Απ' τον Ελύτη ως τον Σεφέρη το πιο βαθύ σκοτάδι φαίνεται το μεσημέρι...



Ποίηση: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Δημήτρης Παπαδημητρίου
Ερμηνεία: Ελευθερία Αρβανιτάκη



Ξεκινήστε να ταξιδεύετε με τους στίχους του μεγάλου ποιητή...


Κρατήστε τον στίχο:

"για αλλού, για αλλού ξεκίνησα..."


Θυμηθείτε ότι ο ίδιος ποιητής, είχε πει:

"Το ελάχιστο θέλησα και με τιμώρησαν με το πολύ..."


Όπως, επίσης ότι έχει πει και εκείνο το:

"Εάν εντείνετε το λευκό θα φτάσετε στο μαύρο..."



Και τώρα συνδυάστε τα όλα αυτά μαζί, μπας και βγάλουμε συμπέρασμα για τη ζωή μας:

Ξεκινάς για αλλού, θέλοντας κάτι μικρό, όχι μεγάλο, όχι βαρύγδουπο ("Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά", είχε πει ο άλλος μεγάλος, ο Γ. Σεφέρης, στο ίδιο μήκος κύματος με αυτά που διαπραγματευόμαστε εδώ), όχι κίβδηλο, όχι φτιασιδωμένο, παρά μόνο ξεκινάς από το ελάχιστο αυτού του κόσμου. Με αυτό το ελάχιστο όμως, σου μάθανε ότι μπορείς να φτιάξεις ολάκερο τον κόσμο (το είχε πει και αλλού ο Ο. Ελύτης "Αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις"). Στο έχουν δείξει και οι άνθρωποι που σε ανάθρεψαν, με την ίδια τη ματωμένη ζωή τους, ότι μπορείς. Και πλέον πέρασε στο αίμα σου, γιατί και εσύ αίμα αυτών που στο δείξανε είσαι, πέρασε στον εγκέφαλό σου, στα μάτια σου, στον τρόπο που ψηλαφάς τη ζωή, στο βλέμμα σου απέναντι στην καθημερινότητά.

Σου είπαν όμως, να είσαι και απόλυτος, ως ισοδύναμο του "έντιμος", του "ακλώνητος". Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα προστατέψεις το ελάχιστο που κρατάς στα χέρια σου, αλλιώς θα εξαφανιστεί στο πρώτο φύσημα του ανέμου. Το "απόλυτο" όμως, έχει μέσα του το πολύ. Το πάρα πολύ. Για την ακρίβεια, έχει ολόκληρο το πολύ. Και καλείσαι τώρα, στο ελάχιστο να χωρέσεις όλο το πολύ. Τι άλλο παρά τιμωρία, μπορεί να ονομαστεί αυτή η δοκιμασία που σου χρεώθηκε;

Και εσύ το κάνεις. Κοιτάς τον Ήλιο μες στα μάτια - και τα δικά του και τα δικά σου. Προσπαθείς, μέσα από την πιο μικρή τρύπα, την κόρη των ματιών σου (ιδού το "ελάχιστο"), να χωρέσεις όλο το φως του Ήλιου (ιδού το μέγιστο και το "απόλυτο"), όλη την καθαρότητα που συμπυκνώνεται σε τόσο Φως. Το αποτέλεσμα ποιό άλλο μπορεί να είναι αν όχι η, με μαθηματική ακρίβεια, τύφλωση που τόλμησες, υπακούοντας στο χρέος, να αντικρύσεις το απόλυτο; Να γιατί, αν θελήσεις να δεις το πιο καθαρό, το πιο λευκό, το πιο φωτεινό Φως, δεν φτάνεις παρά στο Απόλυτο Μαύρο... Απέναντι στο Απόλυτο Φως μπορεί να σταθεί μόνο το Απόλυτο Μαύρο. Όλα τα υπόλοιπα λιώνουν, εξαφανίζονται (ορθότερα, εξαχνίζονται). Και το Μαύρο αυτό, είναι προέκταση του Λευκού, εξέλιξή του αναπόφευκτη.

Ξαναδιαβάστε τώρα ανάποδα την ανάρτηση αυτή, και δείτε πώς η συγκεκριμένη διαδικασία μας οδηγεί στο "Παράπονο" του Ελύτη (αλλά και κάθε ποιητή) που τυχαίνει, με το πολύ με το οποίο αναζητά κανείς το ελάχιστο, να χάνει ολόκληρο το πολύ αλλά και ολόκληρο το ελάχιστο. Του μένει κάτι όμως: η βίωση ότι κατόρθωσε και είδε το Απόλυτο. Θα μου πείτε, ως ανάμνηση μόνο τι αξία έχει; Θα σας πω: κάποιοι ζουν μόνο μέσα από τις αναμνήσεις τους και για αυτούς είναι απολύτως τα πάντα.

Ας αφιερωθεί λοιπόν αυτό το τραγούδι, σε εκείνους που όλη η αξία της ζωής τους, φυλάσσεται στις αναμνήσεις τους και σε όλους εκείνους που κάπου στα μισά του δρόμου, παραδέχονται ότι για αλλού ξεκίνησαν και αλλού βρέθηκαν. Ιδού τουλάχιστον πού τους φάνηκε χρήσιμο το "έντιμο" που τους δίδαξαν: στην παραδοχή ότι έχασαν το δρόμο. (Και αυτό το έχει συμπυκνώσει πάλι ο έτερος μεγάλος ποιητής, Γ. Σεφέρης, σε εκείνο το "πήραμε τη ζωή μας. λάθος! Και αλλάξαμε ζωή." Χαρακτηριστικό ότι χρησιμοποιείται η λέξη "μεσημέρι", ως το μέσον της μέρας, το μέσον της διαδρομής του ήλιου ή αλλιώς "τα μισά του δρόμου" που είπε και ο Ελύτης... η ίδια θεματική, η ίδια προβληματική. Ο ένας τονίζει την αίσθηση, δηλαδή το παράπονο, ο άλλος το καταπίνει, αρνείται να αναλύσει περαιτέρω και τονίζει την κίνηση, μέσα από την οποία αλλάζει ζωή, ως αναγκασμός για επιβίωση.)



"Άρνηση"
Ποίηση: Γιώργος Σεφέρης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Ερμηνεία: Μαρία Φαραντούρη







Υ.Γ.: Αφορμή για αυτήν την ανάρτηση, το διάβασμα του βιβλίου "Το Φως των Ελλήνων" του Νίκου Δήμου, από όπου κρατάω το συγκλονιστικά σύγχρονο και για πάντα διαχρονικό: "Το απόλυτο πληρώνεται. Η ομίχλη (που είναι μίγμα Είναι και μη-Είναι) σε συνηθίζει στην ιδέα του γκρίζου". Ως πότε ακόμα γκρίζο γύρω μας;