Της χαράς μαγαζί



Πάει καιρός από την τελευταία ανάρτηση. Πολλά έχουν αλλάξει, κάποια προς το καλύτερο, κάποια προς το χειρότερο. Αυτά προς το καλύτερο, τα χαίρεσαι και τα κρατάς σαν φυλαχτό να σου επιβεβαιώνουν ότι δεν είσαι μόνος. Αυτά προς το χειρότερο, τα γεύεσαι και τα φτύνεις σαν ξερατό. Αλλά πριν τα φτύσεις, θες να τα καταγράψεις. Άραγε αξίζει η καταγραφή; Τι έχει να σου προσφέρει μια καταγραφή; Πολλά, είναι η απάντηση, καθώς όπως έλεγε και ένας καλός φίλος και καθηγητής: «έμαθα πολλά όταν χρειάστηκε να τα καταγράψω και να τα διδάξω, τότε μόνο κατάλαβα τι ξέρω και τι δεν ξέρω».


Τα (ανα)θέματα αυτής της περιόδου δεν είναι άλλα από αυτά που δυσκολεύουν την καθημερινότητά μας, σε εργασιακό αλλά και ευρύτερα κοινωνικοπολιτικό επίπεδο.


Εδώ και μια εβδομάδα, στο Γενικό Νοσοκομείο της Κέρκυρας, οι ειδικευόμενοι ιατροί έχουμε προβεί σε επίσχεση εργασίας. Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν πατάμε το πόδι μας ούτε στις κλινικές, ούτε στα επείγοντα, μέχρι να μας καταβληθούν δεδουλευμένα και μέχρι να αλλάξει η άποψη κάποιων ότι δεν είμαστε «αναλώσιμοι». Αυτή η μικρή προσπάθεια, έχει τόσο βαθιές πολιτικές προεκτάσεις (με την πλατωνική έννοια του πολιτικού όντος και της πολιτείας), που αναγνωρίζω ότι δεν είναι εύκολο να διαφανούν με την πρώτη ματιά.


Εξηγούμαι: κοντεύεις στα 30, μια ζωή στα βιβλία, στα θρανία, μια ζωή αποφεύγεις τις κραιπάλες και τις υπερβολές, απεχθάνεσαι τη λούφα και το άδικο, ακόμα ονειρεύεσαι. Απέναντί σου, κάποιοι, που σου τάξανε πολλά, σε ταΐσανε με μπόλικο ψέμα και τώρα ξαφνικά, σου λένε ότι σου τα παίρνουν όλα πίσω. Επτωχεύσαμεν, έτσι ξαφνικά, μιαν ωραίαν πρωίαν. Σου ζητούν λοιπόν, να κάνεις εκπτώσεις. Εκπτώσεις σε υλικά, μα κυρίως εκπτώσεις σε άυλα, ήτοι σε αξιοπρέπεια, σε σεβασμό, σε αξίες, σε ήθος. Και όλα αυτά, εντελώς απρόσμενα! Η εξουσία, σου λέει, «δείξε κατανόηση», δούλευε ακόμα πιο πολύ, σε ακόμα χειρότερες συνθήκες, σε εξαντλητικά ωράρια, απλήρωτος, ανάξιος, σκουπιδιασμένος, ξεφτιλισμένος… Η κεντρική εξουσία σου ζητά κατανόηση, για το καλό της πατρίδας. «Γίνε δούλος, για να σωθεί η πατρίδα…», σου διατυμπανίζει.


«Δεν έχω λεφτά», είναι το μότο της εποχής, μα το πού πήγαν τα λεφτά είναι το γαμώτο της γενιάς αυτής, που τώρα αναλαμβάνει τα ηνία. Καλείσαι αγαπητέ νέε, να πληρώσεις το λογαριασμό ενός λουκούλλειου γεύματος που άλλοι γεύτηκαν πριν από εσένα. Έμειναν στο τραπέζι (και κατ’ επέκταση στις τράπεζες), μόνο τα αποφάγια και ο μακροσκελής λογαριασμός… Ποιοι τα φάγανε; Ποιοι ήταν σε αυτό το πάρτι που άφησε εποχή; Θλίβομαι που το λέω, αλλά ήταν οι γονείς μας… Αυτοί, τώρα μας ζητούν να πληρώσουμε τα δικά τους σπασμένα. Δεν είναι όμως αυτό που με ενοχλεί τόσο, όσο ο τρόπος που σου το ζητούν αυτό αγαπητέ νέε… Στο παρουσιάζουν υποχρέωσή σου, τη στιγμή που οι ίδιοι αποποιούνται κάθε ευθύνη. Εσύ τώρα που ξεκινάς, πλήρωσε για όλα όσα εμείς φάγαμε, τώρα που τελειώνουμε την αποστολή μας.


Ξαναγυρίζω, στα περί επίσχεσης: την πρώτη μέρα της επίσχεσης, μαζί με συναδέλφους ιατρούς, συρθήκαμε στο Αυτόφωρο της Εισαγγελίας Κέρκυρας για να αποδείξουμε το αυτονόητο: ότι δεν είμαστε ελέφαντες! Ότι, οι ειδικευόμενοι ΔΕΝ νοούνται (δια νόμου και δια απλής λογικής που έχει ακόμα και ο τελευταίος τσομπάνης στο ορεινότερο χωριό της χώρας), προσωπικό ασφαλείας αυτού του φάκεν συστήματος υγείας. Συνεπώς, η οποιαδήποτε κινητοποίηση και αποχή από τα -ακαθόριστα εις τον αιώνα των αιώνων- καθήκοντά μας, δεν είναι δυνατόν να επηρεάσει την εύρυθμη λειτουργία αυτού του ευαγούς εθνικού ιδρύματος που ακούει στο όνομα ΕΣΥ! Γιατί λοιπόν, μας άγουν και μας φέρουν στον Εισαγγελέα, διατυμπανίζοντας ότι κινδυνεύει η ζωή συνανθρώπων μας καθώς και η ασφαλής εφημέρευση ενός νοσοκομείου, όταν απουσιάζουν οι μαθητευόμενοι ιατροί; Γιατί, υπογράφουν εντελώς ξαφνικά οι αγαπητοί μας επιμελητές, έγγραφα και τα αποστέλλουν στον Εισαγγελέα με τα οποία καλούν εμμέσως πλην σαφώς τους τσογλαναράδες να γυρίσουν πίσω στα πόστα τους;


Και ας πάμε στην πραγματικότητα αγαπητοί μου: ο ειδικευόμενος ιατρός αυτού του συστήματος, από ενάρξεως λειτουργίας του ΕΣΥ από τον αείμνηστο Γεννηματά, ποτέ δεν κατόρθωσε να είναι ειδικευόμενος-εκπαιδευόμενος-μαθητευόμενος-ασκούμενος ιατρός, ως όφειλε. Πάντα ήταν κάτι άλλο: λαντζιέρης, γραφιάς, κλητήρας, μεταφορέας, τηλεφωνητής, κουβαλητής, ακροατής, γέμιζε τους χώρους, γέμιζε τα κενά, κάτι σαν στόκος… Κάλυπτε κάποιους κυρίους, που άκουγαν στο όνομα «Επιμελητής» ή «Διευθυντής», οι οποίοι μπορούσαν να είναι στο σπίτι τους, στην ταβέρνα τους, στο ξενυχτάδικό τους, ή και πολύ απλά στο κρεβάτι τους, προωθώντας το σύστημα της τηλε-ιατρικής μέσα από τα ενσύρματα και εν συνεχεία μέσα από τα ασύρματα τηλέφωνά τους… Ο ειδικευόμενος, δεν μπορούσε να προτάξει τίποτα σε αυτό το σύστημα. Οι άλλοι, κινούνταν από θέση ισχύος! Έτσι, ζούσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα, όταν όλοι άτυπα είχαν συμφωνήσει σε αυτό το τεράτωμα του συστήματος. Όλοι βολεύονταν, όλοι έτρωγαν. Και φυσικά το σύστημα αναπαρήγαγε τον εαυτό του. Ο πρώην ειδικευόμενος, όταν γινόταν νυν επιμελητής, έκανε ακριβώς τα ίδια στους νέους ειδικευόμενούς του, καθώς τώρα ήταν αυτός σε θέση ισχύος… Και το πράγμα κυλούσε ωραία. Οι μεν από το σπίτι τους βυθίζονταν στον ύπνο και οι λογαριασμοί τους γέμιζαν από τα τάλαρα, έτσι άκοπα, ήρεμα και χωρίς άγχος, και οι δε έκαναν υπομονή, γιατί έτσι ήταν το «σύστημα», μέχρι να φτάσει η ώρα και η στιγμή που αυτοί θα γίνονταν επιμελητές και έτσι θα γαμοσταύριζαν τους ειδικευόμενους δια τηλεφώνου με τη σειρά τους… Έτσι, (σαν το ανταποδοτικό σύστημα συνταξιοδότησης ένα πράμα) θα έπαιρναν το αίμα τους -και τον χαμένο τους ύπνο- πίσω σε λίγα χρόνια…


Το αυτονόητο είχε λοιπόν χαθεί εξ αρχής: ΔΕΝ υπήρχε πουθενά η έννοια της εκπαίδευσης απέναντι στον εκπαιδευόμενο-ειδικευόμενο νέο ιατρό. Υπήρχε μόνο η αναπαραγωγή μιας κακής αντίληψης και μιας άθλιας συμπεριφοράς. Αν δεν υπάρχει εκπαίδευση, πώς θα υπάρχει η γνώση; Και χωρίς αυτήν, πώς θα χτιστεί το όνειρο; Πάντως, έτσι ή αλλιώς, ήταν όλοι ικανοποιημένοι. Αποβλακωμένοι, μα ικανοποιημένοι…


Και φτάνουμε στο σήμερα: κάποιοι νέοι, διαφορετικοί από τους προαναφερθέντες «κάποιους» που εξουσιάζουν, ζητούν το αυτονόητο: αξιοπρέπεια, σεβασμός και απόδοση ευθυνών. Ζητούν να λειτουργήσει το σύστημα όπως θα όφειλε, όπως ο φάκεν νόμος ορίζει επιτέλους. Ζητούν να κρατάμε εν ζωή τα όνειρα και να μην τα σκοτώνουμε. Τι απαντήσεις παίρνουν σε αυτά τους τα ερωτήματα; Να κάποιες γελοίες, ενδεικτικά:


-Εμείς στην ηλικία σας, κάναμε 2 και 3 ημέρες συνεχόμενη εφημερία στα επείγοντα, χωρίς να έχουμε κανέναν ειδικό πάνω από το κεφάλι μας, τη στιγμή μάλιστα που έπρεπε να καλύψουμε 5-6 κλινικές διαφορετικών ειδικοτήτων!
-Έπρεπε να φτάσω στο 65ο έτος της ηλικίας μου, λίγο πριν τη συνταξιοδότηση, για να αντικρύσω σήμερα ότι αυτό το σύστημα είναι τόσο αποσαθρωμένο.
-Ε, δεν είμαστε και χτεσινοί! 


Και εντάξει οι προφορικές απαντήσεις που παίρνεις αγαπητέ νέε ιατρέ.


Έχεις να αντιμετωπίσεις όμως αγαπητέ νέε ιατρέ, τα έγγραφα στους Εισαγγελείς, έχεις να αντιμετωπίσεις τα απαξιωτικά και αγριεμένα βλέμματα σαν να έχεις σκοτώσει τη μάνα κάποιου, έχεις να αντιμετωπίσεις το ανέκφραστο προσωπείο κάποιων… Τώρα κανείς δεν σου μιλάει. Τώρα όλοι σε στήνουν στον τοίχο, ως τον μοναδικό υπαίτιο της κατάστασης! ΕΣΥ νέε ιατρέ, που καλά καλά δεν έχεις ξεστραβωθεί, φταις για όλα! ΕΣΥ να πληρώσεις και ΕΣΥ να σταυρωθείς. ΕΣΥ ο νέος, που μόλις τώρα ήρθες!


Και τώρα οι προβληματισμοί: έχετε καταλάβει αγαπητοί επιμελητές, διοικητές, εξουσιαστές, ότι είμαστε τα παιδιά σας; Έχετε καταλάβει ότι στήνετε στον τοίχο, τα τέκνα σας; Έχετε αντιληφθεί ότι θυσιάζετε την επόμενη γενιά, όχι μόνο γιατί αδυνατείτε να αλλάξετε τον κόσμο (πλέον η μπογιά σας πέρασε και το ξέρετε – μας γαμήσατε την κοινωνία, είναι γεγονός), αλλά αδυνατείτε να το παραδεχτείτε αντρίκια; Είμαστε τα παιδιά σας, αλλά εσείς συμπεριφέρεστε σαν σκολιαρόπαιδα, που ψεύδονται, κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους, κοροϊδεύουν τους άλλους, σε μια προσπάθεια να κρύψουν τις ανικανότητές τους… Πού είναι η στοργή του εκπαιδευτή; Πού είναι οι κατευθυντήριες οδηγίες; Που είναι η θέρμη αυτού που θέλει να συνεχιστεί ένα έργο ορθόδρομα; Πού είναι η αντίληψη της συνέχειας, του όλου και του συνόλου; Που είναι η έμπνευση; Που είναι το όνειρο; Που είναι η αντίσταση; Ο καθείς για την πάρτη του και για το πάρτι του, όπως είπαμε και στην αρχή…


Τέλος, τα συμπεράσματα: δεν μπορείς αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις και αν δεν αγαπάς τους συνεργάτες σου με τους οποίους μαζί κάνεις αυτό που κάνεις, να πετύχεις και να προχωρήσεις. Τώρα που πέφτουμε όλοι μαζί σαν κοινωνία, και μαζί πέφτουν και οι μάσκες και ο καθείς φανερώνει το άθλιό του πρόσωπο, τώρα είναι η μεγαλύτερη απόδειξη των επιθυμιών μας. Είναι ώρα να κατηγορήσεις και να καρφώσεις πισώπλατα, και μάλιστα αθώους; Ή είναι ώρα για περισυλλογή, για έμπνευση, για αναδιάρθρωση, για ξεκαθάρισμα λογαριασμών, για αποσαφήνιση της κατεύθυνσης που θέλουμε σαν κοινωνία να πάμε; Και αν οι προκάτοχοί μας δεν τα κατάφεραν να πάνε κόντρα στα κύματα, δεν τους κρατάμε κακία. Αλλά, τουλάχιστον μην εξευτελίζονται αν δεν μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα… Το είπε εξάλλου και ο Καβάφης στην Ιθάκη του! Αυτοί οι σπουδαγμένοι όμως, με τα πτυχία, τα μεταπτυχιακά, τα διδακτορικά, τα διευθυντηλίκια και την «τεράστια» εμπειρία, αυτοί οι πνευματικοί άνθρωποι που μας πήραν από το χέρι και μας έριξαν στον γκρεμό, αυτοί οι άνθρωποι, φαίνεται δεν έχουν διαβάσει Καβάφη… Αυτοί οι ξερόλες, που φαίνεται δεν έχουν βρει την Ιθάκη τους, δίνουν στα παιδιά τους, σαν μόνη παρακαταθήκη για να περάσουν τη ζωή τους, ξερές φραντζόλες…




"Της χαράς μαγαζί"
Μουσική: Δ.Παπαβομβολάκης
Στίχοι: Θ.Στουπής
Ερμηνεία: Τρίφωνο




Ας ανακαινίσουμε της λαμογιάς το μαγαζί και ας το κάνουμε επιτέλους της χαράς και της αξιοπρέπειας μαγαζί... Ας προσπαθήσουμε όλοι μαζί για αυτό το νέο μαγαζί!


3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Στράτο,

Θέλω να σε ευχαριστήσω (έστω και καθυστερημένα) για την «εύφημο μνεία» κάποιων λεγομένων μου σχετικά με την αξία της καταγραφής των σκέψεων και πράξεών μας. Να είσαι καλά που τα θυμάσαι, γιατί εγώ τα ξέχασα.
Με την ευκαιρία θα ήθελα και εγώ να συμβάλω στην (οργισμένη) προσπάθειά σου να καταγράψεις την απαράδεκτη κατάσταση που επικρατεί στην υποτιθέμενη (και στην ουσία ανύπαρκτη) εκπαίδευση των ειδικευομένων γιατρών.
Επειδή ξέρω ότι η οξύτητα των κρίσεων και παρατηρήσεών σου δεν σημαίνει ότι δεν είσαι δίκαιος και αντικειμενικός θα ήθελα να παρατηρήσω ότι από ό,τι έχω πληροφορηθεί στην Αμερική, Αγγλία και Γερμανία τουλάχιστον, οι ειδικευόμενοι αναλαμβάνουν πλήρεις ευθύνες περίθαλψης τόσο στα τμήματα επειγόντων περιστατικών όσο και στα άλλα τμήματα. Και από ό,τι γνωρίζαμε και από τα παλιά η αρχική περίοδος της ειδικότητας ήταν και είναι για τους ειδικευομένους γιατρούς όλου του κόσμου η πιο σκληρή και «απάνθρωπη» από απόψεως κόπου, μόχθου, αγρύπνιας και ταλαιπωρίας.
Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι τρισχειρότερη και ότι δεν πρέπει να βελτιωθεί.
Να μου επιτρέψεις όμως να σημειώσω ότι η βελτίωση δεν θα έλθει μόνο από έντονες διαμαρτυρίες, κραυγές, ξεφωνήματα - ίδε και τι κατάφερε ο αγαπητός μας κ. Ανευλαβής - αγνά και άξια κάθε επαίνου αλλά ύστερα από σοβαρή, επίμονη και συστηματική δουλειά μέσω των συνδικαλιστικών οργάνων και ύστερα από πολύ κόπο και προσπάθεια.
Αν κρίνω από το τι πετύχατε ως φοιτητές κατά την προπτυχιακή σας εκπαίδευση - ένα μάθημα για εξετάσεις κάθε 15 ημέρες – είμαι πολύ αισιόδοξος ότι θα πετύχετε πολλά περισσότερα για την μεταπτυχιακή σας εκπαίδευση.

Με αγάπη,

Ανδρέας Θωμάς

astromonos είπε...

Ευχαριστώ για το σχόλιό σας κύριε Ανδρέα! Πάντα ακατάπαυστα ανήσυχος...

Τέτοιες απόψεις και κατάθεση εμπειριών θέλουμε από εσάς τους -λίγο- μεγαλύτερους. Όχι, επίδειξη εξουσίας, όπως κάνουν κάποιοι άλλοι.

Να περνάτε καλά!

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Στράτο,

Ευχαριστώ κι’ εγώ για τον καλό σου λόγο.

Αλλά αν εγώ είμαι «πάντα ακατάπαυστα ανήσυχος...» τι να πει κανείς για τον καλό μας φίλο τον Στράτο. Είναι πραγματικά φαινόμενο ακατάπαυστης ανήσυχης δραστηριότητας. Πολλές φορές έχω διερωτηθεί πώς καταφέρνει τόσα πράγματα συγχρόνως!

Πάντως θα εκμεταλλευτώ την ευκαιρία που μου δίνει και θα τον παρακαλέσω όταν φροντίζει (με τη γνωστή του ανθρωπιά) κάποιο ταλαίπωρο, μοναχικό γεροντάκι να του λέει χαιρετίσματα από τον παλιό του δάσκαλο τον Ανδρέα, που δεν έκανε αυτό που κάνει ο Στράτος τώρα., τότε που έπρεπε να το κάνει.

Δεν έχω τόσο ξεμωραθεί, αλλά πιστεύω ότι εμείς οι Έλληνες έχουμε πολλές αρετές, μας λείπει όμως εντελώς μία: η αυτοκριτική. Εκείνο το δίστυχο «γνώθι σ’αυτόν» που κρεμάσανε στην είσοδο του μαντείου των Δελφών, έμεινε γράμμα κενό.

Ανδρέας