"Αλλά αυτή η τρομερή εξουσία θανάτου εμφανίζεται τώρα ως συμπληρωματική μιας εξουσίας που ασκείται με θετικούς όρους επί της ζωής, που επιχειρεί να τη διαχειριστεί, να την αυξήσει, να την πολλαπλασιάσει, να ασκήσει πάνω της επακριβείς ελέγχους και συνολικές ρυθμίσεις [...]. Οι πόλεμοι δεν γίνονται πλέον στο όνομα του ανώτατου άρχοντα που πρέπει να προστατευθεί. Γίνονται στο όνομα της ύπαρξης όλων. Πληθυσμοί ολόκληροι ωθούνται σε αλληλοεξόντωση στο όνομα της ανάγκης τους να ζήσουν.
[...] Αυτό που διεκδικείται και τίθεται ως στόχος είναι η ζωή, νοούμενη ως θεμελιώδεις ανάγκες, ως συγκεκριμένη ουσία του ανθρώπου, ως εκπλήρωση των δυνατοτήτων του, ως πληρότητα του δυνατού. Λίγη σημασία έχει αν πρόκειται ή όχι για ουτοπία. Πρόκειται για μια εξόχως πραγματική διαδικασία πάλης. Η ζωή ως πολιτικό αντικείμενο εννοήθηκε τρόπον τινά κατά λέξη και μεταστράφηκε ενάντια στο σύστημα που επιχειρούσε να την ελέγξει. Η ζωή, πολύ περισσότερο από το δίκαιο, έγινε τότε το διακύβευμα των πολιτικών αγώνων, ακόμη κι αν αυτοί διατυπώνονται με διακηρύξεις δικαίου. Το "δικαίωμα" στη ζωή, στο σώμα, στην υγεία, στην ευτυχία, στην ικανοποίηση των αναγκών, το "δικαίωμα" πέραν κάθε καταπίεσης ή "αλλοτρίωσης" που έχει κανείς να ανακτήσει αυτό που είναι και ό,τι μπορεί να είναι, αυτό το "δικαίωμα" που είναι τόσο ακατανόητο για το κλασσικό νομικό σύστημα, ήταν η πολιτική απάντηση σε όλες αυτές τις νέες διαδικασίες εξουσίας που δεν παραπέμπουν, ούτε αυτές, στο παραδοσιακό δίκαιο της ανώτατης αρχής. "
(αποσπάσματα χωρίς άδεια αναδημοσίευσης από το "Ιστορία της Σεξουαλικότητας: η βούληση για γνώση" του Μισέλ Φουκώ, εκδ. Πλέθρον, 2011)
Και κάπου εδώ αποκαλύπτεται το μεγάλο μπέρδεμα στο οποίο έχει περιέλθει η σύγχρονη κοινωνία μας. Ο καθένας έχει λόγο για τα πάντα και "δικαίωμα" στα πάντα. Να ντυθεί όπως θέλει και να κυκλοφορήσει όπου θέλει, να τρυπήσει τη μούρη του όπως αυτός γουστάρει, να μπαλαμουτιάζεται όταν, όπως και με όποια ή όποιον αυτός γουστάρει, να λέει ό,τι γουστάρει και σε όποιον γουστάρει, να κάνει ό,τι γουστάρει εν ολίγοις... Έκαστος, αντιλαμβάνεται διαφορετικά και διαχειρίζεται διαφορετικά τον εαυτό του. Και το καλύτερο; Έκαστος, διεκδικεί τη διαφορετικότητά του... μέσα σε έναν αντίλογο ηθικής ή δημοσίας αιδούς, που και αυτά διεκδικούν την πρωτοκαθεδρία σε μια κανονιστική κοινωνική δομή (κανονιστική, με την έννοια του Κανόνα, του Πρέπει...).
Κάπου εδώ όμως, αποκαλύπτεται και η θέση της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, που στοχεύοντας την καταγραφή, ερμηνεία και διασφάλιση της διαφορετικότητας εκάστου ανθρώπου επί της γης, κατορθώνει τελικά να προασπίζεται αυτό το "δικαίωμα" στη διαφορετικότητα, που δεν ξέρω τελικά πού πραγματικά οδηγεί...
Ξέρω πού θα ήθελα να οδηγεί, αλλά με όλα αυτά που βλέπω γύρω μου, δεν ξέρω αν οδηγεί εκεί που ονειρεύομαι. Αλλά, ιδού το μέγα κατόρθωμα της Ανθρωπολογίας: να μου δημιουργεί άμεσα αντίλογο σε αυτή τη σκέψη, και να μου δικαιολογεί όλους εκείνους τους συνανθρώπους μου που ονειρεύονται για παράδειγμα έναν κόσμο ακριβώς αντίθετο από αυτόν που ονειρεύομαι εγώ... Και ιδού το βραχυκύκλωμα της διανοίας: ό,τι και αν σκεφτώ, έχει την ίδια στιγμή δημιουργηθεί και το αντίθετό του και μάλιστα μέσα από ένα σύστημα κατανόησης του "δικαιώματός" του για ύπαρξη! Όπως, στη Φυσική, και άρα στη Φύση, δεν μπορούμε να μιλάμε για δημιουργία της ύλης, χωρίς να κάνουμε λόγο για δημιουργία της αντι-ύλης, έτσι και στην κοινωνία των ανθρώπων, πλέον σήμερα δεν μπορούμε να δαμάσουμε τις σκέψεις μας, χωρίς ταυτόχρονα να μάσουμε (το λέμε στο χωριό μου αντί του "μαζέψουμε") στο τραπέζι της συζήτησης και όλες τις αντίθετές τους... Και έτσι, λίγο ή πολύ, έχουμε δημιουργήσει αγαπητοί μου, το... Χάος!
Ο Φουκώ το είπε ορθότατα θαρρώ: πραγματικά, ούτε το παλιό ούτε το νέο σύστημα εξουσίας, δεν μπορεί να αντιληφθεί την καινούργια αυτή εννοιοδότηση της λέξης "δίκαιο". Και από εκεί ξεκινά η περιπλάνηση (για να μην πω "αποπλάνηση") της καθημερινότητας του σύγχρονου ανθρώπου... Ο άνθρωπος, έχει χάσει το δίκαιο του, το φυσιολογικό του, τον προσανατολισμό του. Αν κάποτε αυτές οι έννοιες του έδιναν κάποια ψευδαίσθηση σταθερότητας, τη σήμερον ημέρα, πλέον ούτε αυτά τα κατάλοιπα υπάρχουν, για αυτό ο κόσμος μας πηγαίνει τυφλά (και καρφί) στη νεύρωση και στις ψυχώσεις... Είναι εποχή, που έχει χαθεί η θρησκεία, η ηθική, το δίκαιο, το φυσιολογικό, το βέβαιον, το ασφαλές... Είναι εποχή, που ανατρέποντας τα πάντα, δεν υπάρχει προσανατολισμός. Ούτε από την ίδια την εξουσία, ούτε από τον ίδιο τον εξουσιαζόμενο. Κάποτε, ένας από τους δυο είχε τα χαλινάρια. Σήμερα, δεν τα έχει κανείς. Και έτσι, το (παρ)άλογο της Ιστορίας τρέχει μανιασμένο προς το γκρεμό.
Πάλι με το ρίσκο να παρεξηγηθώ και σε αυτήν την ανάρτηση, όπως και στην προηγούμενη, ότι δεν υποστηρίζω τη διαφορετικότητα, ή ακόμα ότι φλερτάρω με ρατσιστικές απόψεις, θέλω να δηλώσω μόνο ότι το θέμα του ρατσισμού, είναι τόσο βαθύ και ανέγγιχτο πραγματικά, όσο η πιο μύχια όψη εαυτού μας. Ο ρατσισμός είναι μέσα μας. Μέσα μας οφείλουμε να στρεφόμαστε όταν ασχολούμαστε με το θέμα του ρατσισμού. Μέσα μας θα βρούμε και τη διαφορετικότητά μας. Μέσα μας αν κοιτάξουμε, θα δούμε τη μαυρίλα και τη σαπίλα που γεννούν το ρατσισμό. Η διαφορετικότητα για μένα έγκειται στο ποιος πραγματικά τολμά να κοιτάξει προς τα εντός του. Δηλαδή, για το ποιος τολμά να κοιτάξει προς τα εντόσ-θιά του... Μην σας αηδιάζει η λέξη! Να σας αηδιάζει η πράξη και το περιεχόμενο. Αυτό, είναι ο ρατσισμός. Να σου ανακατεύονται τα συκώτια, όταν σκέφτεσαι τα δικά σου τα συκώτια... Να μην αντέχεις ούτε καν τον ίδιο σου τον εαυτό. Να μην μπορείς να δεχτείς τη φόλα της δικής σου της ύπαρξης και να την πνίγεις στα ακριβά αρώματα. Πώς λοιπόν, να αποδεχτείς την ύπαρξη του άλλου, όταν δεν αφήνεις χώρο ούτε για τον εαυτό σου;
Αντιλαμβάνεστε τελικά από πού ξεκινά το επιφαινόμενο της μη αποδοχής του άλλου, που απλά και επιπόλαια ορίζουμε σήμερα ως ρατσισμό;
Αντιλαμβάνεστε τελικά ότι ο ρατσισμός δεν αφορά το πώς συμπεριφερόμαστε στους άλλους, αλλά το πώς συμπεριφερόμαστε στον εαυτό μας;
Αντιλαμβάνεστε τελικά πόσο δύσκολο είναι να εκριζωθεί ο ρατσισμός από τη συνείδησή μας;
Αντιλαμβάνεστε ότι πίσω από τα επιφαινόμενα είναι τα κενά φαινόμενα;
Ότι πίσω από τους ανθούς, τους καρπούς, τα χρώματα και τα αρώματα που ζουν και αναπνέουν στο φως και κάτω από τον ουρανό, είναι οι ρίζες, κακάσχημες και τρομακτικές, γεμάτες λασπουριά και ζουζούνια, καταδικασμένες να ζουν στο σκοτάδι και τη μαυρίλα;
Μα πόσο ωραία περιγράφει αυτή τη διαπίστωση το παρακάτω παραδοσιακό μέγα άσμα;
Πόσο ωραία αντιπαραβάλει την Κανελόριζα και το Άνθος της κανέλας; Την απαρχή και το τελείωμα; Τη βάση και την κορυφή; Τα φαινόμενα και την αιτία τους;
"Κανελόριζα"
Παραδοσιακό
Εκτέλεση: Γιώργος Μιχαήλ
(από τη συνεργασία του με τον Θ. Παπακωνσταντίνου)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου