Τα σουτ και τα.. σσσουτ!



Μιας και είναι περίοδος Μουντιάλ και βλέπουμε πολλά σουτ από πολλούς παιχτάρες, διαφόρων επιπέδων,




βιώνω καθημερινά καταστάσεις που έχουν κάποια σχέση και αναλογία με αυτό το διαγωνισμό. Υπάρχει ένταση, αγώνας, ιδρώτας -πολύς ιδρώτας-, ακόμα πιο πολύ τρέξιμο, κανόνες του παιχνιδιού, ερωτήματα αναπάντητα για το ποιος φτιάχνει αυτούς τους κανόνες, υπάρχει εκνευρισμός, όπως επίσης υπάρχει και παράβαση των κανόνων, υπάρχουν τα πέναλντι (penalty=ποινή), υπάρχουν οι κριτές μα και οι διαιτητές, υπάρχουν οι αξιολογητές και οι αξιολογούμενοι, οι θεατές και οι καθοδηγούμενοι (από μια μπάλα).

Τι εννοώ: ας υποθέσουμε ότι ένας ιατρός ξεκινά από την αρχή τον αγώνα του, στο τερέν ενός τουρνουά. Τρέχει, πάνω-κάτω, ιδρώνει, μαλώνει, τον μαλώνουν, εξαντλεί μα και τον ξεθεώνουν. Προσπαθεί να κάνει ένα διάλειμμα (ημίχρονο λέγεται αυτό) που συνήθως διαρκεί 15 λεπτά, μα κάποιες φορές πολύ λιγότερο... Η σφυρίχτρα του διαιτητή στα αυτιά του βαρά ασταμάτητα. Και συνεχίζει. Βλέπετε, τον παρακολουθούν πολύ θεατές, αλλά πραγματικά δεν ξέρει ποιοι είναι οι αληθινοί υποκριτές - αυτοί που παίζουν ή αυτοί που πιέζουν... Μα δεν έχει πολλές φορές χρόνο για να τα σκεφτεί αυτά και συνεχίζει. 

Μέχρι που έρχεται το βράδυ και τότε το ματς αρχίζει να αποκτά μεγαλύτερη ένταση, περισσότερο ενδιαφέρον -πάντα τα καλύτερα ματς ο συγκεκριμένος παίχτης τα έκανε βράδυ, όπως εξάλλου βράδυ προβάλλονται στην tv και τα μεγαλύτερα ματς της υφηλίου-, ανάβουν ακόμα και βεγγαλικά... Αγώνας, για γερές καρδιές. Και ο εκφωνητής ακούγεται να εκλιπαρεί οι αδύνατες καρδιές να απομακρυνθούν από τον περιβάλλοντα χώρο, διότι εγκυμονούν ανακοπές... Οι περισσότεροι βέβαια, τους έχουν γραμμένους τους speakermen στα παλιά τους τα πα-πούτσι-α. Αποτέλεσμα; Φυσικά, να εμφανίζονται ανακοπές... Μία, δύο, τρεις... Και άντε εκεί, που λες δεν μπορεί, κάπου θα σταματήσει, δεν είναι και κολλητική ωσάν γρίπη βρε παιδί μου, πάλι πέφτεις έξω... Να σου λοιπόν και μια ακόμα, κάπου στο 90', λίγο πριν τη λήξη του αγώνα. Και φυσικά, το ματς πάει στην παράταση.

Ήδη όμως, τα πόδια του συγκεκριμένου παίχτη έχουν κουραστεί, στάζει ιδρώτα, οι φανέλες και ο λοιπός ρουχισμός έχουν κολλήσει κατάσαρκα και λες θα βγουν μαζί με το πετσί αν αργότερα θελήσει να τα απομακρύνει από πάνω του. Το κεφάλι δεν πολυδουλεύει... Οι κινήσεις και οι αντιδράσεις είναι σχεδόν αντανακλαστικές. Ο κόουτς φυσικά ζητά την maximum απόδοσή σου. Ο στόχος είναι ένας και η αποστολή οφείλει να εκτελεστεί ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο.

Και ο διαιτητής σφυράει την έναρξη της παράτασης. Μόνο που πρόκειται για... παράταση ζωής και αυτό κάνει τον συγκεκριμένο ιατρό-ποδοσφαιριστή, να αδημονεί περισσότερο για το βέλτιστο αποτέλεσμα. Παίρνει βαθιά ανάσα και λέει στον οδηγό του: θέλω να τρέξεις όσο περισσότερο μπορείς για την διακομιδή (της μπάλας μέχρι τα αντίπαλα δίχτυα). Εκείνος, με μια απάθεια φρεσκοξυπνήματος (είχε μόλις εμφανιστεί στο τερέν, όταν ο ιατρός πάλευε εκεί για περίπου 24 ώρες) του απαντά: α, γιατρέ, εγώ δεν βιάζομαι, πάω Θεσσαλονίκη αργά για να μου φτάσει η βενζίνη, γιατί αν τρέξω δεν θα έχουμε να γυρίσουμε πίσω... Φυσικά, εδώ είναι το πρώτο φάουλ του οδηγού και το πρώτο εγκεφαλικό του ιατρού. Οι φλέβες στο κεφάλι του πομπάρουν εκρηκτικά και εκτινάσουν τον ιδρώτα γύρω του. Σηκώνεται παρά το πρώτο φάουλ που του έκαναν και σηκώνεται να συνεχίσει την... παράταση ζωής. 

Κάποια στιγμή, φτάνουν στο αντίπαλο τέρμα. Ο πιστός οδηγός του, παρκάρει τον κλωτσοπατημένο ασθενή (δηλαδή την πολυπόθητη μπάλα), που λες και ήταν μπαλάκι... και σηκώνει τα χέρια ψηλά και λέει: α, γιατρέ, εγώ είμαι οδηγός, όχι τραυματιοφορέας, βρείτε κάποιον να πάει τον ασθενή στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, εγώ φεύγω! Και τότε διαπράττει το δεύτερο φάουλ ο οδηγός, καθώς μένει ο καημένος ο ιατρός μόνος του, στο ημίχρονο της παράτασης, να αναλογίζεται τι έχει πάει στραβά και δεν έχει ακόμα μπει το "γκολ". Το χρονόμετρο δείχνει 105', που σε πραγματικό χρόνο αντιστοιχεί περίπου στις 28 ώρες συνεχούς παιχνιδιού. Δεν έχει όμως καθόλου χρόνο για σκέψη, μα και καθόλου σκέψη για τον χρόνο, καθώς το ματς αρχίζει ξανά. Πλέον, έχει φτάσει στη μικρή περιοχή. Εκεί, έχει να αντιπαρατεθεί με μεγαθήρια, όλη η άμυνα (της ιατρικής) είναι μαζεμένη, και οφείλει να δείξει την τέχνη του... Αμ, δε! Διαπιστώνει ότι αυτά που ο προπονητής του, τού έχει μάθει, ανήκουν σε μια άλλη εποχή, πιο παλιά, ξεπερασμένη. Έτσι, ανίκανος να κάνει κάτι καλύτερο, παραμένει να κάνει τρίπλες ροκανίζοντας το χρόνο... Τελικά, σκέφτηκε να δώσει μια τελευταία πάσα στον οδηγό του. Προς κακή του τύχη όμως, διαπιστώνει ότι αυτός είχε ανοίξει κουβέντα με τους συνοδούς και φροντιστές ενός συμπαίχτη του και εκείνη ακριβώς τη στιγμή, τσέπωνε ένα μικρό φιλοδώρημα που εκείνοι είχαν βγάλει από το πορτοφόλι τους. Και αυτό ήταν το τρίτο του φάουλ... Ο ιατρός-ποδοσφαιριστής, τότε ακριβώς γονάτισε, νοιώθοντας τον ιδρώτα να του καίει το πρόσωπο και να του πικραίνει τη γλώσσα... Τι γίνεται εδώ; αναλογίστηκε; Ποιος έχει στήσει αυτό το παιχνίδι...; Και εγώ, από ποιον -και κυρίως με τί- πληρώνομαι που να πάρει ο διάολος; Αλλά, το παιχνίδι στην κανονική του διάρκεια λήγει κάπου εδώ.

Η σούμα του κανονικού αγώνα; Μετά από πολύωρο ματς, όταν ο παίχτης έχει φτάσει -ίσως και ξεπεράσει- τις αντοχές του, όταν του έχουν κάνει επανειλημμένα φάουλ, και μάλιστα χωρίς να έχει δοθεί καμία κάρτα στους διαπράττοντες αυτά τα αντικανονικά φάουλ, αναζητά ένα ερώτημα να απαντήσει: δεν πρέπει επιτέλους να βαρέσει (κάποιους με) τέτοιο σουτ, ώστε να τους στείλει στα δίχτυα (του διαβόλου); Δεν πρέπει να χτυπήσει τέτοια καραβολίδα (που λέγαμε μικροί), ώστε να τους πάρει όλους ο διάολος (δηλαδή ο "αγύριστος", που λέγαμε μικροί);

Αντ΄ αυτού, τι γίνεται αγαπητοί μου, λέτε; Μετά τα τόσα φάουλ και την ανάγκη επιτέλους να χτυπηθεί ένα σουτ ώστε να τους πάρει όλους παραμάζωμα, οι περισσότεροι κάνουν κάτι άλλο: κάνουν ένα μεγάλο σσσσουτ! και σωπάζουν, το βουλώνουν, κλείνουν το στόμα τους, δέχονται όλα τα αντικανονικά παιξίματα, δέχονται να γίνονται οι ίδιο το μπαλάκι και το κλωτσοσκούφι, που τους πατάνε όλα τα βρωμοπόδαρα και τους πετάνε από εδώ και από εκεί... 

Το φονικό σουτ (δηλαδή το "σουτάρισμα") που έπρεπε να στοχεύει να "καθαρίσει" κάθε ανίκανο αντίπαλο και κάθε ανεπάρκεια του συστήματος, έγινε ένα μεγάλο και ταπεινωτικό σουτ της έσχατης σιωπής (δηλαδή της έσχατης αποδοχής) από την πλευρά όλων των συμμετεχόντων...

Αυτό, εν ολίγοις γίνεται σήμερα αγαπητοί μου: αντί να τους σουτάρουμε όλους αυτούς που διαπράττουν φάουλ, σιωπούμε στις αντικανονικότητες, στους παραλογισμούς, στις στρεβλώσεις... ώσπου οι στρεβλώσεις γίνονται ο κανόνας, και άντε εσύ μετά να βρεις το δίκιο σου, μιας και πλέον, είσαι εσύ ο αντικανονικός και αυτοί -που είναι πιο πολλοί- είναι οι κανονικοί... Και όταν ζητάς, αξιολόγηση, ώστε κάποιους να τους σουτάρει επιτέλους αυτό το σύστημα, όλοι σου κάνουν... σσσσσσσσσσσσουτ! Αξιολόγηση; Τζιζζζζ, μακρυά, κάτω τα χέρια από την αξιολόγηση, όχι αξιολόγηση, κακό πράμα... και έτσι σωπαίνουν αιωνίως...

Σε μια περίοδο της ζωής μου που επαναπροσδιορίζω τους ορισμούς του "κανονικού" και του "παθολογικού", του ορθόδρομου και του παράδρομου, της αλήθειας και της στρέβλωσής της, σήμερα συνειδητοποίησα ότι 



το σουτ της κίνησης και της προώθησης
(που οφείλουμε όλοι να αναζητούμε)



έχει μετατραπεί σε σουτ! της ακινησίας και της στασιμότητας, 
(για να μην πω της οπισθοδρόμησης)


και έχει περάσει δυστυχώς και στις νέες γενιές
(από το οποίο οφείλουμε να τις γλιτώσουμε)



Τελικά, εδώ που έφτασε το ματς, μήπως είναι ώρα για penalties (=ποινές)...?