύει. Ένας ιατρός λοιπόν, δεν είναι μόνο ιατρός. Οφείλει να είναι και ψυχολόγος, και κοινωνικός επιστήμονας, και να αντέχει την διαφορετική αντίληψη, πεποίθηση, διαφορετική κοσμοθεωρία του καθενός, ώστε να μπορέσει να του εξηγήσει το πρόβλημά του όσο και την αντιμετώπισή του ... Για όλα αυτά όμως, απαιτείται αρκετή υπομονή. Σε ένα τέτοιο σύστημα υγείας όμως που όλοι ζούμε, το μόνο που δεν γίνεται είναι να προστατεύεται και να γίνεται σεβαστή η υπομονή των εργαζομένων του... Και ένα τρανταχτό παράδειγμα, αγαπητέ συντάκτη, το βλέπεις και μόνος σου: με υστερική φρασεολογία, μιλάει στους βοηθούς της για κάτι διαδικαστικό (κάποιος δεν προσκόμισε ένα χαρτί). Όταν αυτό το σύστημα, αντί για ιατρό σε κάνει γραφιά, τηλεφωνητή, γραμματέα, τελικά διεκπεραιωτή της απύθμενης και παράλογης γραφειοκρατίας, σε αναλώνει στις διαδικασίες και όχι στις πράξεις... Σε κάνει να ακολουθείς τα βήματα του συστήματος δουλικά, και όχι να πράττεις. Σε κάνει να δέχεσαι και να ακολουθείς και όχι να ενεργείς... Πώς να μην φρικάρεις, όταν ξέρεις ότι αυτό το ένα τόσο δα μικρό και γαμημένο κωλόχαρτο που λείπει, είναι ικανό να μπλοκάρει όλην την προσπάθεια να προωθηθεί ο ασθενής στο επόμενο στάδιο διερεύνησης και αντιμετώπισης του προβλήματός του; Έχουμε μπλέξει με χαρτιά... Χαρτιά, χαρτιά, χαρτιά... Ο άρρωστος όλος, συντίθεται στο ιατρικό μυαλό, ως ένα σύνολο χαρτιών, παραπεμπτικών, εξετάσεων... Ένα να λείπει από δαύτα, καταρρέει όλη αυτή η εικόνα και σκορπίζεται σε χίλια κομμάτια... Και το καλυτερότερο δεν σας το είπα: αν αυτά τα χαρτιά, δεν έχεις να τα συρράψεις με κάποιο συρραπτικό, τότε την έβαψες, γιατί αυτά θα χαθούν, μέχρι ο άρρωστος να βγει από το ΤΕΠ... Δημόσια δήλωση: το πιο σημαντικό εργαλείο ενός εφημερεύοντα ιατρού σε δημόσιο νοσοκομείο, το οποίο αν εξαφανιστεί, ο ιατρός αδρανοποιείται και είναι ανίκανος να παρέχει τις φροντίδες του, δεν είναι το στηθοσκόπιο, δεν είναι το σφυράκι, δεν είναι ο φακός, είναι το... συρραπτικό!
Λες, για την προϊσταμένη του τμήματος και την ευγενική της ψυχή. Χαίρομαι που υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι. Σου ξεφεύγει όμως κάτι: η προϊσταμένη, δεν κάνει κανένα νυχτερινό ωράριο, ρωτάει πάντα τους ιατρούς για τα πάντα που αφορούν τους αρρώστους και έτσι οι ευθύνες της λιγοστεύουν κάπως, έχει το πολύ 8ωρο εργασίας 5ημερο και κανένα Σ/Κ, έχει ημέρες άδειας που μπορεί να πάρει όποτε θέλει, γιατί πολύ απλά... είναι η προϊσταμένη και όταν λείψει την αντικαθιστά πάντα κάποιος άλλος υπο-προϊστάμενος... Θα μου πεις βέβαια, μα αυτή η γυναίκα, για να φτάσει εκεί που είναι, και νυχτέρια έχει κάνει, και Σ/Κ και αργίες και ξενύχτια έχει περάσει. Και δεν θα διαφωνήσω μαζί σου φυσικά. Θα σε ρωτήσω όμως ένα πράγμα, που στο άρθρο σου δεν το γράφεις: πόσο χρονών την κάνεις την προϊσταμένη; Αν μου πεις γύρω στα 55 και αυτήν (οι δικιές μου οι προϊσταμένες σε ΤΕΠ και κλινική δεν υπερβαίνει η μια τα 45 και η άλλη τα 50), σε αφήνω να κάνεις μόνος σου την σύγκριση με την ιατρό που έχει φρικάρει, που είναι γερασμένο φρικιό, που βρίζει, που φωνάζει, που δεν είναι σωστή, που είναι τέρας πραγματικό... Άρα, δες ότι πάλι ο ιατρός, υστερεί στην αντιμετώπιση που έχει από αυτό το σύστημα, συγκριτικά με άλλους εργαζόμενους του.
Και κάτι τελευταίο, ως προσωπικό παράπονο: η προϊσταμένη των ΤΕΠ μου, που μας έδωσε να διαβάσουμε αυτό το άρθρο της Lifo, και μάλιστα μας το έδωσε με αγάπη (και δεν αμφιβάλλω επ' αυτού), κατά την άποψή μου, ανήκει σε αυτήν την κατηγορία ανθρώπων που τους χαρακτηρίζω ως λάθος άνθρωποι σε λάθος θέσεις... Είναι καλή, είναι χρυσή, είναι άγια ενδεχομένως, αλλά από αυτή τη θέση που είναι, της προϊσταμένης ενός τόσο νευραλγικού χώρου όπως το ΤΕΠ, δεν μπορεί να βοηθήσει να επιλυθούν βασικά προβλήματα λειτουργίας. Δεν φτάνει μόνο η καλή διάθεση. Απαιτείται και πυγμή. Αυτό το σύστημα, το τόσο αποσαρθρωμένο και αποστηματοποιημένο, απαιτεί επιθετική και βαθιά χειρουργική αντιμετώπιση. Και ο όρος χειρουργική, χρησιμοποιείται εδώ, τόσο με την έννοια του να βάλουμε όλοι ένα χεράκι, όσο και του να κόψουμε, να καθαρίσουμε, να εξαιρέσουμε και να απομακρύνουμε μακρυά από το (υγειονομικό) σώμα μας, μικρόβια, καρκίνους, αποστήματα με νύσσοντα εργαλεία, όπως αυτά της αλήθειας, της εντιμότητος, του σεβασμού.
Δεν θέλω να κουράσω άλλο. Και δεν προσπαθώ να δικαιολογήσω πράγματα και καταστάσεις, ή να υπεραμυνθώ του επαγγέλματός μου - αντίθετα είμαι ο πρώτος που έχω παράπονα, που έχω πολλά νεύρα, που το βρίζω. Προσπαθώ να εξηγήσω τα φαινόμενα. Διότι, μια καλή εξήγηση, μας επιτρέπει να δούμε πιο σφαιρικά την εικόνα και ίσως έτσι να δούμε πιο ξεκάθαρα τις αιτίες του κακού. Και όταν το κάνουμε αυτό, ίσως -αν συντρέχουν και οι κατάλληλες συνθήκες και συγκυρίες- να κατορθώσουμε να τις πατάξουμε και να αναδείξουμε μια ιατρική επιστήμη πιο κοντά στις βαθιές φιλοσοφικές της κατευθύνσεις, που δεν είναι άλλες από τις πανανθρώπινες αξίες της φροντίδας και του σεβασμού του ανθρώπου από άνθρωπο...
Υ.Γ.1: Αγαπητέ αναγνώστη, κλείνεις το άρθρο σου με την πανέμορφη φράση, σε δέκα λεπτά έχω χαθεί πάλι στη γλύκα του κόσμου... Τυχερός, γιατί κάποιοι εφημερεύοντες ιατροί μένουν να φαντάζονται ή στην καλύτερη περίπτωση, να αγναντεύουν αυτή τη γλύκα του κόσμου από ένα παράθυρο, κλεισμένοι σε ένα χώρο για κάπου μεταξύ 24-30 ώρες, πολλές φορές χωρίς φαγητό, χωρίς ύπνο... Για το κατούρημα, ευτυχώς τα νοσοκομεία διαθέτουν ουροκαθετήρες και έτσι λύνεται το πρόβλημα και κανείς δεν παίρνει και χαμπάρι! Αλήθεια, ψάχνω κάποιο άλλο επάγγελμα στη χώρα μας που να δουλεύει συνεχόμενα τόσες ώρες... Μόνο ο πιλότος υπερατλαντικών ταξιδιών ή ο πλοίαρχος κρουαζιερόπλοιων ή μεγάλων εμπορικών πλοίων, μου έρχονται στο μυαλό. Καμιά άλλη ιδέα;
Υ.Γ.2: Αγαπητέ αναγνώστη, αν εσύ με αφορμή την εμπειρία σου, κατέγραψες τις σκέψεις που σε ενοχλούν κάτω απ' την καρδιά, όπως λες στον τίτλο σου, δέξου με σεβασμό και τις δικές μου καθημερινές σκέψεις και βιώματα που με ενοχλούν, από βάθους καρδιάς...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου