Το μεράκι το κρυφό...



Διαβάζω για την κοινωνική γέννεση των αισθημάτων σε μια εποχή παλαιότερη από τη δική μας, όχι πολύ μακρινή βέβαια, καθώς είναι η εποχή των παππούδων και των προπαππούδων μας.

Διαβάζω για το πώς γυναίκες και άντρες αναγκάζονταν να συμβιώσουν με ανθρώπους που δεν τους είχαν δει ποτέ μέχρι τη νύχτα του γάμου τους, για το πώς μάθαιναν να αγαπούν (αλήθεια μαθαίνεται; νόμιζα ότι βιώνεται η αγάπη...), για το πώς μάθαιναν να σέβονται και να υπομένουν τα χούγια του άλλου... Τι πράγμα σου είναι το κοινωνικό πλαίσιο και η συνήθεια; Πόση ευπλαστότητα η ψυχή και ο νους του ανθρώπου; Πόση υποβολή; Πώς μπορείς να πεις έναν άνθρωπο, άνθρωπό σου, όταν δεν τον ξέρεις καν;

Και εκεί που αναρωτιόμουν αυτά, ντριννν... να σου το τηλέφωνο να χτυπά!

-Καμάρι μου! Σε πεθύμησα, τι μου κάνεις;
-Γιαγιάκα μου! Και εμένα μου έλειψες... Πώς περνάς;
-Άσε με εμένα, εμείς οι γέροι τα φάγαμε τα ψωμιά μας, εσύ να μου πεις πώς περνάς...

Και σκέφτηκα: τα φάγατε τα ψωμιά σας, δυστυχώς ξεροσφύρι, χωρίς λίγο σαλτσούλα, χωρίς ένα γλύκισμα για επιδόρπιο, χωρίς λίγη χαρά, όλα καταναγκαστικά έργα και όμως μέσα σε αυτό το κοινωνικό πλαίσιο επιβιώσατε, μεγαλουργήσατε, πήγατε ένα βήμα πιο μπροστά τον κόσμο, τη γης, τα βουνά, τον πολιτισμό... Εν αντιθέσει με σήμερα, την εποχή του iPhone, που τα 'χουμε ολότελα χαμένα και πάμε κατά διαόλου.

Κάποτε όμως αυτοί οι άνθρωποι, υπήρξαν μοντέρνοι, είχαν τις ευκαιρίες τους, έζησαν (έστω όπως έζησαν...). Και παρέμειναν με χαμόγελο στα χείλη. Παρέμειναν με μια συγκλονιστική στωικότητα στο βλέμμα. Παρέμειναν ζωντανοί. Παρέμειναν άνθρωποι.

Τι ήταν αυτό που τους κράτησε μαζί κάτω από την ίδια στέγη; Τι ήταν αυτό που τους μόνιαζε πάνω στο ίδιο κρεββάτι; Τι είναι αυτό που έπνιγε τα αρνητικά συναισθήματα και τις διαμαρτυρίες των εσωψύχων τους;

Πόσες ζωές; Πόσες χαμένες ζωές; Πόσες αδικημένες υπάρξεις; Και κανείς δεν τους γνωρίζει, δεν τους θυμάται, δεν τους μελετά...


Τιμής ένεκεν λοιπόν, ας ακούσουμε την ιστορία τους, όπως αυτή πρωτοδιατυπώθηκε. Όχι, ότι οι σημερινές επανεκτελέσεις, δεν είναι καταπληκτικές, αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε από πού ξεκίνησαν τα πράγματα. Έτσι δίνεται σαφέστερη η έννοια της συνέχειας, και γιατί όχι και της συνοχής των κοινωνιών, των παρελθόντων και παρόντων χρόνων...

Δεν είμαστε πρώτοι κύριοι, ουδέποτε υπήρξαμε πρώτοι... Δεν είμαστε οι μόνοι μοντέρνοι. Πάντα, πριν από εμάς, υπήρξαν κάποιοι άλλοι, παντελώς άγνωστοι μας, που για την εποχή τους υπήρξαν και αυτοί μοντέρνοι. Και άλλο πράγμα να είσαι μοντέρνος όταν όλα είναι αντίθετα, και άλλο να είσαι μοντέρνος όταν όλα σε διευκολύνουν να ακολουθείς τη μαζα...


"Είσαι εσύ ο άνθρωπός μου"
Στίχοι: Μ. Μάτσας
Μουσική: Σ. Περιστέρης
Ερμηνεία: Σωτηρία Μπέλλου






Εκείνη, σταθερά στο πόστο της, να πλέκει, δίπλα στην πάντα αναμμένη κουζίνα της, έχοντας νικήσει το θάνατο ουκ ολίγες φορές με χαραγμένες στο πρόσωπό της τις ατελείωτες μάχες... Μαζί όμως, έχει νικήσει και το χρόνο, και πλέον δεν φοβάται τίποτα. Φοβούνται οι ατσάλινες καρδιές;



Εκείνος, να παλεύει με θεούς και δαίμονες, σε μια δική του προσωπική μάχη, σε δικούς του ρυθμούς, σε έναν δικό του κόσμο. Πρώτα, στον κόσμο της λαοθάλασσας και κατόπιν στον κόσμο της σιωπής... Όπως και να' χει του αξίζει το γράμμα "S", είτε για το Superman της δύναμης του λόγου του, είτε για το SuperBarba-Strat για τον ενθουσιασμό του χορού του, είτε για τη Σοφία που φέρει, είτε τέλος για τη Σιωπή μέσα από την οποία εκφράζεται...



Μαζί, πέρασαν πολλά. Ξεκίνησαν με προικοσύμφωνα... Και αυτοί, όπως τόσοι άλλοι. Έγδαραν βουνά, μάδησαν δένδρα, όργωσαν ψυχές και συνειδήσεις... Έκαναν οικογένεια. Συνυπήρξαν. Αποτέλεσαν σύζυγοι... Και δόξα να λέμε, αντέχουν ακόμα να κρυφοχαμογελούν και να ποζάρουν σαν μικρά παιδιά σε μια φωτογραφική μηχανή, την έννοια της οποίας την γνώρισαν από την μεσότητα της ζωής τους και δώθε...



Και αυτοί που ορίστηκαν συνεχιστές τους, παιδιά και εγγόνια, τυχεροί που τους είχαν δίπλα τους στα πρώτα τους τρεκλίζοντα βήματα. Και αν τα αισθήματα που τους πρωτόμαθαν, είναι άλλης εποχής και έρχονται σε αντίθεση με αυτά της σημερινής εποχής, είναι στο χέρι τους, να χαράξουν τη δική τους πορεία. Φέρουν βαρύ όνομα. Φέρουν τεράστια ιστορία. Φέρουν τύχη και φέρουν στην καρδιά τους ευφορία. Μια ευφορία που εκπορεύεται από άλλες εποχές, αυτές των παππούδων μας και η οποία μας δείχνει το δρόμο της συνέχειας...