Και από τον Γλέζο, θυμήθηκα έναν άλλον μεγάλο νικητή του θανάτου, που πρόσφατα τον έφτυσε κατάμουτρα.
Είναι ο Θάνος Μικρούτσικος με τα φοβερά εκείνα λόγια:
"Τον θάνατο, δεν τον φοβάμαι! ΚΑΘΟΛΟΥ! Από την ώρα που γεννιόμαστε μέχρι την ώρα που πεθαίνουμε με νορμάλ τρόπο, περνάνε 4.160 Σαββατοκύριακα. Πενήντα δύο είναι τα Σαββατοκύριακα του έτους, επί 80 χρόνια που 'ναι ο μέσος όρος ζωής, 4.160 μας βγαίνει. Εσείς, που είστε νέος, δεν βλέπετε να φεύγουν σαν νερό τα Σαββατοκύριακά σας; Φανταστείτε εμένα, που πάω στα 69. Γεννιόμαστε, εν ολίγοις, για να παλέψουμε στο ρινγκ με έναν τύπο τρία μέτρα ψηλό, γεροδεμένο, φορμαρισμένο, ο οποίος είναι προδιαγεγραμμένο ότι στον πέμπτο γύρο θα μας βγάλει νοκ-άουτ. Το στοίχημα που έχω βάλει, και μέχρι τώρα τα 'χω καταφέρει, είναι σε κάθε γύρο να του γαμώ τη μάνα! Τον κερδίζω στα σημεία και με αυτό τον τρόπο τον φρενάρω! Τι θα κάνουμε, θα χεστούμε απάνω μας; Μετά από μια τέτοια ζωή, με όλα αυτά που έκανα στα προσωπικά και στα επαγγελματικά μου, να φτάσω να του λέω: «Σε παρακαλώ, δώσε μου δυο χρόνια ακόμα;». Μη σώσει και μου δώσει!"
Αυτές τις μέρες στο νοσοκομείο χρειάστηκε πολλές φορές να κάνω μετάγγιση αίματος. Το ίδιο και οι άνθρωποι στους διπλανούς θαλάμους. Σκεφτόμουνα αντί για δώρο φέτος να δώσετε αίμα. Για τον Θ.Μ. Για κάποιον που το έχει ανάγκη. Αυτές τις γιορτές σκεφτείτε τους άλλους και γίνετε αιμοδότες.
ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
Και με τις φοβερές εκείνες μελωδίες:
Από την πρώτη φορά που άκουσα αυτό το τραγούδι στο μυαλό μου, μού ήρθε μια εικόνα: ένα σπουργιτάκι που μετά από μια καταιγίδα στέκεται στην κουπαστή ενός ρημαγμένου πλοίου κάπου στο μεσοπέλαγο και τινάζει τα φτεράκια του για να φύγουν τα νερά από πάνω του, εν μέσω ομίχλης και το τίναγμα των φτερών του να συντονίζεται με τα τινάγματα της μελωδίας του Μικρούτσικου (άκου και φαντάσου από το 7':00'' ως το 7':15'' τι εννοώ).
Αυτή η εικόνα, δείτε τώρα πως συνδέεται με την εικόνα του Γλέζου που στέκεται στη βροχή, στην προηγούμενη ανάρτηση.
Και για να δειτε ότι οι ομοιότητες δεν σταματούν, όσο κάποιος ψάχνει, αφουγκραστείτε τον στίχο του Καββαδία όταν λέει για τον Γκόμπυ ο οποίος ξορκίζει με ένα φτερό τη μαλάρια... δηλαδή την ελονοσία που κάποτε θέριζε και έσφαζε κόσμο και κοσμάκη. Ατελείωτες ψυχές που έχουν φύγει και για αυτούς ούτε λόγος... Δεν ανακοινώθηκαν σε κανένα απογευματινό δελτίο ειδήσεων, δεν μπήκαν σε καμία στατιστική, δεν έκλαψε για αυτούς ίσως κανένας... Και η αντίσταση τότε, κανένας αναπνευστήρας, καμία κολχικίνη, κανένας κινέζος, καμία μάσκα, παρά μόνο ένα φτερό και ένα ξόρκι...
Για αυτό ας χαλαρώσουμε λιγάκι, δεν ήρθε η συντέλεια του κόσμου. Η συντέλεια του σύγχρονου και εικονικού παραλογισμένου κόσμου, ίσως (και το εύχομαι). Μα όχι του πραγματικού κόσμου.
Για αυτό όποιος ξέρει Ιστορία, αναγνωρίζει και τη δική του ξεχωριστή ιστορία μέσα σε αυτό το σύμπαν, στο οποίο μπερδεύονται οι ιστορίες όλων μας, των προηγούμενων, των νυν και των αεί.
Τέτοια Αντισώματα θέλουμε λοιπόν, που να λένε του θανάτου, σου γαμώ τη μάνα!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου