Ένα πολύ ενδιαφέρον μάθημα στο τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Παν/μίου Αιγαίου, ήταν η "Ανθρωπολογία του Υλικού Πολιτισμού".
Το μάθημα μας εισήγαγε στον τρόπο που οι άνθρωποι ανά τον κόσμο και ανά τους αιώνες, μετέτρεπαν τις υλικές τους ανάγκες τους σε πολιτισμό. Δεν ήταν δηλαδή, μόνο η αναγνώριση των καθημερινών αναγκών τους και η προσπάθεια κάλυψής τους, μα ήταν περισσότερο απ' όλα, ο τρόπος που προσπαθούσαν να τις καλύψουν. Αυτός ο τρόπος γέννησε τους κατά τόπους πολιτισμούς με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, αντικατοπτρίζοντας αφενός την ιδιαίτερη αντίληψη και προσέγγιση εκάστου λαού για τις ανάγκες του και αφετέρου τον ιδιαίτερο τρόπο κάλυψής τους.
Κάποτε λοιπόν, υπήρχαν ανάγκες, όπως για παράδειγμα η ανάγκη για ένδυση, συνεπεία της συνειδητοποίησης της γύμνιας του σώματος, η οποία γεννούσε το αίσθημα της ντροπής που με τη σειρά της έδωσε το ερέθισμα για να ξεκινήσει όλη αυτή η μακραίωνη ιστορία της ενδυματολογίας, της μόδας, κλπ κλπ...
Σήμερα, όμως, διαπιστώνω ότι αυτή η συνειδητοποίηση της γύμνιας του σώματος, μάλλον δεν οδηγεί σε ντροπή, αλλά σε τιμή και καμάρι, αντιστρέφοντας τους όρους, μπερδεύοντας τις ανάγκες, οριοθετώντας νέους ορίζοντες, δίνοντας έμφαση στο σώμα της γύμνιας και όχι στη γύμνια του σώματος...
Κάποτε επίσης, είχε σημασία η ύλη, ως εκείνο το αναπόφευκτο περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούσαν οι άνθρωποι και από το οποίο αντλούσαν ερεθίσματα για να τα ερμηνεύσουν μέσα από βιωματικές διαδικασίες, χρησιμοποιώντας ως βασικά εργαλεία τις πέντε αισθήσεις τους. Όλες οι αισθήσεις μαζί, σε αγαστή εναρμόνιση, στερέωναν το πνεύμα, το οποίο ολοκλήρωνε στη σφαίρα του συνειδητού, την αντίληψη εαυτού και περιβάλλοντος, θέτοντας κάθε φορά και σε έκαστο πλαίσιο (φυσικό, βιολογικό, κοινωνικό, πολιτικό) τις ιδιαίτερες και ξεχωριστές ανά πολιτισμό, σχέσεις και όρια αυτών των δυο εννοιών μεταξύ τους. Άρα, το υλικό φυσικό περιβάλλον έδινε τα ερεθίσματα, τα οποία γίνονταν αντιληπτά μέσω των βιωματικών αισθήσεων, για να δημιουργήσουν στο επίπεδο του πνεύματος μια ιδιαίτερη σφαίρα αίσθησης της ύλης και των ορίων της, ερμηνεύοντας με αυτόν τον τρόπο διαχρονικά ο Άνθρωπος, το υλικό φυσικό περιβάλλον. Και αυτή η κυκλική διαδρομή (ύλη-φύση-αισθήσεις-πνεύμα-ορισμός ύλης-ορισμός φύσης, και εκ νέου αντίληψή του), ολοκληρωνόταν και επαναλαμβανόταν σε μια σπειροειδή διαδικασία στο ρου της Ιστορίας.
Σήμερα, όμως, διαπιστώνω ότι αυτή η υλιστική προσέγγιση έχει αποκοπεί πλέον από τις αισθήσεις μας. Ζούμε κυρίως μέσα από τις πνευματικές μας διαδικασίες:
υπάρχουμε μέσα από το προφίλ μας στο φατσοβιβλίο,
κρινόμαστε και αξιολογούμαστε -δηλαδή αποκτούμε αξία ως υπάρξεις- μέσα από τις υπηρεσίες που προσφέρουμε, (καθότι σαν δυτική κοινωνία ελάχιστοι ανήκουν στον πρωτογενή ή δευτερογενή τομέα παραγωγής, αφού όλοι "παρέχουμε υπηρεσίες"),
κοινωνούμε τις σχέσεις μας κυρίως μέσα από τα δυαδικά ψηφία του διαδικτύου,
κινούμαστε συνεχώς σε ένα μονότονο δίπολο του "like" ή "don't like", του "ναι" ή "όχι" (άσχετα αν τελικά αποκτούν μετά από τόση άσκοπη χρήση, την ίδια ουδέτερη σημασία), της "μέρας" ή της "νύχτας", και άντε το πολύ πολύ η δημιουργικότητά μας για να βγει από την ανία της και να νιώσει λίγο ζωντανή και ακόμα ικανή να ερεθίζεται (δηλαδή να αντιλαμβάνεται ερεθίσματα), δημιουργεί μια ενδιάμεση ομάδα σωματικών και βιωματικών ερεθισμάτων, τους "bi" (=μπάι).
Έτσι, εκεί που κάποτε λέγαμε ότι "στους δυο, τρίτος δεν χωρά", τώρα όχι απλά χωρά, μα γίνεται και σύμβολο επανάστασης, μπορεί μάλιστα να ψηφιστεί και ως δήμαρχος... Και όλα αυτά έχουν γίνει, διότι η κυριαρχία του πνεύματος έχει αφανίσει την έννοια και την αξία της ύλης ως κάτι το πρωταρχικό και την έχει αντικαταστήσει με την υπεραξία της ύλης, ως κάτι το φανταστικό και πρακτικά ανύπαρκτο, κατασκεύασμα του νου, που αναπαράγεται και θηρεύεται μόνο και μόνο για να θρέψει κάτι εξίσου πνευματικό και ανύπαρκτο: την Υπεραξία του Ανθρώπου! Ο Υπεράνθρωπος αυτός λοιπόν, γιγαντώνει τον εγωισμό του, κατασπαράζει την ύλη γύρω του για να θρέψει το πνεύμα του χωρίς να ανταποδώσει τίποτα πίσω στην ύλη. Κατακερματίζει την ύλη, την αποσυνθέτει, την ανασυνθέτει όπως επιθυμεί, για να συνεχίζει να υποστηρίζει ένα τεχνητό σύστημα που συνεχίζει να τον υποστηρίζει (για πόσο ακόμα κανείς δεν ξέρει), ξεχνώντας όμως, ότι αυτή η διαδικασία δεν γίνεται παράλληλα με τις αλλαγές στα αισθητήρια όργανα του σώματός μας, τα οποία αλλάζουν τόσο αργά στο διάβα των αιώνων που πρακτικά μένουν απαράλλαχτα. Και εδώ δημιουργείται η πραγματική τραγωδία των σημερινών καιρών: η ύλη, που παλαιότερα έτρεφε τις αισθήσεις για να δημιουργήσουν πνεύμα, το οποίο με τη σειρά του επέστρεφε στην ίδια τη φύση τα προϊόντα του και αυτή την κυκλική πορεία την ονομάζαμε πολιτισμό, τώρα αυτή η ύλη στέκει να θρέφει ένα τερατόμορφο και αλλοιωμένο πνεύμα που δεν επιστρέφει τίποτα και σε κανέναν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Έτσι, σπάει αυτός ο ανατροφοδοτούμενος κύκλος δημιουργίας πολιτισμού, διακόπτεται η συνεχής βιωματική ερεθισματοδότηση των αισθήσεών μας, με αποτέλεσμα αυτές να ατροφούν και τελικά όλη αυτή η διαδικασία να επιτελείται μέσα στο εικονικό περιβάλλον του πνεύματός μας. Είμαστε λοιπόν, κυρίως μια πνευματική κοινωνία, που ζει, υπάρχει, λειτουργεί και αυτο- και ετερο-προσδιορίζεται κυρίως μέσα από το πνεύμα του, σημαντικό στήριγμα του οποίου είναι η τεχνολογία, το διαδίκτυο, η τηλεπικοινωνίες, τα κβάντα πληροφορίας... Και κάθε δημιούργημα της κοινωνίας αυτής, στοχεύει στο πώς θα συνεχίσει να αναπαράγει αυτόν τον κατακερματισμένο υλικό κόσμο και στο πώς θα συνεχίσει να υπερτρέφει το αυτοβαυκαλιζόμενο, αυτοβραβευόμενο και μη βιωματικά αντιλαμβανόμενο, πνεύμα της.
Ξεχνά όμως κάτι ο άνθρωπος και η κοινωνία του: τις αισθήσεις και το περιβάλλον.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, έχω την αίσθηση ότι σήμερα, ούτε για υλικό μπορούμε πλέον να μιλήσουμε, ούτε για πολιτισμό. Συνεπώς, ούτε για περιβάλλον!
Το μάθημα στη σχολή συνεπώς, τσάμπα το διαβάσαμε; Μήπως, πρέπει να αναθεωρηθεί;
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου